Η τελευταία ελίτ της περιοχής που αντιλαμβάνεται τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει για αυτήν το «Ισλαμικό Κράτος» είναι η τουρκική. Μέχρι πρότινος, προτού το ΙΣΙΣ στραφεί κατά των άλλων ισλαμικών ομάδων στη Συρία και γίνει κυρίαρχη αντιπολιτευτική δύναμη στο καθεστώς του κόμματος Μπάαθ του Μπασάρ αλ Άσαντ και στη συνέχεια κάνει την επέλαση στο Ιράκ, ήταν από κείνες που το ενίσχυαν στον εμφύλιο της Συρίας, επειδή ακριβώς στρεφόταν κατά του καθεστώτος του Άσαντ, το οποίο ήθελε και ο Ερντογάν-ο κύριος εκφραστής της- να ανατρέψει, ώστε να αναβαθμίσει τη θέση του στα ισλαμικά κινήματα της Μ. Ανατολής.

Ads

Όμως όταν συνέλαβαν οι Τζιχαντιστές και Τούρκους αιχμαλώτους στην περιοχή, άρχισε να αλλάζει στάση απέναντί τους, ιδίως από όταν κυκλοφόρησαν στο διαδίκτυο τα βίντεο με τους αποκεφαλισμούς δυτικών από αυτούς. Ώσπου να πετύχει την απελευθέρωσή τους κράτησε μια «μετριοπαθή» στάση. Στη συνέχεια άρχισε να τους καταγγέλλει, μέσω του Νταβούτογλου, αλλά παρόλες τις πιέσεις από τους δυτικούς-Αμερικανούς και Ευρωπαίους-δεν συμμετείχε στους βομβαρδισμούς του ΙΣΙΣ στο Ιράκ και τη Συρία στη συνέχεια. Γιατί;

Είναι εξηγήσιμη η στάση της: α) Στο Ιράκ γιατί τα όποια αποτελέσματα των βομβαρδισμών ενίσχυσαν τους Κούρδους του Ιράκ, που δεν παύουν να είναι ίδιος λαός με τους Κούρδους της Τουρκίας, παρόλο που η πολιτική της εξουσιαστικής κάστας τους διαφέρει από την πολιτική του ΡΚΚ, του κόμματος των Κούρδων της Τουρκίας, που εδώ και πολλές δεκαετίες διεξάγει απελευθερωτικό αγώνα για τις κούρδικες περιοχές της Τουρκίας(ο ηγέτης του Οτσαλάν βρίσκεται ακόμα στις τούρκικες φυλακές, αν και το τελευταίο διάστημα το ΡΚΚ έχει κάνει ανακωχή).β) Στη Συρία για δύο βασικούς λόγους. Ο ένας είναι πάλι ο ίδιος, δηλαδή ότι θα ενισχυθούν οι Κούρδοι της Συρίας, των οποίων η βασική πολιτική οργάνωση είναι πιο κοντά πολιτικά με το ΡΚΚ της Τουρκίας και στον εμφύλιο της Συρίας πιο κοντά στο καθεστώς Ασαντ- το οποίο τους είχε παραχωρήσει μια σχετική αυτονομία- παρά στις ισλαμικές οργανώσεις. Ο άλλος γιατί αντικειμενικά οι βομβαρδισμοί των «προθύμων» ενάντια στο ΙΣΙΣ θα ενισχύσουν το καθεστώς Ασαντ. Γι αυτό διστάζει και στη χερσαία επέμβαση των τουρκικών δυνάμεων που έχουν συγκεντρωθεί στα σύνορα, παρόλο που πιέζεται όχι μόνο από τους Αμερικανούς, αλλά και από τους Κούρδους της Τουρκίας.  

Γενικά η τωρινή επέμβαση των Αμερικανών και της συμμαχίας τους από αέρος και η αυριανή πιθανή επέμβασή τους στο έδαφος, θα έχει σαν αποτέλεσμα την αναβάθμιση των Κούρδων σαν σύνολο στην περιοχή. Οι Κούρδοι του Ιράκ, της Συρίας και επομένως και της Τουρκίας είναι οι μόνοι που μπορούν να αντισταθούν στους Τζιχαντιστές και να τους αποτρέψουν από τον στόχο τους που είναι η δημιουργία του Ισλαμικού κράτους σε όλη την περιοχή του Λεβάντε. Η ελίτ της Τουρκίας τρέμει στη σκέψη ότι οι Κούρδοι μπορεί να αναδειχθούν οι νικητές της αναμέτρησης και ότι το μελλοντικό ανεξάρτητο κράτος τους μπορεί να είναι η εναλλακτική των δυτικών προς το Ισλαμικό Κράτος στην αντίστοιχη περιοχή.

Ads

Το ποιος θα έχει τον έλεγχο της περιοχής του παλιού Λεβάντε, λόγω των σημαντικών ακόμα εναπομεινάντων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων, είναι πολύ σημαντικό ζήτημα για την αμερικάνικη και παγκόσμια ελίτ. Για αυτό και οι διαδοχικές πολεμικές επεμβάσεις της στο Ιράκ(πατέρας και υιός Μπους) κατά κύριο λόγο είχαν αυτό το σκοπό. Ο Σαντάμ είχε αρχίσει να ανεξαρτητοποιείται  από αυτόν τον ρόλο και να διαθέτει πετρέλαιο σε άλλα νομίσματα εκτός του δολαρίου(π.χ. στο νέο τότε ευρώ), άρα έπρεπε να ανατραπεί. Το καθεστώς όμως που εγκατέστησαν οι Αμερικάνοι προτού αποσυρθούν(Μαλίκι) δεν τους «βγήκε» και δεν κατόρθωσε να παίξει τον ρόλο του τοποτηρητή, λόγω των αξεπέραστων αντιθέσεων στο εσωτερικό του.

Για τον ίδιο λόγο, δηλαδή για το ότι το καθεστώς Άσαντ στη Συρία δεν συνεργαζόταν για τον έλεγχο της περιοχής, αποφάσισε η διεθνής ελίτ να το ανατρέψει. Σε αυτή της την επιλογή θεώρησε ότι οι αντιπολιτευτικές ισλαμικές ομάδες-όντας αντίπαλοι του καθεστώτος Άσαντ- ήταν και οι σύμμαχοί της. Έτσι εκτός από τις φιλελεύθερες-και φιλικά προς τη δύση-πολιτικές αντιπολιτευτικές ομάδες του συριακού εμφυλίου, ενίσχυσε με κάθε τρόπο και τις ισλαμικές.

‘Όμως μεταξύ των ισλαμιστών άρχισε να παίρνουν δεσπόζουσα θέση οι τζιχαντιστές, που σιγά-σιγά στηριζόμενοι στα όπλα της δυτικής «βοήθειας», της οικονομικής βοήθειας των απανταχού σουνιτών, καθώς και στην σωματική και πνευματική βοήθεια των στρατευμένων στη δύση διεθνών ισλαμιστών(γνώστες της νέας τεχνολογίας και των δυνατοτήτων της ηλεκτρονικής επικοινωνίας), επικράτησαν στο στρατόπεδο των αντιπάλων του Άσαντ.

Δεν της βγήκε λοιπόν της διεθνούς ελίτ(και αυτή τη φορά του νομπελίστα της ειρήνης Ομπάμα) και στη Συρία ο σχεδιασμός της, με τον οποίο ήλπιζε ότι θα αντικαθιστούσε τον «παρία» Ασαντ με ένα φιλικά προσκείμενο φιλελεύθερο καθεστώς. Και όχι μόνο αυτό. Το ΙΣΙΣ νοιώθοντας ότι έχει τη δυνατότητα να εξελιχθεί σε δεσπόζουσα δύναμη σε όλη την περιοχή και όχι μόνο στη Συρία, προήλασε και στο Ιράκ-έχοντας συμμάχους τις αντιπολιτευόμενες στην κυβέρνηση Μαλίκι ομάδες, κύρια σουνιτικές- και ανακήρυξε το ισλαμικό κράτος του Λεβάντε, όχι μόνο για να εφαρμόσει τον «ισλαμικό νόμο», αλλά και να διακηρύξει σαν βασικό εχθρό του Ισλάμ, για μια άλλη φορά -όπως και Αλκάιντα στο παρελθόν-τους Αμερικανούς και γενικά τους δυτικούς.

Δεν της μένει πια άλλη επιλογή παρά να ηγηθεί και πάλι ενός πολέμου «των σταυροφόρων» στην περιοχή, στην αρχή από τον αέρα με τους βομβαρδισμούς και αν χρειασθεί στη συνέχεια και στο έδαφος με κατάλληλες στρατιωτικές μονάδες. Εκτός από την προσπάθεια της εκ νέου δημιουργίας εξωτερικής συμμαχίας των «προθύμων» για την στρατιωτική επέμβαση-στην οποία προσπαθεί απεγνωσμένα να εντάξει και την Τουρκία, λόγω της εγγύτητάς της, αλλά και λόγω των δυνατοτήτων της σαν μέλος του ΝΑΤΟ-  προσπαθεί επίσης να δημιουργήσει και επί τόπου μια νέα συμμαχία από τις δυνάμεις της περιοχής.

Εδώ όμως υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις στις επί μέρους ελίτ. Η Αμερικάνικη και Ευρωπαϊκή ελίτ συμφωνούν ότι οι Κούρδοι που είναι διασπαρμένοι στο Ιράκ-Ιράν-Συρία-Τουρκία είναι η πιο σοβαρή δύναμη απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, όμως πιο κοντά στη δύση είναι οι Κούρδοι του Ιράκ. Η Τούρκικη ελίτ δε θέλει ούτε να ακούσει για αυτό, για τους λόγους που προαναφέραμε. Θα το δεχόταν μόνο αν είχε μια ουσιαστική διαβεβαίωση από τους Αμερικάνους και τους Ευρωπαίους ιθύνοντες, ότι το αποτέλεσμα της παρέμβασης δεν θα είναι ένα ανεξάρτητο Κουρδικό κράτος που θα ελέγχει την περιοχή. Μπορεί όμως να εμπιστευθεί μια τέτοια διαβεβαίωση; Ο Ερντογάν έχει δείξει ότι δεν πολυεμπιστεύεται τους δυτικούς. Μπορεί και πάλι να μην τους βγει ο σχεδιασμός τους, όπως δεν τους βγήκε και στο Ιράκ και στη Συρία. Μην ξεχνάμε εξάλλου ότι η τούρκικη ελίτ ενδιαφέρεται σφόδρα να γίνει αυτή ο ηγέτης όλης της Μ.Ανατολής –για αυτό και η σύγκρουσή της με την σιωνιστική ελίτ του Ισραήλ. Στα σχέδιά της αυτά δεν ταιριάζει ούτε ένας αναβαθμισμένος Άσαντ, ούτε ένα κουρδικό ανεξάρτητο κράτος, έστω και στο Ιράκ, που στην ουσία υπάρχει ήδη. Η στάση της Τουρκίας σε αυτόν τον πόλεμο θα καθορισθεί μάλλον από την πολιτική του «μικρότερου κακού».

Από την άλλη η ευρωπαϊκή ελίτ θα ήθελε να βάλει στο παιχνίδι και την ελίτ του Ιράν. Προς το παρόν όμως οι Αμερικανοί ιθύνοντες δεν θέλουν να στηριχθούν στο Ιράν για μια λύση στο Λεβάντε, γιατί φοβούνται μην αποκτήσει πυρηνική δύναμη. Κάτι τέτοιο θα αναδείκνυε το Ιράν από κράτος «παρία» της «παγκόσμιας κοινότητας», σε καθοριστική δύναμη για την περιοχή, στον αντίποδα του χωροφύλακά της, του Ισραήλ. Γι αυτό και η προσπάθεια όλα αυτά τα χρόνια για μια συμφωνία παραίτησης του Ιράν από την απόκτηση της πυρηνικής βόμβας. Αν το πετύχουν αυτό μέχρι τον Νοέμβριο-εκλογές για το Κογκρέσο στις ΗΠΑ-τότε θα ανοίξει ο δρόμος, ώστε και οι ΗΠΑ μαζί με την Ευρώπη να μη θεωρεί πλέον το Ιράν σαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο στην ευρύτερη περιοχή, γιατί τώρα από τις νέες εξελίξεις ο μεγαλύτερος εχθρός αναδεικνύεται το ισλαμικό κράτος.

Τι γίνεται όμως από τη μεριά της ιρανικής ελίτ και της εκκλησιαστικής νομενκλατούρας που βρίσκεται στην εξουσία μετά την επανάσταση του ιρανικού λαού κατά του Σάχη-του τότε τοποτηρητή της περιοχής για την διεθνή ελίτ; Μετά τόσα χρόνια εξουσίας το καθεστώς αντιμετωπίζει εσωτερικό πρόβλημα. Αμφισβητείται και στο εσωτερικό, εκτός από το εξωτερικό βέβαια. Σε αυτό έχει παίξει μεγάλο ρόλο η απομόνωση από τη Δύση και το διεθνές εμπάργκο που του έχει επιβληθεί. Δεν του μένει κάτι άλλο από το σπάσιμο αυτής της απομόνωσης. Το ζητά όχι μόνο η οικονομική ελίτ, αλλά και μια αναδυόμενη –αρκετά πολυπληθής-μεσαία τάξη που θέλει να ακολουθήσει το δυτικό μοντέλο κατανάλωσης και δε μπορεί λόγω του εμπάργκο. Και τα αποθέματα του Ιράν σε υδρογονάνθρακες είναι ακόμα τέτοια που μπορούν να εξασφαλίσουν μια βελτίωση της θέσης τους όσον αφορά στην κατανάλωση της παγκόσμιας πίτας. Το Ιράν διαθέτει σήμερα το 4ο μεγαλύτερο απόθεμα σε πετρέλαιο και το 2ο σε αέριο στον κόσμο. Θα μπορούσε λοιπόν να βελτιώσει τη θέση του ακολουθώντας το παράδειγμα της ρωσικής ελίτ, που από την εξαγωγή των υδρογονανθράκων της το έχει καταφέρει αυτό. Αρκεί να βρεθούν καλύτερες αγορές και καλύτερη τιμή, πράγμα που θα συμβεί αν καταργηθεί το διεθνές εμπάργκο τους(αυτό έχει οδηγήσει π.χ. να πέσει ο τζίρος από την εξαγωγή πετρελαίου του Ιράν από τα 118 δις. που ήταν πριν το εμπάργκο, στα 56 δις. δολ.). 

Υπάρχει όμως και ένα άλλο πρόβλημα εκτός από τις ποσότητες εξαγωγής και τις τιμές, που αντιμετωπίζει το καθεστώς από το διεθνές εμπάργκο: δεν υπάρχει εκμοντερνισμός της τεχνολογίας εξόρυξης. Για αυτό τον λόγο π.χ. το Ιράν χάνει στη διαδικασία εξόρυξης τόσο αέριο, όσο και το Αζερμπαϊζάν.  Έτσι η ιρανική ελίτ έχει αποφασίσει στην ουσία να ανοίξει την οικονομία του και να επιτρέψει σε ξένους επενδυτές να επενδύσουν στη νέα τεχνολογία εξόρυξης, ώστε να επανέλθει στους ηγεμονικούς παραγωγούς πετρελαίου και αερίου. Και επειδή αλλού το κόστος της εξόρυξης ανεβαίνει, λόγω του ότι τελειώνουν τα εύκολα στην πρόσβαση αποθέματα και υπάρχει η ανάγκη για εξόρυξη όλο και πιο δύσβατων αποθεμάτων, το Ιράν έχει ένα πλεονέκτημα για τους διεθνείς επενδυτές των καυσίμων. Είναι πολύ πιο χαμηλό το κόστος εξόρυξης, λόγω της εύκολης προσβασιμότητας των αποθεμάτων.

Είναι σίγουρο λοιπόν ότι θα προσελκύσει πολλούς τέτοιους επενδυτές της διεθνούς οικονομικής ελίτ, το άνοιγμα που πιθανόν θα κάνει το καθεστώς στο Ιράν. «Εμπρός να βγάλουμε και τα τελευταία φθηνά καύσιμα» θα είναι το κίνητρό τους, γιατί το νέο εμπάργκο των ΗΠΑ-Ευρώπης προς τη Ρωσία-λόγω Ουκρανίας- αφορά και στον ενεργειακό τομέα. Θα στραφούν επομένως προς το Ιράν και για τον λόγο ότι χάνουν τις δυνατότητες επένδυσης στα μεγάλα επίσης ακόμα φθηνά ρωσικά αποθέματα.

Μέσα από τη πιθανή συμφωνία για τα πυρηνικά, το «άνοιγμα» του καθεστώτος και την άρση του εμπάργκο, καθώς και του ρόλου που μπορεί να παίξει στην αντιμετώπιση του Ισλαμικού κράτους, η ιρανική ελίτ θα επιδιώξει τη βελτίωση της θέσης της στη παγκόσμια σκακιέρα. Θεωρεί σαν μεγάλο κίνδυνο για τον εαυτό της το ΙΣΙΣ, για αυτό και στηρίζει τους Κούρδους του Ιράκ και πιέζει την κυβέρνηση της Βαγδάτης από τη μια να ενσωματώσει και τους Σουνίτες του Ιράκ στους κόλπους της και από την άλλη να συνταχθεί μαζί με τους Κούρδους στο Αρμπίλ εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Η θέση της αυτή μπορεί να αποδειχθεί και σαν μεγάλο ατού στις διαπραγματεύσεις της με τη Δύση, γιατί η ένταξή της στο στρατόπεδο των αντιπάλων του ΙΣΙΣ είναι μάλλον αναγκαία και αναπόφευκτη για τους δυτικούς.

Και το Ισραήλ; Ποιά θα είναι η θέση της στρατιωτικοποιημένης αυτής κοινωνίας-δε μιλάμε εδώ απλώς για μια ελίτ που θεωρεί το εαυτό της υπεράνω των άλλων λαών της περιοχής, αλλά για τη συντριπτική πλειοφηφία των πολιτών της- στο νέο συσχετισμό δυνάμεων που αναπτύσσεται σιγά-σιγά στην περιοχή, στην οποία μέχρι τώρα της είχε ανατεθεί ο ρόλος του «χωροφύλακα» από τη διεθνή ελίτ; Καταρχήν το Ισραήλ θα ήθελε να καλοβλέπει το ΙΣΙΣ-όσο θα ήταν ανώδυνες οι εξελίξεις για το ίδιο-γιατί του δίνει επιχειρήματα ότι και οι δικοί του αντίπαλοι της Χαμάς, είναι το ίδιο δολοφόνοι όσο και του Ισλαμικού Κράτους. Από την άλλη εξακολουθεί να αντιλαμβάνεται σαν τον μεγαλύτερο κίνδυνο για το ίδιο, το Ιράν και την πυρηνική του βόμβα.  Για αυτό και η σημερινή του κυβέρνηση προειδοποιεί τις ΗΠΑ να μη προσεγγίσει το Ιράν.  Αν όμως οι ΗΠΑ προσεγγίσουν πράγματι το Ιράν, τότε είναι σίγουρο ότι θα προσπαθήσουν ταυτόχρονα να προωθήσουν στο Ισραήλ σαν κυβέρνηση, τις δυνάμεις εκείνες της Ισραηλινής κοινωνίας που θα αποδεχθούν την ύπαρξη ανεξάρτητου Παλαιστινιακού Κράτους. Αυτό θα γίνει πιθανόν, αν γίνει αποδεκτή στον ΟΗΕ η κατηγορία κατά της σημερινής κυβέρνησης των «γερακιών» για εγκλήματα πολέμου κατά των Παλαιστινίων. Δεν είναι λοιπόν απίθανο η εμφάνιση του Ισλαμικού κράτους να βοηθήσει σε συμβατική για τη διεθνή ελίτ λύση και το χρόνιο παλαιστινιακό πρόβλημα που αντιμετώπιζε.

Κάπως έτσι εξελίσσονται τα πράγματα στη Μέση Ανατολή και την ευρύτερη περιοχή της, στην οποία η διαδικασία της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης που προωθούν η διεθνείς και οι τοπικές ελίτ δεν έχει ολοκληρωθεί. Οι ντόπιοι λαοί και οι «από κάτω» της περιοχής βιώνουν τρομερές καταστάσεις με πολέμους, σφαγές, φτώχεια, προσφυγιά κ.λπ. από τα παιχνίδια των ντόπιων και διεθνών «από πάνω» και των καθεστώτων που τους έχουν επιβάλει. Και αυτό θα συνεχίζεται ώσπου να καταλάβουν οι «από κάτω» ότι δεν τους σώζει κανένας Ομπάμα ή Ερντογάν, αν δεν πάρουν το παιγνίδι στα χέρια ή τα πόδια τους, αυτοοργανώνοντας τις κοινότητές τους και στηριζόμενοι στους τοπικούς τους πόρους, που δεν θα πρέπει πια να τους πουλάνε φθηνά στις παγκόσμιες αγορές των «από πάνω». Έφθασαν σε εμφυλιοπολεμικές καταστάσεις, γιατί οι παρεμβάσεις της διεθνούς ελίτ στην περιοχή είχαν και έχουν σαν στόχο την εκμετάλλευση των φθηνών πετροχημικών τους πόρων. Και επειδή όλη η ανθρωπότητα θεωρεί και χρησιμοποιεί τα πετροχημικά, σαν την κυρίαρχη πηγή ενέργειας και στην ουσία χρηματοδοτεί  τους προηγούμενους και τωρινούς πολέμους της παγκόσμιας οικονομο-πολιτικής ελίτ  στην περιοχή τους. Αλλά για αυτό το τελευταίο σε ένα επόμενο άρθρο.