Προφανώς και κανείς δεν θέλει κάποιον τρίτο να έχει λόγο στις εσωτερικές του υποθέσεις. Το ΔΝΤ, όμως, δεν ήλθε μόνο του και τα αίτια που το έφεραν, δυστυχώς, κάθε άλλο παρά έχουν εκλείψει. Στο μεταξύ το ΔΝΤ έχει δανείσει πολλά χρήματα στην Ελλάδα γύρω στα 30 δις. ευρώ (περισσότερα δεν έχει δανείσει σε καμιά άλλη χώρα) και φυσικά τα δάνεισε προκειμένου να τα λάβει πίσω συν τους τόκους, υπενθυμίζουμε ότι το ΔΝΤ είναι τράπεζα που οι συναλλασσόμενοι με αυτό είναι κράτη. Για το λόγο αυτό το ΔΝΤ φροντίζει να διασφαλίζει τις συνθήκες επιστροφής των χρημάτων που δανείζει. Δεν υπάρχει σοβαρό ιστορικό προηγούμενο χώρας που δεν επέστρεψε τα δάνεια του ΔΝΤ.

Ads

Στο ΔΝΤ γνωρίζουν πολύ καλά ότι με τα δημοσιονομικά κυρίως μέτρα που λαμβάνονται, τα τελευταία 5 χρόνια στην Ελλάδα, δηλαδή με την υπέρμετρη αύξηση της φορολογίας, τις οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, ακόμη και τη μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, τα δημοσιονομικά πλεονάσματα που έχουν προκύψει δεν μπορεί παρά να έχουν πρόσκαιρο χαρακτήρα καθώς δεν προέρχονται από την οικονομική ανάπτυξη.  Επομένως, τα μέτρα πολιτικής που λαμβάνονται δεν είναι ενταγμένα στο πλαίσιο μιας αναπτυξιακή πολιτικής, έχουν έναν κυρίως εισπρακτικό χαρακτήρα και δεν θα μπορούν να αποδώσουν στο εγγύς μέλλον.

Συνεπώς, το αίτημα περί άμεσης απεμπλοκής του ΔΝΤ  τέθηκε χωρίς ιδιαίτερη περίσκεψη και για λόγους εντυπωσιασμού, χωρίς να ληφθούν σοβαρά υπόψη οι αρνητικές του συνέπειες. Στο ΔΝΤ, όμως, γνωρίζοντας πολύ καλά τις πιθανές επιπτώσεις ενός τέτοιου αιτήματος (δεν λέω εγχειρήματος) βρέθηκαν προετοιμασμένοι και την πρόταση της ελληνικής πλευράς περί απεμπλοκής τη συζήτησαν με μεγάλη ευγένεια προτείνοντας μάλιστα και σχήματα προληπτικής χρηματοδοτικής στήριξης! Με αλλά λόγια, το ΔΝΤ προσπάθησε να απαλύνει τον αντίκτυπο των προθέσεων της ελληνικής κυβέρνησης στις αγορές. Παρ’ όλα αυτά τα σπρεντς των δεκαετών ομολόγων εκτινάχτηκαν στα ύψη κάνοντας απαγορευτική την όποια σκέψη πόσω μάλλον πραγματική έξοδο της Ελλάδας στις αγορές, ενώ  στο χρηματιστήριο διαμορφώθηκαν συνθήκες πανικού. Έχοντας αυτό το διπλό κραχ, τι άλλη απόδειξη χρειαζόμαστε για το εσφαλμένο της ιδέας περί άμεσης και αφελούς απεμπλοκής;       

Είναι γνωστό ότι το ΔΝΤ ασκεί επιτροπεία στην ελληνική οικονομία και οι επιτροπείες αυτού του είδους, κατά κανόνα, χαρακτηρίζονται από διάρκεια, όπως πολύ καλά γνωρίζουμε από την ελληνική οικονομική ιστορία. Π.χ. ο περίφημος Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (είδος τρόικας) εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1898 και παρέμεινε μέχρι το 1940(5), δηλαδή όταν αντικαταστάθηκε από τη Νομισματική Επιτροπή το 1946, η οποία έμεινε μέχρι το 1981, ενώ η Τρόικα καθιερώθηκε το 2010 και συνεχίζει για πέμπτο έτος. Βέβαια, υπάρχουν χώρες που αποδεσμεύτηκαν από το ΔΝΤ σε σχετικά λίγα χρόνια. Ένα τέτοιο παράδειγμα χώρας είναι η Ν. Κορέα μετά τη λεγόμενη «ασιατική  γρίπη» του 1997. Η Ν. Κορέα χάρη στη βιομηχανική-αναπτυξιακή πολιτική που ακολούθησε και τους υψηλούς ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης που πέτυχε έκανε εφικτή την αποδέσμευση της από το ΔΝΤ και μάλιστα στο μέσο του προγράμματος στήριξης επιστρέφοντας όλα τα δανεικά. 

Ads

Το χειρότερο με το αίτημα της ονομαστικής αποδέσμευσης της  Ελλάδας από το ΔΝΤ (με όποιο κόστος) φαίνεται να το υποστηρίζει μεγάλο μέρος του πολιτικού προσωπικού και ιδίως της κυβέρνησης. Η ιδέα είναι ότι το ΔΝΤ στέκεται εμπόδιο στην άσκηση πολιτικής με τον παλιό και δοκιμασμένο τρόπο που πολύ καλά γνωρίζει να ασκεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας και έτσι τυχόν αποδέσμευση από το ΔΝΤ θα επιτρέψει σε διάφορους παρακμιακούς πολιτικούς να συνεχίσουν τη δραστηριότητά τους σαν να μην έχει μεσολαβήσει τίποτε. Ταυτόχρονα, ποικιλώνυμοι οργανισμοί στενά συνδεδεμένοι με το δημόσιο, πιθανότατα, θα μπορέσουν να βγουν (επιτέλους) από τη δυσάρεστη θέση που βρίσκονται και τις όποιες δανειακές εκκρεμότητες που έχουν με τις τράπεζες θα μπορέσουν να τις διευθετήσουν σε ένα λιγότερο μνημονιακό – ασφυκτικό και άρα αλληλο-υποστηρικτικό κλίμα. Επιπλέον, ο σκόπελος στην εκλογή προέδρου της δημοκρατίας θα μπορούσε να ξεπεραστεί στο πλαίσιο ενός «εθνικού προσκλητηρίου», όπου από τον καθένα θα ζητούσαν «να βάλει πλάτη» στην υπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας κ.ο.κ. Οι αγορές, όμως, «τρομαγμένες» από τις πρόσφατες δυσμενείς εξελίξεις και προβλέψεις ανά τον κόσμο αντέδρασαν πολύ περισσότερο από ότι αναμένονταν, με αποτέλεσμα το ναυάγιο του όλου σχεδιασμού που έτσι και αλλιώς έγινε στο «πόδι».  

Η βολιδοσκόπηση της κυβέρνησης περί απεμπλοκής από το ΔΝΤ εντάσσεται στις πολιτικές εντυπωσιασμού που ακολουθούνται μέχρι τώρα και δεν μας κάνουν να νιώθουμε αισιόδοξοι για το μέλλον. Το κλίμα ενδεχομένως θα μπορούσε να αλλάξει προς το καλύτερο, αν άλλαζε η οικονομική πολιτική υπέρ μιας ουσιαστικής στροφής προς την παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας και για το σκοπό αυτό λαμβάνονταν τα ανάλογα μέτρα. Είναι αλήθεια ότι η ελληνική οικονομία δεν διαθέτει ούτε την παραγωγική βάση, ούτε και τις αναγκαίες εξαγωγές προκειμένου να υποστηρίξουν όλες τις μη παραγωγικές δραστηριότητες του δημοσίου και μεγάλου μέρους του ιδιωτικού τομέα και επιπλέον να επαρκέσουν για την αποπληρωμή του δημοσίου χρέους. Με απογοήτευση διαπιστώνουμε (τα πρόσφατα χρόνια) την επιτάχυνση της αποβιομηχάνισης καθώς μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις έχουν εγκαταλείψει τη χώρα, ενώ άλλες υπολειτουργούν και αρκετές έχουν ήδη κλείσει χωρίς στο μεταξύ να έχουν προκαλέσει την περιέργεια και το ενδιαφέρον της κυβέρνησης. Η απογοήτευση συνεχίζεται ακόμη και όταν βλέπουμε να λαμβάνονται μέτρα, που στοχεύουν π.χ. στην πρόσκαιρη υποτίθεται στήριξη των φτωχών εισοδηματικών κατηγοριών, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι η μεταφορά πόρων από τις επενδύσεις (δημόσιες και τις όποιες ιδιωτικές) στην κατανάλωση. Επομένως, πολιτικές αυτού του είδους πρακτικά σηματοδοτούν την υπονόμευση της όποιας αναπτυξιακής προοπτικής και άρα της μείωσης της φτώχειας και της ανεργίας και ουσιαστικά παρατείνουν την οικονομική δυσπραγία που σε βάθος χρόνου καθιστούν αναγκαίο το νέο δανεισμό και την παράταση της επιτήρησης.

Τέλος, είναι αποκαρδιωτικό το φαινόμενο ορισμένες κοινωνικές κατηγορίες, όπως π.χ. οι δικαστικοί και ως ένα βαθμό οι ένστολοι να έχουν πετύχει και ουσιαστικά να βρεθούν εκτός συνθηκών μνημονίου και προς αυτήν την κατεύθυνση να κινούνται ήδη και άλλες επαγγελματικές κατηγορίες του δημοσίου, ενώ την ίδια στιγμή η ανεργία στη χώρα βρίσκεται στο ανεπίτρεπτο 27% και ένα πολύ μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού να βρίσκεται στο ή κάτω από το όριο της φτώχιας. Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τα μεγέθη και τη δυσανασχέτηση που είναι διάχυτη στην κοινωνία και θεωρεί ότι με κάποιες θεαματικές και διαφημιζόμενες κινήσεις, όπως π.χ. αυτή της «απεμπλοκής» από το ΔΝΤ και με δηλώσεις ενάντια στην αντιπολίτευση (λες και εμφανίστηκε πρόσφατα) μπορεί να βελτιώσει την εικόνα της και να αυξήσει τη δημοτικότητά της.

Εδώ, όμως, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η κατάσταση στην χώρα μετά το 2008 είναι εξαιρετικά δύσκολη και οι απαιτήσεις ιδιαίτερα αυξημένες, πράγμα που σημαίνει ότι χρειάζεται ανανέωση με βάση την αξιοσύνη και όχι απλά ανακύκλωση πολιτικού προσωπικού. Η πολιτική όπως τον παλιό καλό καιρό στο σημερινό διεθνές με πλήθος κινδύνων περιβάλλον και με ένα δυσλειτουργικό κρατικό τομέα δεν μπορεί να έχει ούτε τύχη, ούτε και διάρκεια.

Λευτέρης Τσουλφίδης – Καθηγητής, Τμήμα Οικονομικών Επιστημών, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Διαβάστε του ιδίου: