Η ζωή του θα μπορούσε να είναι ταινία. 42 χρονών σήμερα, έχει ζήσει τα μισά του χρόνια στην Ελλάδα, όμως η «Αμνηστία» που σκηνοθέτησε για να τον καταξιώσει διεθνώς, γυρίστηκε στην Αλβανία, την γενέτειρά του, που όπως ομολογεί «χτίζεται μέσα σε έναν απίστευτο πυρετό». Ήδη, δύσκολα ξέκλεψε χρόνο για να ανταποκριθεί στις ερωτήσεις μας, αλλά όπως εξομολογήθηκε απάντησε «με αγάπη». Ο Μπουγιάρ Αλιμάνι αφήνει το στίγμα του στις οθόνες του έμμεσα κοινωνικοπολιτικού κινηματογράφου, και σήμερα στο tvxs στην Κρυσταλία Πατούλη.
 

Ads

 

Αφορμή για την συνέντευξη, ήταν η συγκεκριμένη ταινία, που  προβάλλεται στους κινηματογράφους Λαΐς – Ταινιοθήκη της Ελλάδος και τον Μικρόκοσμο. Πρόκειται για την πρώτη αλβανική ταινία που προβλήθηκε ποτέ στο Φόρουμ της Μπερλινάλε απ’ όπου και έλαβε το βραβείο C.I.C.A.E.

Το θέμα της είναι η ιστορία ενός καταδικασμένου έρωτα, με φόντο τις κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές της μετα-κομμουνιστικής Αλβανίας, σε σχεδόν παρόντα χρόνο.
Για πρώτη φορά, στη χώρα που επιδίδεται σε φρενήρη αγώνα δρόμου για να συμμορφωθεί με τους όρους της Ευρωπαϊκής Ενωσης, δίνεται το δικαίωμα στους φυλακισμένους να έχουν σεξουαλικές επαφές με τους συζύγους τους.
Η Έλσα, μία απολυμένη μητέρα δύο παιδιών, θα αρχίσει να επισκέπτεται κάθε πέντε του μήνα (χωρίς δικαίωμα αλλαγής της ημερομηνίας) τον σύζυγό της στη φυλακή. Ο Σπετίμ, παράλληλα, επισκέπτεται την δική του σύζυγο.
Οι δύο ήρωες θα γνωριστούν τυχαία, θα ερωτευτούν και θα συνάψουν σχέση, μέχρι που η κυβέρνηση θα χαρίσει την αμνηστία στους κρατουμένους συζύγους τους…
Ποιος τώρα, θα δώσει αμνηστία και στην κοινή-παράνομη ζωή τους;

Ads

imageimage

image
 
Είναι η πρώτη σας ταινία μεγάλου μήκους.
Ναι και έρχεται μετά από τέσσερις μικρού μήκους ταινίες που έκανα από το 2002, δύο, μάλιστα, από τις οποίες ήταν παραγωγές της EΡΤ.
 
Αυτό το θέμα, βασίζεται σε έναν πραγματικό νόμο που ψηφίστηκε στην Αλβανία αλλά επίσης χρησιμοποιεί τον εγκλεισμό των δυο πρωταγωνιστών όπως έχετε πει: «Σαν μια μεταφορά για την πραγματική φυλακή που είναι και το θέμα: οι ζωές αυτών των χαρακτήρων»; 
Πραγματικά πιστεύω ότι οι περισσότεροι άνθρωποι είναι εγκλωβισμένοι σε φυλακές μέσα στον εαυτό τους, στις οικογένειές τους, ή ακόμα και σε κοινωνικές «φυλακές». Και αυτά τα δύο τελευταία υπάρχουν κυρίως στην επαρχία. Οι χαρακτήρες μου ζουν στην επαρχία, η γυναίκα δηλαδή. Η προσπάθεια της να επισκέπτεται τον άντρα της στη φυλακή ακόμη και για ένα καταδικασμένο σεξ, περισσότερο μοιάζει να είναι λιποταξία από την καθημερινότητά της, παρά μια συνηθισμένη επίσκεψη συζύγου. Οι ήρωες της «Αμνηστίας» θα έδιναν τα πάντα για μερικές ώρες γαλήνης βυθισμένοι στον έρωτα χωρίς να σκέπτονται τίποτε άλλο.
 
Έχετε αναφέρει επίσης, ότι «Η παλιά Αλβανία βρίσκεται σε διαμάχη με την καινούρια. Η ηθική παλεύει με το πάθος και υπάρχει ένα τίμημα. Όλα αυτά συμβαίνουν στην χώρα, που προσπαθεί να βρει τη δική της ταυτότητα στο δρόμο για την Ευρώπη, ενώ οι πρωταγωνιστές «αντιπροσωπεύουν τις ιστορίες πολλών ανθρώπων που έχω γνωρίσει στην πατρίδα μου. Και οι δύο έχουν κάθε λόγο να μην είναι μαζί και ταυτόχρονα όλους τους σωστούς λόγους για να είναι. Η γυναίκα προσπαθεί να ανανεώσει τον εαυτό της μέσα από αυτή την αγάπη και ο άνδρας να ανακαλύψει το χαμένο του εαυτό. Ψάχνουν για καθαρές σταγόνες σε μια λασπωμένη ζωή που τους πνίγει».
Η χώρα μου χτίζεται μέσα σε έναν απίστευτο πυρετό. Παντού οικοδομές, παντού διαφθορά, παντού το χάος. Μέσα όμως σε όλο αυτό, υπάρχουν οι απλοί άνθρωποι που παλεύουν για τα λίγα. Φαίνεται σαν οι ήρωές μου να ξεχωρίζουν λίγο τη σκόνη της κάθε ημέρας και να ζουν σε έναν κόσμο σαν υπνοβάτες χωρίς ελπίδα. Αλλά το κάνουν, όμως, και το πληρώνουν.
 
Η ταινία διαπραγματεύεται και θέματα που αφορούν όλη την ανθρωπότητα, όπως η ανεργία, οι πατριαρχικές δομές, η μοναξιά ίσως και την ευθύνη που έχει καθένας να διαπραγματευτεί και να χειριστεί τη ζωή του και την προσωπική… φυλακή του; 
Η αμνηστία είναι μια ταινία που μόνο κλασική δεν μπορείς να την πεις. Προσπάθησα να βάλω λίγο από όλα αυτά, χωρίς όμως να επηρεάζω τον βασικό κόρμό που είναι η σχέση των δύο πρωταγωνιστών. Όλα τα άλλα έρχονται μέσα ή πίσω από τις βιογραφίες τις δικές τους και των κοντινών τους ανθρώπων. Στην ταινία μου οι ήρωες δεν προσπαθούν να φτιάξουν κάτι και συγχρόνως μοιάζουν σχεδόν θύματα μιας πραγματικότητας. Στην ουσία όμως, όλη η ταινία δείχνει πως μπορούμε εμείς να φτιάχνουμε τα πράγματα.
 
Ζείτε και εργάζεστε 20 χρόνια στην Ελλάδα, αλλά γυρίστηκε με αλβανούς ηθοποιούς, σε μεγάλο βαθμό με ελληνικό συνεργείο και διευθυντή φωτογραφίας τον Ηλία Αδάμη, η πρωταγωνίστρια Λούλι Μπίτρι (Έλσα) ζει στην Ιταλία, ο Καραφίλ Σένα (Σπετίμ) ζει στην Ελλάδα και παραγωγός της είναι ο Θάνος Αναστόπουλος…
Ναι, ήταν ένα ανακάτεμα πολιτισμών, και δεν χαθήκαμε στο δρόμο για τη δημιουργία. Όλοι φέρναμε κάτι το διαφορετικό, ο καθένας με τον τρόπο του. Πιστεύω ότι η «Αμνηστία» ενώνει στην ουσία πολλές ζωές μας και ίσως αυτό να είναι και καλό τελικά. Ένα καλό παράδειγμα συνεργασίας Ελλάδας, Αλβανίας, Ιταλίας, Γαλλίας. Μια πολύ γλυκιά ανάμνηση…
 
Επίσης, είναι η πρώτη ταινία από την Αλβανία που χρηματοδοτήθηκε από το ευρωπαϊκό ταμείο Eurimages, έχει λάβει στήριξη από το Αλβανικό και το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου και τη Nova, ενώ ήδη προβάλλεται στη Γαλλία, έχει αγοραστεί για διανομή στις ΗΠΑ και στον Καναδά, συμμετείχε στα Φεστιβάλ του Σαράγεβο, του Μόντρεαλ, του Βανκούβερ και της Ιερουσαλήμ και  βραβεύθηκε στο Φεστιβάλ Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου στο Λέτσε της Ιταλίας…
Η ταινία έκλεισε 18 διεθνή φεστιβάλ σε όλο τον κόσμο και έχει 7 σημαντικά βραβεία. Επίσης, λαμβάνω συνεχώς προσκλήσεις για άλλα φεστιβάλ. Δεν το περίμενα για να πω την αλήθεια. Παρόλ’ αυτά είμαι πολύ ήσυχος και γεμάτος από χαρά. Έχω παλέψει πάρα πολύ σκληρά για να φτάσω ως εδώ.
 
Γεννηθήκατε το 1969 στο Πάτος της Αλβανίας, σπουδάσατε ζωγραφική και σκηνοθεσία θεάτρου στην Ακαδημία Καλών Τεχνών στα Τίρανα και το 1992 μεταναστεύσατε στην Ελλάδα, περπατώντας ώρες ατέλειωτες με τα πόδια…
Μόλις σπούδασα και πήρα το πτυχίο μου, ταξίδεψα με τα πόδια από το Αργυρόκαστρο μέχρι το Αγρίνιο. Ήταν το 1992. Δύσκολα χρόνια. Όλα μαύρα. Όλα πίσω. Ένα χαμένο όνειρο που γελούσε μαζί μου πλέον. Μετανάστης στην Ομόνοια, οικοδομές, σερβιτόρος και ότι μπορεί να φανταστεί κανείς. Είχα όμως τους γονείς και τη γυναίκα μου δίπλα. Και τι έγινε στο κάτω κάτω; Δεν θα ασχολιόμουν με τη σκηνοθεσία. Ε, και; Έτσι κρατήθηκα και ψαχνόμουν στη μοναξιά μου χωρίς θόρυβο, ώσπου ήρθαν τα πράγματα…

imageimage
 
Εργαστήκατε αρχκά σαν βοηθός σκηνοθέτη σε πολλές ελληνικές ταινίες, όπως το Μιρουπάφσιμ  των Γιώργου Κόρρα και Χρήστου Βούπουρα και το 2002 σκηνοθετήσατε την πρώτη σας μικρού μήκους ταινία, το Κατώι, η οποία βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ της Δράμας, στην Αυστραλία και στην Αλβανία, με θέμα ένα μικρό παιδί που ξεκινάει από τη χώρα του να έρθει στην Ελλάδα, το οποίο όμως στο δρόμο το ακολουθεί το σκυλάκι του που γεννά κουτάβια στο σπίτι ενός Ελληνα…
Το σενάριο για το «Κατώι» γράφτηκε το 1997 και γυρίστηκε το 2002. Ο Ξαρχάκος στη μουσική… τι να πει κανείς! Ήταν μια ταινία που την αφιέρωσα στην μετανάστευσή μου. Το χρωστούσα στον εαυτό μου. Το «Κατώι» γύρισε κυριολεκτικά όλο τον κόσμο και με έκανε να πείθομαι εγώ ο ίδιος, ότι ίσως… είχα κάποιο ταλέντο.
 
Ακόμη, το 2006 σκηνοθετήσατε το «Υγραέριο» που απέσπασε δύο βραβεία στο Φεστιβάλ Δράμας και ένα κρατικό βραβείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, ενώ η τρίτη σας ταινία η «Πυξίδα» βραβεύτηκε σε φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους στη Γαλλία, την Ιταλία και το Μαρόκο και συμμετείχατε σαν ηθοποιός στην ταινία «Διόρθωση» του Θάνου Αναστόπουλου, ενώ διοργανώνατε το Φεστιβάλ Αλβανόφωνου Κινηματογράφου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος…
Το «Υγραέριο» πιστεύω ότι με καθιέρωσε ως έναν σοβαρό μικρομηκά. Είναι μια σκληρή ταινία. Στην Αλβανία την έχουν ως ορόσημο και την ξέρουν σχεδόν όλοι στο χώρο. Το καταπληκτικό, δε, είναι ότι την θεωρούν αλβανική. Στο Αλβανικό Κέντρο Κινηματογράφου μου ζήτησαν μία κόπια σε Beta να την έχουν σαν αρχείο. Αισθάνθηκα πολύ όμορφα. Η τέχνη ανήκει σε όλους… Η «Πυξίδα» είναι ξανά ένα αλβανικό φιλμ γύρω από την βεντέτα στη χώρα μου. Πολλά φεστιβάλ επίσης και βραβεία.  Έχω όμως και μια άλλη ταινία μικρού μήκους που την αγαπώ πολύ, Μια ιστορία αγάπης με σενάριο της Δέσποινα Λάδη και παραγωγή της ΕΡΤ.
 
Ο κάθε άνθρωπος που έχει περάσει μία σοβαρή κακοποίηση όπως είναι π.χ. η παράνομη μετανάστευση, η ανεργία, τα προβλήματα επιβίωσης ή η στέρηση της ελευθερίας, αυτό που κυρίως έχει ανάγκη, εκτός φυσικά, από το να τα ξεπεράσει, είναι να μη μείνουν… ανείπωτα. Η ταινία σας, δείχνει να υπηρετεί αυτό το σκοπό και μάλιστα με απόλυτα ρεαλιστικό τρόπο…
Όλα όσα κάνουμε πολλές φορές βασίζονται στο ένστικτο. Από μόνη της η τέχνη πιστεύω ότι είναι ένστικτο. Έτσι λοιπόν, όταν γράφω, έρχονται πράγματα που στην αρχή νομίζω ότι είναι καινούργια σε μένα και απλώς τα ανακαλύπτω. Περνώντας ο καιρός καταλαβαίνω ότι είναι απλά το αποτύπωμα της ζωής στα χρόνια και που η μνήμη τα αποθήκευσε χωρίς να ξέρω ούτε εγώ ο ίδιος πώς. Και η «Αμνηστία» δεν θα μπορούσε να είναι έξω από όλο αυτό. Πιστεύω ότι η ζωή ενός καλλιτέχνη σκορπίζεται σε όλο το έργο του όσο ζει.
 
Τι θα θέλατε να μείνει στη μνήμη σας από όσα έχετε ζήσει, αλλά και από την εμπειρία της μετανάστευσης και τη ζωή σας στην Ελλάδα;
Τα χρόνια στη γειτονιά, εκεί που δούλευα στη Νίκαια, που μέσα σε μια μέρα γέμισα ένα σπίτι με πράγματα που μου έφεραν οι γείτονες χωρίς να με ξέρουν ακόμα καλά καλά. Αργότερα γνώρισα σπουδαίους καλλιτέχνες και διανοούμενους. Οι στιγμές, όμως, στη Νίκαια, εκείνα τα δύσκολα χρόνια έχουν μείνει στο μυαλό μου πολύ πιο έντονα. Το βίωμα αυτό, είχε να κάνει με την επιβίωσή μου ως άνθρωπος και θα το εκτιμώ πάντα.
 
Έχετε βιώσει και τον ρατσισμό στη χώρα μας, προσωπικά, ή μέσα από άλλους μετανάστες;
Δεν ασχολούμαι με ρατσιστές οι οποίοι δεν λείπουν από κάθε χώρα. Δεν έχω χρόνο γι αυτούς. Κοιτάω μπροστά.
 
Τι θα λέγατε σε κάποιον έλληνα που σήμερα σκέφτεται να… μεταναστεύσει;
Ας έρθει στην Αλβανία…
 
Η Ελλάδα, σήμερα, θυμίζει έστω κάτι ελάχιστο, από την Αλβανία που αφήσατε πίσω σας τότε;
Δεν θα το έλεγα. Παρόλο που έχει μπει σε κρίση η Ελλάδα, οι άνθρωποί της είναι ασφαλώς πολύ μπροστά. Την Αλβανία εγώ την άφησα ερείπιο. Όλοι έφευγαν, υπήρχε εγκληματικότητα, είχε καταρρεύσει το κομμουνιστικό σύστημα και ερχόταν κάτι άλλο που ούτε που ξέραμε πώς θα ήταν. Χάος.
 
Σήμερα η Αλβανία έχετε πει ότι «μεταμορφώνεται σε μια κακή Ελλάδα». Τι εννοείτε;
Εννοώ, ότι κακό έκαναν οι έλληνες στην πατρίδα τους την Ελλάδα, κυρίως στο οικοδομικό επίπεδο. Και εμείς γκρεμίζουμε ότι είναι παλιό στο όνομα του «καινούργιου». Χτίζεται με μπετόν όλη η χώρα. Παλιά βρίζαμε τα πολυβόλα του Χότζα. Σήμερα κλείνουμε τον ουρανό των πόλεών μας με τσιμέντο.
 
Ποιες αιτίες πιστεύετε έφεραν την Ελλάδα σε αυτή την κρίση, και τι κυρίως θα πρέπει να κάνουν οι Έλληνες για να… ορθοποδήσουν;
Να υπάρξει η συνείδηση ότι όλοι έχουμε το φταίξιμό μας σε μια κατάσταση. Συνήθως πετάμε τη μπάλα στον διπλανό μας. Όπως οι παλιές βαλκανικές συνήθειες του στυλ «δουλεύω λίγο, πληρώνομαι πολύ καλά και φταίει πάντα ο άλλος».
Ίσως χρειάζεται μια τελείως καινούργια αρχή. Η μετανάστευση των ελλήνων δεν νομίζω ότι είναι η λύση.
 
Τι θα θέλατε να ξέρει όλος ο κόσμος για την Ελλάδα, όπως την έχετε ζήσει;
Μια χώρα που προσπαθεί να γίνει καλύτερη γνωρίζοντας τα λάθη της.
 
Τι θα λέγατε, αντίστοιχα, στην Αλβανία του σήμερα;
Μια χώρα που δεν πρέπει να γίνει χειρότερη γνωρίζοντας τα λάθη της.
 
Ποια είναι τα επαγγελματικά σας σχέδια από εδώ και πέρα και ποια τα προσωπικά; Η σύζυγός σας γνωρίζω ότι εργάζεται μαζί σας και έχετε μία κόρη…
Πιστεύω ότι του χρόνου θα γυρίζω την δεύτερή ταινία μου. Μένω πολύ λίγο λόγω δουλειάς με την κόρη μου γιατί και η γυναίκα μου η Τέφτα ασχολείται με τις παραγωγές των ταινιών. Περίεργο, αλλά δεν μας φτάνει ποτέ ο χρόνος. Όσο καλά οργανώνουμε ταινίες, τόσο χάλια οργανώνουμε τον δικό μας χρόνο.
 
Ποιες ελληνικές ταινίες και ποιες ξένες αγαπάτε περισσότερο;
Αγαπάω πολλές ελληνικές παλιές ταινίες και κυρίως ταινίες του θανάση Βέγγου. Επίσης πολλές ταινίες του Αγγελόπουλου. Ο Bergman, o Antonioni, o Kairostami μαζί με Mighe Lee και ken Loach είναι οι αγαπημένοι μου σκηνοθέτες.
 
Πιστεύεται ότι το έργο κάθε καλλιτέχνη είναι πιο μπροστά από τον ίδιο;
Δεν ξέρω. Είναι μια πλεξίδα ο καλλιτέχνης και το έργο του. Ποτέ δεν μπορείς να διακρίνεις πιο είναι πρώτο. Στην αρχή εσύ το δημιουργείς, στην πορεία όμως αυτό ζωντανεύει και παίρνει θέση. Και δεν έχει σημασία. Ο καλλιτέχνης είναι το έργο του και το έργο κατά κάποιον τρόπο ο ίδιος ο καλλιτέχνης.
 
Τι δεν θα θέλατε να προδώσετε ποτέ από την τέχνη σας;
Την ειλικρίνειά μου. Όσο πιο πολλά μαθαίνω, τόσο πιο πολύ νιώθω την ανάγκη να τα κάνω απλά τα πράγματα.

imageimage