Ο επικήδειος από τον γιο του περίφημου στελέχους του ΚΚΕ που κατηγορήθηκε από την ηγεσία του κόμματος ως χαφιές, ο Ηλίας Νικολακόπουλος και ο Λευτέρης Μαυροειδής για την μοναδική ‘Ελλη Παπά.Ανάμεσα σε αυτούς που εκφώνησαν επικήδειο στην κηδεία της Ελλης Παπά ήταν ο ψυχίατρος Δημήτρης Πλουμπίδης και ο πολιτικός επιστήμονας και εκλογολόγος Ηλίας Νικολακόπουλος. Δημοσιεύουμε τις ομιλίες τους, ενώ ο εξαιρετικός συγγραφέας και βετεράνος δημοσιογράφος Λευτέρης Μαυροειδής συνοψίζει σε ένα άρθρο του στην “Αυγή” image την πολιτική διαδρομή της.

Ads

Του ΛΕΥΤΕΡΗ ΜΑΥΡΟΕΙΔΗ

Τι ήταν για μας η Έλλη;

– Ήταν, πρώτ’ απ’ όλα αγωνίστρια. Αγωνίστρια με όλη τη σημασία της λέξης και με όλο τον όγκο των εννοιών που κρύβει μέσα της. Στέλεχος του ΚΚΕ. Στέλεχος οργανωτικό σε διάφορες βαθμίδες της οργάνωσης. Σε φάσεις “νομιμότητας”, μισονομιμότητας, ή αυστηρής παρανομίας του κόμματος. Στέλεχος στον τομέα της διαφώτισης, στον ιδεολογικό τομέα. Αντιμετώπισε αγέρωχη τους βασανιστές της στα ανακριτικά κελιά της Ασφάλειας – Έλληνες και Αμερικανούς. Αντιμετώπισε περήφανη τους δικαστές τακτικών και έκτακτων δικαστηρίων. Την απειλή της θανατικής καταδίκης.

Ads

Την ίδια την καταδίκη σε θάνατο. Αντιμετώπισε όμως επίσης με θαυμαστή αξιοπρέπεια αναποδιές ή μικρότητες που της προκάλεσαν μέσα στο κόμμα με διάφορες αιτίες. Αρνήθηκε κατά πρώτο λόγο να συνταχθεί με τη θέση του Ζαχαριάδη ότι ο Πλουμπίδης ήταν πράκτορας. Για να το πληρώσει με μια πρώτη καθαίρεση από ένα μικρό κομματικό πόστο που είχε στη φυλακή. Δεν εδίστασε, άλλωστε, τελικά να μείνει έξω από τα στενά κομματικά πλαίσια όταν το κόμμα -τα κόμματα-, έπαψαν να την εκφράζουν. Παραμένοντας πάντα αμετακίνητη στα ιδεολογικά της πλαίσια. Και στα φιλοσοφικά της “πιστεύω”.

– Ήταν συγγραφέας. Καθένα από τα έργα της -“Ο Πλάτωνας στην εποχή μας”, “Σπουδή στο θέμα της Ελευθερίας”, “Μύθος και ιδεολογία στη ρωσική επανάσταση”, “Ο Λένιν χωρίς λογοκρισία κι εκτός μαυσωλείου”, “Η Κομμούνα του 1871” ήταν και παραμένει πολύτιμη συμβολή στην ανάλυση και το φώτισμα επιμέρους πολιτικών και φιλοσοφικών θεμάτων. Μας έδωσε όμως και άλλα βιβλία λογοτεχνικά, και εν μέρει αυτοβιογραφικά, όπως “Το ημερολόγιο ενός φυλακισμένου”, “Δουλειά της φυλακής”, “Νίκος Κιτσίκης – ο επιστήμονας, ο άνθρωπος, ο πολιτικός”, αλλά και “Ο βίος και έργο της γάτας μου της Σοφής” – με ψευδώνυμο αυτό. Βιβλία που τα διαβάζεις μονορούφι.

– Ήταν δασκάλα. Γεννημένη δασκάλα. Πέρασαν από την κομματική σχολή της Αθήνας, όπου δίδασκε, το “Φροντιστήριο της Αλίκης” όπως το λέγαμε, φουρνιές αγωνιστών του κόμματος, μικρότεροι ή μεγαλύτεροι απ’ αυτήν σε ηλικία. Και έμαθαν πολλά. Η “Αλίκη” τους έφερε όλους σε άμεση γνωριμία με τα έργα των κλασικών του μαρξισμού. Πολλούς σε πρώτη επαφή με τα έργα αυτά. Πέρασα κι εγώ μια φάση από το φροντιστήριο αυτό με “συμμαθητές” τον Αντρέα Φραγκιά, τον Κώστα Καλοκαιρινό, τον Λεωνίδα Κύρκο, τον Βενιζέλο Προέδρου, την Ελένη Γαρίδη, την Αφρώ Μαυροειδή (την αδελφή μου) και άλλους που δεν μπορώ σήμερα πια να θυμηθώ τα ονόματά τους. Ήταν για όλους μας κάθε συνάντηση ώρα πνευματικής δημιουργίας.

– Ήταν πάνω απ’ όλα η αγαπημένη και πιστή σύντροφος του Νίκου Μπελογιάννη. Δέθηκε μαζί του σε ζωή και σε θάνατο. Η αγάπη τους πέρασε από σαράντα κύματα. Συνθήκες άγριας παρανομίας, φυλακές, δικαστήρια, στρατοδικεία, καταδίκες σε θάνατο. Και έμειναν πιστοί και οι δύο στην αγάπη τους, ως το τέλος της ζωής τους. Αγάπη που έγινε θρύλος και παραμύθι. Ο Νίκος εκτελέστηκε μια Κυριακή πρωί αξημέρωτα στις 30 Μαρτίου του 1953. Πριν τον πάρουν για εκτέλεση του επέτρεψαν να περάσει από το κελί της, να τη δει από το παραθυράκι και να την αποχαιρετίσει. Τα τελευταία λόγια που της είπε ήταν. “Εσύ πρέπει να ζήσεις για το παιδί μας και για την εκδίκηση…”. Η Έλλη έζησε πράγματι από την πικρή εκείνη ημέρα ως την περασμένη Δευτέρα, αφοσιωμένη πάντα στο παιδί της και στη θύμηση του Νίκου.

– Με προβλημάτιζε πάντα η στάση του Ζαχαριάδη απέναντι στον Μπελογιάννη. Ειδικότερα η αντίδρασή του σε μια δραματική προσπάθεια του Πλουμπίδη να προλάβει την εκτέλεση, δημοσιεύοντας στον Τύπο της Αθήνας μια επίσημη δήλωση ότι αυτός ήταν ο επικεφαλής της κομματικής οργάνωσης και ότι ήταν έτοιμος να παραδοθεί αν ανασταλεί η εκτέλεση του Μπελογιάννη. Την επομένη ακριβώς από το κομματικό ραδιόφωνο “Ελεύθερη Ελλάδα” μεταδόθηκε δήλωση της ηγεσίας του ΚΚΕ ότι η επιστολή ήταν ψεύτικη και ότι ο Πλουμπίδης βρισκόταν στο εξωτερικό “για θεραπεία”. Έτσι χάθηκε -ακριβέστερα τορπιλίσθηκε- μια ευκαιρία να ανασταλεί η εκτέλεση.

Σε μια μακρά συζήτηση που είχα με την Έλλη την ερώτησα ποια ήταν στο βάθος η στάση του Ζαχαριάδη απέναντι στον Μπελογιάννη. Η Έλλη μου απάντησε: Ο Ζαχαριάδης είχε ανάγκη να δημιουργήσει τον μύθο ενός μάρτυρα και τον μύθο ενός προδότη. Τον Μπελογιάννη τον χρησιμοποίησε στη θέση του μάρτυρα. Και τον Πλουμπίδη στη θέση του προδότη.

Μας συνδέει εκλεκτική συγγένεια.

Του ΔΗΜΗΤΡΗ Ν. ΠΛΟΥΜΠΙΔΗ

Γνωρίζω την Έλλη Παππά και τον Νίκο Μπελογιάννη από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. Πρώτα πίσω από τα κάγκελα της φυλακής Αβέρωφ, τα επισκεπτήρια στις μητέρες μας με τον Νίκο και αρκετά χρόνια αργότερα, οι συναντήσεις μας έξω από τη φυλακή.

Όπως έλεγε η ίδια, μας συνδέουν βαθιές «εκλεκτικές συγγένειες»:

– Στενή συνεργάτιδα του πατέρα μου, Νίκου Πλουμπίδη στα χρόνια της βαθιάς παρανομίας 1947-1950. Έμαθα πάρα πολλά πράγματα για τον πατέρα μου από την Έλλη.

– Συγκρατούμενη της μητέρας μου Ιουλίας Πλουμπίδου – Παπαχρίστου στις φυλακές Κάστορος και Αβέρωφ, το «κολέγιο», όπως το έλεγαν αργότερα. Εκεί μοιράστηκαν βαρύτατα φορτία, όχι χωρίς δυσκολίες και εντάσεις, με αποκορύφωμα την κατηγορία ενάντια στον Νίκο Πλουμπίδη, σαν χαφιέ, την δίκη και την εκτέλεση του.

Το στεφάνι της Έλλης στην κηδεία της μητέρας μου, το 1999, συνόψιζε τα όσα δύσκολα έζησαν, γράφοντας στην ταινία : «Για όλα όσα έγιναν».

Άλλο πράγμα τα γεγονότα, όσα έγιναν και άλλο η αξιολόγηση και η ερμηνεία τους. Αυτό αποτελούσε σταθερά της σκέψης της Έλλης.

Από τα μαθητικά της χρόνια στο κομμουνιστικό κίνημα, στην Αντίσταση, στον Εμφύλιο, στην προσπάθεια ανασυγκρότησης μιας πολιτικά μαχόμενης αριστεράς μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου.

Μάχιμο μέλος των κομματικών οργανώσεων και αργότερα μάχιμη αριστερή διανοούμενη και συγχρόνως δημοσιογράφος και συγγραφέας.

Γνώριζε άριστα πρόσωπα και πράγματα. Ο Ν. Μπελογιάννης, ο πρεσβύτερος, έγραφε σε τηλεγράφημα από την Αθήνα προς το Πολιτικό Γραφείο, στις 21/6/1950 : « …Αλίκη – δηλαδή η Έλλη- γνωρίζει τα κουταλοπήρουνα μας…»

Κεντρική θέση στην σκέψη της Έλλης είχε το πώς η μαρξιστική θεωρία θα μπορούσε να γονιμοποιήσει την επιστημονική σκέψη στην Ελλάδα και πως θα την ξεχωρίσουμε από την σταλινική της εκδοχή.

Επίσης κεντρική θέση, είχε η ανάλυση όλων όσων έγιναν από τη δεκαετία του 1930 και μετά στην Ελλάδα, με στόχο την κοινωνική αλλαγή και την πορεία προς τον κομμουνισμό. Μια από τις τελευταίες της φράσεις, δύσκολα αρθρωμένη τον Αύγουστο του 2007, πριν τα αλλεπάλληλα εγκεφαλικά επεισόδια την χτίσουν στη σιωπή, ήταν : «γράψτε γι’ αυτά…, για τους νέους, γιατί αλλιώς θα είναι σαν να μην έχουν γίνει».

Τελικά της έτυχε, τα δυόμιση τελευταία χρόνια, αυτό που φοβόταν, αυτό που είχε ζήσει οδυνηρά με την αδελφή της Διδώ Σωτηρίου, δηλαδή, η απώλεια της δυνατότητας να χειρίζεται και να εκφράζει την σκέψη της.

Η Έλλη, πάντοτε παθιασμένη, δεν είχε κανένα πρόβλημα να είναι δηκτική και ερειστική για να υπερασπίσει ό,τι θεωρούσε σωστό. Το πλήρωσε ακριβά. Εισέπραξε όμως και ευρύτατη τιμή και σεβασμό γι’ αυτό που υπήρξε, δηλαδή μια μαχήτρια ασυμβίβαστη για ό,τι άγγιζε τις αρχές και την αξιοπρέπεια της.

Έλλη, έχεις σφραγίσει την ζωή μου και τις ζωές πολλών άλλων.

Σε αποχαιρετούμε.

Μια μικροκαμωμένη κοπέλα , γεμάτη εξυπνάδα και μόρφωση.

ΤΟΥ ΗΛΙΑ ΝΙΚΟΛΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

Η τύχη το έφερε να έχω κληρονομήσει μια ιδιαίτερη σχέση με δύο αγαπημένα πρόσωπα που βρίσκονται σήμερα εδώ: τον Νίκο Μπελογιάννη και τον Δημήτρη Πλουμπίδη. Αισθάνθηκα έτσι την ανάγκη να πω κι εγώ δυο λόγια αποχαιρετισμού σε μια εμβληματική φυσιογνωμία, που κατέχει κορυφαία θέση στην ιστορική μνήμη της αριστεράς και μάλιστα στην πιο αυθεντική και ουμανιστική εκδοχή της. Tην Έλλη Παππά.

Ό, τι όμως κι αν προσπάθησα να συντάξω, τα λόγια μου φαίνονταν φτωχά και τετριμμένα. Άλλωστε, για τη ζωή και το έργο της, μια πορεία μέσα από τις θύελλες του 20ου αιώνα – τη Μικρασιατική καταστροφή, την Αντίσταση, τον Εμφύλιο, τη χούντα αλλά και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης – έχουν ήδη γραφεί και ειπωθεί πολλά. Θεώρησα περιττό να τα επαναλάβω.

Κατέληξα έτσι να σας διαβάσω δύο μικρά αποσπάσματα που ανθολόγησα, από όσα έχουν γραφεί για τη συγκλονιστική ιστορία που οδήγησε στο εκτελεστικό απόσπασμα, δυόμιση χρόνια μετά το τέλος του Eμφυλίου, τον Μπελογιάννη και τρεις ακόμα συντρόφους του, τον Μπάτση, τον Αργυριάδη και τον Καλούμενο.

Το πρώτο είναι η περιγραφή της Έλλης, το 1948, όταν ήταν άμεση συνεργάτης του Νίκου Πλουμπίδη στη βαθιά παρανομία της Αθήνας εκείνη την εποχή. Είναι γραμμένη από τον λογοτέχνη Κούλη Ζαμπαθά, που διακινδύνευσε εκείνα τα πέτρινα χρόνια να φιλοξενήσει στο σπίτι του τόσο τον Νίκο Πλουμπίδη όσο και τον Νίκο Μπελογιάννη.

«Ήτανε μια κοπέλα μικροκαμωμένη, γεμάτη εξυπνάδα και μόρφωση.

Τα ‘χανες σαν την άκουγες να μιλάει. Σπίθα μονάχη. Ήταν ντυμένη του κουτιού, πράμα παράξενο για μας όλους, μα έτσι έπρεπε να κυκλοφορεί στους δρόμους τούτες τις μέρες τις γιομάτες αίμα, μίσος και δάκρυα, για να μη δίνει στόχο στους χαφιέδες και στους λογής λογής σπιούνους που ‘χανε γεμίσει ολάκερη την Ελλάδα. Τα μαλλιά της τα ‘χε βαμμένα πυρόξανθα για να μη μοιάζει με τον παλιό εαυτό της. Τα μάτια της κατάμαυρα, ήταν γεμάτα εξυπνάδα και γλύκα. Την κοίταζα και την καμάρωνα. Δεν ήξερα τίποτα γι’ αυτή να ούτε κι αυτό ακόμα τ’ όνομά της. Τ’ όνομά μου είναι Ειρήνη, μου ‘πε μια μέρα. Είναι ένα απ’ τα ονόματα που ‘χα στην Κατοχή. Την αγαπούσα πολύ. Την σεβόμουνα απέραντα για το μυαλό της και της σκέψης της τους ορίζοντες. Χαρά μου ήτανε η μέρα του ερχομού της, μια κι ερχόμουνα σιμά στον κόσμο π’ αγάπαγα. Ώρες καθόμαστε και κουβεντιάζαμε.

Όλα τα θέματα τα ‘παιζε στα δάχτυλα. Σε κόλλαγε στον τοίχο αν σ’ έβρισκε σκάρτο σε τίποτα. Τέτοια ήτανε. Συντρόφισσα και δασκάλα μαζί»

Το δεύτερο είναι ένα απόσπασμα από το γράμμα που έστειλε η Έλλη, θανατοποινίτισσα και η ίδια, αμέσως μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη.

«Μας τον πήραν μέσα απ’ τα χέρια χωρίς να μπορέσουμε να κάνουμε τίποτα για να τον γλυτώσουμε. Δε μπορέσαμε να του δώσουμε άλλο από τον πόνο μας. Ήρθανε σαν αληθινοί δολοφόνοι στις 3 η ώρα το πρωί. Στις 4.30′ είχε γραφεί ο αιματηρός επίλογος στην πιο δειλή, στην πιο άτιμη σκηνοθεσία που μπορούσε κανείς να φανταστεί.

Οι δολοφόνοι κατάλαβαν πως τέτοια εγκλήματα δεν μπορούν να δουν το φως της ημέρας. Θα καταλάβουν γρήγορα και αυτοί πως γελάστηκαν, όταν πίστεψαν πως όλα τέλειωσαν με τον θάνατο του Μπελογιάννη.

Για τους δειλούς δολοφόνους του Μπελογιάννη, θυμίζω μόνο τους στίχους του μεγάλου ποιητή Παλαμά.

Και τους τρέμουνε των κάμπων οι κιοτήδες

και με ονόματα τους κράζουν πονηρά

κλέφτες κι απελάτες και προδότες.

Αυτοί οι δολοφόνοι της νύχτας δεν μπορούν να σκοτώσουν τους ήρωες»

Καλό ταξίδι Έλλη. Μετά από 57 χρόνια πηγαίνεις να συναντήσεις αυτόν με τον οποίο διασταυρωθήκατε ελεύθεροι στους λίγους μήνες της κοινής σας παρανομίας και τον ερωτεύτηκες για όλη σου τη ζωή.

Αυτόν που αφού πολέμησε και τραυματίστηκε στο Γράμμο, αποχώρησε από τους τελευταίους, ένα μήνα μετά την ήττα, γιατί έπρεπε προηγουμένως να περισυλλέξουν, μαζί με τον Χαρίλαο Φλωράκη, τους αποκομμένους αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού. Και λίγους μήνες αργότερα ξαναγύρισε στην Ελλάδα για να θυσιαστεί τελικά προκειμένου να ειρηνεύσει αυτός ο τόπος.

Αυτόν που κλείνοντας την απολογία του στο Έκτακτο Στρατοδικείο είχε πει: «Αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της περισσότερο από τους κατήγορούς μας. Αγωνιζόμαστε για να ξημερώσουν για τη χώρα μας καλύτερες μέρες, χωρίς πείνα και πόλεμο. Για το σκοπό αυτό, όταν χρειαστεί θυσιάζουμε και τη ζωή μας».

Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σας αγκαλιάσει και τους δύο.