Ads

Είναι γνωστό από το διεθνή Τύπο ότι η διαμάχη με το Πακιστάν για το Κασμίρ έχει μετατραπεί σε ζήτημα αγκάθι για την πολιτική της εκάστοτε κυβέρνησης. Αυτό, όμως, που τυγχάνει της αδιαφορίας των ευρωπαϊκών τουλάχιστον μέσων είναι πως στην ενδοχώρα της «μεγαλύτερης Δημοκρατίας του κόσμου» δρα το ολοένα και δυνατότερο κίνημα των Μαοϊστών ανταρτών, «η μεγαλύτερη πρόκληση για την εγχώρια ασφάλεια», όπως πρόσφατα ισχυρίστηκε ο Ινδός Πρωθυπουργός, Μανμοχάν Σινγκ.

Μακριά από τις ινδικές πόλεις-επίκεντρα του παγκόσμιου ενδιαφέροντος και μακριά από τα σημεία εθνοτικής (Κασμίρ) ή θρησκευτικής έντασης, σαν το Πεντζάμπ με την ομάδα των Σιχ, τα χωριά της ινδικής υπαίθρου γίνονται εδώ και δεκαετίες θέατρα σκληρών συγκρούσεων. Κατά μήκος του «Κόκκινου διαδρόμου» με αφετηρία τα σύνορα του Νεπάλ και μία έκταση που διασχίζει τα βορειοδυτικά σύνορα καθώς και μέρη της κεντρικής Ινδίας, διεξάγεται εδώ και δεκαετίες ένας αιματηρός ταξικός πόλεμος με πρωταγωνιστές τους Ναξαλίτες, όπως ονομάζονται οι μαοϊκές ανταρτοομάδες.

Το ναξαλίτικο κίνημα ξεκίνησε και συνεχίζει ως ο εκφραστής της αντίστασης των φτωχών κοινωνικών ομάδων της Ινδίας, που ζουν μέσα στην εξαθλίωση, την έσχατη φτώχεια και την ταπείνωση. Εγκλωβισμένες στο ιδιότυπα ιεραρχημένο κοινωνικό σύστημα, οι κατώτερες κάστες, που αποτελούνται κυρίως από αγρότες, μένουν αποκλεισμένες από την κοινωνική φαντασία της Ινδίας που εξαντλείται στη διαιώνιση της φεουδαρχίας. Υπό αυτά τα δεδομένα, οι πολιτικο-κοινωνικές διεκδικήσεις του ναξαλίτικου αγώνα συνοψίζονται στη δικαιότερη διανομή της γης.

Ads

Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι πάλαι ποτέ τσιφλικάδες και νυν μεγαλοκτηματίες που εκμεταλλεύονται τους φτωχούς εργάτες στο όνομα μιας de facto φυσικής ανωτερότητας. Η δίψα των ξένων και εθνικών εταιριών για εκμετάλλευση του μοναδικού ορυκτού πλούτου της χώρας, οδηγεί την κυβέρνηση σε δήθεν νομιμοποιημένες αρπαγές γης από τους ιθαγενείς πληθυσμούς της ινδικής υπαίθρου ενισχύοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο, από τη μία την κοινωνική αδικία και από την άλλη το φρόνημα των ανταρτών.

Ιστορικά, ο εθνικός αγώνας των Ναξαλιτών εντάσσεται στο πλαίσιο των ευρύτερων αγροτικών κινητοποιήσεων του ’60. Γεννήθηκε το 1967, μετά από εξέγερση των ακτημόνων του Ναξαλμπάρι της Βεγγάλης, οι οποίοι, με πολιτικό και ιδεολογικό υπόβαθρο τις διακηρύξεις των κομμουνιστικών κομμάτων της χώρας, ξεσηκώθηκαν εναντίον των τσιφλικάδων στοχεύοντας σε αγροτική μεταρρύθμιση. Παρά την αποτυχία του, το εγχείρημα συγκέντρωσε την υποστήριξη των φτωχών στρωμάτων και της νεολαίας με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν διάφοροι πολιτικοί σχηματισμοί που απώτερο σκοπό είχαν τη δημιουργία οργανωμένων -αυτή τη φορά- «Ναξαλμπάρι».

Όπως συμβαίνει συχνά όμως, τα αριστερά κόμματα που δημιουργήθηκαν υπέστησαν σειρά διασπάσεων και αποπροσανατολισμών με αποτέλεσμα σήμερα οι ομάδες μαοϊκών ανταρτών να είναι δύο. Πρώτον, το Μαοϊκό Κομμουνιστικό Κέντρο (MCC), που επιδίδεται στον ένοπλο «συνδικαλιστικό» αγώνα αποκηρύσσοντας τις εκλογικές διαδικασίες. Δεύτερον, η Ομάδα Λαϊκού Μετώπου (PWG). Από κοινού δημιούργησαν το 2004 το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ινδίας (Μαο’ι’κό), το οποίο αμέσως ανακηρύχθηκε παράνομο ως ηθικός αυτουργός βομβιστικών επιθέσεων που χρεώνονται άνευ όρων στους Ναξαλίτες.

Στις μέρες μας, αντάρτικες ναξαλίτικες ομάδες επιχειρούν σε 182 περιφέρειες της Ινδίας με επίκεντρα τις πόλεις Μπιχάρ, Άντρα Πραντές, Τζαρκάντ και Ορίσα. Επωφελημένοι από την περίπλοκη διοικητική οργάνωση της χώρας με περίπου 36 κρατιδιακές κυβερνήσεις έχουν καταφέρει να οργανώσουν κινητοποιήσεις για καλύτερες τιμές στα αγροτικά προϊόντα, ενώ στις λεγόμενες «απελευθερωμένες ζώνες» που έχουν καταλάβει έχουν μοιράσει τη γη στους ακτήμονες. Παράλληλα, αναλαμβάνουν την κατασκευή κοινωφελών έργων (υδροδότηση, οδοποιία) ανταγωνιζόμενοι αποτελεσματικά το κυβερνητικό κοινωνικό πρόγραμμα που δεν έχει ακόμα φτάσει στις υπανάπτυκτες περιοχές. Χαρακτηριστικό είναι άρθρο των Times of India κατά το οποίο: «Οι Ναξαλίτες έχουν μετατρέψει μεγάλες εκτάσεις σε δική τους διοικητική επικράτεια, έχουν στήσει συστήματα φορολογίας, παράλληλα δικαστήρια και άλλα συστατικά στοιχεία μιας υποτίθεται νομιμοποιημένης κυβέρνησης».


Στον αντίποδα της δράσης των Ναξαλιτών βρίσκεται η κρατική και παραστρατιωτική καταστολή. Η κυβέρνηση σε μια προσπάθεια για συντονισμένη αντιμετώπιση των ανταρτών προβαίνει σε τακτικές όμοιες με αυτές που ακολούθησε το Περού αναφορικά με το «Φωτεινό Μονοπάτι»: οργανώνει ένοπλες ομάδες άμυνας που μοιραία οδηγούν την κατάσταση σε ακήρυχτο εμφύλιο πόλεμο. Μάλιστα, με κατηγορηματική τη λογική «είστε μαζί μας ή εναντίον μας», εκκενώνονται μαζικά χωριά και οι κάτοικοί τους μεταφέρονται σε αστυνομικά στρατόπεδα ως τάχα φιλικά προσκείμενοι στο ναξαλισμό. Τα φαινόμενα ωμής βίας με θύματα Ναξαλίτες και φτωχούς αγρότες καλύπτουν καθημερινά την επικαιρότητα. Με παραθυράκι που αφήνει ο νόμος, οι αστυνομικές αρχές διευκολύνονται «επί ποινή ατιμωρησίας» σε δολοφονίες αντιστασιακών σε περιοχές που χαρακτηρίζονται ad hoc ταραγμένες.

Παραπλεύρως με τις αστυνομικές δυνάμεις δρουν και ιδιωτικές συμμορίες, των οποίων μέλη είναι Ινδοί που ανήκουν στη μεσαία κάστα αλλά παρ΄όλα αυτά υποστηρίζουν τα συμφέροντα των μεγαλοκτηματιών. Αντίπαλο δέος στην επιρροή των ναξαλιτών, λειτουργούν με γνώμονα τη διατήρηση του ισχύοντος κοινωνικού και οικονομικού καθεστώτος. Βασανιστήρια και δολοφονίες σε αντίποινα της δράσης των Ναξαλιτών προστίθενται και αυτές στην εικόνα του ακήρυχτου πολέμου στο εσωτερικό της Ινδίας. Η πιο γνωστή ομάδα δραστηριοποιείται στην πόλη Μπιχάρ, απολαμβάνει της ανεπίσημης υποστήριξης της κυβέρνησης και ονομάζεται Ρανβίρ Σένα.

Τα επίσημα στοιχεία που έχει δώσει η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών καταμετρούν παραπάνω από 20.000 στρατευμένους αντάρτες. Από τη δημιουργία της Ρανβίρ Σένα το 1994, όμως, η σύρραξη μεταξύ επαναστατών και παραστρατιωτικών μετρά γύρω στα 5000 θύματα το χρόνο, όπως αναφέρει η εφημερίδα Asiaweek. Μελέτες της Διεθνούς Αμνηστίας και άλλων ΜΚΟ δείχνουν πως τα θύματα των επιθέσεων των ανταρτών είναι επιλεγμένοι στόχοι, ενώ αντίθετα οι παραστρατιωτικές ομάδες δολοφονούν συλλήβδην και ακρίτως.

Πρόσφατα μέσα στη χρονιά, οι Ναξαλίτες ανακηρύχθηκαν τρομοκράτες από τον πρωθυπουργό Μανμοχάν Σινγκ, ο οποίος μπροστά στην αυξανόμενη ανταπόκριση των ανταρτών στην ινδική κοινωνία, έσπευσε να δηλώσει πως «χάνει τον πόλεμο εναντίον των Μαοϊστών». Την ίδια στιγμή υποσχέθηκε ολοκρατικό συντονισμό για κατάπνιξη του κινήματος.

Αντίθετα, εκπρόσωποι των Ναξαλιτών μιλούν για συνέχιση του αγώνα όσο διαρκεί η αδικία και η αδιαφορία για τα προβλήματα των φτωχών αγροτών και ιθαγενών. Πρόκειται για δύο αντικρουόμενες δυνάμεις της δράσης και της αντίδρασης, όπου η καθεμιά διαλέγει τα όπλα της στην αυξανόμενη βία που ταλανίζει το λαό της Ινδίας.

Δημοσιογραφική επιμέλεια: Αγγελική Χαλικιά