Προκειμένου να προστατεύσει τα συμφέροντά της κατά την έναρξη της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η Goldman Sachs παραπλάνησε τόσο τους πελάτες της όσο και το αμερικάνικο Κογκρέσο, δίνοντας ψευδή στοιχεία για τις επενδύσεις της σε χρηματιστηριακά προϊόντα που συνδέονται με την αγορά ακινήτων. Αυτό υποστήριξε σήμερα ο πρόεδρος της Επιτροπής της αμερικάνικης Γερουσίας, η οποία μελετά τις αιτίες και τους λόγους που οδήγησαν στην πρωτοφανή χρηματοοικονομική κρίση.

Ads

Η αμερικάνικη Γερουσία δεν μένει αμέτοχη και κατηγορεί την Goldman Sachs για παραπλάνηση των πελατών της –μέσω της πώλησης παραγώγων σε διογκωμένες τιμές και της παραμόρφωσης της φύσης των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών– καθώς και για χειραγώγηση των αγορών. Αυτό το «περίεργο ζώο, ένα μείγμα τράπεζας και κυβέρνησης» όπως είχε χαρακτηρίσει στο παρελθόν την Goldman Sachs ο Μarc Roche, συγγραφέας και δημοσιογράφος της Le Monde, βρίσκεται πλέον με την πλάτη στον τοίχο.

Ο πρόεδρος της Επιτροπής της αμερικανικής Γερουσίας Carl Levin σε συνεργασία με τον Ρεπουμπλικάνο γερουσιαστή από την Οκλαχόμα Tom Coburn παρουσίασε έκθεση 639 σελίδων, που βασίστηκε στην εξέταση δεκάδων εκατομμυρίων εγγράφων. Η έκθεση προέκυψε ύστερα από μία έρευνα δύο ετών, για τον προσδιορισμό των αιτιών της οικονομικής κρίσης που επήλθε ύστερα από την κατάρρευση της αγοράς στεγαστικών δανείων υψηλού κινδύνου και το σκάσιμο της φούσκας στην αμερικάνικη αγορά ακινήτων το καλοκαίρι του 2008.

Η κριτική των Carl Levin και Tom Coburn επικεντρώθηκε στις επενδυτικές τράπεζες, κατηγορώντας κυρίως τις Coldman Sachs αλλά και την γερμανική Deutche Bank AG ότι προώθησαν διασφαλισμένες δανειακές υποχρεώσεις από επίφοβα δάνεια που ακόμα και οι ίδιοι οι traders των τραπεζών πίστευαν ότι ήταν πιθανό να χάσουν την αξία τους.

Ads

Το πόρισμα της έρευνας της αμερικανικής γερουσίας αναφέρει πως η Moody’s και η Standard & Poor’s προσάρμοσαν τις αξιολογήσεις τους για ομολογιακές εκδόσεις ύστερα από πιέσεις που δέχθηκαν από την Goldman Sachs Group, την UBS AG και τουλάχιστον έξι ακόμη τράπεζες.

«Ευθύνες για αυτή την κατάσταση πρέπει να αναζητηθούν παντού: από τους αξιωματούχους σε ομοσπονδιακό επίπεδο που έκαναν τα στραβά μάτια, τους τραπεζίτες της Wall Street που άφησαν ανεξέλεγκτη την απληστία τους και τα μέλη του Κογκρέσου που δεν παρείχαν σωστή επίβλεψη» αναφέρει ο Tom Coburn.

Ο Carl Levin ζήτησε μάλιστα από τις αρμόδιες αρχές –το υπουργείο Δικαιοσύνης και την αμερικανική Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς (SEC)– να εξετάσουν τις κατηγορίες που διατύπωσε η Γερουσία εναντίον της εταιρίας Goldman Sachs. Επίσης, τους προέτρεψε να εξετάσουν και το ενδεχόμενο να κατηγορηθεί για ψευδορκία ο διευθύνων σύμβουλός της, Lloyd Blankfein, όπως και άλλα από τα μεγάλα στελέχη που την τελευταία διετία κατέθεσαν σε αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου για τη χρηματοοικονομική κρίση, την ώρα μάλιστα που ο οίκος παραπλανούσε τους πελάτες του, οι οποίοι αγόρασαν σύνθετα επενδυτικά προϊόντα γνωστά ως διασφαλισμένες δανειακές υποχρεώσεις, χωρίς να γνωρίζουν ότι η εταιρία θα ωφεληθεί από την υποχώρηση της αξίας τους.

Από την πλευρά της η Goldman Sachs αρνήθηκε όλες τις κατηγορίες, ισχυριζόμενη ότι η κατάθεση που έδωσε ήταν απόλυτα αληθής και ακριβής. Μάλιστα με ανακοίνωση της στις 13 Απριλίου η εταιρία λαμβάνοντας «σοβαρά υπόψη», όπως ανέφερε, τα θέματα που ερευνά η Επιτροπή, διαφώνησε με μεγάλο μέρος της έκθεσης. Χαρακτηριστικά σημείωσε ότι: «Δημοσιεύσαμε τα αποτελέσματα μιας ολοκληρωμένης εξέτασης των επιχειρηματικών προτύπων και πρακτικών και δεσμευτήκαμε να κάνουμε σημαντικές αλλαγές που θα ενισχύσουν τις σχέσεις με τους πελάτες, θα βελτιώσουν τη διαφάνεια και τις πρακτικές γνωστοποίησης και θα ενισχύσουν τα πρότυπα για την εξέταση, έγκριση και καταλληλότητα πολύπλοκων μέσων».

Όσον αφορά τη στάση της Deutche Bank AG όσον αφορά στις κατηγορίες που διατυπώθηκαν, η εκπρόσωπος της Michele Allison δήλωσε πως: «Σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής της αμερικάνικης Γερουσίας, υπήρχαν αποκλίνουσες απόψεις εντός της τράπεζας για την αμερικάνικη αγορά στέγασης. Μάλιστα, οι απόψεις της τράπεζας γνωστοποιήθηκαν πλήρως στην αγορά μέσω ερευνητικών εκθέσεων, εκδηλώσεων στην αγορά και της κάλυψης του Τύπου».