Στα αίτια που οδήγησαν σε αποτυχία το ελληνικό μνημόνιο σε αντιδιαστολή με εκείνα που εφαρμόστηκαν στην Ιρλανδία και την Πορτογαλία, αναφέρεται έκθεση του Ινστιτούτου Bruegel των Βρυξελλών. «Η Ελλάδα υποφέρει ακόμη από το ότι ήταν η πρώτη χώρα που βρέθηκε σε ανάγκη οικονομικής ενίσχυσης στο εσωτερικό μιας νομισματικής ένωσης που ήταν εντελώς απροετοίμαστη για μια κρίση», τονίζει χαρακτηριστικά το Ινστιτούτο.

Ads

Στη 114σέλιδη μελέτη, με τίτλο «Μια πρώτη αξιολόγηση για τη βοήθεια της ΕΕ και του ΔΝΤ προς τις χώρες της ευρωζώνης», οι γνωστοί οικονομολόγοι Ζαν Πιζανί-Φερί, Αντρέ Σαπίρ και Γκούντραμ Βουλφ υπογραμμίζουν ότι, προτού ο πρώην πρωθυπουργός της Ελλάδας Γιώργος Παπανδρέου καλέσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και ζητήσει τη βοήθειά του, λίγη σημασία είχε δοθεί στην πιθανή φύση των κρίσεων στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης, αλλά και του δυνητικού ρόλου της οικονομικής βοήθειας.


 

«Οι κρίσεις που εκτυλίχθηκαν από το 2010 και μετά βρήκαν την ΟΝΕ απροετοίμαστη», επισημαίνουν και προσθέτουν ότι οι πρόωρες εκτιμήσεις της τρόικας σχετικά με την ικανότητα της ελληνικής οικονομίας να προσαρμοστεί αποδείχθηκαν αισιόδοξες. Αντιθέτως, οι παραδοχές στην περίπτωση της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας αποδείχθηκαν πιο ρεαλιστικές και ως εκ τούτου η επιστροφή τους στις αγορές είναι εφικτή.
 
Οι οικονομολόγοι εντοπίζουν ως τομείς αποτυχίας της τρόικας τη βαθύτερη από το αναμενόμενο ύφεση και την υψηλή ανεργία και ως τομείς επιτυχίας την ταχύτερη από το αναμενόμενο συρρίκνωση των δημοσιονομικών ελλειμμάτων. Ειδικά για την ανεργία σε Ελλάδα και Πορτογαλία, όμως, επισημαίνουν ότι δεν ευθύνονται μόνο τα μέτρα λιτότητας, αλλά και η δυσλειτουργία της αγοράς εργασίας.
 
Ως προς τα αίτια αποτυχίας του ελληνικού προγράμματος, η έκθεση αναφέρει ότι οι αρχικές συνθήκες ήταν ιδιαίτερα δυσμενείς στην Ελλάδα, ότι η χώρα είχε και έχει ασθενέστερο διοικητικό και πολιτικό σύστημα από την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, ενώ η Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως το πειραματόζωο της ευρωζώνης.
 
Ενδεικτικά στην έκθεση αναφέρεται ότι η αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους θα ήταν προτιμότερο να είχε γίνει νωρίτερα και υπογραμμίζεται πως η καθυστερημένη αναδιάρθρωση (λόγω της άρνησης της ΕΚΤ) είχε ως αποτέλεσμα οι Έλληνες φορολογούμενοι να αναλάβουν μεγαλύτερο βάρος.
 
Οι οικονομολόγοι σημειώνουν ακόμη ότι η κυβέρνηση Σαμαρά ξεκίνησε να εφαρμόζει ένα πρόγραμμα εξυγίανσης και μεταρρυθμίσεων, το οποίο επέτρεψε το «ξεκλείδωμα» περαιτέρω οικονομικής στήριξης.  «Οι εικασίες σχετικά με μια πιθανή ελληνική έξοδο από το ευρώ έχουν μειωθεί και η ανάσχεση (ακόμη και αναστροφή) των εκροών καταθέσεων επιτρέπει στην κυβέρνηση να επικεντρωθεί στην εγχώρια ημερήσια διάταξη. Ωστόσο η βραχυπρόθεσμη οικονομική προοπτική παραμένει ζοφερή», επισημαίνουν.