O γνωστός για τα αστυνομικά του κυρίως μυθιστορήματα Κουβανός συγγραφέας Λεονάρδο Παδούρα παραχώρησε συνέντευξη στη Μαρία Κόμη και την «Εποχή». Ο συγγραφέας μιλά για την κουβανέζικη τέχνη την οποία θεωρεί βαθιά κριτική, την Αβάνα και τις αλλαγές που συντελούνται στην Κούβα.

Ads

Από την Εποχή, 09 Μαΐου 2011

Είστε γνωστός σε όλο τον κόσμο για τα αστυνομικά σας μυθιστορήματα, τα οποία, ωστόσο, ανατέμνουν, με βαθιές μάλιστα τομές, την κουβανέζικη κοινωνία. Συμφωνείτε με όσους και όσες λένε ότι το αστυνομικό μυθιστόρημα είναι το «κοινωνικό» μυθιστόρημα του σήμερα;

Ναι και όχι. Εξαρτάται από τον συγγραφέα και τις προθέσεις του. Ακόμα και σήμερα εξακολουθούν να γράφονται μυθιστορήματα στο στιλ της Άγκαθα Κρίστι, όπου το μόνο που ενδιαφέρει είναι η ίντριγκα και στα οποία η καλλιτεχνική ποιότητα ή η απεικόνιση της κατάστασης στην κοινωνία δεν θεωρούνται ζητήματα που ο συγγραφέας πρέπει να λαμβάνει υπόψη του. Ήδη όμως πριν από 70, 80 χρόνια, ο Χάμετ και ο Τσάντλερ έγραφαν αστυνομικά μυθιστορήματα με ισχυρό κοινωνικό και καλλιτεχνικό περιεχόμενο, ενώ τη δεκαετία του 1960 ο Λεονάρντο Σάσια, στην Ιταλία, ή ο Ρούμπεν Φονσέκα, στη Βραζιλία, έκαναν το ίδιο… Τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, αρκετοί συγγραφείς «χρησιμοποιούμε» τα «εργαλεία» του αστυνομικού μυθιστορήματος για να γράψουμε κοινωνικό μυθιστόρημα, για να μιλήσουμε για τη διαφθορά, τη βία, τα εγκλήματα του κράτους, την καταστολή, τον φόβο των πολιτών, και μάλιστα, σε πολλές περιπτώσεις, με υψηλή αισθητική ποιότητα. Ωστόσο και οι άλλοι συγγραφείς, αυτοί που γράφουν μυθιστορήματα μυστηρίου, έχουν επιβιώσει, και κάποιοι μάλιστα με πολύ μεγάλη επιτυχία.

Στα βιβλία σας μιλάτε για την πόλη σας, την Αβάνα, με πολύ μεγάλη αγάπη. Η Αβάνα είναι μια πόλη που αλλάζει αλλά ταυτόχρονα μένει και η ίδια, με γειτονιές όμορφες και περιποιημένες και άλλες που βρίσκονται σε αποσύνθεση… Ποια είναι η δική σας Αβάνα, η Αβάνα των βιβλίων και της καρδιάς σας;

Ads

Είναι μια πόλη που γερνάει, σε κάποιες περιπτώσεις με αξιοπρέπεια, σε άλλες με τρόπο αξιολύπητο. Ένας τόπος στον οποίο οι άνθρωποι προσπαθούν να ζήσουν μια ζωή φυσιολογική σε συνθήκες μη φυσιολογικές (με μισθούς που δεν φτάνουν, με διάφορες ελλείψεις, με ηθικές αξίες να χάνονται). Είναι η πόλη στην οποία γεννήθηκα, έχω ζήσει όλη μου τη ζωή, σπούδασα, η πόλη όπου γράφω και από την οποία βγάζω τις ιστορίες για τα μυθιστορήματά μου. Είναι η πόλη μου και, καθώς είναι δική μου, μερικές φορές τη μισώ και άλλες την αγαπώ, γιατί μου ανήκει.

Στο βιβλίο σας «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά» μιλάτε για τη δολοφονία του Λέοντα Τρότσκι και για τον δολοφόνο του, τον Ραμόν Μερκαντέρ. Τι σας έκανε να στραφείτε σε αυτό το θέμα και στην προσωπικότητα του Τρότσκι; Ήταν μια ιστορία γνωστή στην Κούβα;

Όχι, δεν ήταν γνωστή αυτή η ιστορία κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους για τους οποίους την προσέγγισα: η άγνοια. Η μορφή του Τρότσκι είχε στην Κούβα την ίδια αντιμετώπιση που είχε και στην ΕΣΣΔ: είτε δεν «υπήρχε» είτε τον δυσφημούσαν ως ρεβιζιονιστή προδότη. Ασφαλώς, ούτε για τον δολοφόνο του, τον Ραμόν Μερκαντέρ, ξέραμε τίποτα… παρότι είχε ζήσει τέσσερα χρόνια στην Κούβα και είχε πεθάνει στην Αβάνα, το 1978, με το όνομα Λόπες. Το ότι έμαθα αυτό το στοιχείο ήταν εκείνο που με έσπρωξε ακόμα περισσότερο προς το βιβλίο, έστω και χωρίς να το συνειδητοποιώ. Το αποφασιστικό γεγονός όμως ήταν ότι μπόρεσα να διαβάσω κάποια βιβλία που κυκλοφόρησαν μετά την εξαφάνιση της ΕΣΣΔ και το άνοιγμα των αρχείων της Μόσχας, οπότε μου δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσω καλύτερα την αληθινή ιστορία όσων είχαν συμβεί… Και το τελικό κίνητρο μου το έδωσε η δική μου κουβανέζικη εμπειρία, η εμπειρία από μια σοσιαλιστική χώρα όπου ορισμένες σταλινικές πρακτικές μάς άγγιξαν από πολύ κοντά και μας επηρέασαν. Πρόκειται, λοιπόν, για ένα μυθιστόρημα που έχει πολύ περίπλοκο DNA.

Στο βιβλίο σας μιλάτε για τις χαμένες ουτοπίες. Τι πιστεύετε ότι έχει αφήσει, καλό ή κακό, μέχρι τώρα η «μεγάλη ουτοπία» της Κουβανικής Επανάστασης;

Η Κούβα βρίσκεται στην ιστορία του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα χάρη στην επανάστασή της, στη μεγάλη κοινωνική και οικονομική ανατροπή που επέφερε, στη διαμάχη με τις Ηνωμένες Πολιτείες, στη διεύρυνση της κοινωνικής πρόνοιας, ακόμα και επειδή συμμετείχε σε πολέμους σε μέρη όπως η Αγκόλα και η Αιθιοπία. Η Κούβα προσπάθησε να οικοδομήσει μια κοινωνία ισότητας, αλλά η οικονομία δεν την ακολούθησε σε αυτό τον δρόμο κι έτσι χάθηκε η ευκαιρία να έχουμε, εμείς οι πολίτες, πιο μεγάλη συμμετοχή, υποστήκαμε την απόλυτη κρατική παρουσία στην κάθε μία από τις εκδηλώσεις της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής ζωής… και από τη δεκαετία του 1990 βυθιστήκαμε στην οικονομική κρίση (που έχει πλήξει πολλές από τις ηθικές αξίες), από την οποία η χώρα προσπαθεί σήμερα να βγει με αλλαγές που ακόμα βρίσκονται σε πρώιμο στάδιο αλλά σίγουρα θα γίνουν πιο βαθιές στο μέλλον. Σήμερα στην Κούβα γίνεται λόγος για αγορά, για το ότι οι ηγέτες δεν πρέπει να είναι αιώνιοι στην εξουσία, ότι πρέπει να γίνει αποδεκτή η ιδιωτική ιδιοκτησία, να δημιουργηθεί μια κοινωνία όπου όλοι να έχουν περισσότερες ευκαιρίες ανάπτυξης και να έχουν μεγαλύτερα οφέλη αν εισφέρουν περισσότερο. Εξαιτίας αυτών των αλλαγών, κάποιοι φτάνουν ακόμα και να λένε ότι η Κούβα έχει παραιτηθεί από τον ιστορικό της ρόλο. Βέβαια, όσοι το λένε αυτό είτε έχουν ορισμένα προνόμια είτε δεν έχουν ζήσει ποτέ στην Κούβα, με το ηλεκτρικό ρεύμα να κόβεται, χωρίς δημόσιες συγκοινωνίες, σε σπίτια που είναι έτοιμα να καταρρεύσουν, με λίγο φαγητό και καθόλου χρήματα…

Πιστεύετε ότι η Κούβα αλλάζει; Πιστεύετε ότι οι αλλαγές που έχουν εξαγγελθεί είναι «πραγματικές» και σημαντικές;

Κατά κάποιο τρόπο έχω απαντήσει ήδη σε αυτό το ερώτημα, αλλά πρέπει να κάνω μια διευκρίνιση, αφού, αυτό ακριβώς που απασχολεί σήμερα είναι η μοίρα των πιο «ευάλωτων» τομέων της κοινωνίας, ακόμα κι όταν η κυβέρνηση διαβεβαιώνει ότι κανένας δεν θα μείνει απροστάτευτος. Εγώ όμως βλέπω με τα μάτια μου πολλούς ανθρώπους στην Κούβα που, ακόμα και σήμερα, τρέφονται λίγο και άσχημα, ντύνονται με ό,τι βρούνε και κοιτάνε τη στέγη παρακαλώντας να μην περάσει κάποιος τυφώνας που σίγουρα θα την πάρει… Ναι, υπάρχουν κομμάτια της κοινωνίας που θα υποφέρουν με αυτές τις αλλαγές, που μοιάζουν να είναι πραγματικές και για τις οποίες θεωρώ ότι θα είναι μη αντιστρεπτές, αν και ταυτόχρονα απαραίτητες.

Σε έναν κόσμο όπως ο σημερινός, με τόσες ανισότητες και προβλήματα, πιστεύετε πως οι διανοούμενοι έχουν κάποιου τύπου «κοινωνική ευθύνη»; Πώς μπορούν να την εκφράσουν, δεδομένων κάποιων καταστροφικών παραδειγμάτων όπως ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός;

Ο διανοούμενος έχει παντού έναν ρόλο ως πολίτης, και άλλοι διανοούμενοι τον ασκούν ενώ άλλοι του στρέφουν την πλάτη. Μερικές φορές από φόβο. Η εμπειρία της περιθωριοποίησης και της λογοκρισίας που έζησαν οι διανοούμενοι της Κούβας τη δεκαετία του 1970, την εποχή που έγινε προσπάθεια να εγκαθιδρυθεί ένας τροπικός σοσιαλιστικός ρεαλισμός, είναι ένα τραύμα που δεν έχει ξεπεραστεί, παρόλο που οι συνθήκες έχουν αλλάξει πολύ και έχουν κερδηθεί πολλοί χώροι έκφρασης και ελευθερίας (που βέβαια πρέπει να γίνουν ακόμα μεγαλύτεροι, και ελπίζω ότι θα γίνουν). Ο Κουβανός συγγραφέας έχει την ευθύνη να καταγράφει την πραγματικότητα αυτών των χρόνων, η οποία πολλές φορές δεν εμφανίζεται στις επίσημες εφημερίδες. Από τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό δεν έχει μείνει πια πρακτικά τίποτα στην κουβανέζικη τέχνη και οι καλλιτέχνες που τον εφάρμοσαν σήμερα σβήνουν μέσα στη λήθη. Η σημερινή κουβανέζικη τέχνη είναι βαθιά κριτική, τόσο αυτή που παράγεται στο νησί όσο και εκείνη που παράγεται από τη διασπορά.