Ads

Αντιδράσεις φαίνεται να προκαλεί η υπ. αριθμ. 126/2012 γνωμοδότησή του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, η οποία έκρινε ότι ο οικονομικός έφορος υποχρεούται, με βάση το άρθρο 10 παρ.3 του ν. 3869/2010, να χορηγεί σε πιστωτή του οφειλέτη πληροφορίες και στοιχεία για την περιουσιακή κατάσταση και τα εισοδήματα του φορολογούμενου-οφειλέτη (όχι όμως και αντίγραφα των φορολογικών του δηλώσεων), ακόμα και αν αυτά εμπίπτουν στο φορολογικό απόρρητο, η οποία γνωμοδότηση μάλιστα έγινε δεκτή σύμφωνα με την εκδοθείσα εγκύκλιο του Υπουργείου Οικονομικών (ΠΟΛ 1199/22.10.2012), όπου προβλέπεται η υποχρέωση χορήγησης κάθε «χρήσιμης πληροφορίας» σε πιστωτές, εφόσον είναι πρόσφορη για να καταστεί δυνατός ο περιουσιακός έλεγχος του οφειλέτη στο πλαίσιο ρύθμισης των οφειλών υπερχρεωμένων φυσικών προσώπων. 

 

 

Πηγή: Νομικό Δίκτυο Lawnet

Ads

 

Όσοι έχουν ασχοληθεί έστω και λίγο με το νόμο γνωρίζουν ότι ο οφειλέτης ούτως ή άλλως έφερνε ενώπιον του Δικαστηρίου τα Ε9 των τελευταίων 3 ετών, ενώ για τα εισοδήματά του, δεν υπήρχε προσφορότερο αποδεικτικό μέσο από την προσκόμιση των εκκαθαριστικών των τελευταίων ετών. 

 

Γιατί τότε προκαλούνται αντιδράσεις;

 

 

Ο πρώτος λόγος είναι ότι με την αναγνώριση τέτοιου είδους δικαιωμάτων στους πιστωτές, εύλογα γεννάται το ερώτημα: 

Τι ακριβώς εξυπηρετεί τελικά το φορολογικό απόρρητο; Ποια είναι ακριβώς η αξία που προφυλάσσει ο νόμος με όλες τις σχετικές διατάξεις;

 

 

Αν ο πιστωτής μπορεί σε κάθε περίπτωση να λάβει από τον οικονομικό έφορο όλα τα “χρήσιμα” στοιχεία του οφειλέτη, που αποσκοπεί ακριβώς ο όρος “απόρρητο”; Ποιον και σε ποιες περιπτώσεις διαφυλάττει, όταν αφήνει απροστάτευτα   φυσικά  – και όχι νομικά – πρόσωπα, που ισχυρίζονται μόνιμη αδυναμία εξυπηρέτησης οφειλών, τα οποία μάλιστα δεν έχουν καν την εμπορική ιδιότητα (και επομένως πτωχευτική ικανότητα) όπως επιτάσσει ο ν. 3869/2010;

 

Αναπόφευκτα το μυαλό όλων περνά και από τις περιβόητες λίστες του Υπ. Οικονομικών (λίστα “Λαγκάρντ”) και τις απαράδεκτες συμπεριφορές των ‘υπεύθυνων’ αξιωματούχων που έχουν λάβει χώρα τελευταία σχετικά με την υπόθεση αυτή. 

 

Αν τελικά το φορολογικό απόρρητο εξυπηρετεί μόνο τους μεγαλοφειλέτες, μήπως η περίοδος μιας παρατεταμένης οικονομικής κρίσης είναι η στιγμή να αναθεωρήσουμε εκ βάθρων το θεσμό;

 

Υπάρχει όμως και ένας δεύτερος λόγος που προκαλεί αντιδράσεις: σε μία δεύτερη, προσεκτικότερη ανάγνωση των εξελίξεων, μπορεί κανείς να διαπιστώσει τα παρακάτω:

 

Ο ν. 3869/2010 (γνωστότερος και ως “Νόμος Κατσέλη”) υποτίθεται ότι αποτελεί μία δεύτερη ευκαιρία για τους πολίτες που έχουν περιέλθει χωρίς δική τους υπαιτιότητα σε μόνιμη αδυναμία πληρωμών. 

 

Ο νόμος διαπνέεται από πραγματιστικό πνεύμα και προσπαθεί σε μία περίοδο 4 ετών να υποχρεώσει τον οφειλέτη να πληρώσει ό,τι μπορεί, και μετά να τον απαλλάξει από κάθε περαιτέρω υποχρέωση, έτσι ώστε να μπορέσει πλέον να συμμετέχει στην οικονομική ζωή της χώρας σύμφωνα με το άρ. 5 του Συντάγματος.

 

Υποχρεώνεται λοιπόν από το νομοθέτη να παρέχει ακριβή στοιχεία για την οικονομική του κατάσταση όπως αυτή πράγματι έχει τώρα, έτσι ώστε το Δικαστήριο να κρίνει ένα δίκαιο ποσό για την απαλλαγή του από το υπόλοιπο των χρεών του. 

 

Στα εισοδήματα του οφειλέτη που “δηλώνονται” στο σχέδιο διευθέτησης οφειλών, πρέπει λοιπόν – σύμφωνα και με τη νομολογία που υπάρχει πλέον – να περιλαμβάνονται όλα τα εισοδήματα, δηλωμένα και άδηλα, φανερά και κρυφά, νόμιμα και παράνομα, έτσι ώστε, να ικανοποιηθεί η απαίτηση των πιστωτών στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, χωρίς να επωφελείται ο υπερχρεωμένος πολίτης από τις “φορολογικές του ατασθαλίες”. 

 

Ο νόμος καθιερώνει μάλιστα και ‘ποινή’, στην περίπτωση που ο οφειλέτης παραβιάσει αυτή την υποχρέωση ειλικρίνειας που επιβάλλεται από το άρθρο 10, η οποία δεν είναι άλλη από την έκπτωση του οφειλέτη από τη ρύθμιση.

 

Δανειζόμενος τις επιτυχέστερες διατυπώσεις των Βενιέρη/Κατσά ([2011], Εφαρμογή του Ν. 3869/2010 για τα Υπερχρεωμένα Φυσικά Πρόσωπα, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη, σελ. 337 και 339):

“Σύμφωνα με το άρ. 10 παρ. 1 [ν. 3869/2010] ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να υποβάλλει ειλικρινή δήλωση για τα περιουσιακά του στοιχειά και τα εισοδήματά του. Αν παραβιάσει με δόλο ή βαριά αμέλεια αυτή την υποχρέωσή του, αντιμετωπίζει την έκπτωση από τη ρύθμιση και την απαλλαγή εκ των χρεών του […]

 

Σημειώνεται με κάθε έμφαση ότι δεν έχει επίσης σημασία η νομότυπη άντληση των εισοδημάτων αυτών, καθώς στα εισοδήματα εμπίπτουν και τα άδηλα ή τα αφανή. Συνεπώς, ο οφειλέτης αντιμετωπίζει την έκπτωση από τη διαδικασία του ν. 3869/2010 ακόμα και αν κάποιος εκ των πιστωτών ανακαλύψει ότι ο οφειλέτης απέκρυψε άδηλα εισοδήματα δικά του ή της συζύγου του. Η διαδικασία ενώπιον του Ειρηνοδικείου εξετάζει τη δυνατότητα του οφειλέτη να αποπληρώνει με οποιοδήποτε εισόδημα τους πιστωτές του και δεν ενδιαφέρεται για τη φορολογική νομιμότητα του οφειλέτη”

 

Ποιο είναι το συμπέρασμα από τα παραπάνω;

 

Η προαναφερόμενη γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, δίνει (συνειδητά ή όχι, δεν μπορούμε να ξέρουμε) ένα – ακόμα – πολύ επικίνδυνο όπλο στα χέρια των πτωχευμένων αλλά πάντοτε αχόρταγων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων: 

 

Με τη νομιμοποίηση της απρόσκοπτης πρόσβασης σε στοιχεία που αφορούν το φορολογικό απόρρητο των οφειλετών, επιτρέπει πλέον στους πιστωτές να “διαπραγματεύονται” έχοντας στα χέρια τους το όπλο της καταγγελίας των οφειλετών για φορολογικά αδικήματα. 

 

“Ακραίο” θα σπεύσουν να πουν κάποιοι. 

 

Σε αυτούς θα θυμίσω τις δηλώσεις του κ. Βορίδη, ο οποίος τάχθηκε πρόσφατα υπέρ του πλειστηριασμού ακόμα και των πρώτων κατοικιών. 

 

Σε κάθε περίπτωση, οι παραπάνω υποψίες, αν επιβεβαιωθούν στο μέλλον, είναι επιβεβλημένο να συναντήσουν ανυποχώρητη αντίδραση από σύσσωμη την κοινωνία και κυρίως τους ασχολούμενους με τη νομική επιστήμη. Πρωτίστως τους Δικαστές, αλλά και τους Δικηγόρους, μέσω των Δικηγορικών τους Συλλόγων.

 

 

Σπυρίδων Αδάμ – Δικηγόρος Αθηνών