Τέσσερα χρόνια μετά τον «Φάουστ» (Faust – 2011), ο Αλεξάντερ Σοκούροφ επιστρέφει με τη νέα του ταινία: «Η Κιβωτός των Ανθρώπων» (Francofonia – 2015). Ο Ρώσος σκηνοθέτης, εξερευνά ένα ιστορικό κεφάλαιο με φόντο τα έργα τέχνης του Μουσείου του Λούβρου, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παράλληλα όμως εφαρμόζει και το μοναδικό προσωπικό του όραμα ως καλλιτέχνης, μέσα από κινηματογραφικές εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς.

Ads

«Ο Σοκούροφ σπάει τους κανόνες σε κάθε επίπεδο, οι δημιουργίες του είναι απρόσμενα γοητευτικές…» – Ίνγκμαρ Μπέργκμαν

Ιστορική Αναδρομή

image

Ads

Εν όψει της απειλής του πολέμου η οποία εκφράστηκε με την Γερμανική εισβολή στην Sudetenland (μιας γερμανόφωνης περιοχής στα σύνορα της Τσεχοσλοβακίας εκείνη την εποχή), στις 27 και 28 Σεπτεμβρίου του 1938 με διαταγή του Διευθυντή του Μουσείου, Ζακ Ζογιάρ, οι συλλογές των έργων τέχνης του Λούβρου συσκευάστηκαν και μεταφέρθηκαν με φορτηγά στο Château de Chambord στην κοιλάδα του Loire. Αυτό προέβλεπε ένα σχέδιο που είχε καταρτιστεί από τη Διεύθυνση Εθνικών Μουσείων της Γαλλίας πολύ καιρό πριν. Μερικές ημέρες αργότερα, μετά την υπογραφή της συμφωνίας του Μονάχου, η εκκένωση του Μουσείου σταμάτησε, και εντός του Οκτώβρη 1938 τα έργα επέστρεψαν στο Παρίσι.

Στις αρχές Σεπτεμβρίου του 1939, ο Ζογιάρ, με ευθύνη της Εθνικής Υπηρεσίας Μουσείων, επανέλαβε τη διαδικασία απομάκρυνσης έργων τέχνης από το Λούβρο και από άλλα μουσεία του Παρισιού, προκειμένου να προστατευτούν τώρα από πιθανή βομβιστική επίθεση  (και όχι λόγω κινδύνου πιθανής εισβολής). Αν και το Château de Chambord ήταν το κυριότερο μέρος αποθήκευσης, υπήρξαν και άλλα châteaux, ειδικά εκείνα στην κοιλάδα του Loire, τα οποία είχαν επιταχθεί ώστε να στεγάσουν τις συλλογές, με τη συγκατάθεση των ιδιοκτητών τους. Οι επιμελητές ήταν εκείνοι που ανέλαβαν την ευθύνη της διαχείρισης των εγκαταστάσεων αποθήκευσης.

image

Παράλληλα, στο ίδιο το Λούβρο ελήφθησαν μέτρα προστασίας υπό την καθοδήγηση του Ζογιάρ: τα γλυπτά προστατεύθηκαν με σακιά από άμμο, εγκαταστάθηκε πυροπροστασία, τα παράθυρα ενισχύθηκαν με καμουφλάζ κλπ. Οι πίνακες και τα γλυπτά που δεν είχαν μετακινηθεί, αποθηκεύτηκαν στο υπόγειο του μουσείου. Τα κάδρα καθώς και πλαίσια έργων που είχαν εκκενωθεί, παρέμειναν στη θέση τους.

Την Άνοιξη του 1940 στη Γερμανία, ο Φραγκίσκος Βολφ Μέττερνιχ (Επιμελητής της Ρηνανίας) διορίστηκε ως υπεύθυνος προστασίας των έργων τέχνης. Στην σύστασης αυτής της υπηρεσίας προστασίας των έργων τέχνης οδήγησε η πρότερη εμπειρία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τη διάρκεια του οποίου αντικείμενα ανεκτίμητης πολιτιστικής αξίας χάθηκαν για πάντα, καθώς επίσης και το ενδιαφέρον για τους πολλούς γερμανικούς θησαυρούς τέχνης που υπήρχαν στη Γαλλία από την εποχή των Ναπολεόντειων πολέμων.

Στις 29 Σεπτεμβρίου του 1940, μέρος του Λούβρου άνοιξε και πάλι. Στην τελετή των εγκαινίων παραβρέθηκαν ο Ζογιάρ και ο Μέττερνιχ (ο οποίος έβγαλε και λόγο), ο Στρατάρχης von Rundstedt, ο Hermann Bunjes, ο Πρέσβης Otto Abetz, και άλλοι.  Από τον Οκτώβριο του 1940, κάποιες γκαλερί γλυπτικής για λίγες ημέρες την εβδομάδα ήταν ανοικτές για το κοινό. Λειτούργησε επίσης ένα γραφείο πώλησης καρτ-ποστάλ. Ο Hermann Bunjes έγραψε έναν οδηγό στη γερμανική γλώσσα και οργανώθηκαν ξεναγήσεις για Γερμανούς αξιωματικούς και στρατιώτες.

image

Οι προστάτες των έργων τέχνης βρέθηκαν αντιμέτωποι μ’ ένα δίλημμα. Υποχρεώθηκαν να συνεργαστούν με τον οργανισμό του Ναζιστικού καθεστώτος που αναλάμβανε τις κατασχέσεις πολιτιστικού περιεχομένου, διοικητής του οποίου ήταν ο Alfred Rosenberg. Ο οργανισμός εκείνος, με εντολή του Φύρερ εξουσιοδοτήθηκε τον Ιούλιο του 1940, να κατάσχει όλα τα πολιτιστικά αντικείμενα προφανής αξίας, που αποτελούσαν «αγαθά Εβραίων χωρίς ιδιοκτήτη». Καθώς δεν υπήρχαν συγκεκριμένοι κανονισμοί – εκτός από τη Συνθήκη της Χάγης και το Γαλλογερμανικό σύμφωνο εκεχειρίας – ο Βολφ Μέττερνιχ επιχείρησε να εκτελέσει τις εντολές με τρόπο συμβατό με το διεθνές δίκαιο.

Τα γερμανικά αρχεία σχετικά με την κλοπή έργων τέχνης στη Γαλλία μαρτυρούν την περίεργη κατάσταση, που προέκυψε τους μήνες που ακολούθησαν: ο Μέττερνιχ, ύψωσε το ανάστημά του και προκάλεσε την εχθρότητα του Γερμανού Πρέσβη και στη συνέχεια του Alfred Rosenberg και του Reichsmarschall Göring (δύο ηγετικών φυσιογνωμιών του Ναζιστικού Καθεστώτος). Οι εντάσεις του Βολφ Μέττερνιχ με τους Οργανισμών Κατοχής καθώς επίσης και τους ανωτέρους του στο Βερολίνο, κλιμακώθηκαν. Εν τέλει, παρόλο που το 1942 μετατέθηκε μακριά από το Παρίσι, εκείνος συνέχισε από την Βόννη να επιβλέπει το έργο του προσωπικού του.

image

Ο Ζογιάρ πέρασε ολόκληρο τον πόλεμο στο Παρίσι, ταξιδεύοντας με το παλιό του αυτοκίνητο από Chateau σε Château, για να επιθεωρεί τις συλλογές που είχαν μεταφερθεί εκεί. Όταν οι συγκρούσεις μεταφέρθηκαν πιο κοντά στο Παρίσι, o Ζογιάρ οργάνωσε ένα σύστημα προστασίας και άμυνας στo Λούβρο, επιστρατεύοντας σε αυτό τους επιμελητές του και όλο το διαθέσιμο προσωπικό. Οι πρώτες συμπλοκές στο Παρίσι ξέσπασαν στις 19 Αυγούστου 1944. Ο κυριότερος κίνδυνος για το Λούβρο ήταν ότι βρισκόταν πολύ κοντά στο ξενοδοχείο Meurice, όπου είχε εγκατασταθεί το Γερμανικό Αρχηγείο. Οι μάχες για την απελευθέρωση του Παρισιού μαίνονταν. Ωστόσο το Μουσείο δεν υπέστη καμία σημαντική ζημία. Στις 25 Αυγούστου του 1944, τα τεθωρακισμένα του Γερμανικού Στρατού υπό τις διαταγές του Στρατηγού Leclerc εισήλθαν στην πόλη. Η μάχη στο Tuileries, (Δημόσιο Πάρκο δίπλα στο Λούβρο), έληξε περίπου στις 4 το απόγευμα, με την παράδοση των γερμανικών δυνάμεων.

Από τον Οκτώβριο του 1944, οι συλλογές σταδιακά άρχισαν να επιστρέφουν και το Λούβρο άνοιξε μερικώς ξανά. Συστάθηκε μια Επιτροπή για την επιστροφή των έργων με επικεφαλής τον Ζογιάρ, έργο της οποίας ήταν να αναζητήσει και να ανακτήσει τα έργα τέχνης που είχαν κλαπεί από τους Γερμανούς. Το Λούβρο άνοιξε τις πύλες του κανονικά τον Ιούλιο του 1945. Οι συλλογές του αναδύθηκαν από τον πόλεμο σχεδόν αλώβητες, κάτι που δε συνέβη στην περίπτωση των συλλογών εκείνων που ανήκαν σε Εβραίους που έπεσαν θύματα των δυνάμεων Κατοχής και του καθεστώτος του Petain (τότε Πρωθυπουργού της Γαλλίας φιλικά προσκείμενου στους ναζί) .

«Η Κιβωτός των Ανθρώπων» (Francofonia)

image

«Τι θα ήταν το Παρίσι χωρίς το Λούβρο, ή η Ρωσία χωρίς το Ερμιτάζ (Hermitage), αυτά τα αιώνια εθνικά ορόσημα που μένουν ανεξίτηλα μέσα στο χρόνο; Ας φανταστούμε μια κιβωτό στον ωκεανό, με ανθρώπους και σπουδαία έργα τέχνης (βιβλία, εικόνες, μουσική, γλυπτική, περισσότερα βιβλία, ηχογραφήσεις, και άλλα.) Το σκαρί της κιβωτού δεν μπορεί όμως να αντέξει και εμφανίζεται μια ρωγμή. Τι θα σώσουμε; Τα έμβια όντα;  Ή τις βουβές , αναντικατάστατες μαρτυρίες του παρελθόντος; Η ταινία «Η Κιβωτός των Ανθρώπων» είναι ένα ρέκβιεμ για ό,τι έχει χαθεί, ένας ύμνος στο ανθρώπινο θάρρος και πνεύμα και σε ό,τι ενώνει την ανθρωπότητα.» – Αλεξάντρ Σοκουρόφ

Όταν οι Γερμανοί καταλαμβάνουν το Παρίσι κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, «πέφτει» στα χέρια τους και το Μουσείο του Λούβρου. Με αφορμή τη συνεργασία μεταξύ του Γερμανού αξιωματικού Κόμη Βολφ Μέττερνιχ και του Γάλλου Διευθυντή του Λούβρου, Ζακ Ζογιάρ για τη διάσωση αυτής της ζωντανής Κιβωτού του ανθρώπινου πολιτισμού, ο μεγάλος Ρώσος σκηνοθέτης Αλεξάντερ Σοκούροφ, δημιουργεί μια πολυεπίπεδη ταινία για την τέχνη, τον πολιτισμό, τον πόλεμο και το τι ακριβώς είναι αυτό που μας κάνει ανθρώπους.

image

Το φιλμ «Francofonia» (Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία – 2015) του σπουδαίου Ρώσου καλλιτέχνη , Αλεξάντρ Σοκουρόφ, είναι ένα ιδιόμορφο μείγμα μυθοπλασίας, ντοκιμαντέρ και video art. Έχοντας πραγματοποιήσει την παγκόσμια πρεμιέρα της στο διαγωνιστικό τμήμα του 72ου Διεθνούς Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, η ταινία αφηγείται μια αληθινή, αξιοθαύμαστη ιστορία.

«Δημιουργώντας ταινίες για μουσεία μέσα σε μουσεία, προσκαλούμε ανθρώπους διαφορετικούς, άτομα από διαφορετικούς πολιτισμούς να γνωρίσουν στην πραγματικότητα αυτά τα πρωτότυπα έργα.» – Αλεξάντρ Σοκουρόφ

image

Ο Αλεξάντρ Σοκούροφ σε όλο το εύρος της μεγάλης φιλμογραφίας του (ντοκιμαντέρ, ταινίες μυθοπλασίας αλλά και άλλα συνδυαστικά είδη) αποδεικνύει ότι ένα μουσείο είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένας χώρος όπου διατηρείται η Τέχνη. Το μουσείο είναι το πραγματικό DNA ενός πολιτισμού, το ζωντανό όργανο της πόλης, εκεί όπου χτυπά η καρδιά ενός έθνους.

Σύμφωνα με την προσέγγιση του Σοκούροφ η έννοια του μουσείου είναι τουλάχιστον ιερή. Με την «Κιβωτό των Ανθρώπων» εξερευνά ένα ιστορικό κεφάλαιο με φόντο τα έργα τέχνης του Μουσείου του Λούβρου. Παράλληλα όμως εφαρμόζει και το μοναδικό προσωπικό του όραμα σε σκηνοθετημένες αναπαραστάσεις και πλάνα αρχείων, ενώ εστιάζει στα συναρπαστικά πορτρέτα δυο χαρακτήρων που υπήρξαν στην πραγματικότητα, του Ζακ Ζογιάρ και του Κόμη Βολφ Μέττερνιχ, καθώς και στην υποχρεωτική συνεργασία τους κατά την διάρκεια της Ναζιστικής Κατοχής στο Μουσείο του Λούβρου.

Διαβάστε επίσης:
Αφιέρωμα – Αλεξάντερ Σοκούροφ: Βαδίζοντας στα ίχνη του Αντρέι Ταρκόφσκι

image

«Η «Κιβωτός των Ανθρώπων» δεν είναι μια ιστορική ταινία με την κλασσική έννοια. Δεν ήθελα να ακολουθήσω μια επιστημονική προσέγγιση, παρά το ότι αποδίδω μεγάλη σημασία στις λεπτομέρειες των πραγματικών γεγονότων. Ο στόχος μου δεν ήταν πολιτικός, αλλά ήταν ένας στόχος που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως καλλιτεχνικός ή ακριβέστερα ως “πλήρης επίγνωσης”, να αντανακλά δηλαδή μέσα από τις ζωές των χαρακτήρων, το συναίσθημα της χρονικής περιόδου, την αίσθηση, τις γλώσσες. Άνθρωποι κάτω από  ιδιαίτερες συνθήκες, άνθρωποι που αγωνίστηκαν για την προστασία του πολιτισμού, για τη διατήρηση της τέχνης, υπερβαίνοντας εαυτό, ξεπερνώντας τις περιστάσεις οι οποίες μπορούσαν να τους είχαν  καταβάλλει. Μέσα στο μυαλό μου φαντάστηκα αυτήν την ταινία, και την είδα ως ένα μονοπάτι, ένα μονοπάτι στο οποίο όλοι έχουμε βρεθεί, ένα μονοπάτι στο οποίο ταξιδεύουμε και πάλι, και στο οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος, ο άνθρωπος του σήμερα, ταξιδεύει μαζί μας και μπορεί να καταλάβει και να αισθανθεί. Πρόκειται για μια διαδρομή που θα μας επιτρέψει να μεταφερόμαστε από το παρελθόν, στο παρόν και το μέλλον με το δικό μας τρόπο, καθοδηγούμενοι μόνο από τις σκέψεις, τους στοχασμούς και τις συσχετίσεις μας. Η «Κιβωτός των Ανθρώπων» φτιάχτηκε περισσότερο σαν ένα κολάζ παρά σαν ένα χρονογράφημα, ακολουθώντας συχνά τις περιπλανήσεις που ακολουθεί ο νους μας κατά τη διαδικασία της εναλλαγής των σκέψεων.» – Αλεξάντρ Σοκουρόφ

image

Ο Ρώσος σκηνοθέτης καταφέρνει να πλάσει ένα φιλοσοφικό σύμπαν όπου κινηματογραφικές εικόνες απαράμιλλης ομορφιάς προσθέτουν την αλληγορική τους διάσταση στον διάλογο ανάμεσα στα φυσικά, θνητά μας όρια και το αχαλίνωτο μας πνεύμα. Η νέα δημιουργία του Αλεξάντερ Σοκουρόφ, «Η Κιβωτός των Ανθρώπων» (Francofonia – 2015), προβλήθηκε και στις Ειδικές Προβολές του 56ου Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης. Η ταινία κυκλοφορεί στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες, σε διανομή της εταιρείας Filmtrade.

Έτος: 2015 | Xώρα: Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία | Διάρκεια: 88 λεπτά | Σκηνοθεσία: Aleksandr Sokurov | Σενάριο: Aleksandr Sokurov | Παίζουν: Louis-Do de Lencquesaing, Benjamin Utzerath, Vincent Nemeth.

«Αν έρθουμε σε επαφή με την τέχνη, δεν μπορούμε να μην έρθουμε σε επαφή με την Ιστορία. Η τέχνη είναι συνδεδεμένη σε τέτοιο βαθμό με την Ιστορία, την ιστορική διαδικασία, που δυστυχώς η Ιστορία ασκεί μια καταστροφική επιρροή στην τέχνη. Θα ήταν καλό να μπορούσε να αποκολληθεί η τέχνη από την Ιστορία, αλλά είναι αδύνατον… Οι χαρακτήρες αυτοί αποτελούν κομμάτι αυτής της Ιστορίας, αποτελούν μέρος της ίδιας της ζωής. Για μένα, ο Nαπολέων και η Mαριαν δεν είναι δύο συνηθισμένα πρόσωπα, δεν αποτελούν συμβολικές μορφές. Για μένα πρόκειται για χαρακτήρες εν ζωή, ολοζώντανους. Όλα τα φαντάσματα είναι ζωντανά, εφόσον υπάρχουν. Και εγώ πιστεύω στην ύπαρξη των φαντασμάτων, και όλων αυτών των πλασμάτων που κατοικούν στα σπίτια.» – Αλεξάντρ Σοκουρόφ

image