Πώς θα περιγράφαμε μια γυναίκα που αποφασίζει να εγκαταλείψει το μωρό της στα χέρια μιας άλλης, λίγες μόνο μέρες μετά τη γέννησή του; Υπάρχουν ελαφρυντικά ή έτσι απλά θα δικάσουμε και θα καταδικάσουμε; Αλήθεια, πιστεύει κανείς πως μια μάνα σ’ αυτή τη θέση χρειάζεται εμάς για να τιμωρεί ισόβια τον εαυτό της; Κι αν η επιλογή της είναι μονόδρομος; Πώς συνεχίζει στη ζωή;

Ads

Αυτήν την πληγή κουβαλάει και η ηρωίδα του βιβλίου «Θα γίνω ποτάμι» της Σέλι Ριντ. Η συγγραφέας κατάγεται από το Κολοράντο και, για τρεις δεκαετίες, δίδασκε δημιουργική γραφή, λογοτεχνία και περιβαλλοντικές σπουδές στο Western Colorado University. Αυτό είναι το πρώτο της μυθιστόρημα και έχει μεταφραστεί σε πάνω από τριάντα γλώσσες, ενώ βρίσκεται στις περισσότερες λίστες με τα καλύτερα βιβλία του 2023.

Βρισκόμαστε στην Αϊόλα λίγο μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η 17χρονη Βικτόρια, τα τελευταία πέντε χρόνια μετά το θάνατο της μητέρας της, μοιράζει τις ώρες της στη φροντίδα του σπιτιού και του οπωρώνα της οικογένειάς της. Ο πατέρας της είναι απορροφημένος με τα κτήματα και ο αδερφός της συνεχώς μπλεγμένος σε φασαρίες. Τότε, εμφανίζεται ο Γουίλ. Είναι ξένος στην περιοχή και όλοι οι κάτοικοι τον πολεμούν εξαιτίας της ινδιάνικης καταγωγής του. Οι δύο νέοι ζούνε έναν δυνατό έρωτα, όμως τα όνειρά τους γκρεμίζονται όταν ο Γουίλ βρίσκεται δολοφονημένος και η Βικτόρια ανακαλύπτει την εγκυμοσύνη της.

Η Βικτόρια έχοντας η ίδια ζήσει κοντά στη φύση κρύβεται σε μια καλύβα στο βουνό χωρίς φόβο. Οι δυσκολίες είναι πολλές αλλά το ένστικτο της επιβίωσης μεγαλύτερο· είναι αυτό, που τη βοηθάει και την ώρα της γέννας. Λίγες μέρες αρκούν για να καταλάβει πως η ίδια και ο γιος της κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα. Απελπισμένη αφήνει την καλύβα χωρίς προορισμό.

Ads

Στο πρώτο ξέφωτο που βρίσκεται μπροστά της, εγκαταλείπει το μωρό στο αυτοκίνητο ενός ζευγαριού, την ώρα που φροντίζουν το δικό τους βρέφος χωρίς να την αντιληφθούν. Η επιστροφή στο πατρικό της σπίτι είναι δύσκολη, όμως σύντομα βρίσκει τους γνωστούς ρυθμούς της. Μετά τον θάνατο του πατέρα της αναλαμβάνει μόνη της τον οπωρώνα, αφού ο αδερφός της έχει φύγει από την πόλη. Όταν η κυβέρνηση αποφασίζει τη δημιουργία μιας τεχνητής λίμνης στην περιοχή, είναι η πρώτη που πουλάει τη γη της προκαλώντας την οργή των συμπολιτών της. Την ενδιαφέρει μόνο να σώσει αυτό που θεωρεί μοναδική κληρονομιά τα δέντρα με τα περίφημα ροδάκινα, που είναι γνωστά σ’ όλη την περιοχή. Ρισκάρει και συνεργάζεται με επιστήμονες για τη μεταφορά τους σ’ άλλη γη και τα καταφέρνει. Αφήνει τα χρόνια να κυλούν χωρίς ιδιαίτερη κοινωνική ζωή, πιστά αφοσιωμένη στις καλλιέργειες της, με τη σκέψη της καθημερινά στον Γουίλ και το παιδί τους. Μια φορά τον χρόνο περνάει ώρες στο ξέφωτο, εκεί που για τελευταία φορά αγκάλιασε τον γιο της, προσπαθώντας να μαντέψει πώς κυλάει η ζωή του. Αιφνιδιάζεται, όταν μια τέτοια ημέρα ανακαλύπτει ένα σημάδι που μπορεί να την οδηγήσει στην «άλλη μάνα».

Όμως γιατί τώρα; Γιατί αυτή τη χρονική στιγμή και όχι νωρίτερα; Ποια δύναμη σπρώχνει αυτή τη γυναίκα να ζητάει τη βοήθεια της Βικτόρια είκοσι χρόνια μετά; Πώς θα αντιμετωπίσει η μία την άλλη; Αρκούν μια συγνώμη ή ένα ευχαριστώ για να υπάρξει μια καινούρια αρχή;

Η Σέλι Ριντ μοιράζεται μαζί μας τις ομορφιές της φύσης μ’ έναν τρόπο μοναδικό. Μας μιλάει για τον έρωτα, την οικογένεια, την απώλεια αλλά και τον ρατσισμό, αυτόν τον «αδήλωτο» πόλεμο που συνεχίζει να καταστρέφει ανθρώπινες ψυχές. Η ηρωίδα του βιβλίου επιλέγει μέσα από τη δική της θυσία να προσφέρει ελπίδα.

Μας δηλώνει «Θα γίνω ποτάμι», γιατί έτσι βλέπει τη ζωή: σαν ποτάμι με καθαρά νερά που άλλοτε κυλούν αφρισμένα και ορμητικά και άλλοτε αργά και κοπιαστικά. Ίσως, στην πορεία να υπάρξουν διαρροές αλλά το ποτάμι πάντα θα βρίσκει τον τρόπο να κυλάει…

ΘΑ ΓΙΝΩ ΠΟΤΑΜΙ /SHELLEY READ
Μετάφραση: ΙΛΑΕΙΡΑ ΔΙΟΝΥΣΟΠΟΥΛΟΥ /Εκδόσεις: ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ