Όσοι είμαστε τυχεροί μεγαλώνουμε σε οικογένειες με μεγάλα ή μικρότερα προβλήματα, με αδέρφια ή χωρίς, με εντάσεις και τσακωμούς αλλά σχεδόν πάντα νιώθοντας προστατευμένοι. Μήπως όλοι μας, τουλάχιστον μέχρι την εφηβεία, δεν θαυμάζουμε τους γονείς μας σαν μικρούς Θεούς; Μπορούμε να τους φανταστούμε σαν πλάσματα με πάθη και αδυναμίες; Να διαχωρίσουμε τον άνθρωπο από τον ρόλο; Δύσκολο, τουλάχιστον μέχρι την ενηλικίωση μας, όπου συνήθως έρχεται η σύγκρουση. Εκεί που δεν είναι σίγουρο αν θα νικήσουμε ή θα νικηθούμε.

Ads

Τον Σαντιάγο Ρονκαλιόλο (1975, Περού) τον λάτρεψα με το βιβλίο του «Κόκκινος Απρίλης» γιατί στάθηκε έρωτας από την πρώτη σελίδα, όπως ακριβώς και το «Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού».

Ο Τζίμι ταξιδεύει για πρώτη φορά μακριά από την οικογένειά του. Λίγο πριν ξεκινήσει τις σπουδές του στο πανεπιστήμιο, αφήνει τη Νέα Υόρκη και φτάνει στο Περού, στη χώρα που γεννήθηκε και μεγάλωσε ο πατέρας του. Η γιαγιά του, η Μάμα Τίτα όπως την αποκαλεί, είναι άρρωστη και χρειάζεται φροντίδα. Ο πατέρας του ο Σεμπαστιάν, επίτροπος σε καθεδρικό ναό, δεν τον συνοδεύει σ’ αυτό το ταξίδι αλλά ο Τζίμι ανταποκρίνεται περίφημα στην καθημερινή ρουτίνα: ψώνια, μαγείρεμα, ιατρικές επισκέψεις, συναντήσεις με γνωστούς και φίλους της γιαγιάς.

Σ’ ένα δελτίο ειδήσεων οι καταγγελίες παιδεραστίας σε βάρος του αρχιεπισκόπου του Τρουχίγιο ταράζουν απίστευτα τη Μάμα Τίτα. Από εκείνη τη στιγμή και μετά, ο Τζίμι αισθάνεται περίεργα τα βλέμματα των άλλων, νιώθει ψιθύρους πίσω από την πλάτη του. Αυτή η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα τον σπρώχνει στο διαδίκτυο. Εκεί τρομάζει καθώς διαβάζει ιστορίες φρίκης με καταγγελίες βιασμών παιδιών και εφήβων σε μια σειρά ονομάτων μέσα στα οποία βρίσκεται και το όνομα του πατέρα του. Ξεκινά να ρωτά και εκτός από τη Μάμα Τίτα, ο πατήρ Γκασπάρ ένας γέρος με κολάρο κληρικού, φίλος της γιαγιάς και ο Τόνι ένας παιδικός φίλος του πατέρα του, μιλούν για το παρελθόν.

Ads

Μαθαίνει, λοιπόν, για τον γάμο της γιαγιάς, την ευτυχία και την απόλυτη καταστροφή που ακολουθεί, για το δύσκολο διαζύγιο που γεμίζει με πίκρα και θυμό την ψυχή του Σεμπαστιάν, για τις δυσκολίες της άγριας εφηβείας του στα τελευταία μαθητικά του χρόνια και τέλος για τη γνωριμία που τον στιγματίζει. Ο καθηγητής Φουριάσε, ένας απίστευτα επικοινωνιακός άνθρωπος, κερδίζοντας την τυφλή υπακοή και αφοσίωση πολλών αγοριών του σχολείου, δημιουργεί μια αδελφότητα με στόχο τη χριστιανική ζωή όπου ο Σεμπαστιάν βρίσκει καταφύγιο.

Ο Τζίμι νιώθει ακόμη μακριά από την αλήθεια, όταν η γιαγιά τον πιέζει να γυρίσει στη Νέα Υόρκη. Εκεί καλείται να αντιμετωπίσει τους γονείς του μα πάνω απ’ όλα να διαχειριστεί τη μεγάλη του αγωνία: έχει υπάρξει κι αυτός θύμα βιασμού από τον ίδιο του τον πατέρα;

Η αφορμή δεν αργεί να βρεθεί και ο Τζίμι επιστρέφει στο Περού. Χρειάζεται την αλήθεια. Υπάρχουν, όμως, τόσοι πολλοί που θέλουν να ξεχάσουν. Θα σταθούν τοίχος απέναντί του ή θα τους λυγίσει η ανάγκη να βγάλουν από μέσα τους ό,τι φυλάνε στην πιο μαύρη γωνιά της καρδιάς τους; Μετά από όλα αυτό μπορεί να είναι ο ίδιος άνθρωπος; Μπορεί να αφήσει τον πατέρα του να υπάρχει στη ζωή του;

Ο Ρονκαλιόλο μάς βάζει να αναμετρηθούμε με πολλά, τον θρησκευτικό φανατισμό, την κατάχρηση εξουσίας, την παιδεραστία, χωρίς να μας βαραίνει. Μας μιλάει για οικογένειες που μεγαλώνουν σε σπίτια γεμάτα σιωπές και μισές αλήθειες. Κι όλα αυτά τα πετυχαίνει αριστοτεχνικά με τον δικό του ξεχωριστό τρόπο, χαρίζοντας μας ένα υπέροχο βιβλίο που κουμπώνει μαγικά με τη φράση του Τολστόι: «όλες οι ευτυχισμένες οικογένειες μοιάζουν μεταξύ τους αλλά κάθε δυστυχισμένη είναι δυστυχισμένη με τον δικό της μοναδικό τρόπο».

Αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού / ΣΑΝΤΙΑΓΟ ΡΟΝΚΑΛΙΟΛΟ
Μετάφραση: ΚΩΣΤΑΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ / Εκδόσεις: ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ