Ανάμεικτα συναισθήματα. Παρατηρώντας κανείς τις αντιδράσεις του κόσμου απέναντι στο Κομμουνιστικό Κόμμα, τουλάχιστον τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ακούει πολλά «ναι μεν… αλλά». Η συνεχής του παρουσία στον δρόμο για διεκδίκηση καλύτερων αμοιβών και συνθηκών εργασίας συχνά αντιπαρατίθεται με την άρνησή του να συμμετέχει σε κυβερνήσεις αριστερής προοπτικής. Η σαφής του απάντηση σχετικά με το «ποιος φταίει;» για τις ταλαιπώριες του λαού ερμηνεύεται συχνά και ως ακαμψία και τελικά δαιμονοποίηση κάθε απόπειρας για προσαρμογή στα δεδομένα του «συστήματος» ή χάραξη αυτόνομης, εκτός ΚΚΕ, πορείας.

Ads

Αυτές τις δημοσιογραφικές παρατηρήσεις ίσως κατανοήσει κάποιος καλύτερα μέσα από το βιβλίο του Χρήστου Κεφαλή «Κριτική του νεοσταλινισμού του ΚΚΕ», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ευμαρος.

Έχοντας την δική του πορεία και θέση σε σχέση με το ΚΚΕ, ο Κεφαλής υποστηρίζει πως από το 1991, με την ανάδειξη της Αλέκας Παπαρήγα στην ηγε­σία του, το ΚΚΕ ακολούθησε μια πορεία «σταλινικής αναπαλαίωσης», που το έχει οδηγήσει στο περιθώριο της πολι­τικής και κοινωνικής ζωής.

Ακολουθεί η συνέντευξη με τον συγγραφέα που εστιάζει κυρίως στο κεφάλαιο σχετικά με «ταυτίσεις», όπως ο ίδιος λέει, του ΚΚΕ με τον εγχώριο εθνικισμό, ταυτίσεις που συνδέει με τον νεοσταλινικό χαρακτήτα που αποδίδει στο Κόμμα. Απαντά ωστόσο και στο ερώτημα που αφορά στην εκλογική και δημοσκοπική άνοδο που έχει καταγράψει το ΚΚΕ τους τελευταίους μήνες.

Ads

Στο βιβλίο σας χρησιμοποιείτε τον όρο «νεοσταλινισμός» για να ορίσετε τον χαρακτήρα του ΚΚΕ. Τι περιλαμβάνει αυτή η έννοια;

Η έννοια του νεοσταλινισμού έχει δυο κύριες όψεις. Η πρώτη αφορά στην αναπαραγωγή των σταλινικών σχημάτων του σοσιαλφασισμού, ως κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής του ΚΚΕ μετά το 1991: άρνηση συμμαχιών, διάσπαση των συνδικάτων, σεκταρισμός, χειραγώγηση των κινημάτων· γενικά μια λογική «αντεπίθεσης για τη λαϊκή εξουσία και το σοσιαλισμό», όταν το κίνημα βρισκόταν σε άμυνα και μια τέτοια προοπτική υπήρχε μόνο στη φαντασία της ηγεσίας του ΚΚΕ.

Η δεύτερη είναι η συνολική επιστροφή στον Στάλιν: δογματισμός, παραμέρισμα της κληρονομιάς του μαρξισμού, ακόμη και των ίδιων των Μαρξ και Λένιν, αποθέωση των μαζικών σταλινικών εγκλημάτων. Παρουσιάζουν έτσι τον Στάλιν σαν κορυφαίο επαναστάτη και υπερασπιστή του σοσιαλισμού, που δεν ήταν ποτέ, για να αξιώσουν απατηλά έναν ανάλογο τίτλο για τον εαυτό τους.

Μετά την ανάδειξη της Αλέκας Παπαρήγα στην ηγεσία, υποστηρίζετε πως το ΚΚΕ συμπορεύθηκε με τον εθνικισμό και την ακροδεξιά σε μια σειρά από ζητήματα. Πού εδράζεται αυτή η θέση;

Ο μαρξισμός και το κομμουνιστικό κίνημα εξέφρασαν τα συμφέροντα και τις ιστορικές προοπτικές της εργατικής τάξης. Ο Στάλιν, ωστόσο, συγκέντρωσε γύρω του τους καριερίστες και ημιμαθείς γραφειοκράτες του σοβιετικού κράτους και του κομματικού μηχανισμού, που εμφορούνταν από μια διαφορετική, μικροαστική οπτική. Ένα κομβικό στοιχείο της ήταν και ο εθνικισμός, συγκεκριμένα ο μεγαλορωσικός σοβινισμός, που είχε ισχυρές ρίζες στην τσαρική Ρωσία.

Ο Λένιν, στα τελευταία γραπτά του, αναφέρθηκε ρητά στο μεγαλορωσικό σοβινισμό του Στάλιν. Τον χαρακτήρισε «σοσιαλεθνικό» και «σκαιό μεγαλορώσο χωροφύλακα», που θα έφερνε στο προσκήνιο τα τσαρικά στοιχεία του σοβιετικού κράτους, ασκώντας μια νέα καταπίεση. Η σταλινική αναπαλαίωση στο ΚΚΕ αναπαρήγαγε αναγκαία αυτές τις λογικές.

Μπορείτε να δώσετε παραδείγματα συνεργασιών και στελεχών του ΚΚΕ που θα λέγατε ότι είχαν τέτοιο, προβληματικό, πρόσημο;

Το πιο περίοπτο ασφαλώς είναι η Λιάνα Κανέλλη, η οποία ήταν και παρέμεινε μετά την ανάδειξή της σε βουλευτή του ΚΚΕ εθνικίστρια. Έχει υποστηρίξει θέσεις όπως η διατήρηση του άβατου του Αγίου Όρους, η σύμπλεξη Εκκλησίας – κράτους, κοκ. Εξέδιδε ακόμη για χρόνια το περιοδικό Νέμεσις, όπου παρέλαυναν κάθε λογής δεξιοί εθνικιστές και θρησκόληπτοι. Αυτή η πλευρά της δράσης της έγινε αποδεκτή και ακόμη στηρίχτηκε από το ΚΚΕ. Στο δοκίμιο αφιερώνω ένα κεφάλαιο σε αυτό το θέμα.

Η Κανέλλη δεν είναι όμως η μόνη. Δυο άλλες, όχι τόσο γνωστές περιπτώσεις, στελεχών του ΚΚΕ, τις οποίες επίσης συζητώ εκτενώς, ήταν ο ποιητής Γ. Κακουλίδης, με καθημερινή στήλη για μια 20ετία στο Ριζοσπάστη, και ο Γ. Χουρμουζιάδης, για χρόνια μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και βουλευτής, κάτοχος μιας κυριακάτικης στήλης στον Ριζοσπάστη. Και φυσικά, για ένα διάστημα, ο Κ. Ζουράρις.

Σε επίπεδο πολιτικής γραμμής τώρα, αναφέρεστε ιδιαίτερα στη στάση του ΚΚΕ απέναντι στο Σχέδιο Ανάν, τη θέση που πήρε στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας και τη συμφωνία των Πρεσπών.

Το ΚΚΕ συντάχτηκε με πρωτοβουλίες που εξέφραζαν την ακροδεξιά και εθνικιστική εναντίωση στο Σχέδιο Ανάν. Το 2002 οι Κανέλλη, Χουρμουζιάδης και Τζέκης συνυπέγραψαν μια «Διακήρυξη για το Κυπριακό», που εμφάνιζε τους Τουρκοκύπριους περίπου σαν προαιώνιους εχθρούς των Ελληνοκυπρίων. Στους υπογράφοντες περιλαμβάνονταν ο γνωστός Εφραίμ της Μονής Βατοπεδίου, ο Φιλόθεος της Μονής Καρακάλου, ένας συνωμοσιολόγος κληρικός, που υποστηρίζει ότι τα εμβόλια για τον Covid-19 φέρουν το σφράγισμα του Αντίχριστου, και ο Μπόλκας της Μονής Οσίου Αρσενίου, ένας οπαδός της τσαρικής οικογένειας των Ρομανόφ. Επίσης, γνωστοί εθνικιστές, όπως οι Παπαθεμελής, Καραμπελιάς, Ήφαιστος, Γιαλουρίδης, Ζουράρις, Τζάνη, κ.ά. Αυτό επαναλήφθηκε το 2004.

Στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας, με το πρόσχημα της εναντίωσης στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, ο Ριζοσπάστης συμπορεύτηκε πλήρως με τον εθνικισμό του Μιλόσεβιτς. Έφτασαν να δημοσιεύουν επαινετικά άρθρα και ρεπορτάζ για τον Μλάντιτς (εμπλεκόμενο σε γενοκτονίες στη Βοσνία) και τις συναντήσεις του Ζιουγκάνοφ, επικεφαλής του ΚΚΡΟ, με τον Βόισλαβ Σέσελι. Ο Σέσελι, σύμμαχος τότε του Μιλόσεβιτς, ήταν ο Μιχαλολιάκος της Σερβίας, ο Ριζοσπάστης όμως τους παρουσίαζε σαν «αντιιμπεριαλιστές».

Στην Επιτροπή Υπεράσπισης του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς (Slobodan Milošević International Committee), το σάιτ της εξακολουθεί να υπάρχει– συμμετέχουν, εκτός από την Κανέλλη, με την ιδιότητα της Αντιπροέδρου, περίοπτα τότε στελέχη του ΚΚΕ, όπως οι ευρωβουλευτές Στ. Κόρακας και Κ. Αλυσσανδράκης, ο πανεπιστημιακός Δ. Καλτσώνης, ο Ν. Φωτιάδης της ΕΕΔΥΕ, κοκ. Η Επιτροπή έβριθε από Ρώσους και Σέρβους ακροδεξιούς, του ίδιου τύπου με τους Ντούγκιν που στηρίζουν σήμερα τον πόλεμο του Πούτιν στην Ουκρανία.

Η στάση του ΚΚΕ απέναντι στη συμφωνία των Πρεσπών αντιπροσωπεύει το πιο πρόσφατο κεφάλαιο. Ο ίδιος ο Κουτσούμπας καταδίκασε τη συμφωνία με το επιχείρημα ότι εκτρέφει τον αλυτρωτισμό της γειτονικής χώρας. Αυτό δεν ήταν μόνο ψέμα –οι αλυτρωτικές αναφορές εξαλείφθηκαν από το Σύνταγμά της– αλλά πλήρης ταύτιση με τον ελληνικό εθνικισμό και σοβινισμό.

Αν μελετήσετε λίγο Μαρξ και Λένιν, θα δείτε ότι επέμεναν πάντα στην ανάγκη να υπερασπίζουν οι κομμουνιστές τα μικρά έθνη, που σε μια εθνική διένεξη μπορεί να γίνουν εύκολα θύματα του σοβινισμού μιας μεγαλύτερης χώρας. Η ηγεσία του ΚΚΕ αντίθετα είδε τον κίνδυνο, όπως η ΝΔ και η Ελληνική Λύση, στον «αλυτρωτισμό των Σκοπίων».

Υπάρχει ακόμη το θέμα του Βιβλίου Ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού και της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, στα οποία σημειώνετε ότι το ΚΚΕ πήρε ταυτόσημες θέσεις με τον ΛΑΟΣ και την Εκκλησία…

Το Βιβλίο Ιστορίας της Στ΄ Δημοτικού, που παρουσιάστηκε το 2007 από την ομάδα της Μ. Ρεπούση, δεν ήταν βέβαια ένα αριστερό βιβλίο. Ήταν απλά εκσυγχρονιστικό και ευθυγραμμιζόταν με το πνεύμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Άνοιγε όμως μια ρωγμή στα κυρίαρχα αφηγήματα του εγχώριου εθνικισμού, δίνοντας δυνατότητες παρέμβασης στους προοδευτικούς εκπαιδευτικούς. Γι’ αυτό προκάλεσε μια λυσσαλέα αντίδραση του εκκλησιαστικού κατεστημένου, του ΛΑΟΣ, κοκ.

Το ΚΚΕ συντάχτηκε με το αίτημα των εθνικιστικών κύκλων για απόσυρση του βιβλίου, κάτι που δεν είχε κάνει ποτέ πριν και δεν έκανε ποτέ αργότερα για κανένα άλλο σχολικό βιβλίο. Έβγαλε μάλιστα Ανακοίνωση το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, καλώντας τους προοδευτικούς εκπαιδευτικούς «να το εκμηδενίσουν στη συνείδηση των μαθητών».

Το αποτέλεσμα ήταν να αποσυρθεί το βιβλίο και να εγκριθεί αργότερα, το 2012, το πολύ χειρότερο, ακραία συντηρητικό (με ευμενή σχόλια για τον Μεταξά, κ.ά.) βιβλίο της ομάδας Κολιόπουλου, στο οποίο συνεισέφερε μεταξύ άλλων ο Χ. Μηνάογλου, συγγραφέας μιας «Ιστορίας του ανθελληνισμού». Το ΚΚΕ φυσικά δεν ενοχλήθηκε διόλου, ούτε ζήτησε την απόσυρση αυτού του βιβλίου.

Ακόμη χειρότερα έχουν τα πράγματα με το ζήτημα της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, που ήρθε στο προσκήνιο επί κυβέρνησης Σημίτη. Οι μαρξιστές κλασικοί, ιδιαίτερα ο Λένιν και η Λούξεμπουργκ, επέμεναν στο πλήρες κόψιμο των δεσμών ανάμεσα στην Εκκλησία και το κράτος, με εξάλειψη κάθε αναφοράς σε δημόσια έγγραφα στο θρήσκευμα. Το ΚΚΕ αντίθετα ταυτίστηκε ουσιαστικά με τη θέση της Εκκλησίας για προαιρετική αναγραφή του θρησκεύματος.

Αν μπείτε στο Ρεσάλτο, ένα καθαρά ακροδεξιό σάιτ, θα δείτε αναρτημένο ένα μακροσκελές ψευδο-θεωρητικό άρθρο του Θανάση Παπαρήγα, επίσημου κομματικού θεωρητικού, δημοσιευμένο αρχικά τον Ιούνιο του 2000 στο Ριζοσπάστη, για το θέμα της θρησκείας. Λέει μέσες-άκρες ότι ο ελληνικός λαός είναι ψυχικά ταυτισμένος με την ορθοδοξία και η εξάλειψη του θρησκεύματος από τις ταυτότητες ήταν μια ιμπεριαλιστική συνωμοσία, για να ενταθεί η θρησκευτική καταπίεση. Το Ρεσάλτο χαρακτηρίζει το άρθρο του Παπαρήγα «εξαίρετο κείμενο», προσθέτοντας ότι εμείς τα λέμε αυτά από καιρό. Και από τη σκοπιά του έχει δίκιο. Στο θέμα αυτό το ΚΚΕ υποστήριξε τις θέσεις του Ρεσάλτο και της Χρυσής Αυγής, εμφανίζοντας τις μαρξιστικές θέσεις ως «αντικομμουνισμό».

Να προσθέσω μόνο ότι το 2006 το ΚΚΕ κατέθεσε μια πρόταση για το «χωρισμό Εκκλησίας-κράτους», που πρόβλεπε τη συνέχιση της μισθοδοσίας των κληρικών από το κράτος, αποσπώντας τους ενθουσιώδεις επαίνους του Χριστόδουλου. Πιο δεξιά, δηλαδή, από τους Μάνο και Ανδριανόπουλο, που υποστήριζαν τότε τον οικονομικό χωρισμό.

Στο βιβλίο παρατηρείτε ότι το ΚΚΕ αντιτάχθηκε σε εθνικά κινήματα όπως εκείνο των Κούρδων, όμως παράλληλα στήριξε την δικτατορία του Άσαντ στη Συρία. Πώς εξηγείτε αυτό το «παράδοξο»;

Το καθεστώς του Άσαντ, μια ακραία αντιδραστική δικτατορία που δολοφόνησε περί τις 500.000 Σύριους και εξανάγκασε σε εξορία πολλά εκατομμύρια, υπήρξε ο κυματοθραύστης των αραβικών επαναστάσεων. Βοήθησε έτσι την ακροδεξιά και τους νεοφασίστες να ενισχυθούν πρώτοι στα ευρωπαϊκά κέντρα, κερδίζοντας την ένθερμη υποστήριξή τους. Ακροδεξιοί όπως η Μαρίν Λε Πεν, ο Νικ Γκρίφιν, ο Ντέιβιντ Ντιουκ της Κου Κλουξ Κλαν, οι δικοί μας της Χρυσής Αυγής και πλήθος άλλοι έχουν όλοι εκφράσει, με λόγια και με έργα, το θαυμασμό τους για τον Άσαντ.

Στη Συρία υπάρχουν δύο σταλινικά ΚΚ, που αντί να συνταχτούν με τη λαϊκή εξέγερση το 2011, δοκιμάζοντας τις διώξεις του καθεστώτος, προτίμησαν να συνταχτούν με τον Άσαντ. Το ΚΚΕ οργάνωσε διεθνείς διασκέψεις και υπέγραψε ανακοινώσεις στις οποίες εμφάνιζαν τον Άσαντ ως αγωνιστή κατά του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού. Έτσι έδωσαν αριστερά, προοδευτικά εύσημα στη συριακή δικτατορία. Και από την άλλη, αποδοκίμασαν το δίκαιο εθνικό κίνημα των Κούρδων, εμφανίζοντάς τους ως υποχείρια των Αμερικάνων.

Αυτές οι θέσεις θα αποτελούν ένα ανεξίτηλο μαύρο στίγμα στην ιστορία του ΚΚΕ. Είναι σαν να υποστήριζε κανείς το 1973 τη δικτατορία των συνταγματαρχών καταδικάζοντας την εξέγερση του Πολυτεχνείου ως αμερικάνικη συνωμοσία. Και υπάρχουν πολλά ακόμη τέτοια στίγματα.

Το βιβλίο σας εκδόθηκε σε μια περίοδο κατά την οποία το ΚΚΕ καταγράφει άνοδο της επιρροής του, όπως προκύπτει από τις καθημερινές επαφές και συζητήσεις με ανθρώπους αλλά και από τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα. Μάλιστα είναι το μόνο κόμμα στην ευρύτερη Αριστερά που καταγράφει μια τέτοια άνοδο. Θεωρείτε ότι ο νεοσταλινισμός τον οποίο «χρεώνετε» στο ΚΚΕ δεν ενοχλεί μεγάλο κομμάτι του κόσμου ή πως δεν γίνεται αντιληπτός ως κάτι το πολιτικά αποκρουστικό;

Θέτετε ένα ερώτημα που για να το απαντήσω επαρκώς θα πρέπει να επεκταθώ σε όλη τη θεματολογία του βιβλίου. Θα μου επιτρέψετε να το κάνω μέσα από μια ιστορική αναλογία.

Θα συμφωνήσετε ασφαλώς ότι ο νεοφασισμός και η ακροδεξιά έχουν κάνει άλματα την τελευταία 20ετία στην ΕΕ. Έχουν ήδη κατακτήσει μια πολύ ισχυρή αφετηρία και στις ευρωεκλογές του 2024 όλα δείχνουν ότι θα έχουν νέες επιτυχίες, πολύ μεγαλύτερες από την αναιμική ενίσχυση του ΚΚΕ. Στις συνθήκες αυτές η άνοδος του ΚΚΕ είναι ένα τοπικό στοιχείο, που ούτε δικαιώνει την πολιτική του, ούτε αναιρεί δυνητικά τη γενική τάση, γιατί υπεκφεύγει τα πραγματικά καθήκοντα του κινήματος.

Στα 1929-33, όταν ανέβαινε ο ναζισμός, το ΚΚ Γερμανίας είχε διπλασιάσει τα εκλογικά του ποσοστά από 9% σε 17%, αλλά νικητής τελικά ήταν ο Χίτλερ, στον οποίο ο σταλινισμός πρόσφερε τη νίκη στο πιάτο. Αλλά και σε μας μετά την άνοδο στην ηγεσία του Ζαχαριάδη, ενσαρκωτή του εγχώριου σταλινισμού, το ΚΚΕ είχε εκλογικές επιτυχίες, απέτυχε όμως πλήρως να αντισταθεί στην επιβολή της μεταξικής δικτατορίας και ουσιαστικά διαλύθηκε από αυτή. Σήμερα το ΚΚΕ ενισχύεται όχι χάρη στη νεοσταλινική πολιτική του, αλλά παρά αυτή την πολιτική. Εισπράττει μια ψήφο τυφλής διαμαρτυρίας γιατί ο κόσμος, μέσα στην απόγνωσή του, θέλει από κάπου να πιαστεί και δεν βρίσκει κάτι καλύτερο. Αντί να διαμορφώνουν μια φωτισμένη ριζοσπαστική συνείδηση, κολακεύουν την ημιμάθεια και τις πλάνες του κόσμου και ακόμη της κομματικής βάσης.

Στο ΚΚΕ προτιμούν τους εύκολους δρόμους, που αποφέρουν κάποτε άμεσα οφέλη, είναι όμως απατηλοί. Κάτω από ηχηρές επαναστατικές φράσεις σκεπάζουν κάτι τελείως παρωχημένο και στατικό που αποπνέει ιστορική τύφλωση, οδηγώντας σε βέβαιη αποτυχία. Οι κατά καιρούς ταυτίσεις τους με την ακροδεξιά παρέχουν σχετική μαρτυρία, όντας εξαιρετικά επικίνδυνες σε εποχές όπως η τωρινή.