Σε μια μικρή πόλη της Γερμανίας, αριστοκράτες, κοινοί θνητοί και απατεώνες επιδίδονται με πάθος στα τυχερά παιχνίδια. Με άκρατο κυνισμό και με σαφείς διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις τζογάρουν χρήματα, ανθρώπους και αισθήματα. Εκεί, σε αυτή τη μικρογραφία της Ευρώπης με τις πολλές γλώσσες, τις διαφορετικές νοοτροπίες και με τις ιδιαιτερότητες κάθε λαού, ο Αλεξέι Ιβάνοβιτς θα παρασυρθεί στη δίνη του αδιέξοδου έρωτα και θα παίξει στη ρουλέτα κάθε ίχνος αξιοπρέπειας.

Ads

Αυτή είναι η υπόθεση του «Παίκτη» του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, που παρουσιάζεται στο Θέατρο 104.  Και η Σοφία Καραγιάννη που υπογράφει την σκηνοθεσία μίλησε στο tvxs.gr για το έργο, το πάθος του τζόγου, την κοινωνία της εποχής του συγγραφέα, που είναι εθισμένη όσο και η δική μας στον εύκολο πλουτισμό και τον αδυσώπητο έρωτα.

Το έργο καταπιάνεται με το πάθος του τζόγου, αλλά και με άφθονο χιούμορ σαρκάζει την κοινωνία της εποχής του συγγραφέα. Τι σας γοήτευσε για να ασχοληθείτε με αυτό;

Ο Ντοστογιέφσκι κάνει μια εύστοχη και κωμική περιγραφή μιας κοινωνίας που την γοητεύει ο εύκολος τρόπος πλουτισμού. Πόσο σημερινό φαινόμενο; Από την άλλη χρησιμοποιεί τόσο εύστοχα τον μηχανισμό της ρουλέτας για να στροβιλίσει και να πνίξει τους ήρωές του στη δίνη της. Δίνει με τον πιο γλαφυρό τρόπο το ψευδο-νόημα που ασκεί το παιχνίδι πάνω στην ανθρώπινη φύση. Ο παίκτης χάνει την αίσθηση της αξίας των χρημάτων, την αίσθηση του χώρου, του χρόνου και εν τέλει του ίδιου του εαυτού του. Συνδέει το πάθος του τζόγου με αυτό του έρωτα όμως  ο παθιασμένος παίκτης βγαίνει και στα δυο παιχνίδια χαμένος.

Ads

Ο «Παίκτης» είναι ένα έργο βαθιά ψυχολογικό με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία και ένα από τα πιο σημαντικά έργα του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι. Σας τρόμαξε να αναμετρηθείτε με ένα τέτοιο κείμενο;

Ισα, ίσα μόνο γοητεία μπορεί να ασκήσει ένα κείμενο σαν τον «Παίκτη». Οι συσχετισμοί που κάνει ο Ντοστογιέφσκι σ’ αυτήν τη νουβέλα είναι χαρακτηριστικοί του υψηλού φρονήματος της γραφής του. Αν και υπήρξαν στιγμές που ένοιωθα κατά τη διάρκεια των προβών πως όλο αυτό μπορεί και να ήταν ένα ποντάρισμα.

Τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε στην παράσταση;

Δυσκολία αποτελεί από μόνο του το γεγονός ότι δεν είχα, για άλλη μια φορά, στα χέρια μου ένα θεατρικό κείμενο. Το να βρεις τον κώδικά της παράστασης καθώς και να τιθασεύσεις την αφηγηματική γλώσσα ήταν το βασικό ζητούμενο.

Το βιβλίο εκδόθηκε το 1866. Πόσο επίκαιρο συνεχίζει να παραμένει σήμερα;

Όσο επίκαιρη είναι και η αγωνία να κερδίσουμε εύκολα και χωρίς κόπο χρήματα, να χαθούμε μέσα σε υποκατάστατα που μας απομακρύνουν από το ίδιο το νόημα της ύπαρξης μας, να φερθούμε αλαζονικά και να χάσουμε την αξιοπρέπεια μας, να παθιαστούμε με ανώφελα πράγματα και να απομονωθούμε απ’ότι συμβαίνει γύρω μας.

Με άκρατο κυνισμό και με σαφείς διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις οι ήρωες τζογάρουν χρήματα, ανθρώπους και αισθήματα. Είμαστε διατεθειμένοι να τα θυσιάσουμε όλα στον βωμό του χρήματος;

Μα τι είναι όλο αυτό που ζούμε σήμερα; Όλα γίνονται θυσία στο βωμό της εξουσίας και του χρήματος. Η σύγχρονη κοινωνία είναι άκρως υλιστική για αυτό και έχουμε κυρίως υλιστικούς στόχους. Αυτό μας λέει και «Ο Παίκτης», στην πραγματικότητα η τύχη συμπεριφέρεται καλά  σ’ αυτούς που έχουν την πολυτέλεια να χάσουν. Οι νόμοι της ελεύθερης καπιταλιστικής αγοράς έχουν άμεση σχέση με το «παιχνίδι».

Πόσο εθισμένοι είμαστε τελικά στον πλούτο; Και υπάρχει έξοδος διαφυγής από αυτή τη νοοτροπία;

Λέει ο Σοφοκλής στην Αντιγόνη … «Γιατί κανένας θεσμός σαν το χρήμα δεν φύτρωσε ανάμεσα στους ανθρώπους τόσο ολέθριος». Την έξοδο διαφυγής την ανακαλύπτει ο καθένας μόνος του και μεγαλώνοντας. Όταν βρίσκεσαι στη φύση, παίζεις με το παιδί σου ή το σκύλο σου, βουτάς στη θάλασσα και πίνεις μπύρες με φίλους. Τότε είσαι αρκετά πλούσιος γιατί  έχεις πολύ αέρα.

image

Πιστεύετε ότι τα πάθη μπορούν να λειτουργήσουν και σαν πηγή έμπνευσης και δημιουργίας;

Και τα πάθη και τα λάθη και οι παθιασμένοι έρωτες ακόμη και η πιο πεζή πραγματικότητα μπορεί να εμπνεύσει.

Πόσο εύκολο είναι να παρασυρθεί κανείς στη δίνη του αδιέξοδου έρωτα, όπως συμβαίνει και με τον Αλεξέι Ιβάνοβιτς;

Ο Αλεξέι Ιβάνοβιτς δεν παρασύρεται ακριβώς σ’ έναν αδιέξοδο έρωτα, διακατέχεται από ένα υπόγειο πάθος.  Η Πωλίνα τον αντιμετωπίζει με αδιαφορία ενώ αυτός ξέρει πως στα μάτια της είναι ένα τίποτα. Την αντιμετωπίζει σαν αυτοκράτειρα και τον εαυτό του σαν σκλάβο.  Όταν όμως η Πωλίνα αποδεικνύεται τρωτή και παίρνει τη θέση του σκλάβου, παύει να έχει νόημα γι αυτόν, τον έχει κερδίσει το παιχνίδι της ρουλέτας και εκεί θα ξεσπάσει όλο του το πάθος.

Κρίνοντας από την πορεία σας, φαίνεται να σας γοητεύει η λογοτεχνία. Έχετε ασχοληθεί στο παρελθόν με την Ψυχολογία Συριανού Συζύγου του Ροΐδη, Μάρτυς μου ο Θεός του Μάκη Τσίτα, Διγενής Ακρίτης, στα όρια. Δεν είναι δύσκολο να βρεθεί μια θεατρική γλώσσα στα λογοτεχνικά έργα;

Η πρώτη μου δουλειά ήταν το «Μη παίζεις με τα χώματα»της Σ.Βλαχογιάννη επίσης μια μεταφορά λογοτεχνικών κειμένων, μετά ήρθε η «Ψυχολογία Συριανού συζύγου» και όλα τα υπόλοιπα. Με γοητεύει η θεατρική αναζήτηση μέσα στην τεράστια δεξαμενή της λογοτεχνίας. Εκεί υπάρχουν όλα τα εργαλεία της δουλειάς μας και υπάρχει και μεγάλη ελευθερία για να πειραματιστείς. Ξαναγράφεις στην πραγματικότητα την ιστορία με τους όρους και τα μέσα του θεάτρου. Πρέπει να εφεύρεις μια σωματική και φωνητική γλώσσα για να υπερασπιστείς την ιστορία. Δεν είναι μια εύκολή διαδικασία όμως σε αποζημιώνει γιατί έχει μεγάλη συγκίνηση να ζωντανεύεις τους λειψούς ήρωες της λογοτεχνίας

Τι θα θέλατε να νιώσει ο θεατής φεύγοντας από την αίθουσα; Με τι να προβληματιστεί;

Ο κάθε θεατής νοιώθει και ταυτίζεται με κάτι διαφορετικό. Δεν έχω ποτέ την αγωνία να φύγει με κάτι συγκεκριμένο που θέλω να πω μέσα από την δουλειά μου. Έχω μόνο την αγωνία να παρακολουθήσει κάτι ζωντανό και να του προκαλέσει μια αντίδραση.

Σχέδια για το μέλλον;

Δεν είναι ακόμη προς ανακοίνωση καθώς διαμορφώνεται το πλαίσιο της συνεργασίας. Ωστόσο το χειμώνα με περιμένει η σκηνοθεσία μιας ωραίας κωμωδίας και με την ομάδα μου άλλο ένα σπουδαίο λογοτεχνικό κείμενο.