Το έργο «Οδυσσέας (Τα μπλε σου μάτια και ο πατέρας της θάλασσας του φανταστικού)», με τον Τάσο Παλαντζίδη στον πρωταγωνιστικό ρόλο που παίζεται στο Θέατρο Μικρό Γκλόρια βασίζεται στον μύθο του ομηρικού Οδυσσέα.

Ads

Είναι ένας βαθιά ηλικιωμένος, φαινομενικά «ακίνδυνος» στον δικό μας σύγχρονο κόσμο άνδρας, ο κ. Φώτης. Ανίσχυρος, αποστεωμένος, χωρίς Πηνελόπη, πάσχει από άνοια, έχει απογυμνωθεί από τα ηρωικά χαρακτηριστικά της δύναμης, της δεξιότητας και της πυγμής, αλλά μέσα σε όλη αυτή τη δίνη που τον παρασύρει καταφέρνει να κρατήσει τη μαεστρία της διαχείρισης και το ταλέντο της εξαπάτησης.

Ο Οδυσσέας εν τέλει και δια μέσω του κ. Φώτη εξαπατά ξανά, αλλά αυτή τη φορά, τον ίδιο τον ασθενή εαυτό του. Τον εξαπατά με όπλο του τη φαντασία. Φαντάζεται σε τέτοιο οργανικό σημείο, που δημιουργεί έναν κόσμο μέσα στο φως του οποίου μπορεί να αναγεννηθεί και να ταξιδέψει ξανά. Χτίζει το παρελθόν του από την αρχή, ανακατασκευάζοντας τον προσωπικό του μύθο, μέσα στον οποίο μεταμορφώνεται και μεταμορφώνει τους γύρω του για να υπάρξει. Η ύπαρξη του στηρίζεται στις υπερβάσεις του φαντασιακού, όσο στο νερό που χρειάζεται να πίνει.

Μέσω του «νερού» αυτού κερδίζει την αθανασία και αφήνει ως κληροδότημα στον ώριμο πλέον γιο του Τηλέμαχο, την έννοια της πίστης στο υπερβατικό. Σε έναν Τηλέμαχο που αναγκάζεται να αποχωριστεί για ακόμα μία φορά τον πατέρα του.

Ads

Η σύλληψη – σκηνοθεσία είναι του Λύσανδρου Σπετσιέρη, με τον οποίο μιλήσαμε…

Ποια στοιχεία του μύθου έχετε κρατήσει και γιατί;

Κύριος οδηγός του έργου είναι το ομηρικό έπος, το ταξίδι και οι σταθμοί ενός πολύπαθου ήρωα, που επιθυμεί να επιστρέψει στη ζεστασιά του τόπου του και το καταφέρνει μέσω της πίστης, της εξαπάτησης και του πάθους. Διαιρείται – θεωρητικά σε ραψωδίες – σε κεφάλαια σταθμούς στο ονειρικό ταξίδι του κ Φώτη. Μία δομή που αποφασίζει αρχικά να βασιστεί και στον Οδυσσέα του Joyce, αναφορικά με το πως εκείνος κατορθώνει να μετουσιώσει την έννοια του Οδυσσέα, αντιπαραβάλλοντας το καθημερινό με το επικό και συσχετίζοντας τις στάσεις του κ. Μπλουμ, με τις ραψωδίες του ομηρικού έπους.

Το έργο βρίσκεται διαρκώς στα δίπολα κ. Φώτης και Οδυσσέας – Φαντασιακό και Πραγματικό. Όπως ο Οδυσσέας, έτσι και ο κ. Φώτης βουτάει μέσα σε μία υπαρξιακή διαδρομή σε συνθήκες κάθε άλλο παρά κανονικές. Αυτό που έχει για μένα πολύ ενδιαφέρον είναι η εκκίνηση του σχεδιασμού της παράστασης. Η βασική ιδέα, η συσχέτιση δηλαδή του μύθου του ταξιδιού του ομηρικού Οδυσσέα με την ιστορία ενός ηλικιωμένου ανοϊκού που καθρεφτίζεται στo πρόσωπο του πατέρα μου, σχηματίστηκε το καλοκαίρι του 2022. Η σκέψη θα έπρεπε να πάρει μορφή πρωτίστως πάνω σε χαρτί – συνηθίζω να γράφω σε διηγηματική μορφή τον σκελετό των παραστάσεων και έπειτα να σχεδιάζω τις σκηνικές εικόνες – μα μου ήταν αδύνατο να ξεκινήσω.

Κάποια στιγμή βρήκα τρόπο διαφυγής σκεπτόμενος τι θα ήθελα να μου αφήσει φεύγοντας η παράσταση αυτή, αναφέροντας γραπτώς συγκεκριμένα παραδείγματα. Έτσι ξεκίνησαν όλα, σημειώνοντας «Σαν από ταινία του Fellini» . Η φράση αυτή οδήγησε στην επόμενη «αυτό το αθάνατο 8 1/2» και στη συνέχεια «σαν από ταινία του Αλέκου Αλεξανδράκη, εκείνη την ταινία με την αθηναϊκή συνοικία, τη συνοικία το όνειρο «Σαν το Mamma Roma του Pasolini αλλά και την Θυσία του Tarkovsky, σαν παραμύθι του Collodi ή σαν περιπέτεια του Jacques –Yves Cousteau. Σαν δακτυλικό αποτύπωμα του James Joyce». Έτσι λοιπόν και εξαιτίας αυτού, καθοδηγήθηκαν όλες οι σκηνές του έργου διαπιστώνοντας πως ήταν – το προοίμιο αυτό- επίκληση στις μούσες, για το ταξίδι αυτού του Οδυσσέα. Τον Ιανουάριο του 2024 ήρθε η συνεργασία με τον Διονύση Χριστοφιλογιάννη για την εικαστική κατεύθυνση του έργου και με τη Ραφαέλα Μαρτίνες για τη θεατρική πλέον απόδοση του κειμένου βγάζοντας το έργο «Οδυσσέας» από τα στενά όρια και τον συγκεντρωτισμό της προσωπικής μνήμης.

Ποιος είναι ο στόχος της παράστασης και τι αναφορές έχει στο σήμερα ο τρόπος που παρουσιάζετε τα πάθη του Οδυσσέα;

Ο πρωταρχικός στόχος κάθε καλλιτέχνη είναι πιστεύω πάντα ένας, να πει επιτακτικά μια ιστορία και να καταφέρει να επικοινωνήσει με τον θεατή του. Να δημιουργήσουν μεταξύ τους μία σύνδεση για λίγες ώρες ή και για πάντα. Αυτός γίνεται και ο πρωταρχικός στόχος του ίδιου του έργου τέχνης. Να αφήσει τον θεατή να εισέλθει στον διαφορετικό κόσμο του και να του μιλήσει. Πώς; Θεωρώ παραβολικά και εντελώς προσωπικά. Κάτι που πιστεύω να αποτυπώνεται στον υπότιτλο που συμπληρώνει τον τίτλο «Τα μπλε σου μάτια και ο πατέρας της θάλασσας του φανταστικού». Το έργο τοποθετείται χρονικά στο τώρα, οι άνθρωποι παλεύουν μεταξύ ιδεατού και απτού. Μεταξύ φανταστικού και τεχνοκρατικού. Κωμικού και τραγικού. Η νόσος Alzheimer που ταλαιπωρεί τον κεντρικό ήρωα, λειτουργεί ως αφορμή και δίνει το έναυσμα στο φαντασιακό του ταξίδι και στη διαμόρφωση των σχέσεων που τον περιβάλλουν. Σε μία ολική μεταμόρφωση, που μεταφέρεται ακόμα και στους τοίχους του σπιτιού του, μεταφορικά και κυριολεκτικά.

Η νόσος του Alzheimer αφορά περισσότερα σπίτια απ’ όσα μπορούμε λογιστικά να μετρήσουμε. Αλλά αφορά και σε ένα βαθύτερο συλλογικό επίπεδο κοινωνιών. Είναι η συνεχιζόμενη πληροφορία ίσως; Ένα ανθρώπινα υπερφορτωμένο δίκτυο; Η έλλειψη προετοιμασίας στην ταχύτητα των αλλαγών του αιώνα που διανύουμε; Μπορώ εύκολα να δω έναν Κόσμο ο οποίος εξαιτίας της επίτευξης της αθανασίας, απολλύει σταδιακά τη μνήμη του ξεκινώντας από το πιο πρόσφατο παρελθόν, περνάει στη συνέχεια σε ένα στάδιο ύπαρξης σαν από συνήθεια, έως ότου φτάνει σε σημείο να επιβιώνει μέσω οδηγιών και να αντιλαμβάνεται το κατ’ ελάχιστον. Ίσως στο απώτερο μέλλον ενός τέτοιου μελλοντικού κόσμου, το νευρικό του σύστημα να αγνοεί πλήρως τον τρόπο των φυσικών του λειτουργιών.

Περιγράψτε μας τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιείτε τη μουσική και το βίντεο στην παράσταση.

Είναι συνθέσεις ηχοτοπίων – μεταξύ και κάποιων αγαπημένων κλασικών μουσικών επιλογών – αλλά και πρωτότυπων πειραματικών συνθέσεων του συνθέτη Αλέξανδρου Δημητρόπουλου που επεμβαίνουν και ενδυναμώνουν την ποιητική διαδρομή των σκηνών. Τα video που δημιουργήθηκαν σε συνεργασία με τον Έλληνα εικαστικό «The Krank», εμπλουτίζουν την οπτική αφήγηση, μεταβάλλοντας τον περιβάλλοντα χώρο σε κάτι άλλο, πέρα από τους τέσσερις τοίχους ενός διαμερίσματος. Μουσική και video είναι αναπόσπαστα κομμάτια της αφήγησης, εργαλεία που στηρίζουν όχι τόσο την πραγματικότητα αλλά την επιθυμία.

Με ποια κριτήρια επιλέξατε τους ηθοποιούς και ποιον υποδύεται ο καθένας και η καθεμία;

Περνάς από συνεχείς αλλαγές για να ολοκληρώσεις την τελική εικόνα, είναι ένα παιχνίδι πολλών συσχετισμών. Ό,τι έχει να κάνει με ένα τόσο σύνθετο έργο χρειάζεται και δεύτερη και τρίτη και δέκατη σκέψη για την τελική σύνθεση. Φυσικά αυτό είναι τις περισσότερες φορές αδύνατο, γιατί δεν καθορίζεται πάντα και αποκλειστικά από εσένα. Τα πρόσωπα που τελικά έχουν επιλεγεί και είναι αποτέλεσμα ευτυχών συγκυριών για την παράσταση «Οδυσσέας» είναι σα να ανοίγεις τις σελίδες του έργου και τους τραβάς από το πέτο.

Στη σύνθεση αυτή υπάρχει η απαραίτητη αρμονία ή και η δυσαρμονία μεταξύ των προσώπων που παίζουν. Είναι ηθοποιοί που αγάπησαν και υποστήριξαν μία ιδέα, δημιούργησαν ερμηνευτικά μία οικογένεια και οδηγούν πλέον την παράσταση. Στον ρόλο του Οδυσσέα (κ .Φώτης) είναι ο Τάσος Παλαντζίδης. Η Νικόλ Δημητρακοπούλου υποδύεται την Irina – τη γυναίκα που φροντίζει τον ασθενή από άνοια Οδυσσέα και ό,τι έχει να κάνει με αυτόν, την καθημερινότητα του, ενώ στο ρόλο του Τηλέμαχου, του γιού που αναζητά τον πατέρα, είναι ο Κωνσταντίνος Παπαθεοδώρου.