Η σκηνοθέτις Άσπα Τομπούλη και ο ηθοποιός Αντώνης Φραγκάκης μιλούν στο tvxs.gr για την παράσταση του έργου του βραβευμένου Ισπανού Γκιλιέμ Κλούα «Δέρμα στις φλόγες» που παίζεται στο θέατρο Olvio

Ads

Βρισκόμαστε σε μια χώρα που δεν κατονομάζεται και η οποία  έχει βγει από έναν δεκαετή εμφύλιο πόλεμο. Σήμερα υπάρχει ειρήνη και δημοκρατία με την επίβλεψη του ΟΗΕ και των Μεγάλων Δυνάμεων.  Κατά τη διάρκεια του πολέμου, πριν από 20 χρόνια  ένας φωτορεπόρτερ  ο Σόλομον (Αντώνης Φραγκάκης)  τράβηξε τη φωτογραφία ενός μικρού κοριτσιού την ώρα που τιναζόταν από μία βόμβα, εξασφαλίζοντάς του διασημότητα και πλούτη. Σήμερα, λοιπόν, έρχεται να παραλάβει το βραβείο και μια δημοσιογράφος της επίσημης κυβερνητικής εφημερίδας  η Χάννα (Μυρτώ Αλικάκη) του παίρνει συνέντευξη θέτοντας διλήμματα πολιτικά και βαθιά υπαρξιακά.

Την ίδια ώρα στη σκηνή παρακολουθούμε την στορία ενός δεύτερου ζευγαριού. Ένός απεσταλμένος του ΟΗΕ σε ηγετική θέση  εκμεταλλεύεται σεξουαλικά μια κοπέλα προκειμένου να βοηθήσει την κόρη της που βρίσκεται σε κώμα στο νοσοκομείο. Δύο ιστορίες στον ίδιο χώρο αλλά σε άλλο χρόνο. Ένα έργο στο οποίο οι ήρωες συνδιαλέγονται μέσα από τις πληγές τους οι οποίες με τη σειρά τους χαράζουν νέες πληγές.

Το εξαιρετικής δύναμης έργο του Ισπανού Γκιλιέμ Κλούα  δείχνει πως οι αθεράπευτες πληγές του πολέμου «γράφουν» αλλιώς σε κάθε δέρμα και ψυχή και πως διαιωνίζουν τη βία μεταθέτοντας στο μέλλον έναν αέναο πόλεμο εξουσίας.

Ads

image

Θέτει όμως και ερωτήματα διαχρονικά με τρόπο που αφορούν τραγικά το παρόν μας αλλά και τόπο μας « Αφορά ιδιαίτερα την Ελλάδα, και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ήθελα να το κάνω» μας λέει η Άσπα Τομπούλη.

Ποια είναι τα αληθινά θύματα ενός πολέμου τελικά; Πόσο αντιλαμβανόμαστε την υποκρισία των θεσμών; Πού αρχίζει το παιχνίδι  εξουσίας και άραγε τελειώνει ποτέ; Το ότι δεν ακούμε σήμερα βόμβες σημαίνει ότι τέλειωσε ο πόλεμος;  «Πέφτουν δίπλα μας και τα θραύσματά τους πάνω μας απλά είμαστε χοντρόπετσοι.» απαντά ο Αντ. Φραγκάκης

Από την αιχμηρή πένα του συγγραφέα δεν γλιτώνουν ούτε τα κινήματα που έκαναν σημαία τη φωτογραφία του φλεγόμενου κοριτσιού. Ο Κλούα φέρνει τον θεατή συνεχώς αντιμέτωπο με τον εαυτό του σε ένα έργο βαθιά πολιτικό και ταυτόχρονα υπαρξιακό και η Άσπα Τομπούλη καταφέρνει αριστοτεχνικά για άλλη μια φορά να δημιουργήσει τις προΰποθέσεις ώστε η φωνή του έργου να φτάσει σε μας και να μας ακολουθεί για τις επόμενες ημέρες.  Το διεισδυτικό της βλέμμα πάνω στο κείμενο αλλά και ο τρόπος που εργάζεται στην καθοδήγηση των ηθοποιών δεν φωτίζουν απλώς το κείμενο αλλά συχνά το συμπληρώνουν.
Η σκηνοθέτις δίνει τη δυνατότητα  στον θεατή να αντιλαμβάνεται και μέσω των σιωπών ή ακόμα των σημείων στίξεως. Πολύ καλοί στις ερμηνείες τους οι Μυρτώ Αλικάκη, Αντώνης Φραγκάκης, Ρηνιώ Κυριαζή και Νίκος Νίκας σε ένα έργο με ενδιαφέρουσα αλλά και απαιτητική δραματουργία. Το Δερμα στις Φλόγες είναι μία παράσταση που δεν πρέπει να χάσετε.

image

Άσπα Τομπούλη

Το γεγονός ότι δεν ακούς βόμβες να πέφτουν δε σημαίνει ότι ο πόλεμος τελείωσε λέει η ηρωίδα του έργου. Συνοψίζει η φράση αυτή την κατάσταση που ζούμε σήμερα;

Θα μπορούσε να την συνοψίζει. Αλλά θα μπορούσε, εξίσου, και να μην τη συνοψίζει. Γιατί, σήμερα, και οι βόμβες ακούγονται και οι κίνδυνοι κάθε άλλο παρά αόρατοι είναι και η καταστροφή, ο πόλεμος, ο ξεριζωμός είναι καθημερινές πραγματικότητες. Ταυτόχρονα, δεν φαίνεται η δυνατότητα αντιμετώπισης αυτών των καταστάσεων είτε γιατί αυτοί που θα μπορούσαν να το κάνουν δεν θέλουν είτε γιατί εθελοτυφλούν είτε γιατί οι καταστάσεις τους ξεπερνούν. Η Χάννα, που λέει αυτή τη φράση στο Δέρμα στις φλόγες του Γκίλιεμ Κλούα, είναι ένα άτομο που έζησε την παιδική της ηλικία μέσα στον εμφύλιο πόλεμο της χώρας της. Τώρα, μετά την λήξη του πολέμου, η δημοκρατία είναι ασταθής και δεν μοιάζει και πολύ με δημοκρατία. Η Χάννα είναι δημοσιογράφος. Είναι μία γυναίκα ευφυής αλλά και μία φανατική, που θέλει να εκδικηθεί για τη δυστυχία και την καταστροφή της πατρίδας της. Κυρίως είναι ένα άτομο τραυματισμένο, σωματικά και ψυχικά. Η πορεία που διαγράφει μέσα στο έργο την οδηγεί σε μια ανατροπή της αρχικής της στάσης. Η πορεία της Χάννα, το σταδιακό και επώδυνο ξεγύμνωμά της, η τελική της συνθηκολόγηση και, κυρίως, ο τρόπος που παρουσιάζεται αυτή η πορεία από τον Κλούα, είναι από τα πιο συναρπαστικά στοιχεία του έργου.
Επιλέξατε το έργο αυτό μόνο χάρη στη δύναμή του ή θεωρείτε ότι τα διλήμματα που θέτει είναι στην αιχμή των ημερών; και ποιο ήταν το στοίχημα για εσάς στη συγκεκριμένη παράσταση;
Τα διλήμματα ή οι ενδιαφέρουσες ιδέες δεν είναι αρκετός λόγος για να σκηνοθετήσει κανείς ένα έργο, κατά την γνώμη μου, τουλάχιστον. Σίγουρα, το Δέρμα θέτει θέματα που είναι καίρια για τον σημερινό κόσμο, ιδιαίτερα την Ελλάδα, και αυτός ήταν ένας από τους λόγους που ήθελα να το κάνω. Όμως το Δέρμα είναι και ένα καλοστημένο έργο με ενδιαφέρουσα δραματουργία, ιδιαίτερα σε ότι αφορά τις παράλληλες δράσεις και τους διαλόγους των δύο ζευγαριών που συνυπάρχουν σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, σε διαφορετικούς όμως χρόνους. Αυτά ήταν ένα από τα κίνητρα μου για να δουλέψω το Δέρμα.

Πρόκειται για ένα αντιπολεμικό έργο το οποίο όμως παρουσιάζει ανάγλυφα όλη την παθογένεια της ανθρωπότητας μέσα από τις σχέσεις εξουσίας και θέτει πολλά ερωτήματα ποιο είναι για σας το κυρίαρχο;

Δύο θέματα μου κίνησαν το ενδιαφέρον στο Δέρμα. Η αυθαίρετη παρέμβαση της Ιστορίας στις ζωές των απλών ανθρώπων. Πως ο πόλεμος αλλάζει την καθημερινότητα τους, πως τραυματίζει ή καταστρέφει ανθρώπινες ζωές ή δημιουργεί καριέρες για αυτούς που καταφέρνουν να επωφεληθούν από τις καταστάσεις αυτές. Αλλά κυρίως, μου κίνησε το ενδιαφέρον το θέμα της εκμετάλλευσης ενός μύθου: το πώς ένας μύθος μπορεί να χρησιμοποιηθεί θετικά ή αρνητικά από την εξουσία και από ανθρώπους που έχουν δύναμη. Γιατί, όπως ξέρετε, η πλοκή του έργου στήνεται γύροω από την ταυτότητα του κοριτσιού μιας θρυλικής φωτογραφίας, που δείχνει ένα κοριτσάκι να φλέγεται από την έκρηξη μιας βόμβας ναπάλμ. Είναι σαφής η παραπομπή στην ιστορική φωτογραφία από τον πόλεμο του Βιετνάμ – μια φωτογραφία-μύθος – που αποτυπώνει τη δυστυχία του πολέμου μέσα από την εικόνα του φλεγόμενου παιδιού που τρέχει για να σωθεί. Ο Κλούα θέτει αυτό το ερώτημα μέσα από τις προσωπικές ιστορίες των δύο του ηρωίδων, της Χάννα και της Ίντα, και έτσι το στοιχείο της εκμετάλλευσης ενός μύθου γίνεται απτό και βαθιά ανθρώπινο μέσα στο έργο.

Οι ηθοποιοί σας υποστηρίζουν απόλυτα τους ρόλους τους όπως συμβαίνει σε κάθε σας παράσταση. Πώς οδηγείστε κάθε φορά στη σωστή επιλογή;

Δεν είναι πολύ εύκολο να σας απαντήσω. Παίζουν πολλά πράγματα ρόλο στην επιλογή των ηθοποιών. Ιδανικά, θέλω να συνεργάζομαι με ηθοποιούς που είναι ανοικτοί στο να δοκιμάζουν νέα πράγματα.

Παρακολουθώντας παραστάσεις σας διαπιστώνει κανείς πως έχετε ένα ιδιαίτερα διεισδυτικό βλέμμα τόσο στους χαρακτήρες όσο και στο θέμα του συγγραφέα.
Αν σας ζητούσα να προσδιορίσετε τη σκηνοθετική σας κατεύθυνση;

Μου αρέσει να αφηγούμαι ιστορίες με τον τρόπο που εγώ τις διαβάζω μέσα στα έργα ή στα πεζά που κάθε φορά δουλεύω. Με ενδιαφέρει το πως δημιουργούνται κόσμοι πάνω στην σκηνή. Το σώμα του ηθοποιού μέσα στον σκηνικό χώρο, οι εικόνες. Τα κείμενα υπάρχουν στα ράφια των βιβλιοπωλείων και στις βιβλιοθήκες και κάθε φορά που κάποιος τα παίρνει για να τα σκηνοθετήσει ξεπηδάει μια νέα ματιά, δημιουργείται ένας νέος κόσμος πάνω στη σκηνή. Με ενδιαφέρει αυτή η μετάπλαση. Και, φυσικά, η συνεργασία και η δουλειά με τους ηθοποιούς, που έτσι και αλλιώς, «φέρουν» την παράσταση.

Πώς θα χαρακτηρίζατε τη σχέση σας με το θέατρο; Γιατί επιμένετε να κάνετε θέατρο σε μια εποχή και σε έναν τόπο που οι συνθήκες δεν είναι οι πλέον ευνοϊκές για τους δημιουργούς;

Να μου επιτρέψετε να αμφιβάλλω για το αν ήταν ποτέ ευνοϊκές οι συνθήκες για το θέατρο (την τέχνη, γενικότερα) στην Ελλάδα. Ίσως να ήταν λιγότερο δύσκολες, όχι όμως ευνοϊκές. Και δεν μιλώ για χρήματα (που έτσι και αλλιώς δεν υπάρχουν τώρα) αλλά για την έλλειψη μιας γενικότερης πολιτικής από την πλευρά του κράτους σε ό,τι αφορά το θέατρο, την υποστήριξή ή την προώθησή του. Δεν είναι μόνον οι κρατικοί οργανισμοί (Λυρική, Εθνικό Θέατρο κ.ά.) που χρειάζονται υποστήριξη. Σε κρίσιμες περιόδους το θέατρο πάντα δημιουργούσε σημαντικά πράγματα και προσέλκυε το κοινό. Στο Ελληνικό θέατρο γίνονται τις τελευταίες δεκαετίες, αηιόλογες δουλειές από νέους και παλαιότερους καλλιτέχνες. Δεν είναι δυνατόν οι αστικοί μη κερδοσκοπικοί θίασοι που συνεχίζουν, και σήμερα, να παράγουν δουλειές υψηλού επιπέδου, να έχουν αφεθεί στη μοίρα τους. Κυρίως σήμερα, είναι ανάγκη να βρεθούν κάποιες (οι όποιες) διέξοδοι στα σοβαρά προβλήματα που υπάρχουν στο θέατρο. Η αδιαφορία του κράτους ήταν και είναι σχεδόν προκλητική. Η κρίση φαίνεται ότι μπορεί να χρησιμεύει και ως μία καλή πρόφαση για να αδιαφορήσεις παντελώς για κάτι που πάντα σου ήταν αδιάφορο και πεδίο άσκησης μικροπολιτικής.

image

Αντώνης Φραγκάκης

Υποδύεστε έναν ευάλωτο ήρωα πάνω ο οποίος συγκεντρώνει και τα περισσότερα διλήμματα του έργου. Καταφέρνετε να αποδώσετε πολύ καλά τον εύθραστο αλλά και αντιφατικό ψυχισμό του. Ποιά ήταν η πρόσκληση για εσάς στον συγκεκριμένο ρόλο;

Μεγαλώνουμε εκπαιδευόμενοι να μην είμαστε ευάλωτοι. Να μην είμαστε τρωτοί, να μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τις επιθέσεις. Μαθαίνουμε ότι το περιβάλλον μας θα είναι ανταγωνιστικό , σχεδόν εχθρικό. Οπότε είναι προτιμότερο να είσαι αναίσθητος παρά ευάλωτος. Εδώ βρίσκεται για μένα η πρόκληση. Να γίνω λιγότερο από το πρώτο και περισσότερο από το δεύτερο.

Το έργο θέτει πολλά ερωτήματα. Ένα από αυτά είναι το ποια είναι τελικά τα πραγματικά θύματα ενός πολέμου. Τι θα απαντούσατε;

Το τέλος του έργου είναι η αρχή του. Αφήνει την αίσθηση ότι είναι μία ιστορία που επαναλλαμβάνεται συνεχόμενα. Αυτοί οι τέσσερις άνθρωποι είναι εκπρόσωποι διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Στον πόλεμο κάποιοι θα κοιτάξουν να ωφεληθούν. Κάποιοι  θα έχουν ηθικά κάποιοι πολιτικά διλήμματα και κάποιοι θα συντριβούν. Σε κάθε περίπτωση ο πόλεμος δημιουργεί θύματα. Οι πληγές τους διαφέρουν. Άλλες είναι πιο εμφανείς άλλες πιο ύπουλες.

«Το γεγονός ότι δεν ακούς βόμβες να πέφτουν δε σημαίνει ότι ο πόλεμος τελείωσε»  λέει η  ηρωίδα του έργου. Συνοψίζει η φράση αυτή την κατάσταση που ζούμε σήμερα;

Σήμερα τις ακούμε. Πέφτουν δίπλα μας και τα θραύσματά τους πάνω μας απλά είμαστε χοντρόπετσοι.

Ο  φωτογράφος τον οποίο υποδύεστε  έχτισε τη ζωή και τη φήμη του πάνω στον πόνο ενός κοριτσιού, αλλά συντέλεσε με αυτή τη φωτογραφία στην αφύπνιση της κοινής γνώμης.  Έχετε ξεκάθαρη απάντηση σε ένα τέτοιο ηθικό δίλημμα ή θεωρείτε ότι είναι δύσκολο να πάρει  απόλυτη θέση κανείς;

«Χρόνια έχω να κάνω στον εαυτό μου αυτή την ερώτηση. Και ούτε εσείς ως δημοσιογράφος έπρεπε να κάνετε την ερώτηση». Στο έργο έτσι απαντά ο Σάλομον στην Χάννα όταν τον ρωτά αν μετανοιωνει που δεν φώναξε το κορίτσι αντί να το φωτογραφίσει. Το θέμα είναι τεράστιο. Ως προς τον φωτογράφο  από θέση ο ρόλος του είναι να αφυπνίζει τη συνείδηση των πολλών. Θυμίζει τον φωρογράφο – πολεμικό ανταποκριτή που τράβηξε το παιδάκι που λιμοκτονούσε  με τον γύπα στα δύο βήματα και τιμήθηκε με το βραβείο Πούλιτζερ. Τρεις μήνες μετά αυτοκτόνησε. Η πιο συνηθισμένη ερώτηση που δεχόταν  ήταν αν βοήθησε αυτό το παιδί. Ειναι προτιμότερο να σκοτωθούν κάποιοι ώστε να σωθούν οι πολλοί; Αν ανάμεσα σε αυτούς τους καποιους ειναι το παιδί σου ή η μητέρα σου με ποιους θα συνταχθείς ;
Καλούμαστε να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα, κάτω απο διαφορετικές μορφές, πολλές φορές στη ζωή μας. Το σύνολο των απαντήσεων μας, γράφει την πορεία μας.

INFO
Ώρα: κάθε Δευτέρα, Τρίτη στις 21:30. OLVIO theater, Ιερά Οδός 67 & Φαλαισίας 7, Βοτανικός, Τηλ.:210 3414118. Εισιτήρια: 12€, 9€ μειωμένο (Για φοιτητές, ανέργους, ΑΜΕΑ) , προπώληση: 10€, 7€ μειωμένο (Για φοιτητές, ανέργους, ΑΜΕΑ). Ώρες κράτησης εισιτηρίων: 17:00 – 21:00.