Με φόντο την Νέα Υόρκη, στις αρχές της δεκαετίας του ’80, ο Τζ. Σ. Τσάντορ, υπογράφει το σενάριο και σκηνοθετεί δύο αξιόλογους ηθοποιούς, την Τζέσικα Τσάστεϊν και τον Όσκαρ Άιζακ, καθώς προσπαθούν να συντηρήσουν την επιχείρησή τους, αλλά μοιραία ανακαλύπτουν τη διαφθορά που τους περιβάλλει. Προβάλλεται σήμερα στην ΕΡΤ και αποτελεί την τηλεοπτική μας πρόταση.

Ads

Το 1981 ήταν η πιο βίαιη χρονιά στην ιστορία της Νέας Υόρκης. Προερχόμενη από την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του ’70, η πόλη γνώρισε μια δραματική μετάβαση από την αναπτυσσόμενη μητρόπολη που ήταν το ’20 με τις περικοπές, την αύξηση της εγκληματικότητας και την πολιτική διαφθορά να έχουν φτάσει στο ζενίθ τους το ’60.

Η αυγή της δεκαετίας του ’80 σηματοδοτήθηκε από την αποκαλούμενη «λευκή φυγή», στην ασφάλεια των γύρω προαστίων, καθώς ένα νέο κύμα μεταναστών πλημμύρισε τις περιφέρειες σε αναζήτηση νέων ευκαιριών, αλλάζοντας δραματικά το σκηνικό και τη φύση της Νέας Υόρκης.

image

Ads

Η επιχειρηματικότητα στο επίκεντρο του καπιταλισμού γέμισε με ένταση και πολυπλοκότητα, ενώ οι μικρές επιχειρήσεις που ήθελαν να επεκταθούν στα ανώτερα κλιμάκια της βιομηχανίας και του εμπορίου έγιναν πια υπόθεση «ο καθένας για τον εαυτό του».

Η ταινία ακολουθεί τρεις ημέρες από τη ζωή του Άμπελ Μοράλες (Όσκαρ Άιζακ), ενός Λατινομαερικάνου μετανάστη, που μαζί με τη σύζυγο του Άννα – γέννημα-θρέμα του Μπρούκλυν – (Τζέσικα Τσάστεϊν), χτίζουν μια μικρή επιχείρηση πετρελαίου θέρμανσης που παρέλαβαν από τον μαφιόζο πατέρα της Άννα. Αφιερωμένοι να διοικήσουν την επιχείρηση με νόμιμους τρόπους, ανακαλύπτουν ότι ο δρόμος για την επιτυχία είναι διεφθαρμένος…

image

Ο καταξιωμένος σεναριογράφος και σκηνοθέτης, Τζ. Σ. Τσάντορ, που μέχρι σήμερα μας είχε παρουσιάσει δύο ιδιαίτερα αξιόλογες δημιουργίες – «Margin Call» του 2011 και «All Is Lost» του 2013 – επιστρέφει το 2014, με την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του: «Στα Χρόνια της Βίας» (A Most Violent Year), επιστρέφει δυναμικά με την τρίτη μεγάλου μήκους ταινία του.

Το φιλμ «Στα Χρόνια της Βίας / A Most Violent Year», εξετάζει την αποφασιστικότητα ενός μετανάστη να πάρει τον ηθικά λανθασμένο δρόμο, ενώ απειλείται η οικογένεια του, η επιχείρηση του και πάνω απ’όλα, η ακλόνητη πίστη του στο δρόμο που διάλεξε.

image

Στα «Χρόνια της Βίας», οι καλύτερες προθέσεις ενδίδουν στα πρωτόγονα ένστικτα και οι άνθρωποι αναγκάζονται να συμβιβάσουν τα πιστεύω τους κι ας είναι τα σωστά.

Το καλό σενάριο ήταν βασικό χαρακτηριστικό στις ταινίες του Τζ. Σ. Τσάντορ, έτσι κι εδώ όπου μάλιστα έχει την τύχη να έχει δύο αποδεδειγμένα καλούς ηθοποιούς στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, τον Όσκαρ Άιζακ και την Τζέσικα Τσάστεϊν, η οποία κέρδισε με την ερμηνεία της μία Υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα ‘Β Γυναικείου Ρόλου.

image

«Με τον Άμπελ Μοράλες, με ενδιέφερε να εξερευνήσω θέματα αδίστακτης ατομικότητας και αυτοδυναμίας», αναφέρει ο Τσάντορ. «Είναι πεποίθηση μου ότι για να πετύχεις σ’ αυτή τη χώρα, υπάρχουν συγκεκριμένα πράγματα που μπορείς και δε μπορείς να κάνεις. Τα «Χρόνια της Βίας» εξετάζουν τα όρια της ανοδικής κινητικότητας, καθώς ο Άμπελ ανεβαίνει τα σκαλοπάτια της επιτυχίας». «Ο Άμπελ δεν πιστεύει ότι η βία είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνει η δουλειά σου», συνεχίζει ο Τσάντορ. «Είναι κάτι στο οποίο ελπίζει να μη χρειαστεί να ενδώσει, έως ότου η κατάσταση κλιμακωθεί».

image

«Ο Άμπελ μοιάζει με ειρηνιστή, σε μια περίοδο που η Νέα Υόρκη θύμιζε περισσότερο Άγρια Δύση», προσθέτει ο Άιζακ. «Τον αντιμετώπισα ως ένα τίμιο άντρα με γκρίζες ζώνες. Ήταν εύκολο να τον φανταστώ να μετατρέπεται σε ψυχοπαθή καθώς προχωρά. Συναντάς καθημερινά ανθρώπους που πετυχαίνουν επαγγελματικά κι αρχίζουν να αντιμετωπίζουν τους συνανθρώπους ως αντικείμενα. Χάνουν τη συναίσθηση με την πάροδο του χρόνου ή μαθαίνουν να κατακερματίζουν τις σκοτεινές παρορμήσεις τους. Στον Άμπελ είδα μια ενδιαφέρουσα αντιπαράθεση: απεγνωσμένος να αποκτήσει τα καλύτερα πράγματα στη ζωή του, θα διαλέξει το σύντομο μονοπάτι της βίας για να φτάσει πιο γρήγορα στον χρυσό».

image

Η Τζέσικα Τσάστεϊν, που είχε εξ αρχής εκδηλώσει ενδιαφέρον για ενσαρκώσει την Άννα Μοράλες, ήταν εκείνον που πρότεινε στον σκηνοθέτη και σεναριογράφο της ταινίας Τζέι Σι Τσάντορ, να σκεφτεί τον Όσκαρ Αϊζακ για τον πρωταγωνιστικό. Οι δύο ηθοποιοί ήταν συμφοιτητές στη δραματική σχολή του Juilliard και έψαχναν για χρόνια την ευκαιρία να συνεργαστούν στην μεγάλη οθόνη.

Για την Τσαστέιν ο ρόλος ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να ενσαρκώσει την καλή σύζυγο και μητέρα, αλλά και ταυτόχρονα μια σκοτεινή επιχειρηματία. «Την φαντάστηκα ως έναν άνθρωπο που λατρεύει τον ρόλο της ως γυναίκα, και τον γάμο της με έναν πολύ αρρενωπό άντρα», αναφέρει η Τσαστέιν. «Κατά τη διάρκεια όμως της ταινίας, αρχίζει να αναπτύσσει μια απέχθεια προς τον Άμπελ, καθώς τα ζητήματα της επιχείρησης γίνονται περίπλοκα. Απογοητεύεται όταν τον παρακολουθεί να μη χειρίζεται τα θέματα όπως εκείνη κρίνει απαραίτητο. Πιστεύει πως πρέπει να πάρει τις ευθύνες από τα χέρια του, ρισκάροντας τη γαλήνη του γάμου τους».

image

Για τον Ντέιβιντ Ογιελόβο, ο ρόλος ήταν συναρπαστικός, καθώς θεωρεί ότι η ταινία αντιπροσωπεύει το Αμερικάνικο όνειρο. «Πιστεύω ότι πρόκειται για μια ευφυή ανατομία του ονείρου», λέει ο ηθοποιός. «Ως ξένος κι εγώ (και οι δύο γονείς του είναι Νιγηριανοί), θαυμάζω το γεγονός ότι ακόμη κι αν είσαι γιος σκουπιδιάρη , μπορείς να καταλήξεις να γίνει ο Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών. Η προοπτική αυτή όμως έχει μια σκοτεινή πλευρά – μπορεί να γεννήσει ένα πνεύμα διεκδικητικότητας, εγκληματικότητας και υλισμού». «Είναι σα μια κλασική γκανγκστερική ταινία, αλλά μέσα από ένα διαφορετικό φακό. Δεν υπάρχουν εγκληματίες με την έννοια των μαφιόζων, αλλά περισσότεροι κοινότυποι κι απλοί άνθρωποι που βρίσκονται στο δίλημμα αν θα κάνει υπομονή ή αν θα αναλογιστεί εγκληματικές ενέργειες για να πετύχει το σκοπό του».

image

Στα Χρόνια της Βίας / A Most Violent Year
Σκηνοθεσία: Τζέι Σι Τσάντορ
Σενάριο: Τζέι Σι Τσάντορ
Πρωταγωνιστούν: Τζέσικα Τσάστεϊν, Όσκαρ Αϊζακ, Ντέιβιντ Ογιελόου
Φωτογραφία: Μπράντφορντ Γιανγκ
Μοντάζ: Ρον Πατάνε
Μουσική: Αλεξ Ιμπερτ
Έτος Παραγωγής: 2014
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 125 λεπτά
Τηλεοπτική Μετάδοση: Κυριακή 5 Απριλίου στις 00:15 στην ΕΡΤ1