Το 1941 με τον «Πολίτη Κέιν» ο Όρσον Γουέλς μας σύστησε το «Rosebud» – τη γυάλινη εκείνη σφαίρα που πέφτει από το χέρι του Κέιν την μοιραία στιγμή του θανάτου του – αλλά με την δεύτερη ταινία του μας ταξιδεύει μαγικά στο εσωτερικό της. Έναν μόνο χρόνο μετά την κυκλοφορία της, κατά πολλούς, καλύτερης ταινίας στην Ιστορία του Σινεμά, ο κορυφαίος Αμερικανός σκηνοθέτης, επιστρέφει δριμύτερος με την δεύτερη δημιουργία του: «Οι Υπέροχοι Άμπερσονς».

Ads

«Η δουλειά μου αντανακλά την εύθυμη τρέλα, την αβεβαιότητα, την έλλειψη σταθερότητας, το μείγμα κίνησης και έντασης που χαρακτηρίζει τον κόσμο μας. Ο κινηματογράφος οφείλει να εκφράσει όλα αυτά τα πράγματα. Όταν ο κινηματογράφος θέλει να είναι τέχνη, πρέπει να είναι πρώτα απ’ όλα κινηματογράφος, κι όχι κακέκτυπη μίμηση άλλου καλλιτεχνικού μέσου. Ο κινηματογράφος είναι ακόμα πολύ νεαρός και θα ήταν αστείος ο ισχυρισμός ότι δεν είναι δυνατόν να εξελιχθεί.» – Όρσον Γουέλς

image

Οι Άμπερσονς είναι το καμάρι μιας μικρής επαρχιακής πόλης γύρω στο 1870. Η κόρη της οικογένειας Isabel (Ντολόρες Κοστέλο), για λόγους κοινωνικής θέσης, δεν παντρεύεται τον εφευρέτη Eugene Morgan (Τζόζεφ Κότεν) αλλά τον πληκτικό μα συνάμα ευκατάστατο Wilbur Minafer. Καρπός αυτού του γάμου είναι ο George, το κακομαθημένο παιδί που γίνεται ο φόβος και ο τρόμος της μικρής πόλης, ενώ όλοι ελπίζουν κάποια στιγμή να πληρώσει το τίμημα για τις αταξίες του.

Ads

Αρκετά χρόνια αργότερα ο George επιστρέφει από το κολέγιο, νεαρός άντρας πια (Τιμ Χολτ). Ο γυρισμός του εορτάζεται μ’ έναν λαμπρό χορό. Ο Morgan, πλούσιος πια βιομήχανος αυτοκινήτων και η κόρη του Lucy (Αν Μπάξτερ) είναι ανάμεσα στους καλεσμένους. Καθώς οι δύο νέοι γνωρίζουν ο ένας τον άλλον, η παλιά αγάπη της Isabel και του Morgan, ξυπνάει και πάλι, με απρόβλεπτες όμως συνέπειες.

image

Με την ταινία «Οι Υπέροχοι Άμπερσονς», έχουμε μπροστά μας την εποποιία μιας εποχής και τις ζυμώσεις που πραγματοποιούνται μεταξύ της παράδοσης και της εξέλιξης. Με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία οι «Άμπερσονς» αποτελούν την πιο προσωπική ταινία στην πλούσια φιλμογραφία του Γουέλς, ενώ παράλληλα έχουμε και τον εκούσιο περιορισμό του, στον ρόλο του σκηνοθέτη και του αφηγητή.

Δυστυχώς όμως ο Γουέλς δεν είχε το τελικό μοντάζ της ταινίας του. Ωστόσο ακόμα και τα «υπολείμματα» της δημιουργίας του, που έφθασαν μέχρι τους θεατές, δεν μας επιτρέπουν ν’ αμφιβάλλουμε γι’ αυτό του το εντυπωσιακό εγχείρημα.

Όλα αυτά τα δυσάρεστα γεγονότα θα σηματοδοτήσουν και το σχίσμα μεταξύ του σκηνοθέτη και των στούντιο του Χόλιγουντ της εποχής εκείνης. Κι αυτό, διότι ενώ ο Γουέλς έχει σχεδόν ολοκληρώσει τα γυρίσματα της ταινίας του, τον στέλνουν στη Ν. Αμερική για να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ με θέμα τη Βραζιλία, πρόκειται φυσικά για το «It’s All True».

image

Για κακή του τύχη όμως, την εποχή εκείνη, αλλάζει η διεύθυνση της εταιρείας παραγωγής Radio-Keith-Orpheum Pictures (RKO). Οι νέοι ιθύνοντες κρίνοντας την ταινία αντι-εμπορική αποφασίζουν να την «τροποποιήσουν» και από 131 λεπτά να την παρουσιάσουν στο κοινό με χρονική διάρκεια μόλις 88 λεπτά.

Η δικαιολογία που χρησιμοποίησαν ήταν το γεγονός ότι σε μια πολεμική περίοδο, το κοινό, έχει ανάγκη από αισιόδοξα μηνύματα. Μετά από αρκετές καθυστερήσεις η ταινία θα προβληθεί τελικά στους κινηματογράφους χωρίς όμως την έγκριση του Όρσον Γουέλς.

«Μακάρι να μπορούσα να γυρίσω περισσότερες ταινίες. Γιατί σε τελευταία ανάλυση ο κινηματογράφος (αν εξαιρέσουμε μερικές μικρολεπτομέρειες, χωρίς μεγάλη σημασία) δεν έχει εξελιχθεί ουσιαστικά εδώ και πενήντα χρόνια. Βλέπω ότι υπάρχουν σκηνοθέτες, που τους ανήκει το μέλλον, που είναι ευαίσθητοι και που πειραματίζονται με καινούργια θέματα, αλλά δεν βλέπω κανέναν αρκετά τολμηρό, ώστε ν’ αλλάξει τις φόρμες, τους εκφραστικούς τρόπους. Δεν μπορώ να χωνέψω αρχές ανέγγιχτες και αλήθειες γενικά παραδεκτές, κι όμως σιωπηρά αυτές ακριβώς οι απαραβίαστες αρχές βρίσκονται στη βάση των θεωριών όλων των δημιουργών που ασχολούνται σοβαρά με τα προβλήματα του κινηματογράφου. Ένα παράδειγμα: φαίνεται ότι όλοι ξεκινούν από ένα θεμελιώδες πιστεύω ότι μια βουβή ταινία είναι αναγκαστικά καλύτερη από μια ομιλούσα…» Όρσον Γουέλς

image

Για την ιστορία, θα πρέπει να επισημάνουμε πως η ταινία σημείωσε εμπορική επιτυχία. Φαίνεται πως οι «ειδικοί» του στούντιο είχαν βολιδοσκοπήσει σωστά το κοινό που ζητούσε στην σκοτεινή αίθουσα τη φυγή από την ατμόσφαιρα της πολεμικής πραγματικότητας και την ταύτισή του με τα είδωλά του, στην μεγάλη οθόνη.

Πρωταγωνιστής της ταινίας είναι ο αδελφικός φίλος και συνοδοιπόρος του Όρσον Γουέλς, αλλά και σπουδαίος ηθοποιός, ο Τζόζεφ Κότεν: «Ο Γουέλς θεωρεί τον «Πολίτη Κέιν» ως την καλύτερή του ταινία, ο Χίτσκοκ το «Το Χέρι που Σκοτώνει» ως την πιο αγαπημένη του και ο Κάρολ Ρίντ επέλεξε τον «Τρίτο Άνθρωπο» ως την κορυφαία του ταινία. Ήμουν εκεί σε όλες!».

Το σενάριο της ταινίας είναι βασισμένο στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μπουθ Τάρκινγκτον, το οποίο διασκεύασε για την μεγάλη οθόνη ο ίδιος ο Γουέλς. Η ταινία έλαβε τέσσερις Υποψηφιότητες για Όσκαρ, στις Κατηγορίες:

  • Καλύτερης Ταινίας – Όρσον Γουέλς
  • ‘Β Γυναικείου Ρόλου – Άγκνες Μούρχεντ
  • Φωτογραφίας σε Ασπρόμαυρη Ταινία – Στάνλεϊ Κορτέζ
  • Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης – Άλμπερτ Ντ’Αγκοστίνο, Α. Ρόλαντ Φιλντς & Ντάρελ Σιλβέρα

Το 1991 η ταινία χαρακτηρίστηκε από την Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως «πολιτιστικά, αισθητικά και ιστορικά σημαντική» και επιλέχθηκε να ενταχθεί στο Εθνικό Μητρώο Κινηματογράφου των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής.

Η εταιρία παραγωγής RKO Pictures είχε επέμβει μετά την δοκιμαστική προβολή της, ζητώντας από τον μετέπειτα σκηνοθέτη Ρόμπερτ Γουάιζ την αφαίρεση μιας ώρας περίπου από το αρχικό έργο του Όρσον Γουέλς. Επίσης ζητήθηκε η αλλαγή του θλιβερού τέλους της ταινίας – στην εκδοχή του Γουέλς το τέλος ήταν πιστό σε εκείνο του βιβλίου – με άλλο πιο χαρούμενο και χολιγουντιανό, ενώ κάποιες καινούργιες σκηνές σκηνοθετήθηκαν από τον Γουάιζ, καθώς ο Γουέλς βρισκόταν στη Νότια Αμερική.

Δυστυχώς η ολοκληρωμένη εκδοχή του έργου του Γουέλς δε διασώζεται, καθώς τα αρνητικά καταστράφηκαν έναν χρόνο αργότερα. Ο Ρόμπερτ Γουάιζ υποστήριξε ότι το υλικό που αφαίρεσε δεν βελτίωνε την ταινία. Παρ’ όλα αυτά η ταινία, στην σύντομη αυτή της μορφή, θεωρείται ακόμα ως μια από τις καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ από εταιρία παραγωγής του Χόλιγουντ.

Διαβάστε Επίσης:

image

Οι Υπέροχοι Άμπερσονς / The Magnificent Ambersons
Σκηνοθεσία: Όρσον Γουέλς
Σενάριο: Όρσον Γουέλς, Μπουθ Τάρκινγκτον (μυθιστόρημα)
Πρωταγωνιστούν: Τζόζεφ Κότεν, Ντολόρες Κοστέλο, Τιμ Χολτ, Άγκνες Μούρχεντ, Αν Μπάξτερ, Ρέι Κόλινς
Φωτογραφία: Στάνλι Κορτέζ, Ράσελ Μέτι και Όρσον Γουέλς
Μοντάζ: Ρόμπερτ Γουάιζ
Μουσική: Μπέρναντ Χέρμαν
Έτος Παραγωγής: 1942
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 88 λεπτά