Ο Νίνος Φένεκ Μικελίδης σχολιάζει τις νέες ταινίες που βγαίνουν από σήμερα Πέμπτη 6 Απριλίου στις κινηματογραφικές αίθουσες.

Ads

Από τον έρωτα στην ανδροκρατούμενη τσαρική κοινωνία στο θρίλερ/αλληγορία πάνω στη σύγχρονη αστική κοινωνία.

*** Η γυναίκα του Τσαϊκόφσκι

Zhena Chaikovskogo. Ρωσία, 2022. Σκηνοθεσία-σενάριο: Κίριλ Σερεμπρένικοβ. Ηθοποιοί: Αλιόνα Μιχαϊλοβα, Οντίν Λουντ Μπίρον, Φίλιπ Αρντέεβ. 143’

Ads

Βιογραφίες για συνθέτες έχουν παρουσιαστεί αρκετές φορές στον κινηματογράφο. Στην ταινία του «Η γυναίκα του Τσαϊκόφσκι» (που είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα των Κανών) ο διαφωνών με τη ρωσική κυβέρνηση Ρώσος σκηνοθέτης, Κίριλ Σερεμπρένικοβ (δεν θα ξεχάσουμε τη συγκλονιστική «Γρίπη του Πετρόβ» που είχε παρουσιάσει πέρσι στις Κάνες), στρέφεται στην Αντωνίνα Μιλιούκοβα, τη γυναίκα του συνθέτη, για να μας δώσει μια εντελώς διαφορετική εικόνα της ζωής του Τσαϊκόφσκι (στο νου έρχεται η πολύ καλή ταινία του Κεν Ράσελ, The Music Lovers, παρόλο που ο Ράσελ έστρεφε την προσοχή του περισσότερο στον Τσαϊκόφσκι παρά στην Αντωνίνα), μέσα από το δράμα της νεαρής αυτής γυναίκας που ερωτεύτηκε παθιασμένα τον ήδη διάσημο και μεσήλικα, όταν τον γνώρισε, Ρώσο συνθέτη.

Η ιστορία κινείται σε μια τσαρική Ρωσία, όπου η πατριαρχία και ο συντηρητισμός βρίσκονταν στο απόγειό τους, με τη γυναίκα να έχει μια δεύτερη, καταπιεστική θέση – ακόμη και όταν αποφάσιζε να πάρει διαζύγιο δεν μπορούσε να παρουσιαστεί η ίδια στο δικαστήριο αλλά έπρεπε απλά να υπογράψει τα απαιτούμενα έγγραφα, υποχρεωμένη να καταγγείλει το σύζυγο για απιστία για να μπορέσει να γίνει αποδεκτό το αίτημά της, έστω και αν δεν υπήρχε τέτοιο θέμα. Χωρίς να ξεχνάμε και το θέμα της ομοφυλοφιλίας του συνθέτη που και αυτό έπρεπε να παραμένει κρυφό για να κρατηθούν τα προσχήματα.

Η ταινία αρχίζει με το θάνατο από χολέρα του συνθέτη, με την Αντωνίνα να εμφανίζεται στην εκκλησία για να καταθέσει το στεφάνι της στο νεκρό σύζυγο, ενώ, στη σκηνή φαντασίας που ακολουθεί να βλέπουμε τον νεκρό Τσαϊκόφσκι να σηκώνεται και να την επιπλήττει επειδή τόλμησε να εμφανιστεί στην κηδεία του. Σκηνή που τονίζει το μαρτύριο της ηρωίδας (με την Αλιόνα Μιχαϊλοβα να τονίζει το πάθος και την τρέλα της), η οποία από τις πρώτες προσχεδιασμένες συναντήσεις της με τον Τσαϊκόφσκι, εξακολουθεί να επιμένει μέχρι που να τον πείσει, όπως πιστεύει, για την αγάπη της και να τον παντρευτεί, ενώ εκείνος, ο μόνος λόγος που τελικά αποφασίζει να οδηγηθεί σε γάμο, είναι τόσο για τα λεφτά που του υπόσχεται από την πώληση ενός αγροκτήματος όσο και να μπορέσει να καλύψει πιο εύκολα την ομοφυλοφιλία του.

Η κάμερα παρακολουθεί την Αντωνίνα ανάμεσα στην Αγία Πετρούπολη και τη Μόσχα, με τον Πιότρ Ίλιτς να προσπαθεί με διάφορους τρόπους να αποφεύγει και να απομακρύνεται από αυτήν, στέλνοντας τελικά φίλους και δικηγόρους για να την πείσουν να υπογράψει το διαζύγιο. Η ίδια θα αργήσει να αποδεχτεί την ιδιαιτερότητά του (η αποκάλυψη της θα γίνει από την αδερφή της), επιμένοντας πάντα πως η σχέση τους είναι ξεχωριστή.

Με τον Σερεμπρένικοβ να δημιουργεί, με τα μουντά χρώματα της φωτογραφίας, μια σχεδόν ντοστογιεφσκική θα έλεγα εικόνα της τσαρικής Ρωσίας, με τους φτωχούς και θρήσκους Ρώσους να μαζεύονται κάθε τόσο, μαζί με την επίσης θρήσκα Αντωνίνα, γονυπετείς έξω από εκκλησία, για να ζητήσουν από το θεό να τους βοηθήσει στα σχέδιά τους. Με τη βασανισμένη Αντωνίνα, όταν βλέπει πως οι προσευχές δεν φέρνουν το αναμενόμενο αποτέλεσμα, να οδηγείται ακόμη σε μαγγανείες για να το πετύχει…

Ο σκηνοθέτης αναμιγνύει με δύναμη το ρεαλισμό (που συχνά φτάνει στο νατουραλισμού) με τη φαντασία, σε σκηνές εφιαλτικές που χαράσσονται στη μνήμη, όπως εκείνη με την απομονωμένη από τον συνθέτη Αντωνίνα, που σταδιακά αρχίζει να οδηγείται στην παράνοια, να κινείται χορευτικά σε δωμάτια από τα οποία ξεπετιούνται απειλητικά κάθε τόσο οι πέντε ολόγυμνοι, σωματικά εντυπωσιακοί, άντρες/ναυτικοί (που μου θύμισαν πίνακες του Τσαρούχη), που πιο πριν τους είχε προτείνει σ’ αυτήν για συζύγους ένας από τους εραστές του συνθέτη (εγκαταλείποντάς την μόνη και με τους πέντε, αφήνοντας στο θεατή να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα).

** ½ – Ο άντρας στο υπόγειο

L’homme de la cave. Γαλλία, 2021. Σκηνοθεσία-σενάριο: Φιλίπ Λε Γκε. Ηθοποιοί: Φρανσουά Κλιζέ, Ζερεμί Ρενιέ, Μπερενίς Μπεζό. 114´

Δραματικό θρίλερ, ταυτόχρονα αλληγορία πάνω στην κατάσταση της σύγχρονης αστικής κοινωνίας, μέσα από την ιστορία μιας εβραϊκής καταγωγής γαλλικής οικογένειας, η οποία νοικιάζει την υπόγεια αποθήκη της σε ένα πρώην καθηγητή ιστορίας, που στη συνέχεια αποκαλύπτεται αρνητής, δηλαδή αντισημιτικός συνωμοσιολόγος, και τον οποίο προσπαθούν με τη βοηθεια των άλλων ιδιοκτητών/ενοίκων της πολυκατοικίας να διώξουν. Προσπάθεια ιδιαίτερα δύσκολη όταν ο αρνητής, με την ευγένεια και τη γοητεία του καταφέρνει να παρασύρει όχι μόνο μερικούς από τους ενοίκους αλλά και την έφηβη κόρη του ζευγαριού.

Παρά το κάπως σχηματικό του σενάριο, ο Λε Γκε («Οι γυναίκες του τελευταίου ορόφου») βρίσκει την ευκαιρία να κάνει ένα σχόλιο πάνω στην κατάσταση της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, με την σιωπηλή (αν και όχι τόσο) πλειοψηφία να αποφεύγει να πάρει θέση, για να δημιουργησει ταυτόχρονα το κατάλληλο σασπένς και να αποσπάσει εξαιρετικές ερμηνείες ιδιαίτερα από τους τρεις πρωταγωνιστές του, οδηγώντας μας σε ένα απρόσμενο, εξαιρετικά ενδιαφέρον, με πολλά αναπάντητα ερωτήματα (με την απάντηση αφημένη στον ίδιο το θεατή) φινάλε.

** ½ – Flux Gourmet

Ηνωμένο Βασίλειο/Ουγγαρία/ΗΠΑ, 2022. Γλώσσα: αγγλικά, ελληνικά, γερμανικά. Σκηνοθεσία-σενάριο: Πίτερ Στρίκλαντ. Ηθοποιοί: Άσα Μπάτερφιλντ, Μάκης Παπαδημητρίου, Γκουέντολιν Κρίστι, Ρίτσαρντ Μπρέμερ, Αριάν Λαμπέντ. 111´

Από τις προηγούμενες ταινίες του, γύρω από τον ερωτισμό και τον τρόμο στο στιλ του ιταλικού giallo, o ελληνικής (από την πλευρά της μητέρας του) καταγωγής Βρετανός σκηνοθέτης Πίτερ Στρίκλαντ («Ο δούκας της Βουργουνδίας», «Η εκδίκηση της Καταλίν Βάργκα») στρέφεται τη φορά αυτή σε μια ταινία που συνδυάζει τη γαστρονομία με τους πειραγμένους ήχους για να φτιάξει μια ταινία, σχόλιο/σάτιρα της συχνά υπερβολικής performance art, μέσα από την ιστορία τριών γυναικών και της ομάδας τους, που μαζεύονται σε μια γαστρονομική κολεκτίβα για να προετοιμάσουν την παράξενη «παράστασή» τους. Με καλεσμένο τον συγγραφέα/δημοσιογράφο Στόουνς (απολαυστικός στο ρόλο ο Μάκης Παπαδημητρίου, που σχολιάζει στα ελληνικά τα δρώμενα) για να καταγράψει τη δράση της κολεκτίβας και που ο ίδιος υποφέρει από γαστρεντερικές διαταραχές – ευκαιρία για τον καλεσμένο Δρα Γκλοκ (άλλη καλή ερμηνεία από τον Ρίτσαρντ Μπρέμερ) να χρησιμοποιήσει τη δίκη του «θεραπεία» στον Στόουνς που τελικά θα αποτελέσει και τμήμα της performance art.

Με ένα στιλιζάρισμα και σκηνές που άλλοτε θυμίζουν τις ταινίες του Πίτερ Γκρίναγουεϊ κι άλλοτε εκείνες του Ντέιβιντ Λιντς (στις σκηνές των «επισκέψεων» της ομάδας στο σούπερ-μάρκετ), με ασυνήθιστα καδραρίσματα, με την επιλογή παράξενης (σωστή πάντα για τη δημιουργία του παράλογου) μουσικής, με τους καβγάδες και τις συγκρούσεις ιδιαίτερα ανάμεσα σε δυο από τις γυναίκες, την ιδιοκτήτρια της κολεκτίβας, Τζαν Στίβενς (Γκουέντολιν Κρίστι) και την Ελ (Φάτμα Μοχάμεντ), ο Στρίκλαντ στήνει την εκκεντρική αυτή, συχνά προκλητική, πάντα όμως διασκεδαστική (αν και όχι για το πλατύ κοινό) κωμωδία/παρωδία του.

** ½ – Το φωτογραφείο του μπαμπά μου

Ελλάδα, 2023. Ντοκιμαντέρ. Σκηνοθεσία-σενάριο: Καλλιόπη Λεγάκη. Φωτογραφία: Οδυσσέας Παυλόπουλος. Μοντάζ: Ξενοφών Λατινάκης. Αφήγηση: Καλλιόπη Λεγάκη, Πάνος Σκουρολιάκος. 75´

Με βάση το πάνω από 100.000 φωτογραφικό αρχείο και τα φιλμ που ανακάλυψε στη Λάρισα, στο υπόγειο του Τάκη Τλούπα, η ντοκιμαντερίστρια Καλλιόπη Λεγάκη («Μόνο οι λέξεις συνεχίζουν», «Καιρός για ήρωες», «Ηλίας Πετρόπουλος, ένας κόσμος υπόγειος») έφτιαξε ένα ντοκιμαντέρ ντοκουμέντο, όχι μόνο των εξαιρετικών φωτογραφιών του Τλούπα (γιου του Λαρισαίου ξυλουργού και πρωτοπόρου σοσιαλιστή Γιώργου Τλούπα) αλλά και μια κοινωνικοπολιτική εικόνα της μεταπολιτικής Λάρισας. Εικόνα που τονίζεται μέσα από τις εξαιρετικές μαυρόασπρες φωτογραφίες του, που καταγράφουν έθιμα και τρόπος ζωής που ήδη είχαν αρχίσει να εξαφανίζονται και που ο Τάκης Τλούπα συνέλαβε με το φακό του, με φαντασία, έμπνευση και ένστικτο (όπως πολύ σωστά αναφέρει σε μια στιγμή η κόρη του) και που χάρη στο ντοκιμαντέρ αυτό μπορούμε κι εμείς να απολαύσουμε.

Πηγή: enetpress.gr