Ο σπουδαίος Τοντ Χέινς, που στο παρελθόν μας έχει χαρίσει ταινίες όπως το «Carol» (2015) και το «Το Δωμάτιο των Θαυμάτων» (Wonderstruck – 2017), επιστρέφει με τη νέα του ταινία. Ο Υποψήφιος για Όσκαρ, Αμερικανός σκηνοθέτης και σεναριογράφος, καθοδηγεί με εξαιρετική μαεστρία τις δύο πρωταγωνίστριες του, Τζούλιαν Μουρ και Νάταλι Πόρτμαν, σε μία ενδελεχής μελέτη χαρακτήρων που διακατέχεται από τις συναρπαστικές ερμηνείες τους, καθώς καταδύονται σε περιοχές που τα συμβατικά δράματα αποφεύγουν να αγγίξουν. Η ταινία «May December» κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους.

Ads

Είκοσι χρόνια μετά το σκάνδαλο που προκάλεσε το ρομάντζο της τότε 36χρονης Γκρέισι (Τζούλιαν Μουρ) και του 13χρονου Τζος (Τσαρλς Μέλτον), το ζευγάρι ζει μια φαινομενικά ειδυλλιακή προαστιακή ζωή. Η οικογενειακή τους γαλήνη θα διαταραχθεί απότομα από την έλευση της Ελίζαμπεθ (Νάταλι Πόρτμαν), μιας δημοφιλούς ηθοποιού που θέλει να κάνει έρευνα για τον επερχόμενο ρόλο της ως Γκρέισι.

Όσο η Ελίζαμπεθ βυθίζεται στην καθημερινότητα του ζευγαριού, η άβολη πραγματικότητα του σκανδάλου αποκαλύπτεται, φέρνοντας στην επιφάνεια καταπιεσμένα συναισθήματα. Στο «May December», o Τοντ Χέινς («Κάρολ») εξερευνά ένα από τα μεγαλύτερα πάθη του ανθρώπινου είδους: την εμμονική άρνηση να κοιτάξουμε τον εαυτό μας.

Ads

Οι Πρωταγωνίστριες: Τζούλιαν Μουρ και Νάταλι Πόρτμαν

Ο Τοντ Χέινς γνώριζε από την πρώτη στιγμή που του έστειλε η Νάταλι Πόρτμαν το σενάριο, ποιες θα ήταν οι δύο ηθοποιοί που θα ενσάρκωναν τους πρωταγωνιστικούς ρόλους: «Το σενάριο με συνεπήρε ολοκληρωτικά και ξεκίνησα να μιλάω με την Νάταλι για τον ρόλο της Ελίζαμπεθ, αλλά και για το ποια θα ήταν η καλύτερη επιλογή για τον ρόλο της Γκρέισι».

Σύντομα, του ήρθε στο μυαλό η Τζούλιαν Μουρ, η οποία γοητεύτηκε από το συναρπαστικό, απαιτητικό και πολυεπίπεδο σενάριο, την ανθρωπιά και το συναίσθημα που κρύβει: «Ήταν ξεκάθαρο πως ήταν υπέροχο στο χαρτί, αλλά γινόταν όλο και πιο ενδιαφέρον, βαθύ και ζωντανό όσο το παίζαμε», παρατηρεί η δημοφιλής ηθοποιός. Ο ρόλος της Γκρέισι έδωσε την ευκαιρία στην Μουρ να παρουσιάσει δύο εκδοχές της, την δημόσια, εκείνη που βλέπει ο κόσμος, και την ιδιωτική, προσθέτοντας μια επιπλέον πρόκληση στο ρόλο.

Αρνούμενη να προσεγγίσει τον ρόλο της ως ξεκάθαρα καλό ή κακό άτομο, η έμπειρη ηθοποιός περιηγήθηκε αριστοτεχνικά στις πιο σκοτεινές πτυχές του χαρακτήρα της Γκρέισι. «Με την Γκρέισι», αναφέρει η Μουρ, «επιχείρησα να μπω στη θέση της και να νιώσω πώς είναι να έχεις κάνει αυτή την επιλογή, να ζεις αυτή τη ζωή και να πιστεύεις σε εκείνη, όταν η κοινωνία σε θεωρεί πραγματικά παραβατική; Είναι πολύ ενδιαφέρον ταξίδι για έναν ηθοποιό».

Βέβαια, ένας ακόμη λόγος για να συμμετάσχει στην ταινία, πέρα από τον απαιτητικό ρόλο της Γκρέισι, ήταν και η παρουσία της Νάταλι Πόρτμαν, με την οποία δεν είχαν συνεργαστεί ποτέ ξανά στο παρελθόν. Αναφερόμενη στη συμπρωταγωνίστρια της, η Μουρ λέει, «Είναι καταπληκτική. Την ήξερα ελάχιστα και πάντοτε μου άρεσε να μιλάω μαζί της, αλλά δεν ήμουν προετοιμασμένη για το πόσο υπέροχη θα ήταν, πόσο εύκολο θα ήταν να συνεργαστούμε και πως θα συνδεόμασταν τόσο όμορφα. Είναι ονειρική, τόσο σαν ηθοποιός, όσο και σαν άνθρωπος».

Αντίστοιχο ενθουσιασμό εκφράζει και η Πόρτμαν, η οποία όχι μόνο θεωρεί καταπληκτική τη συνεργασία της με την Μουρ, αλλά πιστεύει πως η σκηνή στην οποία η Μουρ της μαθαίνει πως να βάφεται, αποτελεί την κορυφαία στιγμή της καριέρας της. Όσο για τον ρόλο της Ελίζαμπεθ, παραδέχεται πως ήταν συναρπαστικό να ερμηνεύει για πρώτη φορά μια ηθοποιό και συγκεκριμένα μια ηθοποιό που καλείται να ερμηνεύσει μια τόσο αμφιλεγόμενη γυναίκα. «Όσοι κάνουν πράγματα που η κοινωνία θεωρεί άσχημα συνήθως έχουν πολύ ενδιαφέρον για τους ηθοποιούς, γιατί η τέχνη υποτίθεται πως σου επιτρέπει να κατανοήσεις τις συμπεριφορές, χωρίς να τις κρίνεις», σημειώνει η Πόρτμαν.

Ανακαλύπτοντας τον Τσαρλς Μέλτον

Με τις δύο μεγάλες σταρ να έχουν ήδη συμφωνήσει, αυτό που έμενε ήταν η εύρεση του ατόμου που θα ερμήνευε τον σύζυγο της Γκρέισι, τον Τζόι. Για τους παραγωγούς, έπρεπε να ήταν ένα ανερχόμενο αστέρι, αλλά με περίσσεια αυτοπεποίθηση, ώστε να σταθεί επάξια στο πλευρό της Μουρ και της Πόρτμαν. Τελικά, αυτό το άτομο βρέθηκε στο πρόσωπο του Τσαρλς Μέλτον, γνωστού στο ευρύ κοινό από τη συμμετοχή του στην τηλεοπτική σειρά «Riverdale».

Διαβάζοντας το σενάριο, ο Μέλτον ένιωσε μία διαισθητική σύνδεση με τον χαρακτήρα του Τζόι και γοητεύτηκε από τα πολυεπίπεδα βιώματα του στη διάρκεια της ταινίας. Η μοναξιά και η συναισθηματική καταπίεση που ένιωθε ο Τζόι, κέρδισαν τον Μέλτον, ο οποίος παραδέχεται πως ελκύεται από τέτοιου είδους χαρακτήρες:

«Ο Τοντ και εγώ συζητούσαμε διαρκώς σχετικά με το τι θα ένιωθε ο Τζόι και πώς θα εκφραζόταν στον τρόπο που περπατάει, που μιλάει, που συμπεριφέρεται στις κοινωνικές σχέσεις, στον τρόπο που κινείται», θυμάται ο Μέλτον, ο οποίος υπογραμμίζει πως η «ανοικτή», συνεργατική προσέγγιση του Χέινς τον έκανε να νιώθει ασφαλής, επιτρέποντάς του να ακολουθήσει το ένστικτό του.

Ξεπερνώντας τα στερεότυπα

Η ιστορία που αφηγείται η ταινία προσκαλεί το κοινό να κοιτάξει πέρα από την σκανδαλώδη επιφάνεια της ερωτικής σχέσης ανάμεσα στην Γκρέις και τον Τζόι, αναζητώντας την ανθρωπιά που κρύβεται από πίσω. Ο Χέινς αναφέρει σχετικά ότι όταν πρωτοδιάβασε το σενάριο, εντυπωσιάστηκε με τον τρόπο που μία τόσο ασυνήθιστη ιστορία που πρόσφερε άπλετο υλικό στον «κίτρινο τύπο», ουσιαστικά αφορά ανθρώπους που αρνούνται πεισματικά να κοιτάξουν τον εαυτό τους και να αναμετρηθούν με τις επιλογές τους.

Φυσικά, το ηλικιακό χάσμα του ζευγαριού δεν μπορούσε να μείνει ασχολίαστο, ωστόσο σκοπός του σκηνοθέτη ήταν να κάνει προφανές στο κοινό ότι τους ζητάει να θέσουν ερωτήματα, να σκεφτούν, αλλά και να απολαύσουν πραγματικά την ιστορία όσο ξετυλίγεται επί της οθόνης. Η παραγωγός της ταινίας Κριστίν Βαχόν αναφέρει:

«Θα περιέγραφα τον τόνο της ταινίας ως μια λεπτή ισορροπία ανάμεσα σε σκανδαλοθηρική ματιά και την ιστορία μιας οικογένειας σε κρίση με ανθρώπους που έχουν απωλέσει την ικανότητά τους για αυτεπίγνωση». «Νομίζω ότι γελάς περισσότερο απ’ όσο περίμενες και περισσότερο απ’ όσο θα επέτρεπες στον εαυτό σου να γελάσει με κάτι σαν αυτό», συμπληρώνει η επίσης παραγωγός Τζέσικα Έλμπαουμ, σχολιάζοντας το απροσδόκητο μαύρο χιούμορ της ταινίας.

Βέβαια, ο σκηνοθέτης σημειώνει πως οι προθέσεις τους ήταν να προσεγγίσουν την ταινία εντελώς σοβαρά, παρά το σαρδόνιο χιούμορ που ήταν εμφανές στο σενάριο. «Νομίζω κανείς μας δεν συνειδητοποίησε πόσο σημαντικό ρόλο θα έπαιζε το χιούμορ, μέχρι που δείξαμε την ταινία σε κοινό όσο μοντάραμε και μας έκαναν σχόλια», λέει ο Χέινς για να συμπληρώσει λίγο αργότερα πως επειδή οι ηθικές γραμμές της ταινίας αλλάζουν διαρκώς ποτέ δεν γνωρίζεις ποιον χαρακτήρα πρέπει να υποστηρίξεις, οπότε «το χιούμορ είναι ένας καλοδεχούμενος τρόπος να ερμηνεύσεις και να βιώσεις την ταινία».

Η μουσική του Μαρτσέλο Ζάρβος ως ένας ακόμη χαρακτήρας στην ταινία

Μεγάλο μέρος της μουσικής του Μαρτσέλο Ζάρβος βασίζεται στη μουσική επένδυση της ταινίας «Ο Μεσάζων» (1971), το οποίο καθήλωσε τον Τοντ Χέινς, όταν είδε την ταινία την περίοδο που το «May December» βρισκόταν ακόμη στο στάδιο της προ-παραγωγής. Έκτοτε, έγινε παράδειγμα προς μίμηση για το πώς η μουσική στις ταινίες μπορεί να επηρεάσει τους θεατές. «Ήταν σαν μια προειδοποίηση πως κάτι δεν πήγαινε καλά ή ότι τα γεγονότα που ξετυλίγονταν μπροστά σου θα είχαν μοιραία κατάληξη. Υπήρχε κάτι υπέροχο στο πώς όλο αυτό σε προσκαλούσε σαν θεατή», αναφέρει ο σκηνοθέτης.

Τελικά, αποφασίστηκε η μουσική του Λέγκραντ να προσαρμοστεί από τον Ζάρβος, ο οποίος είχε γράψει ήδη κάποια δικά του κομμάτια και όπως δηλώνει ο Χέινς, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα. «Η επιρροή αυτής της μουσικής είναι τόσο τολμηρή», παρατηρεί ο Ζάρβος. «Πιστεύω πως ο κόσμος έχει αντιδράσει τόσο έντονα, γιατί είναι τρομερά αναπολογητική με τρόπο που ελάχιστες ταινίες έχουν χρησιμοποιήσει την μουσική. Ο Τοντ ήθελε η μουσική να είναι ανελέητη, να μην υποτάσσεται στην αφήγηση, οπότε όλοι οι κανόνες πετάχτηκαν από το παράθυρο», συμπληρώνει ο συνθέτης.

Διαβάστε Επίσης:
Το Σινεμά του Τοντ Χέινς: Από το «Velvet Goldmine» στο «Carol»
Νάταλι Πόρτμαν: Όταν ο «Μαύρος Κύκνος» συνάντησε την «Τζάκι»

May December
Σκηνοθεσία: Τοντ Χέινς
Σενάριο: Σάμι Μπερτς
Πρωταγωνιστούν: Τζούλιαν Μουρ, Νάταλι Πόρτμαν, Τσαρλς Μέλτον
Μοντάζ: Αφόνσο Γκονσάλβες
Φωτογραφία: Κρίστοφερ Μπλάουβελτ
Μουσική: Μαρτσέλο Ζάρβος
Έτος Παραγωγής: 2023
Χώρα Παραγωγής: Η.Π.Α.
Διάρκεια: 113 λεπτά
Κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους από την Πέμπτη 16 Νοεμβρίου

https://www.youtube.com/watch?v=tEzZqy_OZSY