Το 1973, το θρυλικό Σοβιετικό στούντιο Mosfilm, προσέγγισε τον Ακίρα Κουροσάβα, προτείνοντας του να ετοιμάσει μία ταινία εκτός Ιαπωνίας. Το αποτέλεσμα αυτή της συνεργασίας είναι το βραβευμένο με Όσκαρ φιλμ «Ντέρσου Ουζαλά / Dersu Uzala» του 1975. Ένα σπουδαίο έργο, το οποίο με αφορμή την συμπλήρωση 110 χρόνων από τη γέννησή του κορυφαίου σκηνοθέτη και καθώς Μένουμε Σπίτι λόγω Κοροναϊού, είναι μία καλή ευκαιρία για να το απολαύσουμε δωρεάν στο διαδίκτυο.

Ads

Πρόκειται για ένα οικολογικό δράμα, έναν ύμνο στη φύση, δοσμένο με απαράμιλλο λυρισμό, που για κεντρικό πρόσωπο έχει τον ομώνυμο ήρωα. Το σενάριο βασίστηκε στα δύο βιβλία του τοπογράφου / εξερευνητή Βλαντιμίρ Αρσένιεφ, ο οποίος το 1902 μαζί με την ομάδα του στάλθηκε να χαρτογραφήσει την περιοχή Ουσούρι της Σιβηρίας.

Στην ταινία, παρακολουθούμε έναν λοχαγό, ο οποίος μαζί με τους στρατιώτες του, πηγαίνουν να εξερευνήσουν τους δρόμους για τοπογραφική φωτογράφηση το 1902 στην Ουσουρριανή περιφέρεια, στην περιοχή Σικότοφ: «Κάποτε», λέει ο λοχαγός, «τα βουνά έχουν ελκυστική μορφή και κάποτε άγρια. Το αίσθημα αυτό δεν μπορεί να είναι προσωπικό. Είναι γενικό για όλα τα μέλη της ομάδας».

Διανυκτερεύουν στο μέρος αυτό που τους προκαλεί φόβο και εκεί τους βρίσκει ο Ντερσού Ουζαλά. Ένας άνθρωπος που ζει στο βουνό ως κυνηγός. Έχει χάσει τη γυναίκα του και τα παιδιά του από ευλογιά. Η μοναχική του παραμονή στο βουνό, η διορατικότητα, η παρατηρητικότητα και η καλή του ψυχή τον οδήγησαν να έχει μια απόλυτα αρμονική σχέση με την φύση.

Ads

image

Ο λοχαγός του προτείνει να πάει οδηγός της ομάδας του κι εκείνος δέχεται. Μέρα με την ημέρα αναπτύσσεται μεταξύ τους σχέση εμπιστοσύνης, εκτίμησης και αγάπης. Οι στρατιώτες δεν καταλαβαίνουν τη σοφία του Ντερσού και συχνά τον κοροϊδεύουν και τον περιγελούν. Αυτός δεν παρεξηγείται. Έχει μια βαθιά κατανόηση του κόσμου. Του κόσμου του έμψυχου, αλλά και το άψυχου.

Αυτά που περνούν απαρατήρητα για τους άλλους ο Ντερσού τα παρατηρεί. Η παραμονή του στο Δάσος, τον έχει διδάξει πως τίποτα δεν πρέπει να περνά αδιάφορο. Όλα έχουν ένα νόημα κι έναν λόγο ύπαρξης. ΄Ολα αξίζουν τον σεβασμό του ανθρώπου και αν τα σεβαστεί θα τον σεβαστούν κι αυτά. Έτσι μαθαίνει να ερμηνεύει τα χνάρια και να προετοιμάζεται γι’ αυτό που θα συναντήσει.

Έτσι διαβάζει τον καιρό. Έτσι φροντίζει γι’ αυτό που θα ακολουθήσει πριν δει το πρόσωπό του, όπως και γι’ αυτό που θα έρθει ξωπίσω του. Η ενότητα του κόσμου συνιστά την ίδια του την ζωή. Η αποστολή τελειώνει το έργο της, αλλά την άνοιξη του 1907 πηγαίνει πάλι στο ίδιο μέρος για νέες φωτογραφήσεις.

Ο λοχαγός με τον Ντερσού ξανασμίγουν και μετά από τον χωρισμό τους, η φιλία τους τώρα είναι ακόμα πιο βαθιά. Ο Ντερσού σώζει αρκετές φορές τη ζωή του λοχαγού, αλλά αυτό γι’ αυτόν είναι φυσικό και αυτονόητο. Κανένα αίσθημα ηρωισμού δεν τον διακατέχει.

image

Κατά ανάλογο τρόπο χαλάει και τις παγίδες που έχουν στηθεί, μόνο για να παγιδέψουν ζώα, χωρίς να έχουν σκοπό να τα φάνε, παρά μόνο να τα εξαφανίσουν. Κάποια στιγμή διαπιστώνει με τρόμο πως έχει μειωθεί η όρασή του. Δεν μπορεί πια να ζει στο δάσος. Δεν μπορεί να είναι κυνηγός. Ο λοχαγός τον καλεί να μείνει μαζί του στη Μόσχα και αρχικά δέχεται.

Η ασφυκτική ζωή στο διαμέρισμα της πόλης όμως, δεν ταιριάζει στον Ντερσού. Γρήγορα καταλαβαίνει πως αυτός ο τρόπος ζωής δεν του αρμόζει κι ας τον περιβάλλει με πολλή αγάπη η οικογένεια του λοχαγού, η γυναίκα του κι ο μικρός του γιος που τον θαυμάζει απερίγραπτα. Αποφασίζει να γυρίσει στο βουνό.

Ο φίλος του πηγαίνει στο δωμάτιο και του φέρνει ένα ολοκαίνουριο ντουφέκι, το τελευταίο μοντέλο που μόλις έχει κυκλοφορήσει και δεν απαιτεί τέλεια όραση για να σημαδέψεις. Ο Ντερσού φεύγει και σε λίγο ειδοποιούν τον λοχαγό πως τον βρήκαν σκοτωμένο σ’ ένα χωριό στις παρυφές του βουνού.

Μάλλον τον έχει σκοτώσει κάποιος άνθρωπος για να του πάρει το ντουφέκι. Ο λοχαγός τον θάβει εκεί. Όταν αργότερα πάει στο μνήμα, μνήμα δεν υπάρχει. Το χωριό χτιζόταν εκείνο το διάστημα και τα δύο δέντρα ανάμεσα στα οποία ήταν θαμμένος ο Ντερσού έχουν κοπεί. Τα απομεινάρια όμως των δύο κομμένων δέντρων είναι εκεί, σαν εστία μιας φιλίας που δεν τερμάτισε ποτέ…

image

Στην ταινία αυτή, ο ουμανισμός του Κουροσάουα, που είναι άλλωστε ο κύριος ιδεολογικός άξονας που διαπερνά ολόκληρο το έργο του, βρίσκει εδώ μια εντελώς ελεύθερη διέξοδο έκφρασης. Μ’ έναν λυρικό τρόπο, σχεδόν σε στυλ ντοκιμαντέρ, ο Κουροσάουα δείχνει τον εκπρόσωπο του πολιτισμού και των επιστημών ως έναν ανίδεο – όπως κι εμείς οι θεατές – μπροστά στο μεγαλείο της φύσης, που κοιτάμε αλλά δεν βλέπουμε.

Γυρισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου στη φύση, η ταινία έχει εκπληκτικά πλάνα και γνήσια κινηματογραφική συγκίνηση. Αξίζει νομίζω να σημειώσουμε ότι πρόκειται για την πρώτη ταινία που ο Κουροσάουα γυρίζει εκτός ιαπωνικού εδάφους. Είχε προηγηθεί μια πολύ δύσκολη περίοδος για τον σκηνοθέτη.

Παρά τις μεγάλες επιτυχίες που ακολουθούν η μια την άλλη μεταξύ των ετών 1950-1965, η δεκαετία 1965-1975 είναι πολύ δύσκολη. Η εισπρακτική αποτυχία της τελευταίας του ταινίας «Dodesukaden», για την ολοκλήρωση της οποίας χρειάστηκαν πέντε χρόνια, του στοίχησε πολύ.

Στο εξής οι πόρτες των ιαπωνικών κινηματογραφικών στούντιο είναι κλειστές γι’ αυτόν, μιας και το κοινό ζητά πλέον ταινίες δράσης και πολεμικών τεχνών. Ο Κουροσάουα είναι απελπισμένος, φτάνει ως το σημείο να κάνει απόπειρα αυτοκτονίας.

Κατορθώνει, ωστόσο να ανακάμψει και στρέφεται στο εξωτερικό για χρηματοδότηση. Η «χείρα βοηθείας» που θα τον βγάλει από το αδιέξοδό του θα έρθει από τη Ρωσία. Δέχεται να μεταβεί στη Σοβιετική Ένωση για τα γυρίσματα μιας ταινίας βασισμένης σε δύο βιβλία του Βλαντιμίρ Αρσένιεφ.

Το αποτέλεσμα θα είναι η αριστουργηματική ταινία »Ντερσού Ουζαλά». Το φιλμ βραβεύτηκε με το Χρυσό Βραβείο στο Φεστιβάλ της Μόσχας, καθώς και με το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας στην τελετή απονομής του 1976.

Η φιλμογραφία του Ακίρα Κουροσάουα περιλαμβάνει ορισμένες από τις πιο σπουδαίες κλασικές ταινίες του παγκόσμιου κινηματογράφου, έργα – ορόσημα που άσκησαν επίδραση σε ομότεχνούς του και αγαπήθηκαν από τόσο από το κοινό, όσο και από τους κριτικούς.

«Από την εποχή του ερχομού του ομιλούντος κινηματογράφου στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, ένιωσα ότι είχαμε βάλει στο περιθώριο και ξεχάσει όλα αυτά που ήταν υπέροχα στις παλιές βωβές ταινίες. Με ενοχλούσε ακατάπαυτα η συνειδητοποίηση της αισθητικής απώλειας. Ένιωθα την ανάγκη να επιστρέψω στις πηγές του κινηματογράφου για να ξαναβρώ την ιδιαίτερη αυτή ομορφιά. Έπρεπε να επιστρέψω στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, πίστευα ότι υπήρχε κάτι που μπορούσα να μάθω από το πνεύμα που χαρακτήριζε τη Γαλλική αβανγκάρντ της δεκαετίας του ‘20.» – Ακίρα Κουροσάβα

Διαβάστε επίσης:

image

Ντέρσου Ουζαλά / Dersu Uzala
Σκηνοθεσία: Ακίρα Κουροσάβα
Σενάριο: Ακίρα Κουροσάβα, Γιουρίλι Ναγκίμπιν
Πρωταγωνιστούν: Γιουρίλι Σόλομιν, Μαξίμ Μουνζούκ, Μιχαήλ Μπικλόφ
Φωτογραφία: Φίοντορ Ντομπρονράβοφ, Γιούρι Γκάντμαν, Ασακάντζου Νακάι
Μοντάζ: Βαλεντίνα Στεπάνοβα
Μουσική: Ισαάκ Σβαρτς
Έτος Παραγωγής: 1975
Χώρα Παραγωγής: Σοβιετική Ένωση, Ιαπωνία
Διάρκεια: 144 λεπτά