Η ταινία μικρού μήκους με τίτλο «Αμετακίνητα», η οποία αφορά στη δράση της Κίνησης Πολιτών Θεσσαλονίκης για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς υπέρ της in situ διατήρησης των αρχαιοτήτων στον υπό κατασκευή σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, είναι μία συλλογική δημιουργία φοιτητών του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Ads

Η ταινία εντάσσεται στη σειρά φοιτητικών ντοκιμαντέρ «Φοιτητιβίσματα», παραγωγής 2020, που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του ετήσιου διαπανεπιστημιακού προγράμματος «Διάπλασις», το οποίο ξεκίνησε το 2018 με πρωτοβουλία του καναλιού της Βουλής – οι ταινίες της σειράς προβάλλονται κάθε Σάββατο και Κυριακή πρωί στο κανάλι της Βουλής.

Σενάριο – σκηνοθεσία: Στάθης Καζαντζίδης – Τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ, ΑΠΘ.

Η ταινία των φοιτητών του ΑΠΘ, μας δίνει την αφορμή για την παρακάτω αναδρομή στα γεγονότα που οδήγησαν στην ενεργή κινητοποίηση των Θεσσαλονικέων για την προστασία της πολύτιμης κληρονομίας της πόλης τους.

Κορυφαίοι επιστήμονες από την Ελλάδα και από όλον τον κόσμο επανειλημμένα διαβεβαιώνουν ότι είναι εφικτή η διατήρηση in situ των σημαντικών ευρημάτων και έχουν τεκμηριώσει ότι ο τεμαχισμός και η απόσπασή τους θα καταστρέψει την αυθεντικότητα και την ακεραιότητα ενός μνημείου, έκτασης 1.600 τ.μ., εκεί όπου σήμερα συναντιέται η Βενιζέλου με την Εγνατία, ή αλλιώς Decumanus Maximus και Cardo γωνία, ή Μέση Οδός, που αποκαλύφθηκε κατά τη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών για το μετρό Θεσσαλονίκης και αποτελεί ακέραιο απόσπασμα του πολεοδομικού συγκροτήματος της Ρωμαϊκής και Βυζαντινής Θεσσαλονίκης του 3ου και 4ου αιώνα μ.Χ. και αναπόσπαστο κομμάτι της ιστορίας της πόλης.

Ads

image

image

Chemin de fer métropolitain de Salonique

Επιχειρώντας μια αναδρομή στην ιστορία του περιλάλητου μετρό Θεσσαλονίκης γυρνάμε τον χρόνο πίσω στο 1976, χρονιά που πρωτοεμφανίζεται στον εθνικό προϋπολογισμό της κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή η κατασκευή του και «θεμελιώνεται» η ιδέα στο μυαλό των κατοίκων της πόλης για τον αστικό σιδηρόδρομο. Αφήνουμε πίσω μας τη δεκαετία του ’80 και την «τρύπα του Κούβελα» (που κανείς Θεσσαλονικιός δεν την ξεχνά) και φυλλομετρούμε τα πολύ περισσότερα από εφτά χρόνια «φαγούρας» που ακολούθησαν. Ανακοινώσεις και κυρώσεις συμφωνιών, αναγγελίες διαγωνισμών και δημοπρατήσεων, αναβολές και καθυστερήσεις. Φτάνουμε έτσι στα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα όταν εντέλει αρχίζουν οι πρώτες προπαρασκευαστικές εργασίες του έργου, ανοίγουν τα πρώτα εργοτάξια και η πόλη υποδέχεται τον πρώτο μετροπόντικα. Το 2012 είναι σταθμός σε αυτή την ιστορία. Είναι η χρονιά που η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φως από τα έγκατα της σαλονικιώτικης ασφάλτου έναν μοναδικό θησαυρό, εκκινώντας έναν νέο κύκλο επεισοδίων της σύγχρονης αυτής ελληνικής κωμικοτραγωδίας που ονομάζεται γαλλιστί «Chemin de fer métropolitain de Salonique».

Η χάραξη του Μητροπολιτικού Σιδηρόδρομου Θεσσαλονίκης επί της οδού Εγνατίας ήταν δεδομένο εξαρχής ότι θα σκόνταφτε σε αρχαιότητες, άρα και σε συνεχείς αναβολές. Οπερ και εγένετο. Το 2012 οι ανασκαφικές εργασίες αποκαλύπτουν τη διασταύρωση των οδών Decumanus Maximus και Cardo, στη θέση της σημερινής διασταύρωσης Βενιζέλου και Εγνατίας· οι αρχαιολόγοι χαρακτηρίζουν το εύρημα μοναδικό το οποίο πιστοποιεί την ιστορική διαχρονία της Θεσσαλονίκης. «Μια βυζαντινή Πομπηία» ονομάζει σήμερα τα ευρήματα ο διευθυντής του Κέντρου Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών της École des Hautes Études en Sciences Sociales του Παρισιού Πάολο Οντορίκο. Αμέσως ανοίγει το ζήτημα για τη μεταφορά των αρχαιοτήτων ώστε να μην καθυστερήσουν οι εργασίες του μετρό και ξεσπά η σύγκρουση –η οποία θα διαρκέσει πέντε ολόκληρα χρόνια– για την τύχη τους ανάμεσα στους αρχαιολόγους, στις αρχές της πόλης και στην πολιτεία. Η Θεσσαλονίκη διχάζεται: κατά χώραν ανάδειξη των σημαντικών αρχαιοτήτων που βρέθηκαν στη Βενιζέλου ή απόσπαση των αρχαίων για να κατασκευαστεί ο σταθμός;

Το 2013 με γνωμοδότηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) το υπουργείο Πολιτισμού αποφασίζει να αποσπαστούν οι αρχαιότητες και να μεταφερθούν στο πρώην στρατόπεδο Παύλου Μελά. Έντονες οι αντιδράσεις από τους αρχαιολόγους. Στο πλευρό τους συντάσσεται ενεργά ο Δήμος Θεσσαλονίκης και προσφεύγει στο ΣτΕ, πετυχαίνοντας την αναστολή εκτέλεσης οποιασδήποτε εργασίας απόσπασης των αρχαίων μέχρι να εκδοθεί οριστική απόφαση.

Το 2014 με υπουργική απόφαση αποφασίζεται η απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων και ο Δήμος Θεσσαλονίκης προσφεύγει στο ΣτΕ και κατά αυτής της απόφασης.

Το 2015 νέα υπουργική απόφαση ανατρέπει την προηγούμενη και προκρίνει την κατά χώραν διατήρηση των αρχαιοτήτων «για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, που συνίσταται στη διαφύλαξη και προστασία της αυθεντικότητας του μοναδικού μνημειακού συνόλου για την παγκόσμια κληρονομιά».

Το 2016 τα υπουργεία Πολιτισμού και Μεταφορών, Υποδομών και Δικτύων, η Αττικό Μετρό ΑΕ και ο δήμος υπογράφουν μνημόνιο συναντίληψης για τη σύνταξη σχετικής μελέτης.

Μέχρι το 2017 που το ΚΑΣ δίνει το πράσινο φως και το ΥΠΠΟ εγκρίνει τη μελέτη κατασκευής του σταθμού Βενιζέλου δεν έχει πραγματοποιηθεί καμία εργασία στο έργο. Έκτοτε οι εργασίες προχωρούν στα περισσότερα σημεία της πόλης.
Τον Μάρτιο του 2019 οι αρχαιολόγοι ολοκληρώνουν τη δουλειά τους στον σταθμό Βενιζέλου και αποχωρούν. Οι εργασίες προχωρούν με χρονοδιάγραμμα παράδοσης της βασικής γραμμής του έργου το 2021 ή το 2022 χωρίς τον σταθμό Βενιζέλου και το 2023 ή 2024 με αυτόν.

Τον Σεπτέμβριο του 2019, δύο μόλις μήνες μετά από την ορκωμοσία της νέας κυβέρνησης, ο πρωθυπουργός ανακοινώνει στην ομιλία του στην 84η ΔΕΘ αλλαγή πλεύσης: επιστρέφουμε στην αρχική λύση, απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων της Βενιζέλου, μουσείο ευρημάτων στο στρατόπεδο Παύλου Μελά και ολοκλήρωση του μετρό Θεσσαλονίκης την άνοιξη του 2023.
Αν και ήταν ήδη γνωστές οι δηλώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων και τοπικών παραγόντων υπέρ της ανατροπής της λύσης που εφαρμόζεται εδώ και πέντε χρόνια στο μετρό, οι πολίτες ακούν τον πρωθυπουργό ανήσυχοι για το μέλλον τόσο της καθημερινότητάς τους όσο και του μοναδικού θησαυρού που αποκαλύφθηκε κάτω από τα πόδια τους. Το θέμα περνάει στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Οι εμπλεκόμενοι φορείς επιχειρηματολογούν. Οι αρχαιολόγοι αντιδρούν και εκφράζουν ανησυχίες για τις πολύτιμες αρχαιότητες. Η πόλη διχάζεται ξανά. Ιδρύεται η Κίνηση Πολιτών για την Προστασία της Πολιτιστικής Κληρονομιάς.

Λίγο αργότερα το ΚΑΣ με νέα γνωμοδότησή του ενέκρινε την απόσπαση, με μειοψηφούντα μέλη την Γενική Διευθύντρια Αρχαιοτήτων, Τζένη Βελένη, και τον Καθηγητή της Δομοστατικής στο ΕΜΠ, Βλάση Κουμούση.
Διεθνείς οργανισμοί που δραστηριοποιούνται στην προστασία των μνημείων, η Europa Nostra και το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών ICOMOS, δηλώνουν κατηγορηματικά αντίθετοι στην απόσπαση των αρχαιοτήτων. Πολίτες και επιστημονικοί φορείς ξεσηκώθηκαν πάλι, δεν άργησαν να κινητοποιηθούν με ποικίλες εκδηλώσεις εκφράζοντας την αντίθεσή τους και τελικώς να προσφύγουν στο Συμβούλιο της Επικρατείας.

Στις 6 Νοεμβρίου 2020 το ΣτΕ συνεδρίασε για τη μοίρα του Σταθμού Βενιζέλου. Η Θεσσαλονίκη περιμένει ακόμη την απόφασή του.