Το 1996 κυκλοφορεί στις αίθουσες η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Κιμ Κι-Ντουκ. Το σπάνιο σκηνοθετικό ντεμπούτο του κορυφαίου δημιουργού από τη Νότια Κορέα κυκλοφορεί για πρώτη φορά στους εγχώριους κινηματογράφους. Πρόκειται για μία προκλητική ρωγμή στο κινηματογραφικό κατεστημένο καθώς παρουσιάζει με νεορεαλιστική µατιά την άγρια πλευρά του Κορεατικού οικονοµικού θαύµατος.

Ads

Η ταινία ακολουθεί έναν άντρα με το παρατσούκλι Κροκόδειλος. Πρόκειται για έναν γκρινιάρη παρία που επιβιώνει κάτω από μια γέφυρα με ένα αγόρι και τον παππού του. Καθένας από αυτούς αποκτά χρήματα και φαγητό με τον δικό του τρόπο.

Ο Κροκόδειλος είναι σπουδαίος δύτης, ο οποίος μαζεύει τα πορτοφόλια των ανθρώπων που αυτοκτονούν πηδώντας από τη γέφυρα. Το αγόρι πουλάει τσίχλες και ο παππούς έχει φυσικό ταλέντο στη μηχανική.

Ads

Η ζωή τους θα αλλάξει την ημέρα που ο Κροκόδειλος σώζει τη ζωή μιας νεαρής γυναίκας που αποπειράται να αυτοκτονήσει. Είναι πανέµορφη αλλά απελπισµένη µετά τον πρόσφατο χωρισµό της. Θα αποτελέσει µια καινούργια προσθήκη στην περίεργη «οικογένεια», ή παρουσία της θα αλλάξει την δυναµική της µικρής οµάδας.

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Κιμ Κι-Ντουκ επιχειρεί να αντιστρέψει τη μεταφορά της νέας καπιταλιστικής ευημερίας της Κορέας που αναπαριστάται μέσω του ποταμού Han.

«Από την πρώτη μου ταινία «Crocodile» (1996) προσπάθησα να κάνω ταινίες με θρησκευτικά μοτίβα. Αυτά τα μοτίβα αναμειγνύονται με θέματα σχετικά με την αμαρτία και καταστάσεις αυτοτραυματισμού. Οι θεατές μπορούν να επιλέξουν ότι θέλουν για να δουν τις ταινίες μου. Αφήνω την επιλογή στο κοινό. Παρόλα αυτά τα θρησκευτικά στοιχεία στις ιστορίες μου προτείνουν μια επιστροφή στην Μητέρα Φύση και στην αθωότητα. Αυτή την εποχή, η ζωή μας είναι πλήρης τεχνητών και μη φυσικών στοιχείων. Θα πρέπει να προσπαθήσουμε σκληρό να κερδίσουμε ξανά την αθωότητα μας.» – Κιμ Κι-Ντουκ

Η πρώτη και σπάνια ταινία του Κιµ Κι Ντουκ, γυρισµένη µε ελάχιστα µέσα, είναι µια νεορεαλιστική ιστορία, µε ήρωες τους αγαπηµένους παρίες του µεγάλου Ασιάτη δηµιουργού. Το τραχύ, άµεσο ύφος, αλλά και η αλλόκοτη, σχεδόν απόκοσµη υδάτινη πραγµατικότητα του «Κροκόδειλου» συνθέτουν ένα συναρπαστικό όσο και συνταρακτικό σύγχρονο κινηματογραφικό µελόδραµα.

Κιμ Κι-Ντουκ / Kim Ki-duk

Ένας αιρετικός δημιουργός, με όλη τη σημασία του όρου, ένας τυχοδιώκτης της Τέχνης και της Ζωής, όπως έχει ομολογήσει κι ο ίδιος. Ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης Κιμ Κι-Ντουκ, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 59 ετών, αλλά οι ταινίες του θα μας θυμίζουν για πάντα πως υπήρξε ένας πιστός και ακούραστος υπηρέτης της Έβδομης Τέχνης.

Γεννήθηκε στις 20 Δεκεμβρίου του 1960, στην ορεινή επαρχία του Κουνγκσανγκ της Νότιας Κορέας και μετακόμισε στην Σεούλ σε ηλικία 9 ετών, μαζί με τους γονείς του. Αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το γυμνάσιο όταν ο αδελφός του εκδιώχθηκε από το σχολείο και μπήκε μαθητής σε μια γεωργική σχολή. Από τα δεκαεφτά του ξεκίνησε να δουλεύει σε εργοστάσιο και τρία χρόνια αργότερα κατατάχθηκε στους πεζοναύτες. Όταν τελείωσε την στρατιωτική του θητεία, πέρασε δυο χρόνια σε μια εκκλησία για ανθρώπους με προβλήματα όρασης, φιλοδοξώντας να γίνει ιεροκήρυκας, ενώ ταυτόχρονα άρχισε να ασχολείται και πάλι με την ζωγραφική, την οποία είχε εγκαταλείψει σε νεαρή ηλικία.

Οι τριετείς σπουδές καλών τεχνών στο Παρίσι (1990 – 1992) δεν τον ικανοποίησαν πλήρως. Επέστρεψε στη χώρα του και θέλησε να σπουδάσει Κινηματογράφο, αλλά δεν τον δέχτηκε κανείς. Σε πείσμα όλων, χωρίς σχετικές σπουδές, άρχισε να πειραματίζεται. Αρχικά κατάφερε να διακριθεί ως σεναριογράφος, κερδίζοντας τρία Βραβεία από την Κρατική Ακαδημία Σεναρίου και την Εθνική Ένωση Σεναριογράφων, πριν έρθει η καταξίωσή του και πίσω από την κάμερα.

Πραγματοποίησε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του το 1996 με την ταινία «Crocodile». Από τότε ο Κιμ Κι Ντουκ έχει αγαπηθεί από το κοινό και τους κριτικούς για τους σκληρούς χαρακτήρες του, τις συγκλονιστικές εικόνες του, αλλά και τα ουσιώδη μηνύματα που περνάει μέσα από τις ταινίες του. Συνέχισε την καριέρα του γυρίζοντας διεθνείς επιτυχίες όπως «Το Κορίτσι με το Αγγελικό Πρόσωπο» που κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ του Βερολίνου και το «Ολομόναχοι Μαζί» που κέρδισε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ της Βενετίας. Πριν τη μεγάλη επιτυχία της καριέρας του με το «Pieta», είχε ήδη κερδίσει το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα του Φεστιβάλ Καννών το 2011, με την ταινία «Arirang».

«Έκανα διάφορα επαγγέλματα στη ζωή μου. Έχω δουλέψει σε εργοστάσια, ως μισθοφόρος πεζοναύτης στον στρατό, έχω σπουδάσει και θεολογία, έστω κι αν δεν τέλειωσα, με σκοπό να γίνω πάστορας και πολλά άλλα. Όλα αυτά, όπως και τα πολλά ταξίδια που έχω κάνει στην Ευρώπη, με έχουν επηρεάσει καθοριστικά». – Κιμ Κι-Ντουκ

Αξίζει να σημειώσουμε, ότι ο σπουδαίος Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης, βρέθηκε το 2005 στην Αθήνα, καλεσμένος του 11ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, όπου μάλιστα τιμήθηκε με την Χρυσή Αθηνά, δια χειρός Θόδωρου Αγγελόπουλου, με αφορμή μία πλήρη ρετροσπεκτίβα στο μέχρι τότε έργο του.

Οι ταινίες του Κιμ Κι-Ντουκ μπορούν να χαρακτηριστούν σαν αυτοβιογραφικά κείμενα γραμμένα με την κάμερα. Γι’ αυτό και ο Κιμ περιγράφει την κάθε μια, σαν μια σεκάνς στο σύνολο του έργου του. Για τον ίδιο, η ζωή και οι ταινίες του υπήρξαν αλληλένδετες.

Η σκληρότητα που μερικές φορές τις διακρίνει, μπορεί να φοβίζει το κοινό και να ενοχλεί τους κριτικούς, όμως αν η ενέργεια που τις διαποτίζει μπορεί να χαρακτηριστεί σκοτεινή και λανθασμένη, τότε αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τις ταινίες αυτές καθ΄ εαυτές. Αντίθετα θα πρέπει να ιδωθεί σαν μια προσπάθεια να αντικατοπτρίσει την σκληρότητα της ζωής μας και του κόσμου στον οποίο ζούμε.

Διαβάστε Επίσης:
Αφιέρωμα στον Κιμ Κι-Ντουκ: Ο Νοτιοκορεάτης σκηνοθέτης μέσα από τις 10 καλύτερες ταινίες του

Crocodile
Σκηνοθεσία: Κιμ Κι-Ντουκ
Σενάριο: Κιμ Κι-Ντουκ
Πρωταγωνιστούν: Τσο Τζάε-Χιουν, Τζέον Μου-Σονγκ, Αν Τζάε-χονγκ, Γου Γιουν-Κιέονγκ
Φωτογραφία: Λι Ντονγκ-Σαμ
Μοντάζ: Κιμ Κι-Ντουκ
Έτος Παραγωγής: 1996
Χώρα Παραγωγής: Νότια Κορέα
Διάρκεια: 102 λεπτά
Κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους από την Πέμπτη 6 Ιουνίου