Η ταινία της Αγγελικής Αντωνίου «Οι Άγνωστοι Αθηναίοι» παρακολουθεί επί 6 χρόνια τη ζωή των σκύλων στο κέντρο Αθήνας και τη σχέση τους με τους ανθρώπους και τον χώρο γύρω τους. Πρόκειται για μια ταινία παρατήρησης, ένα οδοιπορικό στην Αθήνα σε διάρκεια έξι χρόνων από το 2014 μέχρι το 2020 με πρωταγωνιστές τα αδέσποτα σκυλιά, που μας μεταφέρουν μέσα από τις περιπλανήσεις τους στους ανθρώπους που τα φροντίζουν, αλλά και στο κέντρο της Αθήνας που όλοι νομίζουμε ότι ξέρουμε και παρόλο αυτά μάλλον δεν το γνωρίζουμε. Πολλές εκπλήξεις και πολλές απρόβλεπτες καταστάσεις.

Ads

Η Αγγελική Αντωνίου μίλησε στο tvxs.gr για αυτό το ταξίδι που κράτησε από το 2014 ως το 2020, τις δυσκολίες που αντιμετώπισε, τους ανθρώπους που γνώρισε, αλλά και την καρδιά της αυθεντικής Αθήνας, μιας Αθήνας που συνεχώς παίρνει νέα μορφή.

  • Mέσα από τις σχέσεις ανθρώπων και ζώων, η ταινία σκιαγραφεί ένα συγκινητικό πορτρέτο των αδέσποτων, με σκηνικό την Αθήνα που διαρκώς αλλάζει. Πως προέκυψε η ιδέα να ασχοληθείτε με ένα τόσο ιδιαίτερο θέμα;

Εντελώς από τύχη. Το θέμα με συνάντησε κυριολεκτικά στο δρόμο. Δεν είχα σκεφτεί ποτέ να κάνω κάτι για τα αδέσποτα. Συνήθως τα έβλεπα και τα προσπερνούσα, όπως και αρκετοί Αθηναίοι. Βέβαια πάντα μου έκανε εντύπωση σαν φαινόμενο γιατί ζω ανάμεσα στην Αθήνα και το Βερολίνο, όπου δεν υπάρχουν καθόλου αδέσποτα, οπότε πάντα κρατούσα τις αποστάσεις μου.

Μια μέρα που ήμουν πολύ πεσμένη ψυχολογικά είδα έναν άνθρωπο που τα τάιζε. Κι έτσι ξεκίνησαν όλα. Βλέποντας αυτή τη στιγμή, τα σκυλιά δηλαδή να τον περιμένουν με λαχτάρα. Και ξέρετε τα σκυλιά δεν περιμένουν μόνο το φαγητό αλλά και την επικοινωνία με τον άνθρωπο. Όπως λέει κι ο Αχιλλέας Αδάμ, ένας από τους πρωταγωνιστές της ταινίας, τα σκυλιά είναι ότι κοντινότερο στον άνθρωπο, το σκυλί θυσιάζεται για τον άνθρωπο.

Ads
  • «Αδέσποτες βόλτες γεμάτες εκπλήξεις, στην καρδιά της πόλης». Τι έχετε να θυμάστε από αυτό το ταξίδι των έξι χρόνων;

Αυτό που θυμάμαι είναι η αίσθηση που μου έχει αφήσει όλη αυτή η περιπέτεια. Αρχικά απέκτησα συνείδηση σχετική με την πόλη. Δηλαδή εγώ την Αθήνα δεν μπορώ να την δω όπως την έβλεπα παλιά. Παλιά πήγαινε απλά σε ένα μαγαζί να κάνω τα ψώνια μου. Τώρα ξέρω ότι πχ στο Μοναστηράκι εκεί ήταν ο Μάρκος που του άρεσε η ροκ μουσική και μετά πήγαινε στο six dogs. Βλέπω όλα τα μέρη σε σχέση με τις υπάρξεις και τους ανθρώπους που γνώρισα. Έχω αποκτήσει φιλίες, ανακάλυψα το κέντρο και ξανααγάπησα την Αθήνα.

  • Έχετε αναφέρει σε παλαιότερη συνέντευξη ότι «το σημαντικό για μένα προσωπικά είναι ότι  ξανα-ανακάλυψα την πόλη που γεννήθηκα και μεγάλωσα και που νόμιζα ότι την ήξερα. Μέσα από την ταινία έμαθα να βλέπω την Αθήνα με άλλα μάτια». Τι διαφορετικό είδατε;

Παλιά θυμάμαι ότι πήγαινα στο κέντρο και έφευγα τρέχοντας. Μάλιστα επειδή την περπάτησα αρκετά και βράδυ μπόρεσα να δω την αρχιτεκτονική ομορφιά που έχει, καθώς τα πολλά κτίρια είναι καταπληκτικά, ειδικά φωτισμένα. Νομίζω ότι πια την κατανοώ την Αθήνα και τη συμμερίζομαι. Επίσης ανακάλυψα πόσο ζωή έχει η Αθήνα. Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα πόλη με πολιτιστικά δρώμενα, Ανακάλυψα ότι έχει επίσης περιφερόμενη τέχνη. Δεν ήξερα ότι μπορείς να προχωράς στον δρόμο και να ακούσεις την Ίνες Ζήκου να τραγουδάει. Υπάρχουν καταπληκτικά συγκροτήματα που παίζουν μουσική και παιδιά που χορεύουν ή κάνουν σκέιτ στα σκαλοπάτια του Συντάγματος.

  • Εκτός από τα ζώα στην ταινία παρακολουθούμε και τους ανθρώπους που φροντίζουν τα αδέσποτα. Πόσο εύκολο ήταν να τους ανακαλύψετε και να κερδίσετε την εμπιστοσύνη τους;

Ήταν πάρα πολύ δύσκολο. Αυτό που με δυσκόλεψε πολύ ήταν να βρω τους κατάλληλους ανθρώπους. Το θέμα είναι ότι βλέπουμε τα αδέσποτα και δεν ξέρουμε πότε θα περάσει κάποιος να τους δώσει τροφή. Οπότε πως θα τους βρεις; Εκτός από το γεγονός ότι δεν ήξερα ότι υπάρχουν άνθρωποι που οικειοθελώς περνάνε χωρίς να περιμένουν τίποτα από κανέναν. Τραβούσα τα αδέσποτα επί οχτώ μήνες μέχρι που ανακαλύπτω ότι δεν μπορώ να κάνω μια ταινία μόνο με τα αδέσποτα που βολτάρουν. Δεν καταλάβαινα το νήμα σύνδεσης. Μέχρι που τελικά ανακάλυψα τον Αχιλλέα, που ξεκίνησε από πολύ νωρίς να ταΐζει και να φροντίζει τα αδέσποτα. Κάθε μέρα τάιζε περίπου 40 σκυλιά. Ο Αχιλλέας σαν σιωπηλός δρομέας μέσα στην πόλη, μου επέτρεψε να τον ακολουθήσω και δεν μου εξηγούσε και πολλά, καθώς είναι λιγομίλητος άνθρωπος, ούτε ποτέ παρουσίασε τον εαυτό του σαν να κάνει κάτι τρομερά σημαντικό. Έτσι παρακολουθώντας τον κατάλαβα ότι υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι που το κάνουν αυτό, όπως επίσης και τους σταθμούς που κάνουν τα ζώα μέσα στην πόλη. Έτσι βρήκα και τη δραματουργία της ταινίας.

  • Το να σκηνοθετήσει κανείς παιδιά και ζώα είναι ένα αρκετά δύσκολο εγχείρημα. Εσείς τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε και πως τα καταφέρατε τελικά;

Στην αρχή ήμουν με την κάμερα πιο μακριά. Είναι πολύ δύσκολο να τραβήξεις σκυλιά και όλη η ταινία είναι τραβηγμένη στο χέρι. Δεν μπορείς να έχεις τρίποδα, ούτε οπερατέρ και να του πεις έλα να τραβάς στις 12 τα μεσάνυχτα να περιμένουμε τέσσερις ώρες. Επίσης τα σκυλιά πρέπει να καταλάβουν ότι δεν απειλούνται από σένα. Να σε συνηθίσουν να σε μυρίσουν κλπ. Οπότε εγώ επανειλημμένα τα ακολουθούσα, τα πλησίαζα, τα τάιζα, ώστε κάποια στιγμή άρχισαν να με εμπιστεύονται. Επίσης, επειδή ακριβώς το σκυλί δεν είναι ηθοποιός να του πεις πότε να μπει και πότε να βγει από το πλάνο, πρέπει να είσαι σε απίστευτη ετοιμότητα. 

  • Τι θα θέλατε να αισθανθεί ο θεατής βγαίνοντας από την αίθουσα; Με τι να προβληματιστεί;

Εγώ γενικά είμαι της άποψης ότι όταν έχεις δημιουργήσει κάτι, ο κάθε άνθρωπος θα το δει και θα δημιουργήσει την δική του αίσθηση. Αυτό που ξέρω από το feedback που έχω είναι ότι η ταινία συγκινεί και δεν δουλεύει με την ευκολία του φιλοζωικού συναισθήματος. Και σίγουρα προβληματίζει γιατί ενώ υπάρχει παραλληλισμός του αδέσποτου και του άστεγου, σε καμία περίπτωση δεν την έχω γυρίσει με τρόπο που να είναι περιγραφική και διδακτική. Αφήνω τον θεατή να αποφασίσει και να αισθανθεί πηγαία, χωρίς να τον αναγκάζω να πάει σε μια κατεύθυνση.

  • Η ταινία ήταν υποψήφια για τον «Χρυσό Αλέξανδρο» στο διεθνές διαγωνιστικό τμήμα του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης 2020. Τι αποκομίσατε από αυτή την εμπειρία και ποια η γνώμη σας για τον τρόπο που διεξάγονται τα κινηματογραφικά φεστιβάλ στην Ελλάδα;

Δυστυχώς επειδή έγινε online το φεστιβάλ ήταν πολύ δύσκολο να επικοινωνήσω την ταινία με το κοινό. Αυτό με πείραξε πάρα πολύ. Για έναν δημιουργό δεν είναι ότι καλύτερο να μην έχει την επαφή και τη συζήτηση με το κοινό και τους συναδέλφους του. Σχετικά με τα φεστιβάλ θεωρώ ότι γίνεται πολύ καλή δουλειά στην Ελλάδα. Το φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους της Δράμας είναι από τα καλύτερα στην Ευρώπη, με μεγάλη παράδοση και πολύ έγκυρα. Επίσης το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης είναι επίσης πολύ καλό κι είμαστε τυχεροί γι’ αυτό. Ειδικά με τις συνθήκες και τα χρήματα που παίζουν στην Ελλάδα.

  • Την μουσική στην ταινία υπογράφει ο πολλά υποσχόμενος Σεραφείμ Γιαννακόπουλος των Planet of Zeus. Πως προέκυψε αυτή η συνεργασία;

Είναι ένας πολύ ταλαντούχος μουσικός ο Σεραφείμ. Είχα κάνει μια ταινία, το Έντουαρντ, και είχα παρει τοτε κομμάτια από τους Finger Crossed και μου άρεσε πολύ η μουσική τους. Αμέσως σκέφτηκα ότι και τώρα θα είναι κατάλληλος να κάνει την μουσική για το ντοκιμαντέρ. Έχει καταφέρει να συνδυάσει τη δική του μουσική σύνθεση με τα μουσικά δρώμενα που συμβαίνουν στη Αθήνα. Αυτό είναι πολύ δύσκολο να το παντρέψεις. Κι όμως έχει κάνει εξαιρετική δουλειά.