Αυτό τον μήνα κλείνουν εκατό χρόνια μίας από τις σημαντικότερες έννοιες της σύγχρονης κουλτούρας… οι έννοιες του star system και των stars “δένονται” με την έβδομη τέχνη. Από κει και πέρα – τουλάχιστον στη χολιγουντιανή εκδοχή – αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του.

Ads

Στα τέλη Δεκεμβρίου του 1938, η ηθοποιός Florence Lawrence αυτοκτόνησε καταπίνοντας ένα θανατηφόρο παρασκεύασμα, κάτι μεταξύ σιροπιού βήχα και δηλητήριου μυρμηγκιού. Ήταν 52 ετών, μια ξεχασμένη παρουσία που αγωνιζόταν για να ζήσει. Κι όμως αυτή η ξεχασμένη ηθοποιός έχει τη δίκαιη αξίωση να είναι η πρώτη σταρ του σινεμά στον κόσμο. Αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η Lawrence είχε «πεθάνει». Η διασημότητά της οφείλεται εν μέρει στον θάνατο που είχε σκηνοθετήσει για εκείνη ο παραγωγός Carl Laemmle, 28 χρόνια νωρίτερα – ένα περιστατικό το οποίο περίτρανα ανέδειξε τον αντίκτυπο του μάρκετινγκ και τις πράξεις χειραγώγησης του κοινού.

Αυτό περιστατικό, τα 100 χρόνια από το οποίο μνημονεύει η Independent, είχε μακροπρόθεσμες επιπτώσεις για τη Δυτική Κουλτούρα. Η βιομηχανία του κινηματογράφου είχε μία ακμάζουσα δεκαετία από το Φεβρουάριο του 1910 και μετά δεν είχε όμως stars system ούτε και stars. Οι λόγοι ήταν οικονομικoί. Οι παραγωγοί στις ΗΠΑ και την Ευρώπη είχαν αρχίσει να υπογράφουν σενάρια με τους πρωταγωνιστές αλλά εξακολουθούσαν αλλά ακόμη εξακολουθούσαν να κρατούν τα ονόματα τους μακριά από τη δημοσιότητα. Φοβούνταν (και δικαιολογημένα) ότι, αν οι ηθοποιοί ήταν γνωστοί στο κοινό τους θα ζητούσαν περισσότερα χρήματα για κάθε νέα ταινία διογκώνοντας έτσι το κόστος των παραγωγών.

Αυτός ήταν ο λόγος που η Florence Lawrence ήταν γνωστή στον κόσμο ως “Το κορίτσι της Biograph”. Έχοντας ξεκινήσει τη σταδιοδρομία της με το Vitagraph, είχε διαδραματίσει τον πρωταγωνιστικό ρόλο σε μεγάλο αριθμό βιογραφικών ταινιών. Οι θαυμαστές της την αναγνώριζαν αλλά δεν είχαν ιδέα για την ταυτότητά της. Στη συνέχεια, διακίνηση μία ανώνυμη φήμη ότι το “Το κορίτσι της Biograph” είχε σκοτωθεί από ένα τραμ. Αργότερα, ανακοίνωσε ότι, σε αντίθεση με τις φήμες, η Lawrence ήταν ζωντανή και εργαζόταν γι’ αυτόν. Το “κορίτσι με τα χίλια πρόσωπα”, όπως έγινε γνωστή, ήταν επιτέλους αναγνωρίσιμη κι άρχισε να δίνει συνεντεύξεις. Μία νέα πολιτιστική ιδέα γεννήθηκε.

Ads

Η επιθυμία να ειδωλοποιούνται οι νέοι και η ομορφιά ήταν ένα χαρακτηριστικό και των προηγούμενων κοινωνιών, αλλά οι ταινίες παγκοσμιοποίησαν αυτό το ένστικτο. Κοιτώντας πίσω στις πρώτες μέρες του καλλιτεχνικού στερεώματος του Hollywood, δεν μπορείς παρά να παρατηρήσεις ότι οι stars ήταν πολύ νέοι. Η Mary Pickford, η Lillian Gish και οι υπόλοιποι της εποχής τους άρχισαν τη σταδιοδρομία τους ως έφηβοι. Στην “σιωπηλή” του εποχή, ο κινηματογράφος σάρωσε τον κόσμο. Ηθοποιοί όπως ο Pickford και ο Chaplin απολαμβάνουν μία παγκόσμια δημοτικότητα που πριν κανείς δεν είχε αντιμετωπίσει.

Μπορεί βέβαια κάποιοι από αυτούς να είχαν έναν βαθμό αυτονομίας, ωστόσο οι περισσότεροι παραγωγοί “έδεναν τα χέρια” των ηθοποιών τους. Οι εταιρείες παραγωγής αστυνόμευαν τους stars σε κάθε πτυχή της ιδιωτικής και επαγγελματικής τους ζωής, λείαιναν τα σκάνδαλα, για παράδειγμα στέλνοντας κρυφά έγκυες στάρλετ στο εξωτερικό ή “εφοδιάζοντας” τους gay ηθοποιούς με νόστιμες αρραβωνιαστικιές μπροστά στις κάμερες. Επιπλέον οι stars δεσμευόντουσαν με δρακόντειες συμβάσεις χρόνου. Αν απέρριπταν ένα ρόλο θα μπορούσαν να βρεθούν…σε αναστολή. Αν είχαν μεγαλώσει πολύ ή είχαν εμπλακεί σε σκάνδαλο ή ήταν πολύ προκλητικοί θα έμεναν γρήγορα εκτός του “χρυσού” κλουβιού τους. Το κοινό ήταν ακόρεστο αναφορικά με το καλλιτεχνικό στερέωμα αλλά είναι επίσης πολύ άστατο.

Η γοητεία του κοινού για ανθρώπους που κερδίζουν αλόγιστα ποσά και που φαίνεται να ζουν μία προνομιακή ζωή συχνά συγχέεται με μία ανάλογη δυσαρέσκεια. Αυτό που, μετά από όλα, είναι τόσο ειδικά για αυτούς τους ανθρώπους; Σε μια συνέντευξη τύπου, στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, για την ταινία του Joel Schumacher 8MM (1990), ένας δημοσιογράφος ρώτησε τον Nicolas Cage, αν τα δημοσιεύματα που τον ήθελαν να πληρώνεται 20 εκατομμύρια δολάρια ανά ταινία ήταν αλήθεια. “Ότι και να είναι το επιτόκιο της αγοράς…. δεν παύει να είναι το επιτόκιο της αγοράς” απάντησε ο Cage, προφανώς αμήχανος που η αμοιβή του για μία ταινία θα μπορούσε να χρηματοδοτήσει αρκετές ευρωπαϊκές ταινίες. Όπως είπε και ο Schumacher προκειμένου να υπερασπιστεί το αστέρι του, τα στούντιο δεν τον πληρώνουν τόσο από την καλοσύνη της καρδιάς τους. “Εάν οι συγγενείς τους μπορούσαν να κάνουν ότι κάνουμε εμείς, τα studio θα προσελάμβαναν αυτούς”.

Αργότερα, ειπώθηκε ότι η έλευση της τηλεόρασης και το τέλος του παλιού συστήματος θα σήμαινε τον μαρασμό των κινηματογραφικών αστέρων. Ωστόσο, αυτή ήταν η εποχή του Τζέιμς Ντιν, της Μέριλιν Μονρόε και του Μάρλον Μπράντο – μερικών από τα μεγαλύτερα αστέρια όλων των εποχών. Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, οι υπερβολές των αστέρων, όπως της Λιζ Τέιλορ και του Ρίτσαρντ Μπάρτον, φαίνονταν παράλογες και το σύστημα των αστέρων εμφανίστηκε και πάλι υπό απειλή. Ωστόσο, ο Τζακ Νίκολσον, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, η Jane Fonda ήταν τα επόμενα ονόματα πάνω από τους τίτλους των ταινιών που έφερναν τον κόσμο στο σινεμά.

Τώρα, στην εποχή του Avatar και των 3D, και πάλι κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι stars του κινηματογράφου θα μείνουν άνευ αντικειμένου. Ωστόσο, οι ταινίες που έχουν κυριαρχήσει τελευταία στο box office δεν έχουν προσελκύσει εκατομμύριο κόσμο χωρίς τη βοήθεια του Μπραντ Πιτ ή της Αντζελίνα Τζολί. Η ψυχική ανάγκη του ακροατηρίου για τα αστέρια δεν έχει μειωθεί. Το καλλιτεχνικό στερέωμα εξάλλου δεν αφορά μόνο το τι κάνουν οι stars στην οθόνη. Οι stars παραμένουν στο επίκεντρο της περιέργειας και της λαγνείας που προκαλούν στο κοινό. Εξακολουθούν να είναι ο βασικός λόγος για τις ταινίες που χρηματοδοτούνται, γυρίζονται, βγαίνουν στο εμπόριο και προσελκύουν το κοινό στην αγορά.