Η περιπέτεια ενός τραγουδιού, δεν αφορά μόνο τους συντελεστές του. Συχνά αναδεικνύει μια ολόκληρη εποχή, ειδικά αν θεωρείται αιρετικό για κάποιον λόγο.

Ads

Η ιστορία του «Πότε Βούδας, πότε Κούδας» είναι μια τέτοια ιστορία που αξίζει να καταγραφεί. Ο συνθέτης του τραγουδιού Πέτρος Βαγιόπουλος, αφηγείται, τον πρωτότυπο τρόπο με τον οποίο ολοκληρώθηκε το συγκεκριμένο τραγούδι με τη φωνή του Νίκου Παπάζογλου, την περιπέτεια του δίσκου μέχρι να εκδοθεί, τις αντιδράσεις ιερέων και αποκαλύπτει τέλος, γιατί ο ίδιος και ο σημαντικός και ιδιαίτερος στιχουργός Μανώλης Ρασούλης, απαγόρευσαν στο κρατικό ραδιόφωνο να παίζει τα τραγούδια.

Πώς έφτιαξα το «κολάζ»

«Έλειπε ο Ρασούλης εκείνη την περίοδο. Εγώ είχα αγοράσει ένα μπουζουκάκι κι έβγαλα τη μουσική αν και δεν ήξερα ακόμα να παίζω καλά καλά. Μουσικά αναφέρομαι στους παλαιότερους.

Ψάχνω τον Μανώλη λοιπόν να βάλει στίχους, δεν τον βρίσκω. Έβγαζε τότε περιοδικά και μια εφημερίδα που την έγραφε μόνος και την τύπωνε μόνος. Θυμήθηκα ότι εκεί μέσα έγραφε και στιχάκια. Αρχίζω να ψάχνω στην εφημερίδα και βλέπω στη δεύτερη σελίδα “Πότε Βούδας/ έχω καταλάβει ήδη/ πότε Ιησούς κι Ιούδας/ της ζωής μου το παιχνίδι” και λέω: περιγράφει τον εαυτό του. Μου άρεσε. Παρακάτω βλέπω “Ένα κι ένα κάνουν δύο λένε μες στο καφενείο” κι αυτό ταίριαζε στη μουσική.

Ads

Διάλεξα το “Πότε Βούδας πότε Κούδας” γιατί μου άρεσε να ξεκινώ με αυτό το στιχάκι που μιλούσε για την αυτογνωσία. Κάποια στιγμή ακούω μια συνέντευξη του Ρασούλη που τον ρωτάει ο δημοσιογράφος πως σχολιάζει μια δήλωση του Νταλάρα. Απαντά ο Ρασούλης: τι να πω! Όλο ίδια και τα ίδια του μυαλού του ροκανίδια! Μου άρεσε, το παίρνω κι αυτό.

Μετά σε μια άλλη του συνέντευξη σχολιάζοντας έναν υπουργό είπε: Άλλο ο ανοιχτομάτης κι άλλο ο αυγουλομάτης. Το κρατάω κι αυτό.

Μετά γίνεται το εξής σκηνικό. Ο Ρασούλης, έμενε σε ένα ημιυπόγειο στην Κυψέλη κι ήταν εκεί κάτι γειτόνισσες που μαζευόντουσαν για κουτσομπολιό και τον σχολίαζαν που αργούσε να ξυπνήσει. Έλεγαν πως μόνο οι τεμπέληδες κοιμούνται τέτοια ώρα. Αυτό συνέβαινε κάθε μέρα. Λέει ο Ρασούλης: θα σας φτιάξω εγώ. Και μια μέρα βγήκε τσίτσιδος και τους λέει «Καλημέρααααα» και σηκωθήκανε αυτές και φύγανε και δεν ξαναγύρισαν. Κι είπε: Εδώ δεν είναι Σούλι εδώ είναι του Ρασούλη. Το τσιμπάω κι αυτό και αρχίζω το κολάζ.

Το ολοκληρώνω, έρχεται τελικά ο Ρασούλης από το Λονδίνο, το ακούει και μου λέει: αυτό είναι σουξέ. Δεν του άρεσε που είχε το όνομα του μέσα αλλά μετά το ξανασκέφτηκε και μου είπε «εντάξει, αφού το έχει κάνει κι ο Τσιτσάνης, ας το βάλουμε».

https://www.youtube.com/watch?v=KGInK6zHD1U

Η απόρριψη από τη «Λύρα»

«Εγώ είμαι συνεπής. Επειδή είχα συνεργασία με τη Λύρα, πήγα εκεί τον δίσκο, το ντέμο εννοώ. Εντωμεταξύ είχαμε φτιάξει και τα άλλα τραγούδια το “Ένα κι Ένα κάνουν Δύο” κλπ. Πέρασαν 6 μήνες δεν είχα απάντηση. Τα ακούει ο Βαρδής, μου λέει, αυτός ο δίσκος πρέπει να βγει, θα σε πάω στη Sony. Ποιον να βάλουμε να τραγουδήσει όμως του λέω, εσείς εδώ έχετε τον Πανταζή, την Άντζελα τον Άγγελο Διονυσίου και τον Λιδάκη. Τον Λιδάκη λέω. Όμως εκείνοι τον προόριζαν για Πάριο νούμερο 2 και αρνήθηκαν. Του λέω μετά να βρούμε τον Παπάζογλου.

Πάμε στην Καβάλα, μας καλοδέχεται ο Παπάζογλου, μας έβγαλε ούζα και μας έβαλε να ακούσουμε τότε τα τραγούδια που έκανε το “Μόλις ξυπνήσω το πρωί” κλπ. Ακούει τα τραγούδια, του αρέσουν αλλά τον απασχολούσε το πότε θα βγει ο δίσκος, γιατί ήθελε να βγάλει άμεσα το «Μέσω νεφών» τότε.

Μετά από καιρό λέω του Μανώλη θα τον ξαναπάρω να δω τι σκέφτεται, αν θα το βγάλουμε ή όχι. Μου λέει ο Ρασούλης, ας τον μην τον πάρεις, εγώ επέμενα. Τον παίρνω λοιπόν και του λέω: Νίκο, δεν είναι κακό να μας πεις όχι, κακό είναι να μην ξέρουμε αν θα έρθεις να γράψουμε ή όχι. Γιατί αν δεν έρθεις θα βρούμε άλλον. Και μου απαντάει, πες στον Μανώλη έρχομαι.

Ήταν μια τέλεια συγκυρία, ο ηχολήπτης τα μηχανήματα τα τραγούδια, η φωνή του. Ακόμα και σήμερα ακούω τον δίσκο και αισθάνομαι τυχερός.

Έρχεται μετά ο Μαραβέλιας από τη Λύρα και μου λέει: δεν είσαι εντάξει έπρεπε να το φέρεις σε μένα. Του λέω, κοίταξε στο γραφείο σου. Σου έφερα την κασέτα δεν την άκουσες ποτέ».

Πέτρος Βαγιόπουλος. Πηγή φωτο facebook

Γιατί απαγορεύσαμε στην ΕΡΑ να παίζει τον δίσκο

«Το 1987 ήταν το πρώτο καλοκαίρι που τραγουδούσε ο Παπάζογλου στον Λυκαβηττό. Άκουγα που ζητούσαν τον Βούδα. Και μου έκανε εντύπωση γιατί το ραδιόφωνο δεν το έπαιζε.

Υπήρχε μόνο το κρατικό τότε. Αν παίζονταν τρις φορές ένα τραγούδι το μάθαιναν όλοι. Είχαν μια εκπομπή λοιπόν που παρουσίαζαν νέους δίσκους. Αν θεωρούσαν ότι δεν ήταν πολύ σημαντικός ένας δίσκος για να πάρει χώρο, παρουσίαζαν δύο δίσκους μαζί. Ξέρεις με ποιον δίσκο μας παρουσίασαν; Με το “Γκρέμιστα” της Πίτσας Παπαδοπούλου. Παίρνω τον Μαυρουδή που ήταν εκεί τότε και του λέω: Τι κοινό έχει ο Βούδας με το Γκρέμιστα; Επειδή είναι τσιφτετέλια και τα δύο;

Και κάναμε αίτηση μετά χαρτοσήμου να μην παιχτεί ο δίσκος στην ΕΡΑ.

Όταν μας είχαν προηγουμένως καλέσει να μιλήσουμε, είχαμε κι άλλα. Πέσαν τηλεφωνήματα από ιερείς για τον Βούδα. Όταν δε είπε ο Ρασούλης το άλλο… και το καθόλου αμάρτημα είναι κι αυτό αμαρτία, λέει παρουσιαστής: ευχαριστούμε πολύ γεια σας. Περάσαμε πολλά, κι όλα αυτά σε εποχή ελεύθερη. Τελικά ο δίσκος αγαπήθηκε, παίζεται ακόμα, γιατί ο κόσμος τον επέβαλε».