Αν η σχέση σας με τη τζαμαϊκανή μουσική αρχίζει και τελειώνει στον Bob Marley, τότε η «murder music» («δολοφονική μουσική») και η πεισματικά παγκόσμια απήχησή της θα σας ταρακουνήσει για τα καλά.

Ads

Ο τζαμαϊκανός σταρ Buju Banton θεωρούνταν ένα μουσικό θαύμα το 1988 όταν, σε ηλικία 15 ετών, ηχογράφησε ένα από τα δημοφιλέστερά του κομμάτια, το «Boom Bye Bye». Το ρεφρέν του τραγουδιού, ακόμα και στη δυσνόητη τζαμαϊκανή αργκό γνωστή ως patois (πάτουα), δημιουργεί συνειρμούς βίας και τρόμου: «Boom (ήχος από πυροβολισμό), bye bye, in a faggot’s head/ the tough young guys don’t accept fags, they have to die». (Boom, bye bye, στο κεφάλι μιας «αδερφής»/ τα σκληρά νέα αγόρια δε δέχονται τις «αδερφές», αυτές πρέπει να πεθάνουν.) Το παραπάνω κομμάτι έχει περίπου 4 εκατομμύρια views στο YouTube, από το 2007 που δημοσιεύτηκε.

Γκέι και λεσβίες ακτιβιστές στην Τζαμάικα και σε όλο το δυτικό κόσμο έχουν αφιερώσει πολύ χρόνο προσπαθώντας να αποτρέψουν τη διάδοση της «murder music». Ο δρόμος είναι δύσκολος: Ο Banton, με τέσσερα βραβεία Grammy και πολλές συνεργασίες με γνωστούς καλλιτέχνες, όπως ο Wyclef Jean και το πανκ συγκρότημα Rancid, είναι πολύ δημοφιλής σε ένα μουσικό είδος βαθιά ριζωμένο στην τζαμαϊκανή κουλτούρα, το οποίο εκπροσωπείται από πασίγνωστους μουσικούς, όπως οι Beenie Man, Capleton και ο Sizzla.

Παγκόσμιο Κίνημα «Stop Murder Music»

Το «Stop Murder Music» είναι ένα παγκόσμιο κίνημα με ακτιβιστές σχεδόν σε όλες τις ηπείρους, οι οποίοι διεκδικούν αποζημιώσεις από τους καλλιτέχνες που προσβάλλουν τους ομοφυλόφιλους, ασκούν πιέσεις κατά της διεξαγωγής των συναυλιών τους, οργανώνουν μποϊκοτάζ και κάνουν πορείες διαμαρτυρίας όταν τελικά οι συναυλίες πραγματοποιούνται. «Οι υποστηρικτές αυτών των μουσικών λένε ότι κάνουμε επιθέσεις στους καλλιτέχνες γιατί είναι ομοφοβικοί, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Οι επιθέσεις γίνονται γιατί υποκινούν τα ποινικά αδικήματα της βίας και του φόνου», δηλώνει ακτιβιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, μέλος του «Stop Murder Music».

Ads

Οι αριθμοί το επιβεβαιώνουν. Σύμφωνα με το τζαμαϊκανό φόρουμ λεσβιών, γκέι και all-sexuals (J-FLAG), τη μοναδική οργάνωση στην Τζαμάικα που στηρίζει τα δικαιώματα των LGBT, συμμορίες επιτέθηκαν σε τουλάχιστον 98 γκέι άντρες και λεσβίες από το Φλεβάρη μέχρι τον Ιούλη του 2007. Την περασμένη χρονιά το J-FLAG κατέγραψε έξι περιπτώσεις «διορθωτικού βιασμού», στους οποίους άντρες βίασαν γυναίκες, που θεωρούσαν ότι είναι λεσβίες. Άλλη πηγή αναφέρει ότι 35 Τζαμαϊκανοί δολοφονήθηκαν απλώς και μόνο γιατί ήταν γκέι. Σε κάθε περίπτωση, ισχυρά ταμπού κατά των γκέι στην Τζαμάικα καθιστούν ακόμα πιο δυσχερή την καταγραφή των εγκλημάτων μίσους, γιατί τα θύματα και οι οικογένειές τους φοβούνται να τα αποκαλύψουν.

Ρίζες και Μίσος

Η «murder music» μπορεί να «πατάει τη σκανδάλη» για την αντι-γκέι βία αλλά η ομοφοβική κουλτούρα στην Τζαμάικα έχει βαθιές ρίζες στο χρόνο. Ο φονταμενταλιστικός χριστιανισμός και ο γηγενής ρασταφαριανισμός καταδικάζουν και οι δύο απερίφραστα την ομοφυλοφιλία. Αυτό που χειροτερεύει ακόμα περισσότερο τα πράγματα είναι οι νόμοι που ποινικοποιούν το σεξ μεταξύ αντρών και παραμένουν σε ισχύ στην Τζαμάικα και σε άλλες βρετανικές αποικίες της Καραϊβικής. Κατά συνέπεια, οι γκέι αντιμετωπίζονται ως εγκληματίες και αυτό καθιστά σχεδόν ανέφικτη την καταγγελία άσκησης βίας εις βάρος τους στην αστυνομία. Παρ’όλο που το σεξ μεταξύ γυναικών, με αμοιβαία συναίνεση, δεν είναι παράνομο, η «murder music» συμπεριλαμβάνει και τις λεσβίες στα θύματα της οργής της. Ακόμα και οι πολιτικοί, κατά καιρούς, νομιμοποιούν αυτή τη μουσική. Χαρακτηριστικά, το Εργατικό Κόμμα της Τζαμάικα, το 2001, χρησιμοποίησε για την καμπάνια του το τραγούδι των TOK «Chi Chi Man», που παροτρύνει «να σκοτώσουμε και να κάψουμε τους γκέι άντρες».

Πηγή: www.alternet.org
Απόδοση: Τζένη Τσιροπούλου