Ο Γιώργος Μίχας επιστρέφει, μετά από μια αναγκαστική και συνάμα δημιουργική πολύχρονη απουσία, με μια χούφτα 12 καινούργιων τραγουδιών, σε παραγωγή του Σωκράτη Μάλαμα, ο οποίος ερμηνεύει και πολλά από αυτά.

Ads

Η ενότητα με τίτλο Με παρτενέρ τη Σελήνη είναι ο τελευταίος σταθμός μιας πολυτάραχης και πολύχρονης καλλιτεχνικής διαδρομής τεσσάρων και πλέον δεκαετιών όπου διαφορετικά μουσικά ρεύματα συναντιούνται και τα λένε σαν παλιά καλά φιλαράκια. Καμία δέσμευση σε φόρμες και στυλ, μόνο αγάπη για τις μουσικές της καρδιάς και τη μαγεία του λόγου.

Στον δίσκο συμμετέχουν επίσης ερμηνεύοντας: η Ιουλία Καραπατάκη, η Τζώρτζια Κεφαλά, η Βασιλική Διαλυνά και ο Πέτρος Μάλαμας.

Ο Σωκράτης Μάλαμας λέει για τα τραγούδια του άλμπουμ Με παρτενέρ τη Σελήνη: «Άκουσα τα τραγούδια του κυρίου Γιώργου Μίχα και θυμήθηκα τα λόγια του Νίκου Καρούζου: “Η τέχνη είναι σαν ελιγμός ευτυχίας, ώστε να υπάρχουμε κάπως αναπαυτικά δυστυχισμένοι”. Έτσι αποφάσισα να αναλάβω την παραγωγή αυτής της εργασίας. Καλή σας ακρόαση».

Ads

Πώς η διαδρομή στα μονοπάτια της rock και της punk σε οδήγησε στον δίσκο «Με παρτενερ τη Σέληνη»;

Η διαδρομή είμαστε εμείς, αυτά που συναντάμε αυτά που αφήνουμε, αυτά που γνωρίζουμε κι αυτά που ξεχνάμε, αυτά που γεννιούνται και πεθαίνουν μέσα και γύρω μας. Η ενσάρκωση ενός συναρπαστικού κι ακατανόητου ταξιδιού και τα τραγούδια μας μικρές χαριτωμένες περιλήψεις όλων αυτών που κατάφεραν να μουτζουρώσουν ή να ζωγραφίσουν αξιοπρεπώς το μέσα μας.

Οι μουσικές φόρμες πάλι μοιάζουν με Σειρήνες. Εύκολα μπορούν να σε σαγηνέψουν, να προσκολληθείς σε αυτές και να στριμώξουν τον αυθορμητισμό και την ελευθερία σου.

Πως όμως να αντισταθείς στην ομορφιά τους ;

Πολλές φορές θέλησα να ξεφύγω από την κτητικότητα του έρωτά τους κι έτσι τις ανακάτευα, με τον τρόπο που ανακατεμένα έρχονται και τα πράγματα στη ζωή μας.

Τις μπέρδευα, τις παράλλαζα τις πείραζα μέχρι να πετύχω αυτό το χαρμάνι που ίσως μπορούσε να με πάει παραπέρα, να με οηγήσει στη μέθεξη ή απλά να γαληνέψει λίγο τις φουρτούνες της καρδιάς μου.

Θυμάμαι πόσο εύκολα βολτάριζα σε καινούργιους κόσμους, παραδομένος στα ρευστά ηλεκτρονικά ηχοτόπια του Edgar Froeze.

Άλλες φορές, με έπαιρναν αμπάριζα τα λυγίσματα, τα νταούλια και οι γκαϊντες. Τα Παγωνίσια θεϊκά κλαρίνα που αψηφούσαν τον χάρο για πάρτη μου και ξυπνούσαν μέσα τις αρχαίες γλώσσες της ρίζας.

Άλοτε πάλι, παραδινόμουν ολότελα στην αιμοραγική βελούδινη φωνή του Chet Baker και την αφήνα να μεταμορφώνει νυχτιάτικα, τα στενά του Ψυρρή σε Σάνσετ Μπούλεβαρντ.

Απ’όλες τις αγάπες μου όμως, μόνο τα Ρεμπέτικα και κάποια παλιά που είχανε φτάσει εδώ σε μας στόμα με στόμα, μου γιάτρευαν κάθε φορά την ψυχή σαν παυσίλυπα. Μόνο αυτά, ούτε τα μπλουζ, ούτε οι φαζαρισμένες κιθάρες και οι ψυχεδέλειες, ούτε τίποτα. Στο φινάλε πάντα κατέληγα σαν αστρόπλοιο τσακισμένο στην άμμο. Έτσι, ορμώμενος απ’τα  ρεμπέτικα και  τα παλιά λαΙκά, μπόρεσα να ξανασυνδεθώ με την παράδοση, που ατυχώς είχα ταυτίσει με άθλιες κι εξαναγκαστικές καταστάσεις, την χούντα κι έναν άσχημο κι απάνθρωπο κόσμο που στα δεκαεφτά μου με έπνιγε κι επιθυμούσα διακαώς να αποδράσω όσο γινεται μακριά του.

Όμως δεν ξέχασα ποτέ τις παλιές μου αγάπες και συνήθειες, ούτε σταμάτησα να τις αγαπάω και να τις κουβαλάω μαζί μου. Αυτές μου δίδαξαν την στάση και τον χαρακτήρα μου στις δύσκολες και στον αγώνα. Αυτές μου δείξαν τι εστί ταξίδι.

Όμως όσον αφορά το μουσκό τους σκέλος, τώρα θα λειτουργούσαν λιγότερα φανερά από παλιά και μάλλον πιο επικουρικά. Κάτι σαν μουσικά μπαχάρια για να νοστιμίζουν, να γλυκαίνουν και να συνδέουν την ωριμότητα με το πολύτιμο ακαταλόγιστο της νιότης .

Έτσι με ηλεκτρικές και λαϊκές κιθάρες παρεϊτσα, προσπάθησα μέσα από αυτόνομα και διαφορετικά μουσικά σκίτσα για μουσική υπόκρουση, να αφηγηθώ ιστορίες, σκέψεις και συναισθήματα που ένιωσα χαρτογραφώντας ένα μικρό μέρος του ταξιδιού μου ως εδώ.

Και κάπως έτσι έφυγαν παράξενα οι δεκαετίες κι από το πανκ το μπλουζ και τις ψυχεδέλιες, βρέθηκα με νταούλια και γκάιντες, να αποκοιμιέμαι μέσα σε μια αγκαλιά που αλλάζει πρόσωπα και με καταπίνει
και μπρος μου η θάλασσα να λικνίζεται αργά, σ’ενα ταγκό με παρτενέρ τη Σελήνη.

Θεωρείς ότι το ρεμπέτικο και η rock τέμνονται;

Τι να σου πω, πραγματικά δεν ξέρω. Εκείνο που ξέρω , είναι ότι πολλά τραγούδια κι από τα δύο είδη, υπήρξαν αντισυμβατικά για τις αστικές συνήθειες της εποχής τους και πολεμήθηκαν σαν ανατρεπτικά γιατί αντικατέπτριζαν μια διαφορετική και πιό ελεύθερη στάση ζωής .

Από τον «Άδηλο Τόπο» μέχρι το «Με παρτενέρ στη Σελήνη» τι άλλαξε στη μουσική σου υπόσταση;

Ο τρόπος που κοιτάζω τα πράγματα δεν άλλαξε . Ούτε την τρέλα που με κάνει να γράφω κατάφερα κάπως να δαμάσω . Μόνο που βαρέθηκα λίγο τα γκάζια και την υπερβολή και βρήκα καινούργιες πιο ήπιες , ωφέλιμες και εσωτερικές διαδρομές για να εκφράζομαι . Επιπλέον , έγινε πολύ πιο πλούσιο και αποτελεσματικό το μουσικό μου οπλοστάσειο και σινάμα ανακάλυψα πολλά καινούργια μουσικά μονοπάτια για να βγαίνω στα ξέφωτα.

Το ότι απαλάχτηκα βέβαια κι από όλα εκείνα που είχα φορτωθεί απο κεκτημένη ταχύτητα , άγνοια ή συνήθεια , μπορείς το χρεώσεις κι αυτό στις σημαντικές αλλαγές που συνέβησαν στην μουσική διαδρομή μου.

Γιατί επέλεξες τον Σωκράτη Μάλαμα ως παραγωγό του νεου σου δίσκου;

Δεν τον επέλεξα εγώ, ο ίδιος επέλεξε τον εαυτό του. Χρόνια τον άκουγα και με συντρόφευαν τα όμορφα τραγούδια του.

Μου φαίνονταν τόσο οικεία και κοντά σε αυτά που έγραφα κι εγώ , που ήμουν σίγουρος ότι και τα δικά μου , για τους ίδιους λόγους θα του άρεσαν κι εκείνου , αν τύχαινε κάποια στιγμή να τα ακούσει .

Έτσι με αφορμή μια πολύ τρυφερή φωτογραφία του με μιά κοινή μας φίλη , είπα να του στείλω κάποια τραγούδια μου για ακρόαση κι αν έβρισκε λιγάκι τον εαυτό του μέσα σ’αυτά , γιατί όχι , να τα ερμήνευε αν ήθελε βάζοντάς τα ίσως σε κάποια επόμενη δουλειά του.

Πράγματι έτσι κι έγινε. Όμως, όχι μόνο του άρεσαν, έτσι ακατέργαστα και χύμα όπως ήταν , ηχογραφημένα με φτηνό εξοπλισμό στο σπίτι μου , αλλά εκτός από το να αναλάβει την παραγωγή , επέμενε στο ότι έπρεπε να τα τραγουδήσω εγώ γιατί «κάτι του έκανε» η φωνή μου . 

Βέβαια, το ότι ανέλαβε χωρίς δεύτερη σκέψη το βάρος του εγχειρήματος , αυτήν την πολύ δύσκολη για την δισκογραφία εποχή , έδειχνε ότι η σχέση του με τα  τραγούδια ήταν πραγματικά βαθιά κι αυτό τον οδήγησε αναπόφευκτα στο να να συνδεθεί μαζί τους εμηνευτικά κι όχι μόνο σαν παραγωγός.

Πότε ένα τραγούδι είναι έτοιμο να βγει από το συρτάρι και να περάσει στον κόσμο;

Όταν ακούγοντάς το ανατριχιάσεις, ταραχτεί με κάποιον τρόπο η ψυχούλα σου.

Η νιότη ή η εμπειρία οδηγούν σε πιο εμπνευσμένη δημιουργία;

Τι να σου πώ; Μου’ρχεται αυτόματα σχεδόν στο νου, αυτό το παλιό δημοτικό τραγούδι που λέει χαριτολογώντας , «να’ταν τα νειάτα δυό φορές τα γηρατειά καμία».

Αλλά εδώ που τα λέμε, η νεότητα δεν αφορά ηλικία αλλά πνευματική κατάσταση , οπότε μάλλον ένα νεαρό πνεύμα με δυνατές εμπειρίες ίσως να είναι κι ο καλύτερος αυνδιασμός .

Έχεις πει ότι «οι εποχές περνάνε στα τραγούδια». Είναι αυτός ο λόγος που οι νέοι έχουν επιλέξει την trap μουσική;

Δεν είμαι σίγουρος για το τι και αν έχουν επιλέξει οι νέοι. Όλο τον χειμώνα, σε κουτούκια, στέκια, φοιτητικούς καφενέδες, σε πεζοδρόμια όπως αυτό στη Φειδίου, στα Εξάρχεια και στου Ψυρρή, στο Κουκάκι και σε ένα σωρό άλλες γειτονιές που έτυχε και βρέθηκα αλλά και στα θηριώδη live του καλοκαιριού, γινόταν πανικός με τα παραδοσιακά αλλά κι αυτά που αναμιγνύουν εντέχνως στοιχεία της παραδοσης και του ρεμπέτικου με το ανεξάρτητο ροκ την ελεκτρόνικα κι ένα σωρό άλλες σύγχρονες φόρμες.

Κι όσο για τους στίχους, άκουγες από υποφερτούς και προχώ, μέχρι κοινωνικούς, ανατρεπτικούς, ποιητικούς και σουρεάλ. Ψαγμένα πράγματα δηλαδή και καθόλου ντούκου.

Ενθουσιώδεις παρέες παιδιών εικόσι κάτι χρονών, άλλα να παίζουν όργανα που όταν εγώ ήμουν είκοσι έβλεπες μόνο σε ντοκυμαντέρ ή κανα πανηγύρι κι όλα να εκστασιάζονται, να τραγουδούν και να χορεύουν με γκάιντες λαούτα και νταούλια, άσματα που καμώσανε για τα ζόρια της αγάπης και της ζωής οι προπάπποι τους . Και τώρα αυτά τα άσματα ξαναζωντανεμένα, να βάζουν πάλι φυτίλια σε φρέσκα κορμιά και ψυχές και να ξανακάνουν τα μικρά θαύματά τους.

Όσο για την τραπ, δεν νομίζω ότι είναι αφθόρμητη μουσική έκφραση, αλλά ένα προϊόν και τα προϊόντα αυτής της κατηγορίας, συνήθως επιβάλονται από την αγορά με τέτοιο τρόπο, που να φαίνεται σ’ένα παιδί πως είναι και καλά αυτός που επιλέγει.

Όταν είσαι νέος, μπορεί και να φτάνει που΄σαι ωραίος, δεν είναι όμως σίγουρο ότι αντιλαμβάνεσαι πλήρως τι σου γίνεται. Βέβαια διαθέτεις  άπλετο χρόνο για να μάθεις, να γνωρίσεις τον εαυτό σου και να αρχίσεις να επιλέγεις εσύ για εσένα στην θέση των επιτήδειων που κονομάνε μοχλεύοντας εν αγνοία τα γούστα σου.

Δεν είναι όμως όλα για όλους έτσι κι αυτό θα το κάνουν μονάχα αυτοί που διαθέτουν την ανάλογη ευφυία.

Εν κατακλείδι και περιληπτικά, μόδα είναι.

Μια κακόγουστη και αντιδραστική μόδα που θα περάσει.

Ιουλία Καραπατάκη, Τζώρτζια Κεφαλά, Βασιλική Διαλυνά, Πέτρος Μάλαμας. Ξεχωριστοί και διαφορετικοί ερμηνευτές σε απολυτη αρμονία. Μίλησε μας για τις επιλογές σου.

Όλοι οι ερμηνευτές αλλά και οι μουσικοί που συνταξιδέψαμε μαζί στο στούντιο, ήταν υπέροχοι. Είναι εξαιρετικά ευαίσθητα όντα, όμορφα  πλάσματα, με ιδιαίτερα χαρίσματα κι αισθητική. Πραγματικό αστέρι ο καθένας τους.

Χαίρομαι που αγάπησαν τα τραγούδια μου και βάλανε και την δική τους ψυχούλα σε αυτά.

Είναι προνόμοιο να κάνεις μουσική κι αυτή να καταφέρνει να μιλάει και στους άλλους. Νιώθω ευγνώμων σε όσους βοήθησαν με οποιονδήποτε τρόπο στη ολοκλήρωση αυτής της δουλειάς και ιδιαίτερα βέβαια τον Σωκράτη που τράβηξε το κουπί της παραγωγής κι επέτρεψε στα τρελά αφηνιασμένα άλογα που συνεχώς τριγυρίζουνε μέσα μου, να αποσκιάσουνε για λίγο .