Μία έκθεση εορταστική των ενενηκοστών πρώτων γενεθλίων του σπουδαίου αρχιτεκτονικού κινήματος Μπάουχαους που χαρακτήρισε την μορφή πόλεων από την Γερμανία, την Ιαπωνία έως και το Σικάγο, αποσύρεται την Δευτέρα 19 Μαρτίου από το Ινστιτούτο Γκέτε της Αθήνας. Η έκθεση που έχει ξεκινήσει από τις 17 Φεβρουαρίου, παρουσιάζει 54 φωτογραφίες του διακεκριμένου φωτογράφου Χανς Ένγκελς.

Ads

Ένα επαναστατικό κίνημα

Το κίνημα του Μπάουχαους γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1919 από τον νεαρό αρχιτέκτονα, Βάλτερ Γκρόπιους, ο οποίος ήθελε να δημιουργήσει αντικείμενα του μέλλοντος και να χτίσει μία πιο δίκαιη κοινωνία. Στα χρόνια βαθιάς κατάρρευσης και απογοήτευσης που ακολούθησαν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, ο χαρισματικός Βάλτερ Γκρόπιους που έβλεπε την περίοδο εκείνη ως μία «καταστροφή για την παγκόσμια ιστορία», απάντησε με τον πιο αποφασιστικό τρόπο- το Μπάουχαουζ. Τον Απρίλιο του 1919, εγκρίθηκε η αίτησή του για την ίδρυση της Ακαδημίας στην πόλη της Βαϊμάρης, που θα έμελλε να σημαδέψει την απαρχή μίας βαθιάς αισθητικής έκρηξης παγκοσμίως.

Η ακαδημία από την αρχή της προσέβλεπε στην προσέγγιση της αληθινής ζωής παρά στην ακαδημαϊκή προσκόλληση. Ο Γκρόπιους συνέγραψε ένα θυελλώδες μανιφέστο με κεντρικό του πυρήνα τη δημιουργία ενός νέου τύπου κτιρίου, το οποίο θα μπορούσε να συνδυάσει την αρχιτεκτονική, τη γλυπτική και τη ζωγραφική, διαλύοντας με αυτόν τον τρόπο την κατεστημένη αντίληψη. Το όραμα του ήταν η προσέγγιση του διανοουμένου, του ταλέντου και της ενέργειας χαρακτηριστικά που ενσάρκωναν όλα τα προϊόντα που δημιούργησε το Μπάουχαους. Επίσης, βασικά χαρακτηριστικά του Μπάουχαους ήταν η απλότητα, η λειτουργικότητα και η χρηστικότητα, με ιδιαίτερη έμφαση σε γεωμετρικές φόρμες και στο χρώμα.

Ads

Πιο συγκεκριμένα, η σχολή θεωρούσε περιττό κάθε διακοσμητικό στοιχείο και ανήγαγε την ίδια την πρώτη ύλη σε αυτόνομο αισθητικά και τεχνικά στοιχείο. Μέσα από αυτή την θεώρηση, η σχολή προσπάθησε να δέσει την παραγωγική δραστηριότητα με την έννοια της τέχνης, αναβαθμίζοντας τα προϊόντα μαζικής παραγωγής, όπως τα έπιπλα, αλλά και ολόκληρη την έννοια της κατοικίας. Παράλληλα όμως αντιτάχθηκε στην πλήρη εμπορευματοποίηση, απαγορεύοντας στους καθηγητές να εντάσσονται στα στενά όρια παραγωγής και προτρέποντας τους σπουδαστές να θεωρούν το έργο τους έκφραση δημιουργικότητας και τέχνης. Συνεπώς, η σχολή αξιοποίησε για πρώτη φορά την ανθρώπινη προσωπική δημιουργικότητα στα πλαίσια μιας βιομηχανικής παραγωγής που χαρακτηριζόταν από την τυποποίηση.

Στο μανιφέστο του ο Γκρόπιους έλεγε ότι «απώτερος σκοπός κάθε δημιουργικής δραστηριότητας είναι το χτίσιμο». Όμως, η αρχιτεκτονική δεν διδασκόταν τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της σχολής, επειδή η Γερμανία εκείνη την εποχή ήταν τόσο διαλυμένη που δεν υπήρχε αρχιτεκτονική παραγωγή. Έτσι, οι δάσκαλοι στη σχολή ήταν ζωγράφοι όπως ο Πάουλ Κλέε και ο Βασίλι Καντίνσκι, και οι γλύπτες Μαρκς και Σλέμερ.

Επί 14 χρόνια, όσα και τα χρόνια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η Βαϊμάρη, το Ντεσάου και το Βερολίνο φιλοξένησαν διαδοχικά τη σχολή. Το 1933, η ριζοσπαστική αυτή κίνηση χτυπήθηκε από τους εχθρούς του ρεύματος του Μοντερνισμού. Δεν έλειπαν και οι διαμάχες μεταξύ των ίδιων των δασκάλων της σχολής καθώς άλλοι εντάσσονταν στο απομονωτικό πνεύμα της εποχής ενώ άλλοι αντιτάσσονταν στην αποκοπή από το κοινωνικό περιβάλλον.

Το 1928 ο Γκρόπιους εγκατέλειψε την Βαϊμάρη, τον διαδέχτηκαν ο Χάνες Μέγιερ, και ο αρχιτέκτονας Ρόε στη συνέχεια, χωρίς κανείς από τους δύο να μπορέσει να κρατήσει ζωντανό το μεγαλόπνοο όραμα του Γκρόπιους. Η ναζιστική επίθεση δεν άφησε κανένα χώρο για το Μπάουχαουζ.

Ο απόηχος του Μπάουχαους

Έτσι ο Βάλτερ Γκρόπιους και ο Μις Βαν Ντε Ρόε άρχισαν να ξεχωρίζουν κυρίως εκτός ευρωπαϊκών συνόρων, στην Αμερική. Ο Γκρόπιους πήγε στη Νέα Υόρκη κι έγινε καθηγητής, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση της διεθνούς αρχιτεκτονικής.

Ένα ανεξάρτητο μοντερνιστικό κίνημα Μπάουχαουζ αναπτύχθηκε στο Ισραήλ. Επίσης, και στο Σικάγο τη δεκαετία του 1930 άνοιξε μια νέα σχολή. Άλλωστε, η Νέα Υόρκη θα ήταν μία άλλη πόλη χωρίς το συνδυασμό γυαλιού και χάλυβα που εισήχθη από τη Γερμανία. Τελικά, η καθαρότητα του Μπάουχαους έγινε πολύ δογματική για το μεταμοντέρνο κίνημα της δεκαετία του 1980.

Σήμερα η σχολή του Μπαουχάους είναι ένα σύμβολο του μοντερνισμού, με μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη του λειτουργισμού (functionalism).Πολλά χαρακτηριστικά προϊόντα Μπαουχάους κυκλοφορούν απαράλλακτα ως σήμερα, όπως οι ταπετσαρίες, τα υφάσματα, τα φωτιστικά και οι διάσημες μεταλλικές πολυθρόνες. Σήμερα τα σημεία όπου λειτούργησε το Μπάουχαους έχουν χαρακτηριστεί από την Ουνέσκο παγκόσμια κληρονομιά.

Επιστρέφοντας στην έκθεση της Αθήνας, ο Χανς Ένγκελς, οι φωτογραφίες του οποίου εκτίθενται αναφέρει στο σηµείωµα της έκθεσης: «Πρόθεση αυτής της έκθεσης είναι να τεκµηριώσει εξίσου το Γνωστό όπως και το Λησµονηµένο, το Αποκαταστηµένο όπως και το Μετασκευασµένο ή το Κατερειπωµένο, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα να δηµιουργηθεί µια πιο ολοκληρωµένη εικόνα, ένα πανόραµα της αρχιτεκτονικής του Bauhaus στη δηµόσια συνείδηση. Αυτό που µε ενδιαφέρει στη φωτογράφηση αρχιτεκτονικών έργων είναι τα ίχνη που έχει αφήσει ο χρόνος και η ιστορία πάνω και µέσα στα κτήρια -τα ίχνη των δηµιουργών και των κατοίκων τους».