Στη δίκη Λιγνάδη, που κατηγορείται για βιασμό ανηλίκων, πρωταγωνιστής δεν είναι ηθοποιός Λιγνάδης, πρωταγωνιστής είναι ο δικηγόρος Κούγιας.
Με ποια εκφραστικά μέσα εκτελεί τον πρωταγωνιστικό του ρόλο ο συνήγορος στη δικαστική παράσταση Λιγνάδη;

Ads

Απαριθμούμε από την εκτενή αρθρογραφία:

Δημόσιος διασυρμός των μαρτύρων κατηγορίας, προσβολές της προσωπικότητάς τους, ανασκαφή της παιδικής τους ηλικίας,  απαξίωση ― αυτά υφίστανται όσοι έχουν τολμήσει να καταθέσουν ως μάρτυρες, δηλαδή τα θύματα βιασμού και κακοποίησης κατά την εφηβική τους ηλικία. Αυτή η κατά συρροήν και κατ’ εξακολούθησιν κακοποίηση των μαρτύρων, ο διασυρμός τους, έχει οδηγήσει πολλούς άλλους μάρτυρες να μην εμφανιστούν στο Δικαστήριο. Διότι απλώς δεν αντέχουν να περάσουν δεύτερο βιασμό.

Πολλοί έχουν υποστηρίξει ότι η απαξιωτική συμπεριφορά του Κούγια, αυτο το σαδιστικό σόου, προς τους μάρτυρες-θύματα συμβαίνει βάσει στρατηγικής: για να μετατοπιστεί η προσοχή του κοινού από τον κατηγορούμενο. Πολύ πιθανόν. Το πιθανότερο.

Ads

Αλλά πέρα από τη στρατηγική του συνηγόρου, ας δούμε τι άλλο επισυμβαίνει σε αυτή την δίκη, εξαιτίας και αυτής της στρατηγικής:

Πρώτον: Η βαναυσότητα του συνηγόρου δεν στρέφεται μόνο εναντίον των συγκεκριμένων θαρραλέων μαρτύρων, λειτουργεί αποτρεπτικά για οποιονδήποτε τολμήσει ποτε να καταγγείλει τον βιαστή του,
Δεύτερον: Μέσα στη δικαστική αίθουσα, με την ασυδοσία του δικηγόρου, αναπαράγεται χωρίς φίλτρα, χωρίς φραγμούς, μια κοινωνική πραγματικότητα πολλών ταχυτήτων, απεχθής, σκληρά ταξική και ιεραρχική· σε αυτή την πραγματικότητα δικαίωμα στην έτερη ταυτότητα έχει μόνο ο ισχυρός, ο ανώτερος, η έκκεντρη συμπεριφορά του είναι επιτρεπτή και ανεκτή · απεναντίας, ο φτωχός, ο μικρός, ο απόκληρος δεν έχει δικαιώματα ουτε καν πάνω στο σώμα του. Ενδιαφέρει λοιπόν να δούμε την ταξική βαναυσότητα ως βαναυσότητα πάνω σ’ έναν πολιτισμό σεβασμού του άλλου, συμπερίληψης, αποδοχής και ανοχής
Τρίτον: Ενδιαφέρει να δούμε την ασυδοσία κάποιων, την ιδιότυπη ασυλία τους, αλλά και την προνομιακή πρόσβαση σε θεσμούς και κράτος δικαίου
Τέταρτον: Σαν προέκταση των προαναφερθέντων, όλα τούτα συνιστούν μιαν ωμή έκφραση του νεοφιλελευθερισμού, ωμή, πλην φυσική: Αν έχεις ακριβοπληρωμένο θεαματικό δικηγόρο, τη γλιτώνεις. Τι κάνει βασικά αυτός ο ακριβοπληρωμένος δικηγόρος; Αφενός, τον ανέχονται ή και τον φοβούνται οι δικαστές. Αφετέρου, μεταφέρει τη δίκη εκτός δικαστηρίου, στα εργαστήρια χειραγώγησης της κοινής γνώμης.
Πέμπτον: Ας ακούσουμε το εύστοχο, ήδη λεγόμενο: Ο Κούγιας είναι ο Λιγνάδης. Kαι ο Λιγνάδης είναι ο Κούγιας. Ο συνήγορος δεν αποφασίζει μόνος του. Οι συμπεριφορές εντολέα και εντολοδόχου είναι κοινές: αλαζονεία, απαξίωση του αδύναμου, χρήση του σεξισμού κατά το δοκούν, χρήση όλων των στερεοτύπων και των μηχανισμών κυριαρχίας.

Παράλληλες απώλειες

Αυτά μας φέρνουν μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου. Στο κρίσιμο στοιxείο, που είναι η στάση των δικαστών απέναντι στον Κούγια. Η ανοχή τους στο σόου. Η μη ουσιαστική προστασία των μαρτύρων. Το κρισιμότερο: ανοχή στη διαδικασία ενοχοποίησης των μαρτύρων-θυμάτων. Σαν να συμμετέχουν και οι δικαστές , εκόντες-άκοντες, στην πολιτισμική διολίσθηση: από τον πολιτισμό της ανοχής και των νόμων, στον πολιτισμό της κυριαρχίας και των στερεοτύπων.

Εδώ διαπιστώνουμε το κοινό στοιχείο με την υπόθεση Νοβάρτις: Ναι μεν υπάρχει τεκμήριο αθωότητας για τον κατηγορούμενο, αλλά παράλληλα εγείρεται και το τεκμήριο ενοχής για τους μάρτυρες. Αρσενικές πόρνες στην υπόθεση Λιγνάδη, κουκουλοφόροι στην υπόθεση Νοβάρτις.

Στη Νοβάρτις επιπλέον η ενοχοποίηση περιέλαβε και δικαστές και δημοσιογράφους.

Και με τις δύο υποθέσεις η Δικαιοσύνη εμφανίζεται ως ο Μεγάλος Ασθενής της δημοκρατίας, ένα εργαλείο του βαθέος κράτους. Οι δικαστές φαίνονται ανήμποροι να υπερασπιστούν όχι μόνο το ίδιο το Δίκαιο, αλλά και τη λειτουργία τους και τους εαυτούς τους.

Η δίωξη κατά της εισαγγελέως Τουλουπάκη είναι ενδεικτική για το πώς στήνονται και τελετές ανθρωποφαγίας μέσα στο δικαστικό σώμα. Οι δικαστές δεν κατάφεραν να υπερασπιστούν την ανεξάρτητη λειτουργία τους, την ίδια τους την αξιοπρέπεια.

Ενδεικτική προς αυτή την κατεύθυνση ήταν και οι θαρραλέες πλην μάλλον μοναχικές παρεμβάσεις του πρώην Προέδρου της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων  Χριστόφορου Σεβαστίδη.

Όλα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη

Ποια είναι η εντύπωση του γενικού κοινού από αυτές τις περιπέτειες της δικαιοσύνης; Είναι η σταθερή διολίσθηση στη δυσπιστία, είναι η εγκαθίδρυση της ισοπεδωτικής πεποίθησης ότι «δεν υπάρχει το δίκιο του αδύνατου», ότι «όλα είναι προκαθορισμένα», όλα κινούνται από αόρατους παντοδύναμους μηχανισμούς, ότι «όλοι ίδιοι είναι», είναι η δικαίωση του κυνισμού: «όλα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη»

Ο τέτοιος κλονισμός της εμπιστοσύνης προς τη λειτουργία των θεσμών είναι κλονισμός της δημοκρατίας.

Κλονισμός και κυνισμός: όψεις της ίδιας λειτουργίας, των αποκρύψεων, των επιλεκτικών αποσιωπήσεων, των επιλεκτικών αδρανειών, των μετωνυμιών και των συγκαλύψεων.

«Ολα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη»: στα καφενεία το λένε για τις ανέλεγκτες εισροές στους λογαριασμούς μεγαλόσχημων πολιτικών, για τη μυθική περιουσία του Γιώργου Τράγκα που ανακαλύφθηκε μετά τον θάνατό του. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις υπήρχε η διάτρητη διαδικασία της δήλωσης Πόθεν έσχες, αλλά κανείς δεν ερεύνησε, δεν διασταύρωσε, δεν έλεγξε. Ακόμη και εκ των υστέρων, οι αγνώστου προελεύσεως εισροές στους λογαριασμούς πολιτικών δεν κίνησαν το ενδιαφέρον κανενός εισαγγελέα. Μόνο στην περίπτωση του τεθνεώτος μεγαλοδημοσιογράφου πάγωσαν τα περιουσιακά στοιχεία, εντελώς ειρωνικά, όταν κανείς δεν πρόκειται να τιμωρηθεί.

Σαν να αποστέλλεται ένα μήνυμα: Να μην επενδύεται το μαύρο χρήμα σε ακίνητα που βρίσκονται εύκολα, να μένουν μετρητά ή κρυμμένα σε εξωχώριους παραδείσους. Κλέψε, αλλά φρόντισε να μη σε βρουν.

Για μερικούς ισχύει κάτι παραπάνω: Ακόμη κι αν σε βρουν τυχαία, φρόντισε οι διώκτες να κάνουν ότι δεν είδαν, δεν άκουσαν, δεν έχουν εντολή.
Ναι. Όλα τα γουρούνια έχουν την ίδια μούρη· αλλά μερικά δεν έχουν καν μούρη.