Η Βρετανία έγινε η πρώτη χώρα παγκοσμίως που ενέκρινε ένα αντιιικό χάπι κατά της covid-19, το οποίο ανέπτυξαν από κοινού η Merck και η Ridgeback Biotherapeutics, μια εξέλιξη που ενδέχεται να αλλάξει την πορεία της πανδημίας.

Ads

Η Ρυθμιστική Αρχή Φαρμάκων και Υγειονομικών Προϊόντων (MHRA) της Βρετανίας συνέστησε το φάρμακο αυτό, που περιέχει τη δραστική ουσία μολνοπιραβίρη, να χρησιμοποιείται όσο το δυνατόν πιο σύντομα μετά τη διάγνωση ενός ασθενούς με covid-19 και μέσα σε πέντε ημέρες από την εμφάνιση των συμπτωμάτων.

Η κυβέρνηση της Βρετανίας και το Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) μένει να διευκρινίσουν πώς θα χορηγείται αυτή η θεραπεία στους ασθενείς. Ωστόσο, διατυπώνονται προβληματισμοί σχετικά με την τιμή του, καθώς φαίνεται πως ένα κουτί θα κοστίζει περίπου 600 ευρώ, όπως αναφέρουν οι Financial Times, καθώς τόσο κοστολογήθηκε στη συμφωνία της εταιρείας με τις ΗΠΑ. Ανάλογη αναμένεται να είναι η τιμή του και στην Ευρώπη.

Το ζήτημα της υπερκοστολόγησης

Σύμφωνα με έκθεση που δόθηκε στη δημοσιότητα την περασμένη εβδομάδα από ειδικούς στην τιμολόγηση φαρμάκων της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Χάρβαρντ και του Νοσοκομείου King’s College στο Λονδίνο, ενώ η παραγωγή της μολνοπιραβίρης κοστίζει 17,74 δολάρια, η Merck χρεώνει την αμερικανική κυβέρνηση 712 δολάρια για την ίδια ποσότητα φαρμάκου, δηλαδή 40 φορές πάνω στην τιμή.

Ads

Οι ερευνητές αναγνωρίζουν ότι το κόστος των 17,74 δολαρίων για την παραγωγή της εν λόγω θεραπείας είναι απλώνς μια εκτίμηση, αλλά δήλωσαν ότι ο αλγόριθμος που χρησιμοποίησαν, και έχουν χρησιμοποιήσει για να εκτιμήσουν το κόστος παραγωγής για εκατοντάδες φάρμακα, τείνει να οδηγεί σε υπερεκτιμήσεις μακροπρόθεσμα.

Η χρήση ευρύτερα του συγκεκριμένου φαρμάκου, πρόκειται να αποφέρει συγκλονιστικά κέρδη και στις δυο φαρμακευτικές εταιρείες, τη Merck και την Ridgeback Biotherapeutics. Η Ridgeback, μια μικρή εταιρεία με έδρα το Μαϊάμι, απέκτησε άδεια χρήσης του φαρμάκου από το Πανεπιστήμιο Emory το 2020 και δύο μήνες αργότερα πούλησε τα παγκόσμια δικαιώματα του φαρμάκου στη Merck έναντι ενός άγνωστου ποσού. Παρόλο που η Ridgeback εξακολουθεί να συμμετέχει στην ανάπτυξη του φαρμάκου, ορισμένοι έχουν περιγράψει τη συμφωνία ως χαρακτηριστικό παράδειγμα “κερδοσκοπίας”.

Αξίζει να σημειωθεί πως το συγκεκριμένο φάρμακο αναπτύχθηκε με κρατικά κονδύλια. Συγκεκριμένα, μια υπηρεσία του Υπουργείου Άμυνας παρείχε χρηματοδότηση άνω των 10 εκατομμυρίων δολαρίων το 2013 και το 2015 στο Πανεπιστήμιο Emory, όπως αποκάλυψε έρευνα που διεξήγαγε η μη κερδοσκοπική οργάνωση Knowledge Ecology International. Το Εθνικό Ινστιτούτο Αλλεργιών και Λοιμωδών Νοσημάτων, μέρος των Εθνικών Ινστιτούτων Υγείας, παρείχε επίσης στο Emory περισσότερα από 19 εκατομμύρια δολάρια σε πρόσθετες επιχορηγήσεις.

Ωστόσο, μόνο η Merck και η Ridgeback θα αποκομίσουν κέρδη από το νέο αντιικό, το οποίο σύμφωνα με το Quartz θα μπορούσε να τους αποφέρει έως και 7 δισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το τέλος του τρέχοντος έτους. Τον Ιούνιο, η κυβέρνηση των ΗΠΑ υπέγραψε σύμβαση ύψους 1,2 δισεκατομμυρίων δολαρίων με τη Merck για την προμήθεια 1,7 εκατομμυρίων δόσεων του φαρμάκου στην τιμή των 712 δολαρίων. Η συναλλαγή πρόκειται να πραγματοποιηθεί μόλις το molnupiravir λάβει άδεια επείγουσας χρήσης από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων.

Υπάρχουν δεσμεύσεις;

Πολλοί θεωρούν πως εφόσον οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες δαπάνησαν τουλάχιστον 29 εκατομμύρια δολάρια για την ανάπτυξη του φαρμάκου, η κυβέρνηση έχει την υποχρέωση να διασφαλίσει ότι το φάρμακο είναι προσιτό.

Πράγματι, η Merck έχει δεσμευτεί να καταστήσει το molnupiravir προσιτό σε όλο τον κόσμο και έχει ήδη συνάψει συμφωνίες αδειοδότησης με πέντε ινδικές εταιρείες που παρασκευάζουν γενόσημα φάρμακα. Από την άλλη, στις ΗΠΑ, και πιθανότατα σε πολλές χώρες ανώτερου-μεσαίου εισοδήματος, η τιμή θα καθοριστεί από την αγορά. Σημειώνοντας ότι η θεραπεία μπορεί να προσφέρεται σε άτομα που δεν έχουν ακόμη νοσήσει σοβαρά από το Covid-19, πολλοί φοβούνται ότι αυτό θα σημαίνει ότι κάποιοι σε αυτές τις χώρες δεν θα μπορούν να αντέξουν οικονομικά το νέο φάρμακο.

«Το να προσφέρεται σε κάποιον μια θεραπεία 700 δολαρίων όταν δεν αισθάνεται ακόμη τόσο άρρωστος θα σημαίνει ότι πολλοί άνθρωποι δεν θα την πάρουν», δήλωσε ο Dzintars Gotham, γιατρός στο King’s College Hospital του Λονδίνου και συν-συγγραφέας της έκθεσης για την τιμολόγηση του molnupiravir. Σύμφωνα με την έκθεση, η τιμολόγηση του molnupiravir στα 19,99 δολάρια θα επέτρεπε σε μια εταιρεία ένα περιθώριο κέρδους 10%.