Είναι πραγματικά αποκαλυπτικό να παρακολουθείς σε μια παράσταση, ποια λόγια βάζουν στα στόματα των γυναικών οι σεναριογράφοι, ποιους ρόλους επιλέγουν γι’αυτές, ποια μοτίβα επαναλαμβάνονται, όχι σε μια άλλη εποχή, αλλά στο σύγχρονο θέατρο.

Ads

Η παράσταση ΤιΤηςΕίπανεΝαΛέει είναι ένα φεμινιστικό πείραμα που πραγματεύεται τα μοτίβα της γυναικείας αναπαράστασης στο θέατρο – και παντού και παρουσιάζεται στο Rabithοle, με την πρωτοποριακή σκηνοθεσία της Ευγενίας Τζιρτζιλάκη, η οποία ισορρόπησε εξαιρετικά στις αντιθέσεις του κειμένου και κατάφερε να αποδώσει πολλαπλά επίπεδα κατανόησης.  Η επιτυχία της παράστασης, της εξασφάλισε παράταση.

Πρόκειται για ένα θεατρικό έργο φτιαγμένο από άλλα θεατρικά έργα. Χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολάζ, η Αμερικανίδα συγγραφέας Courtney Meaker αποδόμησε και ανασύνθεσε τους γυναικείους ρόλους από τις πιο πολυπαιγμένες παραστάσεις στις ΗΠΑ, κατά τη σαιζόν 2014-2015.

Απομονώνοντας τις γυναικείες φωνές, δίχως να ακούμε ποτέ τους συνομιλητές τους, οι γυναίκες μοιάζουν αποδιοργανωμένες. Ταυτόχρονα όμως αποκαλύπτεται ο ρόλος που τους επιφυλάσσει το σύγχρονο θέατρο. Η παράσταση μοιάζει με μία οντισιόν για όλη την γκάμα ρόλων που είναι διαθέσιμες στις γυναίκες σήμερα, στο θέατρο αλλά και στη ζωή. Εξαιρετική η  Ηλέκτρα Τσακαλιά στον αγώνα δρόμου από τον έναν ρόλο στον άλλο αλλά και η Θάλεια Πρωτονοτάριου στον ρόλο του υποβολέα μιας γυναίκας, που επαναλαμβάνει ακόμα αυτά που ορίζει η πατριαρχία πως πρέπει να λέει.

Ads

Το ΤιΤηςΕίπανεΝαΛέει πρωτοπαρουσιάστηκε στο Σιάτλ το 2016. Στην Αθήνα, το έργο παρουσιάζεται για πρώτη φορά. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, η Ευγενία Τζιρτζιλάκη – η οποία είναι υπεύθυνη και για την μετάφραση του έργου- εξηγεί και την περιπέτεια της λογοκρισίας του έργου στις ΗΠΑ.

Η παράσταση ανοίγει με θάρρος τη συζήτηση για την απεικόνιση των γυναικών στον δημόσιο χώρο. Πως ανακαλύψατε το έργο και ποια είναι η ιστορία του;

Το 2016 που πρωτοανέβηκε το έργο στις ΗΠΑ ήμουν στη Νέα Υόρκη για μια άλλη παράσταση και έπιασε το αυτί μου τον ντόρο που είχε γίνει για αυτή τη μικρή φεμινιστική παραγωγή που είχαν βαλθεί να σιγάσουν τεράστιοι εκδοτικοί οίκοι. Άρχισα να διαβάζω για το έργο και μου φάνηκε απολύτως ιδιοφυές το εγχείρημα οπότε έστειλα αμέσως μήνυμα στην Erin Pike, που  είχε την αρχική ιδέα και πρωταγωνιστούσε στην παράσταση, για να της πως ότι θα ήθελα πολύ να το δω. Σε εκείνη τη φάση ο νομικός κλοιός είχε σφίξει γύρω τους με την πρόφαση της νομοθεσίας πνευματικών δικαιωμάτων, επειδή το έργο χρησιμοποιεί ατάκες και σκηνικές οδηγίες από άλλα έργα, τα οποία βέβαια με την τεχνική του κολάζ επεξεργάστηκαν για να φτιαχτεί ένα εντελώς νέο πράγμα.

Συμφωνήσαμε με την Pike να ξαναμιλήσουμε αργότερα, αλλά τελικά λόγω των απανωτών διαταγών παύσης η παράσταση αναγκάστηκε να σταματήσει και πέρασαν χρόνια για να ξαναπιάσω το νήμα της επικοινωνίας μου με την ομάδα. Πολλά άρθρα είχαν γραφτεί προς κοινωνική αλλά και νομική υπεράσπιση των δημιουργών του That’swhatshesaid (αρχικός τίτλος) σε έγκριτα νομικά περιοδικά, στις ανακοινώσεις του αμερικανικού Εθνικού Οργανισμού κατά της Λογοκρισίας, σε θεατρικές εκδόσεις και αλλού, και ήταν φανερό ότι επρόκειτο για έναν εντελώς νέο έργο το οποίο με κάθε βεβαιότητα θα αθωωνόταν απέναντι στην κατηγορία της κλοπής πνευματικών δικαιωμάτων.

Για να κερδηθεί αυτή η άνιση μάχη θα έπρεπε όμως πρώτα να δοθεί. Κι αυτό ήταν το στοίχημα όσων αισθάνθηκαν την αιχμηρή φεμινιστική κριτική του έργου και θέλησαν να την κάνουν να σιωπήσει: ότι παγκόσμιας εμβέλειας εκδοτικοί οργανισμοί θα εξαντλούσαν τις δημιουργούς του ΤιτηςΕίπανεΝαΛέει, δηλαδή μια άνεργη ηθοποιό, μια καθηγήτρια δημιουργικής γραφής και μία νεαρή σκηνοθέτης της πειραματικής σκηνής. Μάλλον  όταν ζορίζεσαι να βγάλεις τον μήνα δεν συνεχίζεις πόλεμο με το νομικό τμήμα της Samuel French, Inc. Το αποτέλεσμα ήταν ότι οι 3 γυναίκες συμφωνήσαν να σταματήσουν τις παραστάσεις αλλά ταυτόχρονα απελευθέρωσαν τα δικαιώματα του έργου που οι ίδιες είχαν φτιάξει. Έτσι η παράσταση συνέχισε να ανεβαίνει, από άλλες ομάδες πια, σε άλλες πόλεις, θέατρα ή σχολεία.

Σύμφωνα με το σκεπτικό των Genius Awards που βράβευσαν το έργο (Stranger Genius Award in Performance 2016) «Το έργο ξεκίνησε μια εθνική συζήτηση σχετικά με τη νομοθεσία περί πνευματικών δικαιωμάτων, όταν το μεγαθήριο εκδ. οίκος Samuel French έστειλε εντολή παύσης της παράστασης δύο ώρες πριν την έναρξή της. Ο εκδοτικός οίκος ανέφερε πιθανή παραβίαση πνευματικών δικαιωμάτων, ουσιαστικά όμως προσπάθησε να φιμώσει ένα έργο για τις γυναίκες που φιμώθηκαν από τη βιομηχανία του θεάτρου. Η παράσταση πάντως συνεχίστηκε, αλλά παραλείποντας τις ατάκες από το συγκεκριμένο έργο που ανέφερε ο S. French. Αυτό σήμαινε ότι η ηθοποιός έπρεπε ξαφνικά να ερμηνεύσει μια διασκευή του έργου. Τα σταματήματά της κάθε τόσο για να ζητήσει ατάκα από την υποβολέα έκαναν την παράσταση ακόμα πιο δυνατή. Αργότερα, ένας άλλος εκδοτικός οίκος, ο Dramatists Play Service, υπέβαλε επίσης αίτηση παύσης. Ως τότε, η ιστορία του έργου είχε ήδη γίνει viral.»

Γιατί είναι τόσο λίγα τα σενάρια γραμμένα από γυναίκες όπως ακούμε στην παράσταση;

Δεν νομίζω ότι είναι λίγα! Οι γυναίκες γράφουν και γράφουν πολύ, ίσως και περισσότερο από τους άντρες. Αλλά δεν βρίσκονται στα κέντρα εξουσίας, στους χώρους δηλαδή όπου επιλέγεται το ποιο έργο θα προχωρήσει σε παραγωγή. Είναι αυτό που λέμε το «γυάλινο ταβάνι». Δεν σε εμποδίζει κανείς να γίνεις θεατρική συγγραφέας, παραγωγός ή σκηνοθέτις, απλώς δεν σε επιλέγουν. Δεν σε σταματάνε, αλλά δεν σου επιτρέπουν κιόλας να κάνεις τη δουλειά σου. Γράφεις, αλλά αυτά που γράφεις δεν προκρίνονται, δεν βρίσκουν ευκαιρίες, δεν εκδίδονται, δεν ανεβαίνουν. Γιατί; Πολύ συχνά επειδή αυτός που επιλέγει το τι θα ανεβεί και τι όχι είναι άντρας. Γιατί; Γιατί είναι κοινό μυστικό ότι εκεί που παίρνονται οι αποφάσεις, εκεί που είναι τα λεφτά και η εξουσία, πιο εύκολα επιτρέπεται η είσοδος σε καταδικασμένο κακοποιό παρά σε γυναίκα.

Τα γράφει πολύ καλά η Rebecca Solnit σ’ ένα άρθρο της για τον Harvey Weinstein, με τίτλο Αυτός που σκότωνε ιστορίες. Λέει «Ήταν ένας άντρας που ήταν υπεύθυνος για τις ιστορίες. Αποφάσιζε για κάποιες ιστορίες ότι θα ζωντάνευαν, πανάκριβες λαμπερές ιστορίες που κοστίζουν περισσότερο από όσα θα έβγαζαν εκατό μισθωτοί με τον κατώτατο μισθό σε εκατό χρόνια, κινηματογραφικές ιστορίες που οι ικανότητες ακόμα περισσότερων εκατοντάδων τις έκαναν να γλιστρούν σαν όνειρα στο μυαλό εκατομμυρίων άλλων, ώστε να βγαίνουν χρήματα, και εκείνος κέρδιζε χρήματα, και τα χρήματα του έδιναν περισσότερη δύναμη, κι έτσι αποφάσιζε για ακόμα περισσότερες ιστορίες.

Υπήρχαν και άλλες ιστορίες, που εκείνος αποφάσιζε ότι έπρεπε να πεθάνουν. Αυτές ήταν οι ιστορίες που μπορούσαν να σου πουν γυναίκες για το τι τους είχε κάνει, κι εκείνος αποφάσιζε ότι κανείς δεν έπρεπε να τις ακούσει, ή αν τις άκουγε δεν έπρεπε να τις πιστέψει, ή αν τις πίστευε δεν θα έπρεπε να έχει σημασία. […] Καθόταν εκεί σαν μοχθηρός θεός, αποφασίζοντας ποιανού η φωνή και το όραμα θα ζούσε και ποιανού θα πέθαινε, ή σαν βασιλιάς με τους αυλικούς του για να παραγάγει αυτή την ιστορία λούζοντάς την στα λεφτά και τη δικτύωση, και να σκοτώσει κάποια άλλη ιστορία με συμφωνίες μη-αποκάλυψης που απαιτούσαν επίσης τόνους λεφτά, μερικές φορές απευθείας από την τσέπη του αδερφού του συνεταίρου του, για να μη μείνουν στα αρχεία της εταιρείας, ή ξόδευε πολιτικό κεφάλαιο για να διώξει και να δυσφημήσει τις γυναίκες που είχαν ιστορίες για όσα είχε κάνει και να τις αφανίσει από το επάγγελμά τους, από την κλίση τους και το μέσο διαβίωσής τους, να τις σπρώχνει σ’ έναν γκρεμό στον πάτο του οποίου ήταν η απομόνωση και η αδυναμία να ακουστείς. […] «Αυτός που ελέγχει το παρελθόν, ελέγχει το παρόν» έγραψε ο Τζορτζ Όργουελ στο 1984 και «αυτός που ελέγχει το παρόν ελέγχει και το μέλλον». Όποιος έχει την ιστορία, έχει και τη δύναμη. Όποια δεν έχει ιστορία, ούτε καν τη δική της ιστορία, δεν έχει δύναμη.

Και έτσι άνοιξε τον δρόμο του με νύχια και με δόντια μέσα στα χρόνια, καταστροφέας και γεννήτορας ιστοριών, να στέκεται σαν κριτής πάνω απ’ όλα, διαμορφώνοντας τη δημόσια φαντασία τόσο με όσα βλέπαμε και ακούγαμε όσο και με εκείνα που δεν βλέπαμε, και αυτά που δεν ξέρουμε είναι πάντα στη βαρύτερη πλευρά της ζυγαριάς, και όσοι βρεθούμε εκεί βλέπουμε τους εαυτούς μας σιωπηλούς, βουβούς, φιμωμένους, βλέπουμε τις ιστορίες μας να δολοφονούνται πριν βγουν στον κόσμο ή να γεννιούνται νεκρές επειδή πέθαναν κατά τη γέννα, επειδή δεν τολμήσαμε να μιλήσουμε ή επειδή μας έπιασε απελπισία ότι αν μιλούσαμε τα λόγια μας δεν θα έκαναν τη δουλειά που πρέπει να κάνουν οι λέξεις στον κόσμο –να μας συνδέουν, να μας υφαίνουν στην κοινωνία– αλλά θα μας έβαζαν σε κίνδυνο ή θα τους έκαναν να μας εξοστρακίσουν. Κι έτσι η ζυγαριά χαμήλωνε υπό το βάρος των στραγγαλισμένων, δολοφονημένων, νεκρών, σταματημένων ιστοριών. Οι ιστορίες έμεναν μέσα, σαν έγκλειστοι φρονιμίτες, σαν εξωμήτριες εγκυμοσύνες, κάτι που έπρεπε να βγει. Αλλά δεν μπορούσαν να βγουν, γιατί οι γυναίκες με ιστορίες δεν ήταν υπεύθυνες για τις ιστορίες.»

image

Είναι εντυπωσιακή η ταύτιση των γυναικείων ρόλων στο θέατρο με αυτές στη δημόσια και ιδιωτική ζωή. Τελικά πως είναι δυνατό μετά από  πολυετείς αγώνες και το metoo που ξεκίνησε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, να επιμένουν τα στερεότυπα στο θέατρο;

Μα τι είναι το θέατρο; Ένα κομμάτι του κόσμου! Δεν βρίσκεται εκτός του κόσμου θέλω να πω – δεν μπορεί να κάνεις κανείς θέατρο απομονωμένος σε ένα βουνό, όπως μπορεί ας πούμε να ζωγραφίζει, να γράφει ή να συνθέτει μουσική κάπου μόνος τους ένας άνθρωπος. Το θέατρο είναι ένα προϊόν συνάντησης κι ανακατέματος με αυτό που είναι ο κόσμος. Κι από τη μια τον αντανακλά ενώ από την άλλη τον φανερώνει.  Βρίσκεται μέσα στον κύκλο της ζωής, επηρεάζει και επηρεάζεται. Έτσι, θα ρωτούσα και «πώς είναι δυνατόν μετά από πολυετείς αγώνες και το metoo, να επιμένουν τα στερεότυπα στη, δουλειά, στο σπίτι, στην κοινωνία μας;»

Το θέατρο είναι προϊόν της υπάρχουσας συνθήκης αλλά ταυτόχρονα μπορεί να είναι και ένα εργαλείο επέκτασης της φαντασίας. Αυτό πιστεύω. Αν ο νεοφιλελευθερισμός παρακωλύει την πραγματοποίηση της ισότητας των φύλων σε όλους τους τομείς, άλλη τόση παρακώλυση λαμβάνει χώρα μέσω μιας ιεροτελεστικής επανάληψης της έλλειψης φαντασίας. Πώς αλλιώς θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα;

Θα μπορούσαν να είναι καλύτερα, ναι, όλοι συμφωνούμε σ’ αυτό, αλλά πώς; Εκεί είναι που έχουμε ανάγκη της τέχνη. Κάθε είδους τέχνη. Έχουμε δηλαδή ανάγκη τη νόηση, με τον πολύπλοκο και βαθύ τρόπο που αναπτύσσεται μέσα στην τέχνη. Κι ένα ερευνητικού τύπου εγχείρημα όπως αυτή η παράσταση, που αντιπαραβάλλει τις ασφυκτικές απεικονίσεις των γυναικών με την πραγματικότητα της ανθρωπινότητάς τους, που παραθέτει τον λόγο αντρών συγγραφέων με αυτό των γυναικών στο πλαίσιο μιας εργαστηριακού τύπου παρατήρησης, ανοίγει ερωτήματα που μπορούν να επεκτείνουν τη φαντασία.

Πως επιλέξατε τη σκηνοθετική προσέγγιση μιας κεντρικής ηρωίδας και μιας δεύτερης που λειτουργεί ως υποβολέας της με παραμορφωμένη σε ανδρική τη γυναικεία της φωνή;

Το έργο δεν είναι ακριβώς γραμμένο έτσι όπως το βλέπετε στην σκηνή. Στο κείμενο υπάρχει μια ηθοποιός που εναλλάσσει όλους τους ρόλους (34 ρόλους παίζει συγκεκριμένα!), μια υποβολέας η οποία δεν μιλάει ποτέ παρά μόνο για να δώσει μιαν ατάκα στην ηθοποιό εάν χαθεί και της τη ζητήσει, αφού όντως είναι αδιανόητα δύσκολο αυτό το κείμενο όχι μόνο να το παίξεις αλλά ακόμα και να το θυμηθείς, κι αυτό είναι όλο. Εκτός από αυτά τα 2 φυσικά πρόσωπα, ένα στο φως κι ένα στο σκοτάδι, ένα στο κέντρο κι ένα στο περιθώριο της σκηνής, υπάρχουν και σημεία όπου –σύμφωνα με το κείμενο – ακούμε ηχογραφημένες φωνές, αντρικές και γυναικείες, που υποβάλλουν την ηθοποιό σε πράξεις.

Πρόκειται κυρίως για εκφωνήσεις σκηνικών οδηγιών και οι φωνές που ακούγονται από τα μεγάφωνα «εκπροσωπούν» τις φωνές των θεατρικών συγγραφέων – αντρών, στο πρώτο μέρος της παράστασης,  και γυναικών, στο δεύτερο. Εμένα αυτό μου φάνηκε μια χαμένη ευκαιρία. Γενικά με εκνευρίζουν οι ηχογραφήσεις στο θέατρο – δεν μπορώ να θυμηθώ μια φορά που να μην με έχει εκνευρίσει να ακούω πράγματα από τα ηχεία εν ώρα παράστασης! Μου αρέσει η αίσθηση του ζωντανού, του χειροποίητου, του αναπάντεχου που ξεγελά ότι ίσως μόλις τώρα αυτοσχεδιάζεται μπροστά στα μάτια σου, κι αυτό ποτέ δεν μπορεί να συμβεί με μια ηχογράφηση.

Έτσι έβγαλα την υποβολέα από τη σκιά, την έφερα στη σκηνή, την ενέταξα στη δράση, της ανέθεσα επιπλέον τις φωνές των συγγραφέων τις οποίες υπερασπίζεται σα να είναι οι φωνές των αφεντικών της, σα να είναι δικές της φωνές.  Και με αυτή την επιλογή άρχισε να ξετυλίγεται πολύ μεγαλύτερη δραματική ένταση ανάμεσα στις δυο γυναίκες επί σκηνής, αρχίσαν να εμφανίζονται ποιότητες στη σχέση τους με τις οποίες σίγουρα το έργο δεν είχε ασχοληθεί αλλά το δικό μας ανέβασμά μας ξετύλιξε. Κι όλο αυτό έχει βέβαια να κάνει πολύ με την εξουσία – τις δυναμικές που αναπτύσσονται ανάμεσα σε εξουσιαστές και εξουσιαζόμενους, ανάμεσα σ αυτούς που υπαγορεύουν κι εκείνους που εξαναγκάζονται να λένε ό,τι τους λένε, και στις δυνατότητες ρωγμής και αντίστασης σε όλο αυτό το σύστημα ψευδούς απεικόνισης και καταναγκασμών.

Οι ίδιες οι γυναίκες του θεάτρου, έχουν επίγνωση των στερεοτυπικών ρόλων που αναπαράγουν παίζοντας;

Κάθε γυναίκα μιλά για τον εαυτό της. Αλλά θα έλεγα ότι οι γυναίκες στο θέατρο δεν διαφέρουν από τις γυναίκες στο κοινό. Κι απ’ όλες τις υπόλοιπες γυναίκες έξω από το θέατρο. Κάποιες αντιλαμβάνονται τα στερεότυπα, κάποιες όχι. Κάποιες τα απεχθάνονται και κάποιες τα απολαμβάνουν. Δικός μας στόχος είναι κατ’ αρχάς απλώς να τα κοιτάξουμε. 

Ποιο πιστεύεται ότι είναι το βασικό διακύβευμα για τις γυναίκες σήμερα σε έναν πλανήτη που οι γυναικοκτονίες αποτελούν έναν ακήρυχτο πόλεμο; Και πως μπορεί η τέχνη να συμβάλλει ώστε να αλλάξει η κατάσταση;

Το μεγάλο διακυβεύμα είναι της υπεράσπισης του δικαιώματος στη ζωή με τους ίδιους όρους που έχει δικαίωμα στη ζωή ένας νέος λευκός cis ετεροκανονικός άντρας. Κι όταν λέμε ζωή εννοούμε επιβίωση, μόρφωση, υγεία, δικαιοσύνη, τα πάντα. Η τέχνη είναι σημαντική γιατί μας βοηθά να καταλάβουμε το τώρα και μας εμπνέει να φανταστούμε ένα μετά που να είναι διαφορετικό.