Ένα έργο για την πολιτική, για την κοινωνική πραγματικότητα και τις σχέσεις, τον έρωτα. Κι όμως, είναι δυνατόν ένας μονόλογος να κάνει διάλογο σε τόσους άξονες. Σε μία κοινωνία επί κρίση, όπου η σιωπή αντί να είναι ντροπή θεωρείται – ακόμη και σήμερα! – χρυσός, όπου τα λόγια κρύβονται πίσω από το φόβο ή την ανευθυνότητα, η εξαιρετική ηθοποιός Ράνια Σχίζα μεταφέρει θεατρικά το έργο της ελληνίδας σεναριογράφου και συγγραφέος, Κατερίνας Γιαννάκου, «Μια κανονική μέρα»Το Tvxs καλεί τους αναγνώστες σε μια ειδική γι’ αυτούς παράσταση με μειωμένο εισιτήριο στην τιμή των 10 ευρώ, το Σάββατο 8 Φεβρουαρίου στις 21:15, στο Θέατρο Olvio. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να δηλώσουν συμμετοχή (χωρίς κλήρωση) με e-mail στο [email protected] (για όσα άτομα επιθυμούν) μέχρι και την Παρασκευή 7 Φεβρουαρίου στις 18.00, αναφέροντας τα στοιχεία τους.

Ads

Αν τα κυρίαρχα μέσα ιδωτικής ενημέρωσης θέλουν να περάσουν μία εικόνα εικονικής «εθνικής κατάθλιψης», η Κ. Γιαννάκου μεταφέρει την προσωπική εμπειρία μιας γυναίκας που ο άντρας της αυτοκτόνησε κάτω από την πίεση των καταστάσεων και η Ρ. Σχίζα μετατρέπεται στη σύζυγο και διαπραγματεύεται μέσα από έναν συγκλονιστικό μονόλογο, την αλήθεια μας: την αλήθεια της μάνας, του παιδιού, του συζύγου, του εν ενεργεία ανέργου, του πολίτη, του κατοίκου της Ελλάδας. Η παράσταση δομείται πάνω στη διαδραστική σχέση της πρωταγωνίστριας με το κοινό και αναδεικνύεται μέσα από την πρωτοποριακή σκηνοθεσία μιας ακόμη γυναίκας, της Μαριάννας Κάλμπαρη, που έχει χορογραφίσει, ουσιαστικά, έναν διάλογο της ηθοποιού με το σκηνικό – που είναι ένα καθαριστήριο. Με έκπληξη διαπιστώσαμε πως η σύγχρονη ποιοτική ελληνική θεατρική γραφή δεν έχει εκλείψει τελικά και απολαύσαμε μία παράσταση που η αλήθεια της συμπορεύεται με τη γλυκύτητα που αναδύει, καθώς και με ένα αίσθημα ευθύνης απέναντι στο θεατή, πράγμα σπάνιο στην Ελλάδα – και όχι μόνο στο θέατρο.

Η Ράνια Σχίζα μιλά στη Νόρα Ράλλη

Το ποια θεατρική παράσταση θα επιλέξω να παρακολουθήσω είναι πολιτική πράξη;

Ads

«Φυσικά. Όλα είναι πολιτικές πράξεις. Αυτό που λέμε ότι «δεν ασχολούμαι με την πολιτική», το οποίο μας το έμαθαν όλα αυτά τα χρόνια, να μην ασχολούμαστε, ότι όλα είναι χάλια και ότι πρέπει να καεί η Βουλή, είναι λανθασμένο. Δε με ενδιαφέρει για τον εαυτό μου, για τα παιδιά μου; Όλο αυτό δε λέει τίποτα και επιπλέον επειδή υπέβοσκε η οργή, όλο αυτό δε βγήκε πουθενά, γιατί πραγματικά δε μπορεί να σε ενώσει η οργή. Δε μπορεί να σε ενώσει κάτι αρνητικό. Αυτό που θα σε ενώσει είναι ένα πρόσφορο έδαφος για όμορφα πράγματα που θα εμφανιστεί μόλις εκτονώσεις την οργή και το θυμό σου και τον βάλεις στην άκρη. Και αυτό είναι που νομίζω ότι το έχει πετύχει η παράσταση και ήταν ένα στοίχημα, το να φτάσει στην ελπίδα φεύγοντας από αρνητικά ρήματα όπως χτυπάω, καταστρέφω και πηγαίνοντας σε θετικά, ενεργητικά ρήματα όπως δρω, διεκδικώ, αγαπώ, τολμώ, αγκαλιάζω – που έχουμε γίνει σαν ξύλα όλοι και δεν αγκαλιαζόμαστε -, γελάω, ένα εύρημα που χρησιμοποιείται στην παράσταση. Η γυναίκα εκεί περνά από το στάδιο του θυμού, θυμώνει με τον άντρα της, αλλά αυτό είναι ένα πρώτο στάδιο, γιατί αν δεν θυμώσει θα πρέπει να πεθάνει, γιατί επί της ουσίας ο θυμός είναι προς τον εαυτό της. Δεν μπορεί να το κάνει αυτό και το στρέφει προς τον άντρα της.»

Είναι δειλοί οι αυτόχειρες;

«Έχουμε ταυτίσει την τσέπη με την αξιοπρέπεια. Αυτό δεν είναι τωρινό, έχει γίνει εδώ και χρόνια. Απλά, τώρα φαίνεται. Έχεις λεφτά, είσαι κάτι. Είναι το τι έχω, όχι το τι είμαι. Αν έχεις, είσαι. Είναι ένα περιστατικό που είχε γίνει πέρυσι, όταν παραγωγοί από την Ιεράπετρα μοίραζαν τρόφιμα και έλεγαν να μην πλησιάζουν οι κάμερες και φανούν τα πρόσωπα όσων είχαν πάει για να πάρουν έστω και αυτά τα ελάχιστα. Γιατί να μην πλησιάσουν οι κάμερες; Πρέπει να ντρέπεται κάποιος επειδή πεινάει; Πρέπει να ντρέπεσαι επειδή πας να πάρεις μια τσάντα πορτοκάλια; Πρέπει να ξαναβρούμε τις λέξεις από την αρχή. Ζούμε το απόλυτα παράλογο: την όποια αξία, την έχουμε βάλει στην άκρη. Και αυτό το έχουμε δεχθεί, το έχουμε καταπιεί.»

Ακούγεται στο έργο «θέλω όσο οξυγόνο χρειάζομαι – το παραπάνω με ζαλίζει». Είναι κοινωνικό σχόλιο αυτό;

«Βέβαια. Αυτό αφορά εμένα και το φόβο. Δεν πάω παραπέρα από αυτό που ξέρω. Το θέμα είναι αυτό που ξέρω το έχω μάθει εγώ ή μου το έχουν μάθει άλλοι; Εγώ που χωράω μέσα σε αυτό; Υπάρχει δική μου γνώση, προσωπική;»

Υπάρχει ένα άλλο σημείο στην παράσταση που λέτε «δε θέλω φαΐ και μια στάνη για να κοιμηθούμε, είμαστε οικογένεια».

«Ακριβώς , δε φτάνει μόνο αυτό. Ο άνθρωπος δεν αξίζει το καλύτερο; Ποιος λέει ότι η πολυτέλεια δε χρειάζεται;»

image

Γιατί απαρνηθήκαμε αυτό μας το δικαίωμα ως Έλληνες;

«Μας το αρνήθηκαν, αλλά από την άλλη δεν το διεκδικούμε πίσω. Αντίθετα θεωρούμε ότι καλά μας κάνουμε, όσα μας κάνουνε, ότι καλά να πάθουμε, αυτά μας αξίζουν και τίποτα περισσότερο, γιατί «μαζί τα φάγαμε», έχουμε πάρει όλη την ενοχή και πορευόμαστε με αυτή.»

Και ο αντίλογος σε όλο αυτό; Μπορεί να γίνει κάτι διαφορετικό;

«Και βέβαια μπορεί. Δεν μπορούν να κάνουν ένα σωστό και δίκαιο φορολογικό σύστημα; Και βέβαια μπορούν, αλλά δε θέλουν. Όλο αυτό το πράγμα δουλεύει για κάποιους. Είναι τραγικό και με στεναχωρεί πάρα πολύ να βλέπω ανθρώπους να κάνουν τα πάντα για να διαφυλάξουν αυτό το λίγο πους τους έχει απομείνει. Το να μάθουμε να ζούμε με λιγότερα δεν έχει να κάνει με το να πάψουμε να επιδιώκουμε όμορφα και καλύτερα πράγματα. Και εγώ πανηγύρισα όταν πήραμε το ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στο ποδόσφαιρο και όταν κάναμε την πιο ωραία τελετή έναρξης στην Ολυμπιάδα του 2004. Αυτό που είχε οργανώσει ο Δημήτρης Παπαϊωάννου ήταν ένα θαύμα. Ξαφνικά νιώσαμε όλοι ως αρχαίοι Έλληνες. Αυτό όμως ήταν πολύ μεγάλη παγίδα. Ταΐσαμε πολύ το Εγώ μας, ως απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων και εξακολουθούμε να το κάνουμε. Είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων, αλλά μέχρι εκεί. Αυτό από μόνο του δε δηλώνει κάτι περισσότερο. Το ζήτημα είναι ποια θα είναι η δική μας πορεία, ποιος θα είναι ο δικός μας δρόμος.»

Στην παράσταση είδαμε να προσεγγίζεται η έννοια του κανονικού.

«Κανονικό, κανονικότητα, κανόνας. Άλλο το κανονικό, άλλο το φυσιολογικό. Ακούγεται στην παράσταση ότι «κανονίσαμε να πηγαίνουμε εκδρομές τα σαββατοκύριακα, μήπως με το οξυγόνο επανέλθει σε φυσιολογικές στροφές το μυαλό». Δε χωράει το θέλω εκεί μέσα. Μπαίνεις σε κανόνες και τους ακολουθείς. Υπάρχει και η παράσταση της Κάτιας Γέρου που ασχολείται με αυτό. Η μέρα που σκοτώθηκε ο Αλέξανδρος Γρηγορόπουλος ήταν μια κανονική μέρα και νομίζουμε ότι είμαστε ασφαλείς μέσα σε αυτό. Παλεύω για να μπορώ να κάνω αυτό που θέλω, κάθε στιγμή. Μετά την πρεμιέρα της παράστασης η κόρη μου είπε «μαμά, πως μετά από αυτό να πάω σχολείο αύριο;» και δεν πήγε.»

Διαβάστε επίσης:
«Μια Κανονική Μέρα»: Η ζωή μετά το απόλυτο χάος

Είναι γυναικείο το έργο;

«Όχι. Βλέπουμε απλώς με τα μάτια της γυναίκας όλο αυτό που συμβαίνει. Θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ τρυφερό με τον άντρα αυτό το έργο. Αισθάνομαι ότι με κάποια λόγια σα να ξαλαφρώνουν λίγο οι άντρες. Εκεί που λέει «που σου μουρμούριζα, που σου γκρίνιαζα…», είναι τρομερό αυτό που παθαίνουμε ο καθένας μέσα στο μικρόκοσμό του. Μουρμουρίζουμε, γκρινιάζουμε, αυτή η μουρμούρα του «τότε που σου είχα πει… και έπρεπε να κάνεις αυτό …», πόσο κακό μπορεί να κάνει. Πόσο σημαντικό είναι να μετράμε μέχρι το δέκα, ή να βλέπουμε σε αυτές τις στιγμές το σύντροφό μας. Γιατί και η γυναίκα ήταν χαμένη στον κόσμο της, έχει και αυτή ευθύνη, γιατί δε μιλούσαν μεταξύ τους. Αυτός έπρεπε να ανταποκριθεί σε ότι της είχε τάξει, ότι θα την έχει σα βασίλισσα. Και πώς να την προσεγγίσει, από τη στιγμή που αυτή είναι εκτός παραγωγικής διαδικασίας και ότι κι αν της πει θα της προξενήσει τρόμο;»

image

Σήμερα είναι τα πάντα μετρήσιμα. Ακόμη και η ύπαρξη. Και εσείς, δεν ξεκινήσατε κατευθείαν με το θέατρο, αλλά με τα Μαθηματικά.

«Έτσι είναι, ξεκίνησα στο Μαθηματικό, αλλά αυτό δεν μπορούσε να συνεχίσει. Ήθελα να τελειώσω με το Μαθηματικό και μετά να γραφτώ σε κάποια δραματική Σχολή.  Έπρεπε να κάνω αυτό που με ενδιέφερε. Και έγινε με κάτι μοιραίο, που με έκανε να πω «Όχι, μέχρι εδώ». Εξέθεσα τον εαυτό μου στους πάντες, κλείστηκε σε μια γκαρσονιερούλα που είχε ο παππούς μου και η γιαγιά μου για όταν έρχονταν στην Αθήνα, τα πατζούρια κλειστά, δεν ήξερα αν ήταν μέρα η νύχτα, με τα φώτα αναμμένα συνεχώς και δούλευα. Είχα πάρει ένα βιβλιαράκι για το πώς να ξεκινήσεις για ηθοποιός, που είναι οι Σχολές, τι χρειάζεται κλπ., και πήγα κι έδωσα εξετάσεις. Μόνη μου. Πέρασα στη Σχολή Βεάκη και στο Γ’ έτος μου έκανε πρόταση ο Λευτέρης Βογιατζής για το Εργαστήριο του Αρχαίου Δράματος. Το βάπτισμα του πυρός ήταν η  «Αντιγόνη», κατευθείαν στα βαθιά.  Ασφαλώς ο Βογιατζής που έφυγε και πρόσφατα είναι σημαντικό σημείο της ζωής μου, σπουδαίος με όλη τη σημασία της λέξης, δοσμένος σε αυτό που έκανε.»

Μιλώντας για το Βογιατζή και για ηθοποιούς της γενιάς του, τι θα λέγαμε σε ένα σημερινό εικοσιπεντάρη που τώρα ξεκινά;

«Αναμφίβολα υπάρχουν σημαντικοί ηθοποιοί στη γενιά του Βογιατζή. Όμως, θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και την τηλεόραση που με την δύναμη της εικόνας ήρθε και άλλαξε τα πράγματα. Δεν καταφέρομαι κατά της τηλεόρασης, γιατί ξεκίνησα – μετά 13 χρόνια βέβαια – με τον καλύτερο τρόπο, τις «Σαββατγεννημένες». Έμαθα πολλά και χρωστάω πολλά στην τηλεόραση, δεν είναι και εύκολο πράγμα.»

Έχεις δηλώσει ότι η σχέση σου με το σανίδι είναι σφοδρή…

«Όντως, είναι σφοδρότατη. Δεν μπορώ να κάνω θέατρο αν κάτι δε με ερεθίζει και δε με τρομάζει πολύ. Δεν μπορώ να κάνω κάτι συμβατικά. Βέβαια, αν υπάρχει οικονομική ανάγκη, θα το κάνεις. Δεν είναι άνετη οικονομικά, αλλά μέχρι τώρα, ό, τι έχω κάνει το έχω κάνει επειδή το έχω θελήσει και το έχω αγαπήσει.»

Υπάρχουν κάποιοι ρόλοι που θα ήθελες να παίξεις;

«Παλιότερα έλεγα, ου!, υπάρχουν ένα σωρό ρόλοι. Όμως, αυτή τη στιγμή θα ήθελα να κάνω πράγματα που με ξαναγυρνάνε στο λόγο για τον οποίο έγινα ηθοποιός. Αυτό που κάνω τώρα με επαναφέρει σε αυτό. Δεν ξέρω πώς ακριβώς να το εκφράσω, λες ότι θέλω να γίνω ηθοποιός γιατί νιώθω ένα πράγμα μέσα μου, ένα βράχο που πρέπει να σπάσει.»

Εγώ πάντως σε φαντάζομαι δίπλα στη Βανέσα Ρεντγκρέηβ, σε μια τραγωδία.

«Τη λατρεύω, ειδικά τη Βανέσα Ρεντγκρέηβ τη λατρεύω. Είναι κάτι που μας έλεγε και ο Λευτέρης Βογιατζής, που πάντα την ήθελε για κάποιο ρόλο και πάντα το ανέφερε.»

image

Βλέπουμε ηθοποιούς να είναι στη Βουλή ή άλλους να συμμετέχουν σε χορευτικά τηλεοπτικά προγράμματα.

«Δε θα ήθελα να σχολιάσω τις επιλογές του καθενός. Όμως δεν μπορώ να δεχθώ ένα ηθοποιό που ως μέλος του Κοινοβουλίου ψηφίζει νομοσχέδια τόσο σκληρά για τους απλούς πολίτες. Ούτε μπορώ να δεχθώ ότι όσοι ψηφίζουν τα μνημόνια κλπ., αποκαθαίρονται μετά, μέσα από κάποια διαδικασία. Και για να είμαι ξεκάθαρη,να προσθέσω ότι αυτό που συμβαίνει στη χώρα είναι  πολιτικό έγκλημα. Όσο για τη συμμετοχή σε προγράμματα συγκεκριμένης τηλεοπτικής κουλτούρας, αρκεί ο ηθοποιός που συμμετέχει σε αυτά να υποστηρίξει την επιλογή του»

Πολιτικό έγκλημα λοιπόν από τη μεριά των πολιτικών, αλλά από τη μεριά των πολιτών;

«Μα είναι οι επιλογές μας. Εμείς επιλέγουμε τον τρόπο που θέλουμε να ζήσουμε. Από την άλλη, η ουδετερότητα είναι συνενοχή. Σαφέστατα. Το να ξέρω τι γίνεται και να το κρατώ για τον εαυτό μου είναι συνενοχή».

INFO
«Μια Κανονική Μέρα» της Κατερίνας Γιαννάκου
Με τη Ράνια Σχίζα
Θέατρο Olvio
Ιερά Οδός 67 & Φαλαισίας 7, Βοτανικός
 
Παραστάσεις
Σάββατο στις 21:15
Κυριακή στις 19:00

image
 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
 
Σκηνοθεσία: Μαριάννα Κάλμπαρη
Σκηνικά – κοστούμια: Κωνσταντίνος Ζαμάνης
Φωτισμοί: Μελίνα Μάσχα
Μουσική επιμέλεια: Νέστορας Κοψιδάς
Βοηθός σκηνοθέτη: Κατερίνα Γεωργουδάκη