Ο Χένρι Φόντα, έφυγε από τη ζωή στις 12 Αυγούστου του 1982, σε ηλικία 77 χρονών. Ένας σπουδαίος ηθοποιός, που παρά το γεγονός πως συνέδεσε το όνομά του με μερικές πολύ σημαντικές ταινίες, ωστόσο δεν υπήρξε ποτέ από τα αγαπημένα παιδιά της Ακαδημίας των Όσκαρ. Γεννήθηκε στις 16 Μαΐου του 1905 και στο αφιέρωμα που ακολουθεί, παρουσιάζουμε μερικές από τις πιο χαρακτηριστικές ταινίες του.

Ads

Ο Χένρι Τζάινς Φόντα, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ​ξεκίνησε την καριέρα του από το θέατρο, όπου μεταξύ 1926 και 1934 εμφανίζονταν στο Μπρόντγουέϊ. Εκεί γνώρισε τον Τζέιμς Στιούαρτ μετά το χωρισμό του απ’ την πρώτη του γυναίκα, την ηθοποιό Μάργκαρετ Σάλιβαν το 1932. Οι δύο ηθοποιοί συγκατοίκησαν και γρήγορα έγιναν φίλοι. Όταν το 1935, ο Χένρι Φόντα έκανε την πρώτη του ταινία στο Χόλιγουντ , ο Στιούαρτ τον ακολούθησε για να δημιουργήσει κι εκείνος μία αξιόλογη καριέρα.

image
 

Στο ευρύ κοινό, έγινε γνωστός όταν η Μπέτι Ντέιβις τον εμπιστεύθηκε και τον επέλεξε για συμπρωταγωνιστή της στην ταινία Ζέζεμπελ του 1938 (Jezebel). 

Ads

Βέβαια η επιτυχία για τον Χένρι Φόντα θα έρθει δύο χρόνια μετά όταν πρωταγωνίστησε το 1940 στη μεταφορά του μυθιστορήματος του Τζον Στάινμπεκ, “Τα Σταφύλια της Οργής”, σε σκηνοθεσία του Τζον Φορντ.

image
 

Το κλασσικό αριστούργημα του Τζον Στάινμπεκ, “Τα Σταφύλια της Οργής”, είναι η ιστορία των ταπεινών και καταφρονεμένων της Αμερικής, στα χρόνια της μεγάλης οικονομικής κρίσης, στις αρχές της δεκαετίας του 1930, αμέσως μετά το μεγάλο κραχ του 1929.

Η επιτυχία του “Τα Σταφύλια της Οργής” δεν στερήθηκε βέβαια και αμφισβητήσεων, καθώς οι φιλελεύθερες πολιτικές απόψεις του Στάινμπεκ, η απεικόνιση της αρνητικής πλευράς του καπιταλισμού και η μυθική επανερμηνεία των ιστορικών γεγονότων των μεταναστεύσεων εξαιτίας του Dust Bowl οδήγησαν σε αντιδράσεις εναντίον του συγγραφέα, ιδιαίτερα στην ιδιαίτερη πατρίδα του, στην Καλιφόρνια.

Μάλιστα, υποστηρίζοντας ότι το βιβλίο ήταν και άσεμνο και παραπλανητικό σχετικά με τις συνθήκες στην επαρχία, το Συμβούλιο της επαρχίας Κερν απαγόρευσε το βιβλίο από τα δημόσια σχολεία και βιβλιοθήκες της επαρχίας τον Αύγουστο του 1939. Αυτή η απαγόρευση ίσχυε μέχρι τον Ιανουάριο του 1941. 

image
 

Σχετικά με αυτές τις αντιρρήσεις, ο Στάινμπεκ έγραψε: “Η δυσφήμισή μου εκεί έξω από τους μεγάλους γαιοκτήμονες και τραπεζίτες είναι αρκετά κακή. Το τελευταίο είναι μια φήμη από αυτούς ότι οι κάτοικοι της Οκλαχόμα με μισούν και έχουν απειλήσει να με σκοτώσουν επειδή λέω ψέματα γι’ αυτούς. Είμαι τρομοκρατημένος με την αυξανόμενη οργή από αυτό το καταραμένο πράγμα. Έχει ξεφύγει εντελώς από τον έλεγχο, εννοώ ένα είδος υστερίας αναπτύσσεται για το βιβλίο και αυτό δεν είναι καθόλου υγιές.”

Το βιβλίο “Τα Σταφύλια της Οργής”, είναι βασισμένο σε άρθρα που είχε δημοσιεύσει σε εφημερίδα στο Σαν Φραντσίσκο, ο Τζον Στάινμπεκ. Το μυθιστόρημα που θεωρείται από πολλούς ως το καλύτερο έργο του συγγραφέα, κέρδισε το Βραβείο Πούλιτζερ το 1940, ενώ έγινε μία επίσης αξιόλογη ταινία σε σκηνοθεσία Τζον Φορντ, με πρωταγωνιστή τον Χένρι Φόντα ως Τομ Τζόουντ, ο οποίος προτάθηκε για όσκαρ για αυτή την ερμηνεία του.


 

Το 1943, τον συναντάμε στο φιλμ “Η Πόλη του Μίσους” (The Ox-Bow Incident) του Γουίλιαμ Γουέλμαν, συμπρωταγωνιστώντας μαζί με τους Ντέινα Άντριους, Άντονι Κουίν και Μαίρη Μπεθ Χιου.

image
 

Η υπόθεση της ταινίας, μας μεταφέρει στο 1885, όπου δύο περιπλανώμενοι άνδρες, ο Γκιλ Κάρτερ (Χένρι Φόντα) και ο Αρτ Κροφτ (Χάρι Μόργκαν) βρίσκονται σε μια μικρή πόλη της Νεβάδα, όπου ο Γκιλ ελπίζει να βρει την παλιά του ερωμένη Ρόουζ Μέιπεν (Μαίρη Μπεθ Χιούζ), η οποία του είχε υποσχεθεί ότι θα περίμενε την επιστροφή του.

Οι δυο άνδρες πηγαίνουν για ένα ποτό στο σαλούν του Ντάρμπι όπου πληροφορούνται ότι η κοπέλα του Γκιλ αναγκάστηκε να φύγει για το Σαν Φρανσίσκο. Παράλληλα πληροφορούνται για το φόνο του Λάρι Κίνκεϊντ και για την κλοπή μιας ολόκληρης αγέλης από αγελάδες από μια σπείρα κακοποιών που δρα στη συγκεκριμένη περιοχή.

Οι πολίτες της αφιλόξενης αυτής πόλης της Νεβάδα με αρχηγούς τον Τζέραλντ Τέτλεϊ (Γουίλιαμ Έιθ) και τον Τζεφ Φάρνλεϊ (Φρανκ Κόνροϊ) αποφασίζουν να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους, να συλλάβουν τους ληστές και να  αποδώσουν οι ίδιοι δικαιοσύνη.

Ο Γκιλ και ο Αρτ, παρά το γεγονός ότι είναι αντίθετοι με το γεγονός αυτό, συμφωνούν αρχικά να βοηθήσουν στην ανεύρεση των δολοφόνων. Η ομάδα των ανδρών καταφέρνει να συλλάβει τρεις άνδρες τον Ντόναλντ Μάρτιν (Ντέινα Άντριους), τον Χουάν Μαρτίνεζ (Άντονι Κουίν) και τον Άλβα Χάρντγουικ (Φράνσις Φορντ). Χωρίς να ξέρουν αν όντως πρόκειται για τους πραγματικούς ενόχους, αποφασίζουν να τους εκτελέσουν δίχως να τους παραπέμψουν στη δικαιοσύνη.

image
 

Η ταινία, είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Γουόλτερ Βαν Τίλμπουργκ Κλαρκ, και σύμφωνα με τον ίδιο τον Χένρι Φόντα, αποτελούσε μία από τις αγαπημένες του. Tα δικαιώματα του μυθιστορήματος του Τίλμπουργκ Κλάρκ, είχαν αποκτηθεί αρχικά από τον Χάρολντ Χέρλεϊ της Paramount. 

Ωστόσο, ο σκηνοθέτης Γουίλιαμ Γουέλμαν που είχε ενθουσιαστεί με το μυθιστόρημα του Τίλμπουργκ Κλαρκ, αγόρασε τα δικαιώματα από τον Χέρλεϊ για λογαριασμό της 20th Century Fox. Η εταιρία παρόλα αυτά δεν θεωρούσε ότι η ταινία θα έκανε επιτυχία και διέθεσε χαμηλό προϋπολογισμό για τα γυρίσματα.

Για την ιστορία, τα γυρίσματα της ταινίας ξεκίνησαν τον Ιούλιο του 1942 και διήρκεσαν μόλις έναν μήνα. Η ταινία προβλήθηκε τον Μάιο του 1943. Αξίζει δε να σημειώσουμε ότι αρχική επιλογή για τον ρόλο του Γκιλ Κάρτερ ήταν ο Γκάρι Κούπερ που όμως δε δέχθηκε και τη θέση του πήρε ο Χένρι Φόντα. Η ταινία γυρίστηκε εν καιρώ πολέμου και ο Φόντα μετά τη λήξη των γυρισμάτων κατετάγη στο πολεμικό ναυτικό…

Το παράδοξο είναι ότι η ταινία, παρά την αρχικά μέτρια αποδοχή της, κατάφερε να φτάσει μέχρι τα Όσκαρ, όπου και προτάθηκε για Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Αποτελεί δε μία από τις τρεις ταινίες στα 85 χρόνια ζωής του θεσμού που μία ταινία προτείνεται μόνο για Όσκαρ καλύτερης ταινίας χωρίς να λάβει καμιά άλλη υποψηφιότητα (οι άλλες δυο ήταν η ταινία Γκραντ Οτέλ (Grand Hotel, 1932) και One Foot in Heaven, 1941). “Η Πόλη του Μίσους” βέβαια δε θα έχει μεγάλη τύχη στην τελετή απονομής καθώς εκείνη την χρονιά θα βρει απέναντι της την κλασσική Καζαμπλάνκα (Casablanca) του Μάικλ Κερτίζ, που δικαίως θα κερδίσει το Όσκαρ καλύτερης ταινίας το 1943.

Δώδεκα χρόνια μετά, μεταφερόμαστε στο 1957, για να θυμηθούμε άλλη μία κλασσική και σπουδαία ταινία, με πρωταγωνιστή τον Χένρι Φόντα. Ο λόγος βέβαια για το φιλμ “Οι 12 Ένορκοι” (12 Angry Men) σε σκηνοθεσία του μεγάλου Sidney Lumet.

image
 

Δώδεκα ένορκοι συνεδριάζουν για μία υπόθεση φόνου. Όλοι συμφωνούν αμέσως στην ενοχή του κατηγορούμενου. Όλοι … εκτός από τον ένορκο νούμερο οκτώ, ο οποίος διατηρεί επιφυλάξεις και θέλει να επανεξετάσει την υπόθεση πριν καταδικάσει έναν άνθρωπο σε θάνατο. Σ΄αυτήν του την προσπάθεια θα βρεθεί αντιμέτωπος με την εμπάθεια των υπολοίπων ενόρκων που “αντικατοπτρίζουν” τις προκαταλήψεις μιας ολόκληρης κοινωνίας. Κάθε ψηφοφορία των ενόρκων είναι και μία μάχη.

Είναι συγκλονιστικό το γεγονός, ότι αυτή η ταινία αποτελεί μόλις την πρώτη δημιουργία ενός μεγάλου σκηνοθέτη όπως είναι ο Sidney Lumet. Η ταινία αγαπήθηκε από το κοινό κι έδωσε την ευκαιρία στον Χένρι Φόντα, να αποδείξει για πολλοστή φορά το υποκριτικό του ταλέντο.

image
 

Η Ακαδημία όμως δεν φαίνεται να είχε την ίδια γνώμη, καθώς έδωσε μεν στο φιλμ τρεις υποψηφιότητες, μεταξύ των οποίων σκηνοθεσίας & σεναρίου, αλλά κανένα χρυσό αγαλματίδιο. Για την ιστορία πάντως να αναφέρουμε ότι στο δημοφιλές κινηματογραφικό site imdb (internet movie data base), στις 250 καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, το φιλμ “Οι 12 Ένορκοι”, βρίσκεται ιδιαίτερα ψηλά, καταλαμβάνοντας την 7η θέση.


 

Και βέβαια, δεν θα μπορούσαμε να κλείσουμε το αφιέρωμα μας στον Χένρι Φόντα, χωρίς την ταινία, τον τίτλο της οποίας χρησιμοποιήσαμε και στον τίτλο του σχετικού κειμένου. Ο λόγος βέβαια για το φιλμ, “Κάποτε στη Δύση” (Once Upon a Time in the West) του 1968, σε σκηνοθεσία του Σέρτζιο Λεόνε και με πρωταγωνιστές τους: Τσαρλς Μπρόνσον, Κλαούντια Καρντινάλε και Τζέισον Ρόμπαρντς.

image
 

Η ταινία δείχνει δύο συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα γύρω από την Φλάγκστοουν, μια φανταστική πόλη της Αμερικανικής Δύσης. Μία «μάχη» σχετικά με την γη για την κατασκευή ενός σιδηροδρόμου και μία αποστολή εκδίκησης εναντίον ενός φονιά.

Η κύρια ιστορία εξελίσσεται γύρω από το Sweetwater, ένα κομμάτι γης κοντά στο Φλάγκστοουν, το οποίο έχει τη μόνη πηγή νερού στην περιοχή. Η γη αγοράστηκε από τον Μπρετ Μακμπέιν, ο οποίος προέβλεψε πως ο σιδηρόδρομος έπρεπε να περάσει από εκείνη την περιοχή για να παρέχει νερό για τις μηχανές ατμού.

Όταν ο μεγιστάνας των σιδηρόδρομων Μόρτον το μαθαίνει, προσλαμβάνει τον πληρωμένο πιστολέρο Φρανκ για να εκφοβίσει τον Μακμπέιν να φύγει απ’ την γη του. Όμως ο Φρανκ, σκοτώνει τον Μακμπέιν και προσπαθεί να ενοχοποιήσει γι’ αυτό τον ληστή Τσεγιέν και την συμμορία του. Τότε καταφθάνει η νιόπαντρη σύζυγος του Μακμπέιν, η Τζιλ, από τη Νέα Ορλεάνη, η οποία γίνεται πλέον η κληρονόμος και η νέα ιδιοκτήτρια της γης…

Το “Κάποτε στη Δύση” είναι ένα κλασσικό ιταλικό σπαγγέτι γουέστερν παραγωγής 1968, σκηνοθετημένο από τον μετρ του είδους, Σέρτζιο Λεόνε για την Paramount Pictures.

Πρωταγωνιστούν οι Χένρι Φόντα σε κόντρα ρόλο ως ο κακός, ο Τσαρλς Μπρόνσον ως η νέμεση του, ο Τζέισον Ρόμπαρντς ως ένας ληστής, και βέβαια η Κλαούντια Καρντινάλε ως μία προσφάτως χήρα αγρότισσα με παρελθόν ως πόρνη.

image
 

Το σενάριο γράφτηκε από τον Λεόνε και τον Σέρτζιο Ντονάτι, βασισμένο σε μια ιστορία των Λεόνε, Μπερνάρντο Μπερτολούτσι και Ντάριο Αρτζέντο. Η widescreen κινηματογράφηση έγινε από τον Τονίνο Ντέλλι Κόλλι, ενώ δε θα μπορούσαμε να παραλείψουμε το γεγονός ότι το Soundtrack της ταινίας υπογράφει ο σπουδαίος Έννιο Μορικόνε.

Η πρώτη έκδοση την ταινίας είχε διάρκεια 166 λεπτά όταν κυκλοφόρησε στις 21 Δεκεμβρίου του 1968. Αυτή ήταν η έκδοση που προβλήθηκε στους Ευρωπαϊκούς κινηματογράφους. Όμως, για την κυκλοφορία στις ΗΠΑ, στις 28 Μαΐου 1969, η ταινία είχε διάρκεια 145 λεπτά από την Paramount. Το 2009, η ταινία πήρε τη θέση της στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογράφου, στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου ως “πολιτιστικά, ιστορικά και αισθητικά” σημαντική και θα διατηρηθεί εκεί στο διηνεκές…

Στους ρόλους του Χένρι Φόντα αντικατοπτριζόταν το είδωλο του τίμιου και αγωνιστή Αμερικάνου. Παντρεύτηκε πέντε φορές, ενώ μεταλαμπάδευσε την αγάπη του για τον Κινηματογράφο και στα παιδιά του, τους επίσης ηθοποιούς Τζέιν Φόντα και Πίτερ Φόντα καθώς και στην εγγονή του, Μπρίτζετ Φόντα.

Ο Χένρι Φόντα, έφυγε στις 12 Αυγούστου του  1982, σε ηλικία 77 χρονών. Η Ακαδημία Κινηματογράφου, Τεχνών και Επιστημών της Αμερικής το 1981 του παρέδωσε ένα τιμητικό Βραβείο Όσκαρ, για το σύνολο της καριέρας του. Την επόμενη χρονιά, του έδωσε και το Όσκαρ Α Ανδρικού Ρόλου, για την ερμηνεία του στην ταινία “Στη Χρυσή Λίμνη” (On Golden Pond), το οποίο όμως παρέλαβε εξ ονόματος του, η Τζέιν Φόντα.

image
 

Εκτός όμως από το Όσκαρ ερμηνείας, το οποίο η αλήθεια είναι ότι το έλαβε αργά στην καριέρα του, το 1977 τιμήθηκε με βραβείο καριέρας και από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου, το οποίο τον έχει κατατάξει έκτο στη λίστα με τους 25 μεγαλύτερους σταρ όλων των εποχών…