Η νέα ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου «Ο Εχθρός Μου», παρουσιάζει μία ιστορία μέσω της οποίας δεν διστάζει να φέρει τόσο τους ήρωες της όσο και το κοινό, αντιμέτωπο με τις πράξεις τους. Το Tvxs.gr συνάντησε τον δημιουργό και εξασφάλισε μία άκρως ενδιαφέρουσα και εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη. Του Γιώργου Ρούσσου.
 
 
Με φόντο μία Αθήνα εγκλωβισμένη στην καθημερινότητά της και με μία κοινωνία απρόσωπη και σε παρακμή, η νέα δημιουργία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου «Ο Εχθρός Μου», είναι μία ταινία που ασχολείται με τη σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. Η ταινία κυκλοφορεί στις Κινηματογραφικές Αίθουσες σε διανομή της Odeon και ήδη στο Tvxs.gr μπορείτε να διαβάσετε μία αναλυτική παρουσίαση και κριτική της: Η νέα ταινία του Γιώργου Τσεμπερόπουλου, «Ο Εχθρός Μου».
 
Μετά την ταινία «Πίσω Πόρτα» του 2000 (και τη μακρόχρονη απουσία σας που ακολούθησε) φέτος έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τη νέα σας δημιουργία «Ο Εχθρός Μου». Τι ήταν όμως αυτό που σας κράτησε τόσο καιρό εκτός της ενεργό δράσης;
 
Δουλεύω παράλληλα σενάρια που δεν μου κρατάνε το ενδιαφέρον μέχρι το τέλος. Αυτό είναι που με ρωτάνε και οι φίλοι μου. Είναι βέβαια και θέμα χαρακτήρα. Έχω για παράδειγμα στα χέρια μου ένα σενάριο και σκέφτομαι τώρα να το κυκλοφορήσω για χρηματοδότηση; Και μετά; Θα είναι μία ταινία πολύ καλή ή θα πρέπει να δικαιολογούμαι στον εαυτό μου; Παράλληλα στη δεκαετία αυτή, εκτός βέβαια από τα αρχικά τρία – τέσσερα χρονάκια όπου απόλαυσα τη ζωή μου την προσωπική, είχαμε παράλληλα εν όψει Ολυμπιακών Αγώνων ετοιμάσει κάποια σενάρια, όπως για παράδειγμα τη δραματοποιημένη ζωή του Σπύρου Λούη, που ο Αθήνα 2004 δεν απάντησε ποτέ και τελικά δεν έκανε καμία φιλόδοξη ταινία!… Εκεί, χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Εκτός αυτού είχα και την ευτυχία να γεννηθεί η κόρη μου. Μετά για δύο χρόνια δούλευα σενάριο από ένα βιβλίο του οποία είχα πάρει και τα δικαιώματα, όμως ούτε αυτό απογειώθηκε ώστε να το «κυκλοφορήσω» για χρηματοδότηση.
 
Έλληνα ή ξένου συγγραφέα;
 
Έλληνα. Ήταν ένα αρκετά μεγάλο βιβλίο που τελικά χρειαζόταν και τις τετρακόσιες και πλέον σελίδες του και που μειώνοντας στο για να γίνει ταινία, μειώθηκε και η αξία του.

image
 
Το δυνατό, επίκαιρο όσο και ρεαλιστικό σενάριο της ταινίας, υπογράφει ο Γιάννης Τσίρος. Τι σας κέρδισε εσάς από την συγκεκριμένη ιστορία και πως προέκυψε αυτή η ενδιαφέρουσα συνεργασία;
 
Να διευκρινίσω ότι δεν έλαβα ένα σενάριο στο mail και είπα α, ωραία θα προχωρήσω να το κάνω. Τον Γιάννη δεν τον ήξερα. Είχα δει όμως τα «Αξύριστα Πηγούνια» στο θέατρο το οποίο το θαύμασα. Και μέσω του Ιεροκλή Μιχαηλίδη που έπαιζε στο έργο και που είχε παίξει και στην «Πίσω Πόρτα» και πήρε και το βραβείο, ήρθαμε σε επαφή, ταιριάξαμε και άρχισε η διαδικασία…
 
Το φιλμ «Ο Εχθρός Μου», πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο 37ο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ ενώ στη συνέχεια παρουσιάστηκε στο 57ο Φεστιβάλ του Λονδίνου. Στην Ελλάδα είχαμε την ευκαιρία να το δούμε στις 19ες Νύχτες Πρεμιέρας, ενώ πλέον κυκλοφορεί στις Κινηματογραφικές Αίθουσες από την Odeon. Έχετε βιώσει κάποια διαφορά στις αντιδράσεις και τον απόηχο που είχε το φιλμ σας στους θεατές στο εξωτερικό σε σχέση με το ελληνικό κοινό;
 
Ναι, βέβαια. Ήταν αποκαλυπτικές οι συζητήσεις με το κοινό στην Αγγλία. Ήταν βέβαια Φεστιβαλικό κοινό, όπου υπήρχαν Έλληνες και μη, αλλά στη συζήτηση που ακολούθησε τις προβολές (Q&A) είχε κάνει εντύπωση σε έναν Εγγλέζο ακούγοντας τι ρωτούσαν οι Έλληνες και τι απαντούσα εγώ και λέει: “Σας ακούω που μιλάτε και ανακαλύπτω ότι σας φαίνεται βαρύ το γεγονός ότι ο πρωταγωνιστής βάζει κάγκελα στο σπίτι του. Καλά δεν έχετε κάγκελα στα σπίτια σας; Εμείς έχουμε κάγκελα εδώ και 150 χρόνια…” Αυτό ήταν μία πρώτη διαφορά. Τους έκανε παράλληλα εντύπωση το γεγονός ότι στη συζήτηση μας χρησιμοποιήσουμε τη λέξη “οι ξένοι”. Και απορούσαν πως σε μία σύγχρονη μεγαλούπολη διατηρείται αυτή η ορολογία…

image
 
Πρωταγωνιστής της ταινίας σας, είναι ο 48χρονος Κώστας Στασινός, ιδιοκτήτης γεωπονικού ανθοπωλείου τον οποίο και υποδύεται ιδανικά ο Mανώλης Μαυροματάκης. Πόσο δύσκολο ήταν ή όχι, η επιλογή των κατάλληλων ηθοποιών για τη συγκεκριμένη ταινία σας;
 
Πάντα η επιλογή των ηθοποιών με βασανίζει πολύ. Μετά το σενάριο, ο περισσότερος χρόνος που επενδύω σε μια ταινία έχει να κάνει με το casting. Κι αυτό όχι γιατί θέλω να δω την απόδοση ενός ηθοποιού αλλά στην πραγματικότητα αυτό που με ενδιαφέρει είναι η ομάδα, ο θίασος, το μωσαϊκό των προσώπων που πρέπει να ξέρεις ότι θα δέσουν οπτικά και παικτικά.  Και όταν πρόκειται για παρέα ή για οικογένεια, ακόμα περισσότερο. Ναι, είμαι ψυχοβγάλτης μέχρι να πάρω αυτή την απόφαση.
 
Επιτρέψτε μου να μείνω λίγο παραπάνω στον ρόλο του πρωταγωνιστή. Παρακολουθώντας τον Mανώλη Μαυροματάκη, θυμήθηκα μία εξίσου αγαπημένη ταινία. Μιλάω για το “Straw Dogs” του 1971 σε σκηνοθεσία του Sam Peckinpah. Έτσι κι εκεί ο Dustin Hoffman (παρά το γεγονός ότι δεν έχει παιδιά) είναι ένας εκδικητής αλλά χωρίς να είναι ο συνηθισμένος “σκληρός” τύπος. Βλέπουμε μάλλον έναν καλλιεργημένο, φιλήσυχο άνθρωπο, ο οποίος φτάνει στα όρια του και αποφασίζει να αντιδράσει. Είναι αυτό ένα στοιχείο που θέλατε σκόπιμα να προσδώσετε στον ήρωα σας;
 
Αυτό ακριβώς συνδέεται και με τα προηγούμενα που λέγαμε. Το γεγονός δηλαδή ότι μέσα από τις πρόβες ωριμάζει και το σχέδιο μέσα σου. Παράλληλα έχουμε και την προσαρμογή του σεναρίου και την εξέλιξη του στη φύση και στον χαρακτήρα των ηθοποιών που εν τέλει συμμετέχουν. Όπως για παράδειγμα πολύ εύστοχα επισημαίνεις τον Dustin Hoffman. Φαντάσου αν στη θέση του είχαμε για παράδειγμα τον Arnold Schwarzenegger, θα μιλάγαμε για μία εντελώς άλλη ταινία… Για να επιστρέψω λοιπόν στην ερώτηση σου, ωρίμασε στην πορεία ο ήρωας να είναι τόσο αντι – ήρωας.

image
 
Συχνά πυκνά και ειδικά στην Ελλάδα, κατηγορούμε τους γύρω μας για τα λάθη και τις επιλογές μας. Μήπως όμως τελικά είναι ο ίδιος ο εαυτός μας ο χειρότερος “εχθρός μας”;
 
Αυτό το μότο συνόδευε το σενάριο της ταινίας. Ειδικά σε αυτή την ταινία όπου κάποιος μπορεί και να την δει απλά κι ως ταινία δράσης αν θέλει. Κι αυτή είναι μία δύναμη της ταινίας, πιστεύω. Διότι αυτούς που δεν τους ενδιαφέρουν τα άλλα επίπεδα, ακόμα κι έτσι τους συνεπαίρνει. Αυτό το μότο όμως είναι που ανοίγει ταυτόχρονα κάποιες άλλες πόρτες… Παράλληλα περνά και το μήνυμα, άνθρωπε συγκρατήσου. Έλεγξε τον θυμό σου. Ζεις στη ζούγκλα κι αν δε συγκρατηθείς, θα χάσεις τα πάντα. Ακόμα κι αυτά που δεν μπορούν να σου πάρουν. Τα χαμόγελα και την αγάπη της οικογένειας σου και των φίλων σου. Αυτά δεν μπορεί να στα πάρει κανένας σε κανονικές συνθήκες. 

image
 
Τη μουσική της ταινίας υπογράφει ο Άκης Δαούτης, ενώ ο Φοίβος Δεληβοριάς ερμηνεύει το κομμάτι με τίτλο «Πες μου ποιος είναι ο εχθρός;». Πως προέκυψε η συγκεκριμένη συνεργασία;
 
Επειδή ο πρωταγωνιστής της ταινίας έχει μανία με τα βινύλια, γεγονός το οποίο υπήρχε από την αρχή στο σενάριο του Γιάννη, κι επειδή το ροκ είναι μέσα και στην μεγαλούπολη που ζούμε, ήταν μία προφανής επιλογή. Ο Άκης έχει γράψει πολύ καλά κατά τη γνώμη μου τις μουσικές για τις ταινίες του Γιάνναρη, πχ η μουσική “Από Την Άκρη Της Πόλης” (1998 του Κωνσταντίνου Γιάνναρη) σε συνδυασμό με κάποια εξαίρετη παραδοσιακή μουσική που είχε γράψει παλιά. Με αυτόν τον συνδυασμό που είχα στο κεφάλι μου γράφτηκε η μουσική και έτσι προέκυψε το music-track. Είναι πολύ δουλευταράς ο Δαούτης και «γεννάει» πολύ. Μάλιστα, είναι η πρώτη φορά που είχα την πολυτέλεια να έχω τόσο χρόνο για τη μουσική, γιατί περιμέναμε τον μοντέρ μας τον Μαυροψαρίδη να τελειώσει μια ταινία στην Αμερική…
 
Του Ηλιάδη; (Ο λόγος για τη νέα ταινία του Ντένη Ηλιάδη, «Plus One»)
 
Ναι, ναι. Σ’ αυτό το διάστημα που δουλεύαμε με τον Άκη τις μουσικές, δεν είχα σκεφτεί να βάλω κάποιο τραγούδι. Όταν τελειώσαμε το μοντάζ το ξανασκέφτηκα και προέκυψε η συνεργασία με τον Σωτήρη Κακίση, που είναι φίλος μου από παλιά και συνεργάτης μου από την «Πίσω Πόρτα» και βέβαια με τον Φοίβο Δεληβοριά. Έτσι δημιουργήθηκε το «Πες Μου Ποιός Είναι Ο Εχθρός» που βρίσκεται στο cd, ένα δώρο του  Σωτήρη και του Φοίβου στην ταινία …


 
Στην Ελλάδα του σήμερα, πόσο εύκολο ήταν να ολοκληρωθεί η συγκεκριμένη ταινία; Συναντήσατε δυσκολίες στα γυρίσματα;
 
Αυτές που έχουμε πάντα. Παραγωγός είναι η Ελένη Κοσσυφίδου, η οποία είναι ένα φαινόμενο. Δεν έχω ξαναδεί παραγωγό να είναι τόσο πολύ μέσα στο όνειρο του σκηνοθέτη, με μια μεγάλη επιμονή ώστε να ανατρέψει το ανέφικτο. Με τις τεράστιες καθυστερήσεις στην χρηματοδότηση από την ΕΡΤ είχαμε φτάσει σε οριακό σημείο. Εκεί λύγισα, ήρθε εν τω μεταξύ και η κρίση, αλλά την φλόγα της ταινίας την κράτησε η  Ελένη που το κυνηγούσε και κάποια στιγμή μου είπε προχώρα…
 
Πως βλέπετε τον νέο ελληνικό κινηματογράφο και τις ταινίες που προβάλλονται στο εσωτερικό αλλά και στα Διεθνή Φεστιβάλ; Υπάρχει αυτό που αποκαλούν κυρίως στο εξωτερικό ως “the weird wave of Greek cinema”;
 
Κοίταξε να δεις, ο ελληνικός κινηματογράφος ήταν πάντα πολυπρόσωπος. Και πάντα υπήρχε το δίλημμα ελιτίστικος κινηματογράφος ή προσιτός. Στις πραγματικά μεγάλες ταινίες όμως δεν υφίσταται αυτό το δίλημμα. Τα καταφέρνουν και τα δύο. Είμαστε μία μικρή χώρα, που παρ’ όλα αυτά για την παραγωγή της εγώ είμαι υπερήφανος. Διότι παρά την απίστευτη γκρίνια μας ταινίες καλές υπάρχουν. Έχουμε σαν λαός τη μανία να τρώμε τις σάρκες μας. Υπάρχει λόγος όταν είσαι από τη μία σχολή να βαράς την άλλη; Αυτό είναι ελληνικό φαινόμενο σε όλα. Μας το είπε και ο Κώστας Γαβράς την περίοδο που ήταν εδώ για τον νέο κινηματογραφικό νόμο που βέβαια δεν εφαρμόστηκε ποτέ λόγω του φαλιρίσματος της οικονομίας. Μας είχε πει λοιπόν, ότι ενώ στη Γαλλία οι σκηνοθέτες έχουν μεταξύ τους τεράστιες διαφορές, όταν συνομιλούν με το κράτος είναι όλοι μαζί ενωμένοι. Πόσο μάλλον στην Ελλάδα λέω εγώ, όπου ότι ύφος και να έχουμε, κάνουμε όλοι την ίδια δουλειά: είμαστε Δον Κιχώτες!

image
 
Μετά τον «Εχθρό Μου», ποια είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
 
Αυτή τη φορά θα είμαι πιο γρήγορος. Είμαι στα πρόθυρα να αποφασίσω ανάμεσα στα πρότζεκτς που επεξεργάζομαι. Τόσο από το παρελθόν σχέδια που είχα αφήσει, όσο και νέα. Παράλληλα συζητάμε να κάνουμε και κάτι καινούργιο με τον Γιάννη Τσίρο…