Ένας νεαρός αστυνομικός που μεγάλωσε στις επικίνδυνες γειτονιές της Μαδρίτης, θα αναλάβει μια υπόθεση σε μια παραλιακή πόλη, με την ελπίδα, όχι μόνο να θεραπευτεί η κόρη του από την ασθένειά της, αλλά να βρει και ο ίδιος ηρεμία. Αλλά, με το που φτάνει, θα βρεθεί μπλεγμένος σε μια περίεργη υπόθεση για το θάνατο του προκατόχου του. Η έρευνα του θα τον οδηγήσει σε ένα παραλιακό ξενοδοχείο όπου μια κοινότητα παλιών Ναζιστών -οι οποίοι αναζητούνται για εγκλήματα πολέμου- κάνουν μια παραδεισένια ζωή.

Ads

Αυτή είναι η υπόθεση της νέας ταινίας «Ο Αντικαταστάτης» του σκηνοθέτη Óscar Aibar, ο οποίος με αφορμή την παρουσίαση της στις ελληνικές αίθουσες, μίλησε στο tvxs.gr για την σκοτεινή ιστορία που διαπραγματέυεται, τις δυσκολίες που αντιπετώπισε για την υλοποίηση της, την πολιτική κατάσταση της Ισπανίας, αλλά και το τέρας του φασισμού που αναδύεται όλο και πιο πολύ στην Ευρώπη.

Ποια ήταν η αφορμή για να ασχοληθείτε με αυτή την σκοτεινή ιστορία και να να την κάνετε ταινία;

Όλα ξεκίνησαν πριν δέκα χρόνια όπου με έναν φίλο κάναμε διακοπές στην ανατολική μεσογειακή ακτή της Ισπανίας, σε ένα παραλιακό χωριό που λέγεται Κάλπε και βρίσκεται δίπλα από το χωριό που λαμβάνει χώρα η ταινία. Εκεί λοιπόν τρώγαμε σε ένα ταβερνάκι και βλέπουμε σε μία γωνία φωτογραφίες με διάφορους διάσημους που έχουν περάσει από εκεί. Σε αυτές τις φωτογραφίες είδα και κάποιους ναζιστές με στολές των SS και κούρεμα της δεκαετίας του ‘60. Ρώτησα αν έχει γυριστεί κάποια ταινία, αλλά με ενημέρωσαν ότι πρόκειται για ναζιστές που έρχοντα και γιόρταζαν τα γενέθλια του Χίτλερ εδώ και κάνανε και διάφορες άλλες γιορτές.

Ads

Με αφορμή αυτή την ανακάλυψη άρχισα να ψάχνω το θέμα, δεν υπήρχε σχεδόν τίποτα δημοσιευμένο εκείνη την εποχή στην Ισπανία και σκαλίζοντας κι ενώ νόμιζα ότι θα βρεθώ αντιμέτωπος μόνο με 4-5 ονόματα ναζιστών, τελικά βρήκα χιλιάδες και κατάλαβα ότι εκείνη η περιοχή της χώρας, αποτελεί σημείο κλειδί για την οδό διαφυγής που ονομάστηκε «επιχείρηση διαφυγής». Διαφυγής από την Γερμανία προς την Λατινική Αμερική. Πριν τρία χρόνια λοιπόν η Μοσάντ, φέρνει κάποια διαβαθμισμένα έγγραφα, από αρχείο σχετικό με τη σύλληψη του Ούμπερχαιμ που ήταν γιατρός των SS στο Μαουτχάουζεν και για δύο επιχειρήσεις σύλληψης του που αποτυγχάνουν πιθανότατα λόγω της συγκάλυψης της ισπανικής αστυνομίας. Αυτή ήταν και η αφορμή για να κάνω την ταινία.

Η ιστορία είναι μεν μυθιστορηματική αλλά έχει πάρα πολλά αληθινα στοιχεία. Ο αστυνομικός για παράδειγμα όπως είδα είναι πραγματικό πρόσωπο. Στο κομμάτι της έρευνας, πως συλλέχθηκαν οι πληροφορίες και τι δυσκολίες αντιμετωπίσατε;

Αυτό που τονίζω κάθε φορά που παρουσιάζω την ταινία, είναι ότι οι πιο τρελές σκηνές είναι και οι πιο αληθινές, όπως η γιορτή των Ναζί, που μου την περιέγραψε ο δήμαρχος του χωριού, ο οποίος σε ηλικία 16 ετών ήταν κομμάτι του μουσικού συγκροτήματος κι έπαιζε κλαρινέτο στη γιορτή. Μου έδωσε πολλές πληροφορίες για το πως ήταν οι γιορτές και τα γραφεία αυτών των ανθρώπων, τις συνήθειες τους. Επίσης μίλησα με τον πρώην αστυνομικό διευθυντή εκείνη την εποχή. Όλοι οι χαρακτήρες έχουν μια αληθινή πτυχή.

Σχετικά με τις δυσκολίες, θυμάμαι ότι στο νεκροταφείο του χωριού υπάρχουν γύρω στα 100 μνήματα που αντί για σταυρό έχουν σήματα των SS. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας με παρακολουθούσε έναν ιδιωτικός ντετέκτιβ αρχικά μέσω των social media, αλλά κάποια στιγμή κατάλαβα ότι με ακολουθούσε για καιρό. Μια μέρα λοιπόν με προσέγγισε και με ρώτησε ποια ονόματα θα αναφερθούν στην ταινία. Αυτό σημαίνει ότι φοβόντουσαν για κάποιες αποκαλύψεις κι επίσης ότι αυτοί οι άνθρωποι έχουν ακόμα μεγάλη εξουσία.

Αυτή η ιστορία καλύφθηκε στην αρχή από τον Φράνκο και μετά από το δημοκρατικό καθεστώς. Πως πιστευετε ότι μια τέτοια σημαντική ιστορία παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστη στο ευρύ κοινό; Και ποιος ο ρόλος της αστυνομίας σ’ αυτό;

Όλη η ταινία βασίζεται στην δημοκρατική μεταπολίτευση η οποία αυτή τη στιγμή επαναπροσδιορίζεται από πάρα πολλούς και ο καθένας την ερμηνεύει με τον τρόπο του. Ουσιαστικά η δημοκρατική μετάβαση στην Ισπανία είναι σαν θεατρικό που ο καθένας έχει τον ρόλο του και σκοπός είναι να μην φτάσει ποτέ κανείς στα δικαστήρια για όλα αυτά που έγιναν τότε. Είναι το μόνο ευρωπαϊκό φασιστικό καθεστώς που δεν δικάστηκε ποτέ. Κι όλο έγινε για να παραμείνει η εξουσία στα χέρια των ίδιων ανθρώπων με μία επίφαση δημοκρατίας.

Οι μυστικές υπηρεσίας της Ισπανία ήταν καλές στο να κάνουν κακά πράγματα. Αυτή η ικανότητα οφειλόταν στο γεγονός ότι εκπαιδεύτηκαν από το ίδιο το ναζιστικό καθεστώς κι οι οποίοι μετά χρησιμοποιήθηκαν για να εκπαιδεύσουν τα διδακτορικά καθεστώτα της Λ. Αμερικής στο πως να «εξαφανίζουν» ανθρώπους. Είναι ασύλληπτο ότι πάνω από 100 αιτήματα για έκδοση ανθρώπων προς την Ισπανία, κανένα δεν υλοποιήθηκε.

Ένα γεγονός στην ταινία που δημιουργεί μεγάλη έκπληξη είναι ότι η εθνική αστυνομία της Ισπανίας προστάτευε ανοιχτά αυτούς τους ανθρώπους κι αυτό προκείπτει κι από τα έγγραφα της Μοσαντ. Τα πρώτα χρόνια της δημοκρατικής μετάβασης η αστυνομία είχε μετατραπεί σε μια μεγάλη μαφία που στηριζόταν και σε ένοπλες παραστρατιωτικές ομάδες, οι οποίες συνέχιζαν να καλύπτουν αυτή την κατάσταση και θεώρησα ότι αυτή η άγνωστη πτυχή έπρεπε να αναδυθεί μέσα από την ταινία.

Τα τελευταία χρόνια δυστυχώς βλέπουμε ότι υπάρχει μια άνοδος της ακροδεξιάς σε όλη την Ευρώπη. Που θεωρείτε ότι οφείλεται αυτή η κατάσταση;

Αυτή την ταινία παρόλο που την είχα στο μυαλό μου χρόνια, θεώρησα ότι τώρα ήταν η κατάλληλη στιγμή να βγει, για να μάθουν οι νέοι άνθρωποι ποιοι είναι αυτοί που ανθίζουν και βγαίνουν από τις τρύπες τους και ποιων καθεστώτων είναι κληρονόμοι. Αυτή τη στιγμή ζούμε με πολύ μεγάλο φόβο, όπου το VOX κερδίζει παρουσία σε διάφορα κοινοβούλια και όλο αυτό το καταφέρνουν από τη γνωστή συνταγή. Μηνύματα μίσους που τα σπέρνουν μέσα από τα σόσιαλ και μέσα από ψέματα. Και θεωρώ ότι αυτή είναι κι η ιστορία του κόσμου. Μετά από έναν πόλεμο, από μια οικονομική κρίση, μια πανδημία, πάντα αναδύονται αυτές οι δυνάμεις και εκμεταλλεύονται τον φόβο που έχει δημιουργηθεί από προηγούμενες δύσκολες καταστάσεις. Πρόκειται για ένα ψέμα, καθώς δεν υπάρχει καμία ιδεολογία γι’ αυτές τις δυνάμεις. Ο μόνος ρόλος είναι να καταφέρουν να διαιωνίσουν την εξουσία των δεξιών κομμάτων.

Πως πιστεύετε ότι μπορούμε να διαλύσουμε το τέρας του φασισμού;

Με την κατάλληλη πληροφόρηση και τον πολιτισμό.

Γιατί αποφασίζετε να τοποθετήσετε την ιστορία στο 1982 συγκεκριμένα;

Είναι θεμελιώδες έτος για την ιστορία της Ισπανίας. Πέρα από το γεγονός ότι μέσα από τα έγγραφα της Μοσάντ υπάρχει μια αποτυχημένη επιχείρηση να συλληφθεί ο Ρούμπερτ Χέιν, ο γιατρός των SS στο Μαντχάουζεν, ο οποίος κατέφυγε στην Παραγουάη, ταυτόχρονα τον Οκτώβριο του ‘82 μετά από 50 χρόνια, μια αριστερή κυβέρνηση με τον Φελίπε Γκονζάλες επικεφαλής, καταφέρνει να κερδίσει τις εκλογές. Ταυτόχρονα εκείνη τη χρονιά η Ισπανία φιλοξενεί το μουντιάλ και μέσα από την προβολή προσπαθεί να παρουσιάσει το προφίλ μιας χώρας δημοκρατικής όπου όλα λειτουργούν σωστά και υπάρχουν θεσμοί. Ήταν επίσης η τελευταία χρονιά που τα γενέθλια του Χίτλερ γιορτάστηκαν στην Ισπανία.

Η δημιουργία μιας ταινίας είναι δύσκολο εγχείρημα τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ισπανία. Τι καλό βγήκε από την εποχή του εγκλεισμού στον καλλιτεχνικό τομέα;

Γενικά θεωρώ ότι τα βιβλία και οι ταινίες ήταν που έσωσαν τον κόσμο από την τρέλα την περίοδο του κόβιντ. Ουσιαστικά είναι η πρώτη παραγωγή που γίνεται στην Ισπανία μετά τον κοβιντ κι επειδή είχαν όλοι στραμμένο το βλέμμα τους εκεί, θέλαμε να δέιξουμε κάτι διαφορετικό στον κόσμο. 

Επίσης μέσα από τέτοιες δύσκολες καταστάσεις κάτι μαθαίνουμε. Αυτή τη στιγμή στις ΗΠΑ οι πιο μεγάλες βιομηχανίες είναι η φαρμακοβιομηχανία και η κινηματογραφική βιομηχανία. Βγήκαν καινούργιες πλατφόρμες με αφορμή την πανδημία. Μιλώντας σε προσωπικό επίπεδο να πω ότι πήγα να πεθάνω από κοροναϊό, ήμουν 15 μέρες σε κώμα κι όταν ξύπνησα δεν θυμόμουν τίποτα. Όταν ξύπνησα λοιπόν μου είπαν ότι έχω γυρίσει μια ταινία κι ευχήθηκα τουλάχιστον να είναι καλή. Όταν την είδα έκλαιγα και την είδα ως θεατής γιατί δεν είχα αντίληψη του τι είχε συμβεί. Εμένα όλη αυτή η εποχή με άλλαξε πάρα πολύ, βλέπω τη ζωή πολύ διαφορετικά, αλλά είναι κάτι φρικτό που πρέπει να το αφήσουμε πίσω μας.