O Αυστροαμερικανός σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός, καλλιτέχνης, και δημοσιογράφος, Μπίλι Γουάιλντερ (22 Ιουνίου του 1906 – 27 Μαρτίου του 2002) υπήρξε ένας σημαντικός και ιδιαίτερος δημιουργός, που άφησε το δικό του στίγμα στον χώρο της Έβδομης Τέχνης και μια αξιομνημόνευτη παρακαταθήκη ταινιών. Το κείμενο που ακολουθεί, αποτελεί ένα μικρό αφιέρωμα στη ζωή και στο έργο ενός χαρισματικού καλλιτέχνη, με οδηγό μερικές από τις πλέον χαρακτηριστικές και αγαπημένες δημιουργίες του. 

Ads

Έχοντας σκηνοθετήσει απολαυστικές κωμωδίες όπως το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» (Some Like it Hot – 1959),  με τους Τόνι Κέρτις, Τζακ Λέμον, Μέριλιν Μονρόε ή την «Γκαρσονιέρα» (The Apartment – 1960), επίσης με τον Τζακ Λέμον και με πρωταγωνίστρια την Σίρλεϊ ΜακΛέιν, αλλά και με κριτική ματιά απέναντι στο κατεστημένο, όπως «Το Τελευταίο Ατού» (Ace in the Hole – 1951) με τον Κερκ Ντάγκλας, όπου στηλιτεύει τα κακώς κείμενα των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά και το θρυλικό φιλμ «Η Λεωφόρος της Δύσεως» (Sunset Blvd. – 1950), όπου με πρωταγωνιστές τους Γούλιαμ Χόλντεν, Γκλόρια Σουάνσον και Έριχ Φον Στροχάιμ, ουσιαστικά ασκεί κριτική στο ίδιο το Χόλυγγουντ και τον ψεύτικο κόσμο του, ο Μπίλι Γουάιλντερ αποτελεί ένα μοναδικό κεφάλαιο τόσο στον Αμερικάνικο, όσο και στον παγκόσμιο Κινηματογράφο.

 

Ο εβραϊκής καταγωγής, Βιεννέζος Μπίλι Γουάιλντερ γεννήθηκε στις 22 Ιουνίου του 1906 στην πόλη Sucha – Galicia, της Αυστροουγγαρίας, που είναι η σημερινή πόλη Sucha Beskidzka – Malopolskie της Πολωνίας. Στην πολυτάλαντη επαγγελματική του καριέρα, υπήρξε μεταξύ άλλων, σκηνοθέτης, σεναριογράφος, παραγωγός, καλλιτέχνης, αλλά και δημοσιογράφος. Ο Γουάιλντερ, αποφάσισε στα δεκαοχτώ του χρόνια να αφοσιωθεί στη δημοσιογραφία, για χάρη της οποίας μετακόμισε στο Βερολίνο, με σκοπό να εργαστεί σ’ ένα μεγάλο ταμπλόιντ της εποχής εκείνης.

Στον κινηματογράφο ο Γουάιλντερ στράφηκε το 1929, αρχικά  γράφοντας σενάρια για διάφορες ταινίες, ανάμεσά τους και την κλασική «Οι Άνθρωποι την Κυριακή». Η άνοδος, όμως, του Χίτλερ στην εξουσία τον ανάγκασε να εγκαταλείψει το Βερολίνο και αφού παρέμεινε για ένα μικρό διάστημα στο Παρίσι, θα ταξιδέψει στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, για να καταλήξει στο Χόλλυγουντ, όπου και θα παραμείνει μέχρι τον θάνατό του.

Ads

Πολύ γρήγορα ο Γουάιλντερ κατάφερε να μάθει την αγγλική γλώσσα – παρ’ όλο που δεν έχασε ποτέ τη γερμανική προφορά του – και το 1937, άρχισε να γράφει σενάρια για τον Ερνστ Λούμπιτς («Η 8η σύζυγος του Κυανοπώγωνα», «Νινότσκα»), δημιουργό που θαύμαζε και που σίγουρα τον επηρέασε στις όλο σαρκασμό κατοπινές κωμωδίες του. Σενάρια έξυπνα, με εύστροφους, καυστικούς διαλόγους, που έγραφε με τον Τσαρλς Μπράκετ, συνεργάτη του σε δεκατρείς συνολικά ταινίες, γραμμένα για σκηνοθέτες με τους οποίους όμως ο Γουάιλντερ δεν ήταν ικανοποιημένος, με αποτέλεσμα να πείσει τελικά το στούντιο να του επιτρέψει να σκηνοθετήσει ο ίδιος την ταινία «Υπερφυσική Μπεμπέκα» το 1942.

Το 1944 ο Γουάιλντερ συνεργάζεται με τον συγγραφέα αστυνομικών μυθιστορημάτων Ρέιμοντ Τσάντλερ στην ταινία «Κολασμένη αγάπη». Ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά φιλμ-νουάρ της εποχής εκείνης στο Χόλλυγουντ, αλλά και με μία από τις πιο θυελλώδεις συνεργασίες, ανάμεσα στον Τσάντλερ και τον Γουάιλντερ.

Στη συνέχεια, ο Γουάιλντερ γυρίζει το «Χαμένο Σαββατοκύριακο» το 1945, μία ταινία – μελέτη του αλκοολισμού, με σκηνές γυρισμένες στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Ταινία που χάρισε στον Γουάιλντερ δύο Όσκαρ στις κατηγορίες Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Σεναρίου. Ενώ το φιλμ κέρδισε άλλα δύο Όσκαρ στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Ερμηνείας, για τον Ρέι Μιλάντ.

Το 1949 γυρίζει την υπέροχη μαύρη κωμωδία του «Η Λεωφόρος της Δύσεως», μία κριτική, καυστική ματιά πάνω στον ψεύτικο κόσμο του Χόλλυγουντ. Μία ταινία που του χάρισε ακόμη ένα Όσκαρ στην κατηγορία του σεναρίου και τελευταίο που κέρδισε σε συνεργασία με τον Μπράκετ.

Θ’ ακολουθήσουν οι ταινίες του: «Το τελευταίο ατού» του 1951, για το πορτρέτο ενός κυνικού ρεπόρτερ, ο «Θάλαμος Εξοντώσεως 17» του 1953, ένα δράμα των αιχμαλώτων πολέμου σε ναζιστικά στρατόπεδα, η «Γλυκειά μου Σαμπρίνα» του 1954, μία ρομαντική κωμωδία με την Όντρεϊ Χέπμπορν, το «Εφτά χρόνια φαγούρα» του 1955, μία παιχνιδιάρικη, σέξι κωμωδία, που σηματοδοτεί την πρώτη συνεργασία του Γουάιλντερ με τη Μέριλιν Μονρόε, το «Λίντμπεργκ» του 1957, με κεντρικό άξονα το περιβόητο ταξίδι του Λίντμπεργκ πάνω από τον Ατλαντικό και βέβαια το «Μάρτυς Κατηγορίας» του 1957, ένα δικαστικό θρίλερ, βασισμένο σε βιβλίο της Αγκάθα Κρίστι, με πρωταγωνιστές την Μάρλεν Ντίτριχ και τον Τσαρλς Λότον.

Με την ταινία «Αριάν» του 1957, μία ρομαντική κομεντί και πάλι με την Όντρεϊ Χέμπορν, ο Γουάιλντερ γυρίζει σελίδα στην καριέρα του και και ξεκινάει μία νέα εποχή έχοντας πλέον ως συνεργάτη στο σενάριο, τον Ι.Α.Λ. Ντάιαμοντ. Μαζί του φτιάχνει μερικά από τα μεγάλα του αριστουργήματα, όπως: το «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» του 1959, μία παρωδία των γκανγκστερικών ταινιών, με το απολαυστικό, πρωταγωνιστικό τρίο των: Τζακ Λέμον, Μέριλιν Μονρόε και Τόνι Κέρτις. 

Ακολουθεί το 1960 «Η Γκαρσονιέρα», μία τολμηρή για τα χολιγουντιανά πρότυπα της εποχής, δραματική κομεντί, το «Ένα, Δύο Τρία» του 1961, μία σατιρική κωμωδία με φόντο το «διχασμένο» Βερολίνο, η «Γλυκιά μου Ιρμα» του 1963, άλλη μία απολαυστική κωμωδία, διασκευή θεατρικού έργου, επίσης με τον Τζακ Λέμον και τη Σίρλεϊ ΜακΛέιν, το «Φίλησέ με Κουτέ» του 1964, μία προκλητική, για τα τότε ήθη της Αμερικής, κωμωδία και βέβαια το «Ένας Υπέροχος Απατεώνας» του 1966, με πρωταγωνιστές το απολαυστικό δίδυμο των: Γουόλτερ Ματάου (Όσκαρ Ερμηνείας) να ερμηνεύει τον αδίστακτο και αμοραλιστή δικηγόρο του Τζακ Λέμον.

Η δεκαετία του ’70 αρχίζει με τις ταινίες «Περιπέτειες του Σέρλοκ Χολμς» (1970), από την οποία οι παραγωγοί αφαίρεσαν ένα ολόκληρο επεισόδιο, ενώ ακολουθούν η ρομαντική, ειρωνική κωμωδία «Αβάντι» (1972) και πάλι με τον Τζακ Λέμον, καθώς και η καυστική απέναντι στον Τύπο κωμωδία «Η Πρώτη Σελίδα» του 1974, με τον δημοσιογράφο Λέμον να συγκρούεται με τον εκδότη του, Ματάου. Θα περάσουν όμως τέσσερα χρόνια πριν ο Γουάιλντερ μπορέσει να γυρίσει την επόμενη ταινία του, το «Φεντόρα» του 1978, ιστορία μίας απομονωμένης ηθοποιού, εμπνευσμένης από την Γκρέτα  Γκάρμπο, που τμήμα της γυρίστηκε στην Ελλάδα. Η καριέρα του κλείνει με μια ακόμη απολαυστική κωμωδία, «Τα Φιλαράκια» του 1981, με πρωταγωνιστές για ακόμη μία φορά το υπέροχο δίδυμο των Λέμον και Ματάου.

Η καριέρα του Μπίλι Γουάιλντερ, διήρκεσε περισσότερο από πενήντα χρόνια και θεωρείται δικαίως ως ένας από τους πιο ιδιοφυείς σκηνοθέτες της χρυσής εποχής του Χόλλυγουντ, με μία ευρεία γκάμα ταινιών που μας προσέφερε απλόχερα. Η βράβευσή του με τρία Όσκαρ τόσο για την παραγωγή, όσο και για τη σκηνοθεσία και τη συγγραφή του σεναρίου της ταινίας «Η Γκαρσονιέρα» (The Apartment, 1960), τον κατέστησε ως έναν από τους μόλις πέντε καλλιτέχνες, που έχουν καταφέρει αυτό το επίτευγμα.

image

Δεκατέσσερις από τους ηθοποιούς που σκηνοθέτησε ο Γουάιλντερ προτάθηκαν για Όσκαρ. Το 1986 τιμήθηκε για την προσφορά του στην έβδομη τέχνη από το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου. Τιμήθηκε επίσης με το Irving G. Thalberg Memorial Award το 1988 και με το Εθνικό Μετάλλιο των Τεχνών το 1993. Ο Μπίλι Γουάιλντερ έφυγε στις 27 Μαρτίου του 2002, αφήνοντας μία αξιομνημόνευτη παρακαταθήκη ταινιών, συμβάλλοντας με το έργο του, τόσο στην εξέλιξη του ίδιου του μέσου, όσο και στην αφύπνιση του κοινού.

Για τη συνέχεια, θα ρίξουμε μία ματιά σε έξι από τις πλέον χαρακτηριστικές και προσωπικά αγαπημένες δημιουργίες του σπουδαίου Μπίλι Γουάιλντερ:

  • «Η Λεωφόρος της Δύσεως» (Sunset Blvd. – 1950)

  • «Το Τελευταίο Ατού» (Ace in the Hole – 1951)

  • «Σαμπρίνα» (Sabrina – 1954)

  • «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» (Some Like it Hot – 1959)

  • «Γκαρσονιέρα» (The Apartment – 1960)

  • «Η Πρώτη Σελίδα» (The Front Page – 1974)

«Η Λεωφόρος της Δύσεως» (Sunset Blvd. – 1950)

Η Νόρμα (Γκλόρια Σουάνσον) είναι μία πρώην σταρ του βωβού κινηματογράφου, που ζει με τον μπάτλερ Μαξ (Έριχ Φον Στροχάιμ), πρώην σκηνοθέτη και άνδρα της, στη Sunset Boulevard (Λεωφόρο της Δύσης) γύρω στα τέλη της δεκαετίας του ‘50. Η Νόρμα, ονειρεύεται την επιστροφή της στην μεγάλη οθόνη και κάπου εκεί, συναντά τον Τζο (Γούλιαμ Χόλντεν). Έναν ασήμαντο σεναριογράφο που κυνηγημένος από τους πιστωτές του, βρίσκει καταφύγιο στην έπαυλή της, υποσχόμενος να την βοηθήσει να κάνει μία δυναμική επιστροφή στη βιομηχανία του θεάματος.

image

Σταδιακά, αναπτύσσεται μεταξύ τους μία σχέση εξάρτησης και πάθους, που σιγά σιγά θα τους οδηγήσει μοιραία, στην καταστροφή. Όταν ο Τζο θα γνωρίσει και θα ερωτευτεί μια νεώτερη κοπέλα, η Νόρμα παρασύρεται από το ερωτικό της πάθος, χάνει τελείως τη λογική της και αρχίζει τις σκηνές ζηλοτυπίας με έντονες συναισθηματικές εκρήξεις. Με τον καιρό όμως ο Τζο, αρχίζει να νιώθει φυλακισμένος, αλλά η Νόρμα, δεν σκοπεύει να τον αφήσει να την εγκαταλείψει έτσι εύκολα…

image

Ένα από τα πιο καυστικά σχόλια απέναντι στο Χόλλυγουντ και στον ίδιο του τον μύθο. Υπέροχη κορύφωση του δράματος που μας οδηγεί με ακρίβεια σ’ ένα ελεγειακό και παράλληλα μεγαλειώδες  γκρο πλαν της Νόρα, πριν πέσει ολοκληρωτικά η αυλαία. O μίτος της «Λεωφόρου της Δύσης» (Sunset Boulevard), ξετυλίγεται μοναδικά από τον Μπίλι Γουάιλντερ. Στα συν της ταινίας, οι πολύ καλές ερμηνείες, αρχής γενομένης με αυτήν της Γκλόρια Σουάνσον στον πρωταγωνιστικό ρόλο, του ηθοποιού και σκηνοθέτη Έριχ Φον Στροχάιμ στον ρόλο του υπηρέτη, ενώ εντύπωση προκαλούν και τα περάσματα των πολύ γνωστών για την εποχή ηθοποιών: Cecil B. DeMille και Buster Keaton.

image

Φυσικό ακόλουθο λοιπόν όλων αυτών, ήταν το φιλμ να κερδίσει τρία Όσκαρ (Σεναρίου, Σκηνικών, Μουσικής), ενώ είχε ακόμα και οκτώ ακόμα υποψηφιότητες στα Όσκαρ του 1951 (Καλύτερης Ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α’ και Β’ Ανδρικού Ρόλου, Α’ και Β’ Γυναικείου Ρόλου, Φωτογραφίας και Μοντάζ). Επίσης, βραβεύτηκε με τέσσερις Χρυσές Σφαίρες (Καλύτερης Δραματικής ταινίας, Σκηνοθεσίας, Α’ Γυναικείου Ρόλου και Μουσικής), ενώ τέλος η Γκλόρια Σουάνσον κέρδισε εκείνη τη χρονιά και το βραβείο Καλύτερης Γυναικείας Ερμηνείας από τη Διεθνή Ένωση Κριτικών.
 


 

«Το Τελευταίο Ατού» (Ace in the Hole – 1951)

«Μπορώ να χειριστώ μεγάλες ειδήσεις και μικρές ειδήσεις. Και αν δεν υπάρχουν καθόλου ειδήσεις, θα βγω έξω και θα δαγκώσω ένα σκύλο» – Το Τελευταίο Ατού (1951)

Ο Τσακ Τέιτουμ (Κερκ Ντάγκλας) είναι ένας πολύ φιλόδοξος, εγωκεντρικός, ξύπνιος αλλά σε πτώση, ρεπόρτερ. Πηγαίνει ένα ταξίδι στο Νέο Μεξικό, αφού έχει απολυθεί από έντεκα εφημερίδες για δυσφήμιση, μοιχεία και ποτό, ανάμεσα στα άλλα. Εκεί έχει βρει μια ασήμαντη δουλειά σε μια μικρή τοπική εφημερίδα. Προσπαθεί να παραμείνει νηφάλιος και δουλεύει ήρεμα.

Ξαφνικά κι ενώ καλύπτει ένα ασήμαντο νέο, ο Τέιτουμ θα ανακαλύψει μία εντυπωσιακή είδηση: ένας άντρας, ο Λίο Μινόζα (Richard Benedict), έχει παγιδευτεί μέσα σε μια σπηλιά που κατέρρευσε. Πιστεύοντας ότι έχει βρει τη χρυσή ευκαιρία που θα τον ξαναφέρει στην επιφάνεια και θα του δώσει φήμη, ο ήρωας μας εκμεταλλεύεται την είδηση και την ανάγει σε πρώτο θέμα στις τοπικές εφημερίδες.

Γύρω από τον άτυχο παγιδευμένο άντρα ενορχηστρώνεται ένα ολόκληρο δημοσιογραφικό γεγονός, που εξελίσσεται σ’ ένα προϊόν εκμετάλλευσης των μίντια. Στην έρημη κοιλάδα έξω από τη σπηλιά, στήνονται υπαίθρια μαγαζιά που πουλάνε πρόχειρο φαγητό, λούνα παρκ, μπάντες που βγάζουν τραγούδια σχετικά με το θέμα, ενώ τα πούλμαν με τους τουρίστες διαδέχονται το ένα το άλλο.

image

Όλοι θέλουν να βρεθούν σε αυτό το συμβάν που έχει λάβει τεράστια δημοσιότητα. Και όσο πιο μεγάλο γίνεται το γεγονός στις ειδήσεις, όλο και περισσότερο το ενδιαφέρον απομακρύνεται από τον κύριο και αληθινό σκοπό της είδησης και τη διάσωση του εγκλωβισμένου άντρα…

«Το Τελευταίο Ατού» του Μπίλι Γουάιλντερ, είναι ένα αριστουργηματικό φιλμ νουάρ που μέσα από ένα έξυπνο σενάριο (υποψήφιο για Όσκαρ) στηλιτεύει τη χειραγώγηση, την εκμετάλλευση και τον οπορτουνισμό των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.

Η ταινία είναι ένα σκληρό, αλλά συνάμα και ρεαλιστικό πορτρέτο του χειρισμού των ειδήσεων από τα μίντια. Μία ανοιχτή επίθεση στη διεφθαρμένη δημοσιογραφία και τον ζοφερό χαρακτήρα του «αιμοδιψούς» κοινού. Κανένας δεν γλιτώνει από την αυστηρή κριτική. Μια ταινία που έγινε πριν από 65 χρόνια και που παραμένει επίκαιρη, περισσότερο από ποτέ.

Ο Μπίλι Γουάιλντερ μίλησε για αλήθειες της αμερικανικής κοινωνίας, έφερε στο φως την υποκρισία της, ενώ παράλληλα κατέδειξε τον κιτρινισμό πολλών δημοσιογράφων. Μόνο τυχαίο δεν είναι λοιπόν που η ταινία στην εποχή της κάθε άλλο παρά ως εμπορική επιτυχία χαρακτηρίστηκε. Αντίθετα στην Ευρώπη το φιλμ είχε πολύ καλύτερη αποδοχή και μάλιστα κέρδισε το Βραβείο στο Διεθνές Φεστιβάλ της Βενετίας.

Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι για το σενάριο αυτής της ταινίας, ο Ουάιλντερ δεν διάλεξε τον παλιό του συνεργάτη Τσάρλς Μπράκετ, αλλά τους Ουόλτερ Νιούμαν και Λέσερ Σάμιουελς. Μαζί γράψανε ένα από τα πιο καυστικά σενάρια του Χόλιγουντ της εποχής. Σενάριο, που ήταν σίγουρο ότι θα ενοχλούσε. Αλλά δε σταμάτησαν εκεί οι σεναριογράφοι και για να το κάνουν ακόμα πιο επικριτικό, τοποθετούν τον άτυχο άνδρα να εγκλωβίζεται σ’ ένα βουνό, το οποίο θεωρείται ως ιερός χώρος των Ινδιάνων. Γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα η εισβολή του πλήθους σε αυτόν να αναστατώνει τα πνεύματα των προγόνων τους και να  αποτελεί ύβρη…

«Μόλις επέστρεψα από μια περιοδεία στη χώρα, όπου παρακολούθησα πολλές προβολές της τελευταίας μου ταινίας – «Το Τελευταίο Ατού» (Ace in the Hole – 1951). Ποτέ σε ολόκληρη την καριέρα μου, συμπεριλαμβανομένης και της ταινίας μου «Φλογισμένα Πάθη», καμιά δεν έχει προκαλέσει τόσο έντονες, θερμές, επίμαχες συζητήσεις, όσο αυτή εδώ» Κερκ Ντάγκλας
 


 

«Σαμπρίνα» (Sabrina – 1954)

Δύο αδέλφια, ο Λάινους (Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ) και ο Ντέιβιντ Λάραμπι (Γουίλιαμ Χόλντεν), κληρονομούν την τεράστια περιουσία του πατέρα τους. Ο σοβαρός Λάινους αφοσιώνεται στις οικογενειακές επιχειρήσεις, ενώ ο Ντέιβιντ ενδιαφέρεται μόνο για τα γρήγορα αυτοκίνητα και τις όμορφες γυναίκες.

image

Η κόρη του σοφέρ της οικογένειας, η Σαμπρίνα (Όντρεϊ Χέπμπορν), επιχειρεί να αυτοκτονήσει από έρωτα για τον Ντέιβιντ, αλλά σώζεται από τον Λάινους. Ο πατέρας της τότε την στέλνει στο Παρίσι για σπουδές, όπου θα μεταμορφωθεί σε μια καλλιεργημένη και γοητευτική γυναίκα. Όταν επιστρέφει στην έπαυλη των Λάραμπι, τα πάντα αλλάζουν, αφού ο Ντέιβιντ εντυπωσιάζεται μαζί της, ενώ ο Λάινους αρχίζει να την φλερτάρει.

image

Μία κλασσική και χαριτωμένη κομεντί, βασισμένη στο θεατρικό έργο του Σάμιουελ Τέλορ, με τίτλο: “Sabrina Fair”. Η ταινία ακολούθησε το εντυπωσιακό ντεμπούτο της Όντρεϊ Χέμπορν στο Χόλλυγουντ (“Διακοπές στη Ρώμη”- Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου) και στο πλευρό της έχει τους δημοφιλείς και καλούς ηθοποιούς, Χάμφρεϊ Μπόγκαρτ και Γουίλιαμ Χόλντεν. Τέλος να σημειώσουμε ότι το φιλμ βραβεύτηκε με Όσκαρ Κοστουμιών και Χρυσή Σφαίρα Καλύτερου Σεναρίου.
 


 

«Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» (Some Like it Hot – 1959)
 

image
 

Δύο μουσικοί από το Σικάγο, ο Joe (Τόνι Κέρτις) και ο Jerry (Τζακ Λέμον), γίνονται τυχαία μάρτυρες ενός ξεκαθαρίσματος λογαριασμών μεταξύ τοπικών γκάνγκστερ. Άμεσα επιβιβάζονται σ’ ένα τρένο με κατεύθυνση την Φλόριδα. Όταν όμως κατεβαίνουν από το τρένο, είναι πλέον η Josephine και η Daphne, τα δύο νέα μέλη ενός γυναικείου jazz συγκροτήματος.

 

Η κάλυψη τους είναι τέλεια, μέχρι τη στιγμή που μια απογοητευμένη από την αγάπη τραγουδίστρια (Μέριλιν Μονρόε), πέφτει πάνω στη Josephine. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ένας παλιός playboy ερωτεύεται τη Daphne, ενώ το αφεντικό του υποκόσμου αρνείται να πειστεί για την απάτη.
 

image
 

Μία κλασσική κωμωδία δια χειρός Μπίλι Γουάιλντερ. Υποψήφια για 6 βραβεία Όσκαρ, κέρδισε όμως μόνο αυτό για την κατηγορία κοστουμιών, ενώ παράλληλα τιμήθηκε με τρεις Χρυσές Σφαίρες. Αν και από πολλούς θεωρείται υπερεκτιμημένη, είχε τεράστια απήχηση στο κοινό και είναι χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι στο Internet Movie Data Base (imdb) βρίσκεται στη θέση 89, με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών.

 

Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Μπίλι Γουάιλντερ είναι ένας από τους λίγους σκηνοθέτες ο οποίος κατάφερε μεταξύ άλλων να αξιοποιήσει το ταλέντο και τη λάμψη της Μέριλιν Μονρόε. Το φιλμ «Μερικοί το Προτιμούν Καυτό» (Some Like it Hot – 1959) είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα και αποτελεί τη δεύτερη συνεργασία τους, καθώς το 1955 είχε προηγηθεί η ταινία «Επτά Χρόνια Φαγούρας» (The Seven Year Itch).
 


 

«Η Γκαρσονιέρα» (The Apartment – 1960)
 

image
 

Ο Τζακ Λέμον υποδύεται τον Κ.Κ. Μπαντ Μπάξτερ, έναν μοναχικό χαμηλόμισθο υπάλληλο μιας ασφαλιστικής εταιρίας στη Νέα Υόρκη. Στην προσπάθεια του να ανέλθει τα αξιώματα, δανείζει το διαμέρισμα του στους ανωτέρους του, για να διασκεδάζουν με τις ερωμένες τους.

 

Αντίθετα όμως η δική του ερωτική ζωή δεν εξελίσσεται καθόλου καλά, αφού είναι ερωτευμένος με το κορίτσι του ασανσέρ, την Φραν Κιούμπελικ. Ακόμα χειρότερα η Φραν έχει σχέση με το μεγάλο αφεντικό, που και αυτό θα ζητήσει με τη σειρά του το «χρυσό» κλειδάκι από τον Μπάξτερ…

 

Πολυβραβευμένη ταινία, που έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις καλύτερες κωμωδίες όλων των εποχών. Ανάμεσα στα πολλά βραβεία που έχει κερδίσει, αξίζει να αναφέρουμε τα πέντε Όσκαρ με τα οποία τιμήθηκε, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζουν τα δύο στις κατηγορίες Καλύτερης Ταινίας και Σκηνοθεσίας το 1960. Η χημεία των δύο πρωταγωνιστών είναι εκπληκτική, με τους Τζακ Λέμον και Σίρλεϊ Μακ Λέιν να δίνουν τον καλύτερο εαυτό τους. Τρία χρόνια μετά ο Μπίλι Γουάιλντερ θα τους ξανασκηνοθετήσει στην ταινία «Η Τροτέζα» (Irma La Douce, 1963 – Όσκαρ Καλύτερου Σάουντρακ).
 


 

«Η Πρώτη Σελίδα» (The Front Page – 1974)
 

image
 

Μεταφερόμαστε στο 1929, όπου ο σκληρός εκδότης της Chicago Examiner, Walter Burns (Γουόλτερ Ματάου)  και ο κορυφαίος δημοσιογράφος της εφημερίδας Hildy Jonson (Τζακ Λέμον) είναι σίγουροι πως μπορούν να καλύψουν οποιοδήποτε θέμα. Όμως ο Hildy αποφασίζει να παντρευτεί τη νεαρή χήρα Peggy (Σούζαν Σάραντον) και ν’ αφήσει την εφημερίδα προς απογοήτευση του εκδότη του.
 

image
 

Την ημέρα που ο Hildy κερνάει τα αποχαιρετιστήρια ποτά στους συναδέλφους του, ενόσω περιμένουν την επερχόμενη εκτέλεση του δολοφόνου αστυνομικών Earl Williams, ο Williams δραπετεύει και το ένστικτο του Hildy τον ωθεί στο να βγάλει πρώτος το λαβράκι. Εν τω μεταξύ η Peggy περιμένει να παντρευτεί…
 

image
 

Μία από τις τελευταίες δημιουργίες του Μπίλι Γουάιλντερ (θα ακολουθήσουν ακόμη δύο, το «Fedora» του 1978 και το «Buddy Buddy» του 1981), με δύο από τους αγαπημένους του ηθοποιούς. Ο λόγος για το ασυναγώνιστο δίδυμο των Γουόλτερ Ματάου και Τζακ Λέμον, που έχουν γράψει τη δικιά τους σπουδαία ιστορία στην μεγάλη οθόνη. Δίπλα τους συναντάμε την αγνώριστη Σούζαν Σάραντον σε μία από τις πρώτες της ταινίες, σε ηλικία εικοσιοκτώ χρονών. Βασισμένο στο επιτυχημένο θεατρικό έργο των Ben Hecht και Charles MacArthur, η ταινία «Η Πρώτη Σελίδα» αποτελεί μία χαρακτηριστική κωμωδία της φιλμογραφίας του Γουάιλντερ, υποψήφια για τρεις Χρυσές Σφαίρες.
 


 

«Είμαι ένας συγγραφέας αλλά και πάλι κανείς δεν είναι τέλειος» – Μπίλι Γουάιλντερ (22/06/1906 – 27/03/2002)

image