Με αφορμή την ταινία «Κρυφή Συνταγή» του Οφίρ Ραούλ, η οποία κυκλοφορεί στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες, παρουσιάζουμε πέντε χαρακτηριστικές δημιουργίες, για τη σχέση του Κινηματογράφου με την Μαγειρική. Από την «Πολίτικη Κουζίνα» του Τάσου Μπουλμέτη, μέχρι το «Soul Kitchen» του Φατίχ Ακίν.

Ads

Διαβάστε επίσης:

«Πολίτικη Κουζίνα» (A Touch of Spice – 2003) του Τάσου Μπουλμέτη

image

Ads

Ο πρωταγωνιστής της ταινίας Φάνης Ιακωβίδης (τον υποδύεται ο Γιώργος Χωραφάς), καθηγητής αστροφυσικής στην Αθήνα, περιμένει τον παππού του από την Κωνσταντινούπολη, τον οποίο έχει να δει από την παιδική του ηλικία. Αρχίζοντας προετοιμασίες για την υποδοχή του προσκαλεί όλους τους φίλους του παππού του και ετοιμάζει μια σειρά από πιάτα πολίτικης κουζίνας. Μια ξαφνική αρρώστια όμως του παππού, δεν θα του επιτρέψει να ταξιδέψει στην Αθήνα. Ο καθηγητής τότε θα αποφασίσει να πάει εκείνος στην Κωνσταντινούπολη για να τον συναντήσει και να θυμηθεί ξανά τα χρόνια που έζησε εκεί με τους γονείς του, τους οποίους ενσαρκώνουν οι Ιεροκλής Μιχαηλίδης και Ρένια Λουιζίδου. Εκεί επιστρέφουν όλες οι ευχάριστες αναμνήσεις της παιδικής ηλικίας, οι δυσάρεστες του διωγμού και της απέλασης, αλλά και ο πρώτος έρωτας της ζωής του, η Σαϊμέ, που υποδύεται η Τουρκάλα ηθοποιός Μπασάκ Κοκλούκαγια.

Πρόκειται για μία βιωματική ταινία του σκηνοθέτη Τάσου Μπουλμέτη, που όντας Κωνσταντινουπολίτης στην καταγωγή ο ίδιος, καταπιάνεται με το ζήτημα των διωγμών που υπέστησαν από τις τουρκικές αρχές οι Έλληνες της Πόλης το 1964. Η ταινία «Πολίτικη Κουζίνα», απέσπασε 8 βραβεία στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 2003: Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, φωτογραφίας, σκηνογραφίας, μουσικής επένδυσης, ήχου και μοντάζ, ενώ υπήρξε την ίδια χρονιά η επίσημη ελληνική υποβολή για το βραβείο Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

«Soul Kitchen» (2009) του Φατίχ Ακίν

image

Μεταφερόμαστε στο Αμβούργο, όπου ο ήρωας μας, Ζήνος, είναι ιδιοκτήτης ενός εστιατορίου στο οποίο όμως, όλα του πάνε στραβά. Παράλληλα, υποφέρει από δισκοπάθεια, η κοπέλα του Ναντίν τον παρατάει για τη Σαγκάη όπου βρήκε δουλειά, ενώ οι πελάτες του σταδιακά τον εγκαταλείπουν. Πάνω στην απελπισία του, αποφασίζει να αλλάξει το ύφος του εστιατορίου, φέρνοντας νέο κόσμο ενώ παράλληλα σκέφτεται να πάει στην Κίνα, ώστε να βρει τη Ναντίν. Μόνο που για να φύγει, θα πρέπει να αφήσει τη δουλειά στα χέρια του αδελφού του, μια επιλογή όχι και τόσο συνετή…

Ο χαρισματικός σκηνοθέτης Φατίχ Ακίν, μας παρουσιάζει εδώ μία ταινία γεμάτη γνώριμα θέματα για το ελληνικό κοινό, όπως την κοινότητα των μεταναστών στη Γερμανία, την ασχολία τους με τα εστιατόρια αλλά φυσικά και τον έρωτα. Διασκεδαστικό και νευρώδες το φιλμ, είναι μία κωμωδία καταστάσεων, με κινηματογραφικό ρυθμό. Με τη γνώριμη προσωπική του σκηνοθετική ματιά αλλά και υπό τους δυνατούς ήχους, μιας πολύ-πολιτισμικής κουλτούρας, μας παρουσιάζει εδώ ο Ακίν, μία απενοχοποιημένη pop ψυχαγωγία.

Οι σκηνές στο εστιατόριο, έχουν γυριστεί με κέφι και ευρηματικότητα. Κι ενώ, η καταναλωτική μας απληστία, οι συχνά πυκνά αδιέξοδες ερωτικές σχέσεις αλλά και το εργασιακό άγχος, μας καταδυναστεύουν, όλα αυτά βρίσκουν διέξοδο και τρόπο έκφρασης, μέσα από το Soul Kitchen. Παρ’ ότι ελαφρότερη θεματικά από τις προηγούμενες δημιουργίες του καλλιτέχνη, η ταινία είναι λεπτοδουλεμένη, με κατά διαστήματα έξυπνους διάλογους. Οι ερμηνείες των ηθοποιών είναι δυναμικές και σε γενικές γραμμές, ρεαλιστικές. Τέλος να πούμε ότι η ταινία διαθέτει ένα υπέροχο soundtrack και με ελληνικότατο ενδιαφέρον. Κατά τη διάρκεια της ταινίας ακούγεται μεταξύ άλλων μουσική των Quincy Jones, Kool & The Gang, The Isley Brothers, Locomondo, The Olympians, Μάρκος Βαμβακάρης, Παύλος Σιδηρόπουλος και Locomondo.

Ξεχωρίζει ο Αδάμ Μπουσδούκος ως Ζήνος, ενώ ο Μόριτζ Μπλαϊμπτρόι (εδώ στον ρόλο του Ηλία) είναι ο καταλύτης των εξελίξεων. Ειδική μνεία οφείλουμε να κάνουμε στο υποκριτικό alter ego του Lars Von Trier (καθώς έχει παρουσιαστεί στις περισσότερες από τις ταινίες του) και πολύ καλού ηθοποιού, του Ούντο Κίερ. Ο Άνταμ Μπουσδούκος, δεν πρωταγωνιστεί μόνο, αλλά έχει γράψει και το σενάριο μαζί με τον Φατίχ Ακίν. Εξάλλου, ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Ζήνος, είναι κομμένος και ραμμένος στα μέτρα του. Καθώς, εκτός από την καριέρα του στην υποκριτική, ήταν και ιδιοκτήτης του εστιατορίου, “Ταβέρνα” στο Αμβούργο για δέκα χρόνια. Εδώ τον ξανασυναντάμε μετά την πρώτη του συνεργασία με τον Ακίν, στο “Short Sharp Shock”.

Διαβάστε επίσης:
Φατίχ Ακίν: Ένας σκηνοθέτης με πλάνα «Βαθιά Κοφτά Ανθρώπινα»

«Σεφ» (Chef – 2014) του Τζον Φαβρό

image

Μετά από μια παρεξήγηση που παίρνει διαστάσεις, ο Καρλ Κάσπερ (Τζον Φαβρό) απολύεται από το γκουρμέ εστιατόριο του Riva (Ντάστιν Χόφμαν) στο οποίο δουλεύει ως σεφ. Αναγκάζεται έτσι να επιστρέψει στο Μαϊάμι μετά από προτροπή της πρώην συζύγου του Inez (Σοφία Βεργκάρα) και να δημιουργήσει τη δική του επιχείρηση. Η βασική ιδέα είναι να δημιουργήσει μία κινούμενη και πρωτότυπη καντίνα, με γκουρμέ φαγητό. Με την υποτυπώδη βοήθεια του Marvin (Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ), αλλά και την καθοριστική συμβολή του γιου του Percy (Emjay Anthony) και του φίλου του Martin (Τζον Λεγκουιζάμο) θα καταφέρει να ολοκληρώσει το σχέδιο του και να διασχίσει αρκετές πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών μέχρι τον τελικό του προορισμό, το Λος Άντζελες. Στόχος του είναι να διεκδικήσει και πάλι τη θέση που του αξίζει στην ελίτ των σεφ…

Ο Τζον Φαβρό (Jon Favreau), παραγωγός (The Avengers – 2012), σκηνοθέτης (Iron Man – 2008), ηθοποιός (The Wolf of Wall Street – 2013) και σεναριογράφος (Swingers – 1996), επιστρέφει με τη νέα του δημιουργία «Σεφ» (Chef – 2014). Μία ταινία που με κεντρικό άξονα τη μαγειρική, είναι παράλληλα κι ένα γαστρονομικό road movie, μία προσπάθεια επανασύνδεσης πατέρα – γιου, αλλά και μία ενδιαφέρουσα κριτική των social media στην καθημερινότητά μας.

Διαβάστε επίσης:

«Ο Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» (Burnt – 2015) του Τζον Ουέλς

image

Σε κάποιες από τις πιο επιτυχημένες κουζίνες του πλανήτη επικρατεί πολεμικό κλίμα, αλλά αυτό για τον ταλαντούχο σεφ Άνταμ Τζόουνς (Μπράντλεϊ Κούπερ) δεν είναι πρόβλημα – είναι, αντίθετα, αυτό που τον κάνει να νιώθει ότι εκεί ακριβώς ανήκει. Ο Άνταμ τα είχε όλα, αλλά από δική του υπαιτιότητα, τα έχασε. Το πρώην κακό παιδί των εστιατορίων του Παρισιού, που κέρδισε δύο αστέρια Michelin, νοιαζόταν μόνο για την συναρπαστική έξαψη του να δημιουργείς εκρήξεις γεύσης. Για να αποκτήσει την δική του κουζίνα, όπως και το τρίτο αστέρι Michelin που του διαφεύγει, ο Τζόουνς θα πρέπει να αφήσει πίσω τις κακές του συνήθειες και να πάρει στην ομάδα του τους καλύτερους, όπως την όμορφη Ελέν (Σιένα Μίλερ). Η ιστορία του είναι τελικά ένας ύμνος για την αγάπη του φαγητού και την δύναμη των δεύτερων ευκαιριών.

Η σχέση αγάπης του σινεμά για τον κόσμο της μαγειρικής έχει τη δική του ιστορία, με τα τελευταία χρόνια οι ταινίες του είδους να έχουν αυξηθεί επικίνδυνα… Από το «Tampopo» (1985) του Γιούζο Ιτάμι και το «Chocolat» (2000) του Λάσε Χαλστρομ, μέχρι την «Πολίτικη Κουζίνα» (2003) του Τάσου Μπουλμέτη και από τα πιο σύγχρονα, το «Julie & Julia» (2009) της Νόρα Έφρον, την «Υψηλή Μαγειρική» του Κριστιάν Βενσάν, αλλά και τον «Σεφ» (Chef – 2014) του Τζον Φαβρό.

Ο Μπράντλεϊ Κούπερ – από τους πιο υπερτιμημένους Αμερικανούς ηθοποιούς των τελευταίων χρόνων – είδε την καριέρα του να απογειώνεται την τελευταία πενταετία. Μετά από τα φιλμ «The Hangover» (2009) και «The Hangover Part II» (2011) που το χάρισαν την αναγνωρισιμότητα, ο Κούπερ συνεργάστηκε με τον “σκηνοθέτη των Όσκαρ” David O. Russell, στις ταινίες «Silver Linings Playbook» του 2012 και «American Hustle» του 2013, χαρίζοντας του ισάριθμες υποψηφιότητες για Όσκαρ στην κατηγορία του Α’ και Β’ Ανδρικού Ρόλου, αντίστοιχα. Αν και δεν κατάφερε να αποσπάσει το χρυσό αγαλματίδιο, η ερμηνεία του στον «Ελεύθερο Σκοπευτή», τον έφερε για τρίτη συνεχόμενη χρόνια υποψήφιο για Όσκαρ!

Παρ’ όλα αυτά όμως, η αλήθεια είναι ότι ο Κούπερ είναι καλός στη συγκεκριμένη ταινία. Ο «Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» είναι ένα φιλμ που κερδίζει τον θεατή, ξεχωρίζοντας ευχάριστα από τις ταινίες του συγκεκριμένου είδους. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο πρωτότυπο σενάριο, αλλά κυρίως στο εντυπωσιακό καστ ηθοποιών που διαθέτει ακόμα και σε μικρούς ρόλους. Έτσι, εκτός από τους Αμερικανούς, Μπράντλεϊ Κούπερ και Ούμα Θέρμαν, η ταινία διαθέτει μία Ευρωπαϊκή “Dream Team” αξιόλογων ηθοποιών, που αποτελείται από τους Βρετανούς, Μάθιου Ρις, Σιένα Μίλερ και Έμμα Τόμσον, τον εντυπωσιακό Γάλλο, Ομάρ Σι, την υπέροχη Σουηδέζα, Αλίσια Βικάντερ, τον υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα Γερμανό ηθοποιό, Ντάνιελ Μπρουλ και τον καταξιωμένο Ιταλό ερμηνευτή, Ρικάρντο Σκαμάρτσιο.

«Κρυφή Συνταγή» (The Cakemaker – 2017) του Οφίρ Ραούλ Γκράιτσερ (Ισραήλ, Γερμανία)

image

Ο Τόμας, ένας ταλαντούχος Γερμανός ζαχαροπλάστης, είναι ο εραστής του Όρεν, ενός παντρεμένου άνδρα από το Ισραήλ, που επισκέπτεται συχνά το Βερολίνο για δουλειές. Όταν ο Όρεν σκοτώνεται σε τροχαίο, ο Τόμας ταξιδεύει στην Ιερουσαλήμ για να μάθει περισσότερα για το παρελθόν του αγαπημένου του. Έτσι, θα πλησιάσει τη γυναίκα του, την Ανάτ, κρατώντας κρυφή την ταυτότητά του και προτείνοντάς της να δουλέψει στο καφέ της. Εκείνη δέχεται. Τα γλυκά που φτιάχνει θα φέρουν κοσμοσυρροή στο κατάστημα, αλλά ο ίδιος κάνει δύο βασικά λάθη: δεν χρησιμοποιεί κοσέρ υλικά και αδυνατεί να προβλέψει πού θα καταλήξει η σχέση του με τη νεαρή χήρα. Και προκειμένου να προστατέψει την πραγματική του ταυτότητα θα τραβήξει το ψέμα του μέχρι απροσδόκητα άκρα.

Σ’ αυτή τη μυστική συνταγή για τα σκευάσματα της απώλειας και της λαχτάρας, οι άνθρωποι αποζητούν την ίδια γλυκιά γεύση της ζωής, πέρα από τα σύνορα της καταγωγής και της κουλτούρας τους. Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ του Κάρλοβι Βάρι το 2017 και συμμετοχή στο τμήμα «Ανοιχτοί Ορίζοντες» του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης το 2017.

«Τοποθετημένη σε μια μελαγχολική αλλά γεμάτη ζωή άποψη της Ιερουσαλήμ και βασισμένη σε μια προσωπική μου εμπειρία, η ταινία μιλάει για χαρακτήρες που εύχονται να παραμερίσουν τους ορισμούς τους σχετικά με την εθνικότητα, την σεξουαλικότητα και τη θρησκεία. Είναι μια ιστορία γεμάτη αγάπη για τους ανθρώπους, τη ζωή, το φαγητό και το σινεμά. Είναι η δική μου ιστορία. Η ιστορία μετακινείται ανάμεσα στο Βερολίνο και την Ιερουσαλήμ, ανάμεσα στην ανατολή και τη δύση, ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν. Σε αυτό το ταξίδι ο Τόμας, ο οποίος αναζητά να ιαθεί μετά από την απώλεια που βιώνει, θα παραστεί αυτόπτης μάρτυρας μιας ενδο-ισραηλινής σύγκρουσης που έχει σχέση με τη θρησκεία και τον λαϊκισμό.» – Οφίρ Ραούλ Γκράιτσερ