Γεννημένη στις 22 Οκτωβρίου του 1943, η Κατρίν Ντενέβ αποτελεί μία εκ των κορυφαίων ηθοποιών της Έβδομης Τέχνης. Από τις «Ομπρέλες του Χερβούργου» του Ζακ Ντεμί, μέχρι την «Αποστροφή» του Ρόμαν Πολάνσκι και από την «Ωραία της Ημέρας» του Λουίς Μπουνιουέλ, μέχρι το «Τελευταίο Μετρό» του Φρανσουά Τρυφώ, η σπουδαία Γαλλίδα ηθοποιός έχει γράψει τη δική της μοναδική και αξιοζήλευτη κινηματογραφική ιστορία. Με αφορμή τα γενέθλια της, θυμόμαστε επτά χαρακτηριστικές ερμηνείες της εμβληματικής καριέρας της.

Ads

«Μία γυναίκα πρέπει να είναι έξυπνη, να έχει γοητεία, αίσθηση του χιούμορ και να είναι ευγενική. Είναι ακριβώς οι ίδιες αξίες που αναζητώ και από έναν άνδρα.» – Κατρίν Ντενέβ / Catherine Deneuve

Διαβάστε επίσης:
Μία σουρεαλιστική κωμωδία με την Κατρίν Ντενέβ: «Η Ολοκαίνουργια… Καινή Διαθήκη!»
Μία διαφορετική ιστορία ενηλικίωσης: «Με το Κεφάλι Ψηλά»
«Τα Κορίτσια του Ροσφόρ» του Ζακ Ντεμί με την Κατρίν Ντενέβ

image

Ads

«Οι Ομπρέλες του Χερβούργου» (The Umbrellas of Cherbourg – 1964) του Ζακ Ντεμί

image

Ο Ζακ Ντεμί, ξεκινώντας από τον χώρο του ντοκιμαντέρ αλλά και του κινούμενου σχεδίου, θα ασχοληθεί στη συνέχεια με τον κινηματογράφο παρουσιάζοντας και εκεί το πολύπλευρο ταλέντο του. Οι  «Ομπρέλες του Χερβούργου» είναι ένα κλασσικό φιλμ. Η δεκαεπτάχρονη Ζενεβιέβ ζει με τη χήρα μητέρα της, ιδιοκτήτρια ενός καταστήματος με ομπρέλες στο Χερβούργο. Είναι ερωτευμένη με τον εικοσάχρονο Γκι, μηχανικό αυτοκινήτων και σχεδιάζουν κρυφά να παντρευτούν. Όταν το ανακοινώνει στη μητέρα της, εκείνη το απαγορεύει λέγοντας ότι ο Γκι είναι πολύ νέος και δεν έχει πάει καν στρατό. Έτσι ο Γκι αποφασίζει να παρουσιαστεί στο στρατό και αναχωρεί για την Αλγερία.

Ενώ ο Γκι έχει φύγει η Ζενεβιέβ ανακαλύπτει ότι είναι έγκυος. Μετά από προτροπή της μητέρας της, αναγκάζεται να αποδεχτεί την πρόταση γάμου του έμπορου πολύτιμων λίθων Ρολάν Κασάρ, ο οποίος την ερωτεύτηκε με την πρώτη ματιά και της υπόσχεται να μεγαλώσει το παιδί σαν να ήταν δικό του. Στην Αλγερία ο Γκι τραυματίζεται και επιστρέφει στο Χερβούργο πριν περάσουν τα δύο χρόνια της θητείας του αλλά η Ζενεβιέβ έχει ήδη φύγει ακολουθώντας τον σύζυγό της για μια νέα ζωή…

Η πρώτη μεγάλη επιτυχία της υπέροχης Κατρίν Ντενέβ. Το φιλμ προβλήθηκε στις γαλλικές αίθουσες το 1964 και κέρδισε το Μεγάλο Βραβείο (αργότερα καθιερώθηκε ως Χρυσός Φοίνικας) στο Φεστιβάλ των Καννών ενώ την επόμενη χρονιά στα Όσκαρ, ήταν υποψήφια για Καλύτερη Ξενόγλωσση Ταινία εκπροσωπώντας τη Γαλλία (έχοντας άλλες τέσσερις υποψηφιότητες: πρωτότυπου σεναρίου, τραγουδιού, πρωτότυπης μουσικής και μουσικής διασκευής).

Ο χαρακτήρας του Ρολάν Κασάρ στην ταινία είναι ο ίδιος από την πρώτη ταινία του Ντεμί τη “Λόλα”. Ενώ τέλος όσο αφορά το υπέροχο Soundtrack, ο Μισέλ Λεγκράν, στενός συνεργάτης του Ντεμί ήδη από την “Λόλα”, με τις “Ομπρέλες του Χερβούργου” κέρδισε τις πρώτες τρεις υποψηφιότητες για Όσκαρ στην καριέρα του και έγινε διάσημος και στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού. Εκτός από τρία βραβεία Όσκαρ – The Thomas Crown Affair (1968), Summer of ’42 (1971) & Yentl (1983) – ο Μισέλ Λεγκράν έχει κερδίσει και πέντε βραβεία Γκράμι.

«Οι Ομπρέλες του Χερβούργου είναι μια ταινία κατά του πολέμου, κατά της απώλειας, ενάντια σε οτιδήποτε απεχθανόμαστε, που τη διαπνέει ένα αεράκι ευτυχίας.» – Ζακ Ντεμί

«Αποστροφή» (Repulsion – 1965) του Ρόμαν Πολάνσκι

image

Στην «Αποστροφή», η Carole (Catherine Deneuve) και η Helene (Yvonne Furneaux) είναι δυο αδελφές από το Βέλγιο που ζουν σε ένα διαμέρισμα στο κέντρο του Λονδίνου. Η Carole, που είναι η μικρότερη, εργάζεται σ’ ένα ινστιτούτο ομορφιάς. Σε αντίθεση ‘με την αδελφή της, η οποία διατηρεί παράνομο δεσμό με έναν παντρεμένο, τον Michael (Ian Hendry), η ερωτική ζωή της πανέμορφης Carole είναι ανύπαρκτη και όλη η σχέση της με το αντίθετο φύλο περιορίζεται στο επίμονο, αλλά άκαρπο φλερτ ενός ρομαντικού νέου, του Colin (John Fraser), που τον απορρίπτει συνεχώς, αφού η ίδια διακατέχεται από μία αρνητική προδιάθεση απέναντι στους άνδρες.

Το πρόβλημά της γίνεται εντονότερο από την παρουσία του Michael στο σπίτι. Την ενοχλούν τα προσωπικά αντικείμενα του άνδρα που βρίσκονται στο μπάνιο δίπλα στα δικά της και τις νύχτες μένει ξύπνια ακούγοντας τις ερωτικές κραυγές της αδελφής της από το διπλανό δωμάτιο. Η ψυχολογική της κατάσταση αρχίζει να κλονίζεται όταν η Helene και ο εραστής της φεύγουν από το σπίτι για ένα δεκαπενθήμερο διακοπών στην Ιταλία. Η Carole θα κλειστεί τελείως στον εαυτό της, θα κλειδωθεί στο σπίτι, δεν θα ξαναπάει στην δουλειά της και τις νύχτες, θα μένει εγκλωβισμένη στους εφιάλτες και στις παραισθήσεις της…

Η πρώτη αγγλόφωνη ταινία του Πολάνσκι, αποδεικνύει το μοναδικό ταλέντο του, καθώς καταφέρνει να μεταφέρει στην οθόνη με αργό, βασανιστικό και ταυτόχρονα αριστουργηματικό τρόπο, την ψυχολογική κατάρρευση της ηρωίδας του. Η Κατρίν Ντενέβ είναι απλά τέλεια, αποδεικνύοντας γιατί θεωρείται μία από τις κορυφαίες ερμηνεύτριες όλων των εποχών, έχοντας συνεργαστεί με σκηνοθέτες όπως: ο Jacques Demy (The Umbrellas of Cherbourg – 1964), o Roger Vadim, o François Truffaut (The Last Metro – 1980), o Lars von Trier (Dancer in the Dark – 2000) και βέβαια ο σπουδαίος Luis Bunuel (Belle de Jour -1967 και Tristana – 1970).

Το «Repulsion» έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 1965 στο Φεστιβάλ των Καννών και ένα μήνα μετά ανέβηκε στις κινηματογραφικές αίθουσες του Λονδίνου. Την ίδια χρονιά προβλήθηκε και στο 15ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, όπου και τιμήθηκε με το Βραβείο FIPRESCI και με την Ασημένιο Άρκτο, ενώ είχε υποψηφιότητα και για ένα Βραβείο BAFTA. Η ταινία άνοιξε τον δρόμο για την είσοδο του Polanski στις κινηματογραφικές αίθουσες της Δυτικής Ευρώπης ενώ παράλληλα έκανε σε όλους γνωστή την εξαιρετική νεαρή τότε ηθοποιό από την Γαλλία, Catherine Deneuve.

Διαβάστε επίσης:
Ρόμαν Πολάνσκι: Ο «Πιανίστας» της 7ης Τέχνης

«Η Ωραία της Ημέρας» (Belle de jour – 1967) του Λουίς Μπουνιουέλ

image

Η Σεβερίν (Κατρίν Ντενέβ), είναι μία όμορφη, αλλά ψυχρή ερωτικά, σύζυγος ενός γιατρού, η οποία γίνεται πόρνη πολυτελείας σε οίκο ανοχής, με το ψευδώνυμο “Ωραία της Ημέρας”, όπου κι εκπληρώνει όλες τις σεξουαλικές φαντασιώσεις των πελατών της. Ή μήπως όλα αυτά είναι μια δική της φαντασίωση; Ένα αριστοτεχνικό παιχνίδι ανάμεσα στο πραγματικό και το φαντασιακό, από έναν Μπουνιουέλ όσο ποτέ άλλοτε χλευαστικό απέναντι στα αστικά ερωτικά ήθη.

Ο Λουίς Μπουνιουέλ, έχει εδώ την ευκαιρία να σκηνοθετήσει δύο από τους σημαντικότερους Γάλλους ηθοποιούς, όλων των εποχών. Την γλυκιά Κατρίν Ντενέβ και τον εμβληματικό Μισέλ Πικολί. Το αποτέλεσμα είναι ένα αυθεντικό κινηματογραφικό διαμάντι, ανεξίτηλο στον χρόνο. Το φιλμ κέρδισε το βραβείο Χρυσού Λέοντα στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας.

Διαβάστε επίσης:
Λουίς Μπουνιουέλ, ο πατέρας του σουρεαλιστικού κινηματογράφου

«Η Σειρήνα Του Μισσισιπή» (La sirène du Mississipi / Mississippi Mermaid – 1969) του Φρανσουά Τρυφώ

image

Ο Λουί (Ζαν-Πολ Μπελμοντό) είναι ένας πλούσιος ιδιοκτήτης καπνοφυτειών στο τροπικό νησί Reunion. Αποφασίζει να παντρευτεί δι’ αλληλογραφίας τη Ζουλί. Η γυναίκα όμως που εμφανίζεται είναι διαφορετική από εκείνη της φωτογραφίας. Ο Λουί δεν πτοείται και τελικά την παντρεύεται. Σύντομα όμως η γυναίκα (Κατρίν Ντενέβ) θα εξαφανιστεί παίρνοντας μαζί της και τα χρήματα του Λουί. Οι έρευνες των ιδιωτικών ντετέκτιβ δεν έχουν αποτέλεσμα κι έτσι ο Λουί αποφασίζει να την αναζητήσει ο ίδιος. Τότε, θα κλιμακωθούν οι εξελίξεις, τα αστυνομικά μυστήρια και η λύση θα δοθεί με το ταξίδι του στην Ευρώπη.

Το 1969 ο Φρανσουά Τρυφώ μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη το μυθιστόρημα του Κόρνελ Γούλριτς (υπογεγραμμένο με το ψευδώνυμο Γουίλιαμ Άιρις), «Βαλς στα Σκοτάδια». Στο πλευρό του έχει δύο σπουδαίους Γάλλους ηθοποιούς, τον εμβληματικό Ζαν-Πολ Μπελμοντό, και την γοητευτική Κατρίν Ντενέβ, οι οποίοι συναντιόνται για μία και μοναδική φορά σε μία αξιόλογη κινηματογραφική ιστορία, με άμεσες και έμμεσες αναφορές, από τον «Δεσμώτη του Ιλίγγου» (1958) του Άλφρεντ Χίτσκοκ, μέχρι το «Τζόνι Γκιτάρ» (1954) του Νίκολας Ρέι.

Διαβάστε επίσης:
Ο «αιώνιος έφηβος» Φρανσουά Τρυφώ
Κατρίν Ντενέβ και Μπελμοντό στη «Σειρήνα Του Μισσισιπή» του Τρυφώ

«Το Τελευταίο Μετρό» (The Last Metro / Le Dernier Métro – 1980) του Φρανσουά Τρυφώ

image

Παρίσι, Φθινόπωρο 1942. Στο θέατρο της Μονμάρτης προσλαμβάνεται ως πρωταγωνιστής ο Μπερνάρ Γκρανζέ (Ζεράρ Ντεπαρντιέ) και αρχίζουν οι πρόβες ενός καινούριου έργου με τίτλο «Οι εξαφανισμένοι». Η Μαριόν (Κατρίν Ντενέβ), διάσημη ηθοποιός του γαλλικού μπουλβάρ, διευθύνει μόνη της το θέατρο του Εβραίου συζύγου της, Λούκας Στάινερ (Heinz Bennent), ο οποίος θεωρείται εξαφανισμένος από τις αρχές Κατοχής. Στην πραγματικότητα όμως ο Λούκας, είναι κρυμμένος στο υπόγειο του θεάτρου, δίνοντας από κει τις σκηνοθετικές οδηγίες για το ανέβασμα των παραστάσεων, οι οποίες τελειώνουν πριν περάσει το τελευταίο μετρό. Η εμφάνιση του νέου και προικισμένου ηθοποιού Μπερνάρ, αναστατώνει συναισθηματικά την Μαριόν και οι εξελίξεις θα είναι απρόβλεπτες.

Το πολυβραβευμένο με δέκα Σεζάρ (τα γαλλικά Όσκαρ) “Τελευταίο Μετρό”, είναι – μαζί με την “Αμερικανική Νύχτα” – η πιο επιτυχημένη εμπορικά ταινία του Φρανσουά Τρυφώ. Δεν πρόκειται τόσο για μια ταινία για την εποχή της Κατοχής στη Γαλλία (παρ’ όλο που υπάρχουν άμεσες αναφορές, ακόμα και σε υπαρκτά πρόσωπα εκείνης της περιόδου, όπως ο αντισημίτης θεατρικός κριτικός Νταξιά), όσο κυρίως για την πολύπλοκη σχέση ανάμεσα στο θέατρο και τη ζωή.

Διαβάστε επίσης:
«Το Τελευταίο Μετρό» του Φρανσουά Τρυφώ με Κατρίν Ντενέβ και Ζεράρ Ντεπαρντιέ

«Χορεύοντας στο Σκοτάδι» (Dancer in the Dark – 2000) του Λαρς φον Τρίερ

image

Η Σέλμα, μία Τσέχα μετανάστρια στις ΗΠΑ, χάνει σταδιακά την όρασή της εξαιτίας μίας κληρονομικής ασθένειας. Παρ’ όλα αυτά, δουλεύει σκληρά σ’ ένα εργοστάσιο και βάζει στην άκρη χρήματα ώστε ο γιος της να έχει την ευκαιρία να χειρουργηθεί και να μην καταλήξει τυφλός, όπως εκείνη. Δυστυχώς όμως, η μοίρα στέκεται πολύ σκληρή απέναντι της… Πρωταγωνιστούν: Μπιόρκ, Κατρίν Ντενέβ, Ντέιβιντ Μορς, Κάρα Σίμουρ, Πήτερ Στόρμαρ.

Οι ταινίες του Λαρς Φον Τρίερ, μπορεί συχνά πυκνά να έχουν χαρακτηριστεί ως προκλητικές, αλλά σε κάθε περίπτωση παραμένουν οι ιδιοφυείς δημιουργίες ενός κορυφαίου σκηνοθέτη. Το «Χορεύοντας στο Σκοτάδι» (Dancer in the Dark) διαθέτοντας αρκετά στοιχεία μιούζικαλ, είναι μία γλυκιά, όσο και δραματική ιστορία που ειπώθηκε ιδανικά από έναν ιδιαίτερο καλλιτέχνη. Πολύ καλή η Μπιόρκ στον πρωταγωνιστικό ρόλο, αλλά βέβαια και η κορυφαία Γαλλίδα ηθοποιός Κατρίν Ντενέβ, που παρά τον μικρό της ρόλο, κλέβει σε κάθε της εμφάνιση τις εντυπώσεις.

Αξίζει τέλος να σημειώσουμε ότι η ταινία “Χορεύοντας στο Σκοτάδι” (Dancer in the Dark), ολοκληρώνει και την τριλογία του Λαρς φον Τρίερ, “Golden Heart Trilogy”. Μία θεματική που ξεκίνησε το 1996 με το αριστουργηματικό “Δαμάζοντας τα Κύματα” και συνεχίστηκε το 1998 με το φιλμ “Οι Ηλίθιοι”, το οποίο βέβαια υπόκειται στους κανόνες του Δόγματος ’95.

Ταινία που καταξίωσε οριστικά τον Λαρς φον Τρίερ στον παγκόσμιο κινηματογραφικό χάρτη, το “Χορεύοντας στο Σκοτάδι”, βραβευμένο με τον Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες, είναι ένα σπαραχτικό, δραματικό μιούζικαλ! Ένα συναισθηματικά εξοντωτικό φιλμ, μ’ ένα ρεσιτάλ ερμηνείας από την εκπληκτική Ισλανδή τραγουδίστρια Μπγιόρκ και την πάντα υπέροχη Γαλλίδα ηθοποιό, Κατρίν Ντενέβ, σε ρόλο φτωχής εργάτριας.

Διαβάστε επίσης:
Λαρς φον Τρίερ: Ένας δεινός κινηματογραφιστής και αιρετικός της 7ης Τέχνης

«Μια Νύχτα Χριστουγέννων» (A Christmas Tale / Un conte de Noë – 2008) του Αρνό Ντεπλεσέν

image

Αρχικά, ο Άμπελ (Jean-Paul Roussillon) και η Ζινιόν (Catherine Deneuve) είχαν 2 παιδιά, τον Τζόζεφ και την Ελίζαμπεθ (Anne Consigny). Θύμα μιας σπάνιας δυσλειτουργίας εκ γενετής, η μόνη ελπίδα του Τζόζεφ ήταν μια μεταμόσχευση μυελού των οστών. Κι ενώ οι γονείς του και η Ελίζαμπεθ ήταν ασύμβατοι δότες, οι γονείς του συνέλαβαν ένα τρίτο παιδί με την ελπίδα να σώσουν τον γιο τους. Όμως ο μικρός Ανρί (Mathieu Amalric) δεν μπόρεσε επίσης να βοηθήσει τον αδερφό του, με αποτέλεσμα ο Τζόζεφ να πεθάνει σε ηλικία 7 ετών. Μετά τη γέννηση του τέταρτου παιδιού τους, του Ίβαν (Melvil Poupaud), η οικογένεια Βιγιάρ άρχισε σταδιακά να ξεπερνά τον θάνατο του πρωτότοκού τους.

Χρόνια μετά, η Ελίζαμπεθ είναι συγγραφέας θεατρικών έργων και ζει στο Παρίσι. Ο Ανρί, ύστερα από πολλές επιτυχημένες επιχειρηματικές συμφωνίες, καταλήγει τελικά στην πτώχευση, ενώ ο Ιβάν, έφηβος πλέον που βρίσκεται “στο χείλος της αβύσσου”, έχει γίνει ο απόλυτα λογικός πατέρας δύο πολύ παράξενων παιδιών, τα οποία μεγαλώνει με την γυναίκα του Sylvia (Chiara Mastroianni). Μια μοιραία μέρα, η Ελίζαμπεθ φτάνει στο σημείο να διώξει τον ανεύθυνο αδερφό της, Ανρί, μην γνωρίζοντας κανείς τι ακριβώς συνέβη και ο νεαρός εξαφανίστηκε. Μόνο ο ανιψιός της Ζινιόν, Σάιμον (Laurent Capelluto), που τον ανέλαβε η θεία του μετά τον θάνατο των γονιών του, αγωνίζεται να διατηρήσει τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στους επαρχιώτες γονείς του, την ενάρετη αδερφή του και τους δυο αδερφούς του.

Η ταινία αρχίζει με την επανεμφάνιση της αρρώστιας που πήρε από τη ζωή τον Τζόζεφ: η Ζινιόν μαθαίνει ότι πάσχει από λευχαιμία και ότι η χημειοθεραπεία δεν θα αποδώσει. Μόνη της ελπίδα είναι να βρει έναν δότη μυελού ανάμεσα στα παιδιά της. Τα παιδιά και τα εγγόνια της έχουν κάνει όλες τις απαραίτητες εξετάσεις. Και ο Πολ, γιος της Ελίζαμπεθ, το μεγαλύτερο από τα εγγόνια της Ζινιόν και βασανισμένος έφηβος, κατακλύζεται από αγωνία. Τα Χριστούγεννα πλησιάζουν. Όλη η οικογένεια συγκεντρώνεται στο μεγάλο πατρικό σπίτι. Ακόμη και ο Ανρί δέχεται την πρόσκληση του Πολ και εμφανίζεται μαζί με την τελευταία του κατάκτηση, τη Φόνια (Emmanuelle Devos). Ο σύζυγος της Ελίζαμπεθ, Κλοντ (Hippolyte Girardot), θα εμφανιστεί αργότερα. Ήρθε η ώρα για την τακτοποίηση των ανοικτών λογαριασμών της οικογένειας…

Στην ταινία «A Christmas Tale» ο Ντεπλεσέν στήνει ένα υπέροχο γαϊτανάκι χαρακτήρων και εξερευνά τις εξαιρετικά εύθραυστες, αλλά και ανθεκτικές οικογενειακές σχέσεις, μέσα από ένα φιλμ διάρκειας δυόμιση ωρών το οποίο έχει την τύχη να διαθέτει ένα σπουδαίο σύνολο, αξιόλογων Ευρωπαίων ηθοποιών. Ο σπουδαίος Αμερικανός κριτικός κινηματογράφου Ρότζερ Ίμπερτ (Roger Ebert: 18 Ιουνίου του 1942 – 4 Απριλίου το 2013) είχε συνοψίσει ιδανικά σε μια φράση την καρδιά της ταινίας: «Το A «A Christmas Tale» κάνει πατινάζ σε λεπτό πάγο, πάνω σε μια λίμνη γεμάτη ανθρώπους, φτάνει με ασφάλεια στην απέναντι άκρη και μοιράζεται ένα φλιτζάνι ζεστό κακάο και ζαχαρωτά με τον Θάνατο».

Διαβάστε επίσης:
Κατρίν Ντενέβ και Ματιέ Αμαλρίκ σε «Μια Νύχτα Χριστουγέννων»