Το 1963 κυκλοφορεί στους Κινηματογράφους η θρυλική «Περιφρόνηση» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ. Πρόκειται για μία ταινία – σημείο αναφοράς στην σπουδαία φιλμογραφία του κορυφαίου Γάλλου σκηνοθέτη, ο οποίος εδώ σκηνοθετεί τους: Μπριζίτ Μπαρντό, Μισέλ Πικολί, Τζακ Πάλανς και Φριτς Λανγκ, σε μία ερωτική τραγωδία. Το φιλμ προβάλλεται στην τηλεόραση δίνοντας μας την ευκαιρία να την απολαύσουμε έστω και στην μικρή οθόνη, 60 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία της.

Ads

«Μια βαθύτατα επιδραστική κινηματογραφική συνάντηση με την αιωνιότητα. Μία από τις πιο συγκινητικές ταινίες της εποχής της.» – Μάρτιν Σκορσέζε

Ο Αμερικανός παραγωγός Τζέρεμι Πρόκος (Τζακ Πάλανς) προσλαμβάνει τον γνωστό Αυστριακό σκηνοθέτη Φριτς Λανγκ (υποδύεται τον εαυτό του στην ταινία) προκειμένου να μεταφέρει στον κινηματογράφο την Οδύσσεια του Ομήρου.

image

Ads

Δυσαρεστημένος όμως με την «καλλιτεχνική» προσέγγιση που ακολουθεί ο σκηνοθέτης, προσλαμβάνει τον Πωλ Ζαβάλ (Μισέλ Πικολί), συγγραφέα αστυνομικών ιστοριών και θεατρικών έργων, για να επεξεργαστεί το σενάριο.

Η σύγκρουση μεταξύ καλλιτεχνικής έκφρασης και εμπορικής απήχησης ακολουθεί μια παράλληλη πορεία με την προοδευτική αποξένωση του Πωλ από τη σύζυγο του Καμίλ (Μπριζίτ Μπαρντό), η οποία φαίνεται να ξεκινά από τη στιγμή που ο Πωλ αφήνει την Καμίλ μόνη με τον εκατομμυριούχο παραγωγό.

image

Η «Περιφρόνηση» του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ επηρέασε μία ολόκληρη γενιά κινηματογραφιστών. Είναι βέβαια κοινό μυστικό πλέον, πως υπήρχαν πολλά προβλήματα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Από τους φωτογράφους που ακολουθούσαν παντού την Μπαρντό, μέχρι την κακή σχέση του σκηνοθέτη με τον Αμερικανό ηθοποιό, Τζακ Πάλανς, τον οποίο επέβαλαν οι παραγωγοί.

Λέγεται μάλιστα ότι ο μόνος με τον οποίο τα πήγαινε καλά ο Γκοντάρ ήταν ο Φριτζ Λανγκ, τον οποίο είχε ως πρότυπο. Παρ’ όλα αυτά, κανένα ίχνος των προβλημάτων στα γυρίσματα δεν διαφαίνεται στο εξαίρετο τελικό αποτέλεσμα. Η «Περιφρόνηση» είναι δομημένη ως μία άρτια και σύγχρονη τραγωδία.

image

Σύμφωνα με τα όσα έχουν γραφτεί, η «Περιφρόνηση» είναι ίσως το μόνο φιλμ που ο Γκοντάρ έφτιαξε κατά παραγγελία. Συγκεκριμένα το έργο δημιουργήθηκε μετά από συνεννόηση με τον Αλμπέρτο Μοράβια, σε μυθιστόρημα του οποίου στηρίζεται το σενάριο, ύστερα από παρότρυνση του εμβληματικού Ιταλού παραγωγού Κάρλο Πόντι, ο οποίος αρχικά πρότεινε την σύντροφο του Σοφία Λόρεν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Ωστόσο, αν και η ιστορία της αποξένωσης του ζευγαριού υπάρχει στη νουβέλα του Μοράβια, ο Γκοντάρ ηθελημένα παραβάλει στοιχεία της προσωπικής του ζωής στα πρόσωπα και τις πράξεις των πρωταγωνιστών του. Σε μια πρώτη ανάγνωση της πλοκής οι χαρακτήρες του Πωλ, της Καμίλ και του Πρόκος αντιστοιχούν σε αυτούς του Οδυσσέα, της Πηνελόπης και του Ποσειδώνα.

Μια δεύτερη ματιά όμως αποκαλύπτει ότι θα μπορούσαν κάλλιστα οι συγκεκριμένοι χαρακτήρες, να αντιστοιχούν στον ίδιο τον Γκοντάρ, τη σύζυγο του Άννα Καρίνα (για την οποία προόριζε αρχικά τον ρόλο της Καμίλ) και τον Τζόζεφ Ι. Λεβάιν, συμπαραγωγό του φιλμ. Σε μια σκηνή μάλιστα της ταινίας η Μπαρντό φοράει μια μαύρη περούκα που την κάνει να μοιάζει πολύ με την Καρίνα. Ο Μισέλ Πικολί έχει επίσης μια κάποια ομοιότητα με τον πρώην σύζυγο και πυγμαλίωνα της Μπαρντό, τον σκηνοθέτη Ροζέ Βαντίμ.

image

Ο Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, γεννήθηκε στις 3 Δεκεμβρίου του 1930 στο Παρίσι και έζησε τα παιδικά του χρόνια μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας. Το 1949, o Γκοντάρ βρίσκεται στο Παρίσι για να σπουδάσει εθνολογία στη Σορβόννη. Εκεί θα γνωρίσει και θα συναναστραφεί με τους Κλοντ Σαμπρόλ, Φρανσουά Τρυφώ, Έρικ Ρομέρ και Ζακ Ριβέτ – τους κινηματογραφιστές δηλαδή που μετέπειτα θα στελεχώσουν το κίνημα της Νουβέλ Βαγκ / Nouvelle Vague.

Το 1950, μαζί με τους Τρυφώ και Ριβέτ εκδίδει το περιοδικό Gazette du Cinema, γράφει για το Σινεμά και παράλληλα παίζει σε ταινίες των Ριβέτ και Ρομέρ. Το 1952 ξεκινά η συνεργασία του με το θρυλικό περιοδικό Cahiers du Cinema του Αντρέ Μπαζέν. Με τα χρήματα που συγκεντρώνει, θα γυρίσει την πρώτη του μικρού μήκους ταινία, το ντοκιμαντέρ «Επιχείρηση Μπετόν» (Opération béton / Operation concrete – 1954). Μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’50 θα ολοκληρώσει ακόμη τέσσερις ταινίες μικρού μήκους.

Η δεύτερη μικρού μήκους ταινία του κορυφαίου Γάλλου σκηνοθέτη, έχει τον τίτλο «Une Femme Coquette» (A Flirtatious Woman). Γυρίστηκε το 1955 στη Γενεύη της Ελβετίας και βασίζεται στην ιστορία «The Signal» του συγγραφέα της νατουραλιστικής σχολής, Γκυ ντε Μωπασσάν (Guy de Maupassant: 5 Αυγούστου του 1850 – 6 Ιουλίου του 1893). Το 1960, κυκλοφορεί η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του: «Με Κομμένη την Ανάσα / Breathless / A Bout De Souffle».

Έντονα επηρεασμένος από σκηνοθέτες όπως οι Ζαν Ρενουάρ, Νίκολας Ρέι, Ρομπέρ Μπρεσόν, Ρομπέρτο Ροσελίνι και Ζαν Ρους, ο Γκοντάρ θα προσπαθήσει εξαρχής – σε αντίθεση με τον φίλο και συνάδελφό του Τρυφώ – να εντάξει την προσωπική του ζωή, αλλά και τις πολιτικές του πεποιθήσεις, στις ταινίες του αλλά και να δείξει ότι στον κινηματογράφο «όλα επιτρέπονται». Αυτοσχεδιασμός, κάμερα στο χέρι, αυτοαναφορικότητα, δοκιμιογραφικός λόγος, παράθεση λογοτεχνικών και φιλοσοφικών κειμένων, αποτελούν μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά στοιχεία του έργου του. Έφυγε από τη ζωή στις 13 Σεπτεμβρίου του 2022, έχοντας επηρεάσει όσο ελάχιστοι, όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τις ταινίες, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο γράφουμε γι’ αυτές.

Διαβάστε επίσης:

image

Η Περιφρόνηση / Le Mepris / Contempt
Σκηνοθεσία: Ζαν-Λυκ Γκοντάρ
Σενάριο: Αλμπέρτο Μοράβια, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ
Πρωταγωνιστούν: Μπριζίτ Μπαρντό, Μισέλ Πικολί, Τζακ Πάλανς, Φριτς Λανγκ, Τζόρτζια Μολ, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Ραούλ Κουτάρ
Μουσική: Georges Delerue
Φωτογραφία: Ραούλ Κουτάρ
Μοντάζ: Agnès Guillemot
Έτος Παραγωγής: 1963
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία, Ιταλία
Διάρκεια: 103 λεπτά
Προβάλλεται την Κυριακή 5 Φεβρουαρίου στις 21:30 στην ΕΡΤ3