Ένα από τα ζητήματα που ακόμα προκαλούν συζητήσεις και αντιπαραθέσεις είναι αυτό της φύσης του κινήματος των Νεότουρκων και του χαρακτήρα των γεγονότων που ακολούθησαν την οθωμανική κατάρρευση. Είναι διαπιστωμένο ότι στην Ελλάδα επικρατεί μια μάλλον θετική εικόνα για τους Νεότουρκους. Ακόμα και έγκριτοι ιστορικοί έχουν διατυπώσει αντι-ιστορικές θέσεις για το φαινόμενο.

Ads

Οι αιτίες αυτής της κατάστασης μπορούν να ανιχνευτούν στα στερεότυπα που κληρονόμησαν στους σύγχρονους ερευνητές τα μέρη που ενεπλάκησαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο στις εξελίξεις εκείνης της εποχής. Όπως επίσης και η αδυναμία -ή η άρνηση- χρησιμοποίησης των νέων αναλυτικών εργαλείων, που έχει παραγάγει η Κοινωνική Iστορία, στη μελέτη της συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου.

Όμως, τα ζητήματα που σχετίζονται με τη φύση και την κοινωνική θέση του κινήματος των Νεότουρκων έχουν απαντηθεί εδώ και δεκαετίες και έχουν παραγνωριστεί με εντυπωσιακό τρόπο. Ενδεικτικά είναι τα κείμενα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, του Γεωργίου Σκληρού, του Δημήτρη Γληνού κ.ά. Οι διεισδυτικές τους αναλύσεις για το Ανατολικό Ζήτημα και για το κίνημα των Νεότουρκων βασίζονται στα νέα θεωρητικά εργαλεία που κόμισε η διαλεκτική στην επιστημονική σκέψη και της επέτρεψε να αντιληφθεί τις βαθύτερες κινούσες αιτίες των πραγμάτων.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ

Η Λούξεμπουργκ γεννήθηκε το 1870 στην τότε ελεγχόμενη από τους Ρώσους Πολωνία. Η καταγωγή της ήταν εβραϊκή. Σπούδασε στη Ζυρίχη Φιλοσοφία, Ιστορία, Πολιτική, Οικονομικά και Μαθηματικά. Εξειδικεύτηκε στα Οικονομικά (Staatswissenschaft) και στην Ιστορία του Μεσαίωνα. Υπήρξε άριστη γνώστρια και δεινή χρήστρια της μαρξιστικής θεωρίας.

Ads

Πολιτικά δραστηριοποιήθηκε στο αριστερό ρεύμα του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος Γερμανίας (SPD), που ανήκε στη Β’ Διεθνή. Έως σήμερα παραμένει επίκαιρη η κριτική της προς τη θεωρία του Κόμματος Νέου Τύπου, καθώς και οι διεθνιστικές της θέσεις για το εθνικό ζήτημα και το δικαίωμα των εθνών για αυτοδιάθεση. Η κριτική της Λούξεμπουργκ δημοσιεύτηκε υπό τον τίτλο «Organizational Questions of the Russian Social Democracy [Leninism or Marxism?]» στις εφημερίδες «Die Neue Zeit» και «Iskra» το 1904.[1]

Συγκρούστηκε τον Αύγουστο 1914 με τον ηγέτη του Κόμματος Κάουτσκι, ο οποίος υποστήριξε τις θέσεις του γερμανικού κράτους στο ζήτημα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Mε τον Κάουτσκι κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επανήλθε στο προσκήνιο ο παλιός γερμανοκεντρικός ρεφορμισμός που χαρακτήριζε το γερμανικό Εργατικό Κόμμα και είχε οδηγήσει τον Μαρξ να ασκήσει έντονη κριτική: «Ούτε μια λέξη λοιπόν για τα διεθνή καθήκοντα της γερμανικής εργατικής τάξης… η οποία πρέπει να πλειοδοτεί στην πολιτική της εθνικής της μπουρζουαζίας… καθώς και στη διεθνή συνωμοτική πολιτική του κ. Μπίσμαρκ»[2] Η Λούξεμπουργκ αποχώρησε από το SPD και με λίγους συντρόφους δημιούργησε την ομάδα Internationale, που το 1916 έγινε η Σπαρτακιστική Ομοσπονδία. Ακολούθησε έως το τέλος συνεπή διεθνιστική γραμμή.

Η καθαρή ματιά της Λούξεμπουργκ, που απέρρεε από την ολοκληρωμένη γνώση της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, όρισε με σαφήνεια τις απαρέγκλιτες αρχές. Για τη Λούξεμπουργκ, δεν υφίστανται αυθεντίες, ούτε και αλάνθαστοι ηγέτες. Ούτε είναι αποδεκτή η λατρεία προσώπων και η εκχώρηση δικαιωμάτων σε ανεξέλεγκτους θεσμούς. Ο εργατικός έλεγχος και ο σεβασμός της δημοκρατίας ήταν η ικανή και αναγκαία συνθήκη σε κάθε φάση της διαδικασίας της κοινωνικής μεταβολής. Με αυτή την ολοκληρωμένη θεωρητική συγκρότηση και την επαναστατική εντιμότητα αντιμετώπισε τα ζητήματα της εποχής της.

Ο Δημήτρης Γληνός

Ο Γληνός γεννήθηκε στη Σμύρνη 11 χρόνια μετά τη Λούξεμπουργκ. Αποφοίτησε από την Ευαγγελική Σχολή Σμύρνης και ανέλαβε από το 1905 διευθυντής στην περίφημη Αναξαγόρειο Σχολή των Βουρλών της Iωνίας και στη συνέχεια στο Ελληνογερμανικό Λύκειο της Σμύρνης. Το 1908, κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Γερμανία (Ιένα και Λειψία), μυείται στον Μαρξισμό από τον επίσης Μικρασιάτη Γεώργιο Σκληρό, γεννημένο στην Τραπεζούντα του Πόντου.

Την ίδια χρονιά, η Λούξεμπουργκ διδάσκει Μαρξισμό και Οικονομικά στο κομματικό εκπαιδευτικό κέντρο του SPD στο Βερολίνο. Η επιρροή του Σκληρού είναι εμφανής στον Γληνό, όσον αφορά τη μέθοδο ανάλυσης του νεοτουρκικού κινήματος και στην καταγραφή των νέων πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που εμφανίστηκαν στις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Το 1909 συντάσσει το κείμενο Η τουρκική μεταπολίτευσις και αι συνέπειαι αυτής, για το οποίο αναφέρει ότι είναι η «πρώτη μελέτη (του ιδίου) με τη μαρξιστική μέθοδο». Σ’ αυτήν προβλέπει και τον Βαλκανικό Πόλεμο του 1912.[3]

Τα συμπεράσματα και των δύο Ελλήνων μαρξιστών διανοουμένων, του Σκληρού και του Γληνού, ταυτίζονται με τις εκτιμήσεις και τις προτάσεις της Ρόζας Λούξεμπουργκ. Παρόμοια είναι και η προσέγγιση του Νίκου Γιαννιού, εκδότη της σοσιαλιστικής εφημερίδας «Ο Λαός» στην Κωνσταντινούπολη. Οι τρεις αυτοί Έλληνες διανοούμενοι ζουν σε μια εποχή μεγάλων μετασχηματισμών και νέων απειλών. Κατανοούν και περιγράφουν αυτές τις αλλαγές που κυρίως αφορούν τις μη μουσουλμανικές κοινότητες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τις διακρατικές σχέσεις στην Εγγύς Ανατολή.

Εκείνη την εποχή (πριν από το 1914) οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας φαίνεται ότι ήταν περί τα 2,2 εκατομμύρια (1,8 στη Μικρά Ασία και 400 χιλιάδες στην Ανατολική Θράκη με την Κωνσταντινούπολη) σ’ έναν συνολικό πληθυσμό 10-12 εκατομμυρίων. Η οικονομική τους ισχύς ήταν μεγαλύτερη της πληθυσμιακής τους αναλογίας. Υπολογίζεται ότι το 50% του επενδεδυμένου κεφαλαίου στη βιομηχανία, καθώς και το 60% σε κλάδους μεταποίησης ανήκαν σε πολίτες που προέρχονταν από τις ελληνικές οθωμανικές κοινότητες. Ταξικά ήταν ένα προοδευτικό τμήμα της αναπτυσσόμενης οθωμανικής αστικής τάξης. Παράλληλα, άρχισε να διαμορφώνεται και ένα προλεταριάτο, μια σύγχρονη εργατική τάξη, η οποία επίσης σε μεγάλο βαθμό προερχόταν από τις μη μουσουλμανικές κοινότητες.

Παρόλη όμως την εδραιωμένη εθνική ταυτότητα, οι Έλληνες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας επέλεξαν να υποστηρίξουν με κάθε τρόπο τις μεταρρυθμιστικές διαδικασίες, αποφεύγοντας τις αποσχιστικές και διαλυτικές κινήσεις. Μόνο όταν η προοπτική της δημοκρατικής μετεξέλιξης ακυρώθηκε από το εθνικιστικό μιλιταριστικό κίνημα των Νεότουρκων και υπέστησαν την προαποφασισμένη Γενοκτονία, αποφάσισαν να υποστηρίξουν την πολιτική τους αυτοδιάθεση. Η αναγκαστική αυτή επιλογή θα εκφραστεί μετά το τέλος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου με το αίτημα για δημιουργία δεύτερου ελληνικού κράτους στον μικρασιατικό Βορρά, στον Πόντο, και με την Ένωση με την Ελλάδα, ή την αυτονόμηση, της Ιωνίας και της Ανατολικής Θράκης.

Οι Μικρασιάτες διατύπωσαν αυτή τη θέση με την οργάνωση Μικρασιατική Άμυνα την άνοιξη του 1922. Ζήτησαν να τους επιτραπεί να ανακηρύξουν την Ιωνία ως ανεξάρτητο κράτος -άρα να ξεφύγουν από τις συμμαχικές ρυθμίσεις- και να τους επιτρέψουν να συγκροτήσουν δικό τους μικρασιατικό στρατό. Τους το απαγόρευσε η κυβέρνηση Γούναρη και διέταξε τον αφοπλισμό των όποιων μικρασιατικών πολιτοφυλακών είχαν δημιουργηθεί. Στην περιοχή του Πόντου το αίτημα ήδη έχει διαμορφωθεί από τις αρχές του 1917 και έγινε σχετική παρέμβαση στον «κομισάριο εξωτερικών υποθέσεων» Λ. Τρότσκι, τις παραμονές της υπογραφής της Συνθήκης του Μπρεστ Λιτόφσκ.  [4]

Από το 1911, ο Γληνός συμμετέχει στον Εκπαιδευτικό Όμιλο και πρωτοστατεί στη δημιουργία του Εκπαιδευτικού Συνδέσμου των Λειτουργών της Μέσης Εκπαιδεύσεως. Έχοντας μια ρεαλιστική αντίληψη και παρόλη την αποδοχή της μαρξιστικής κοσμοθεωρίας, δραστηριοποιείται πολιτικά στην Αριστερά του βενιζελισμού. Επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην επίλυση του γλωσσικού ζητήματος συνεργαζόμενος με τους Αλ. Δελμούζο και Μ. Τριανταφυλλίδη. Το 1926 εκδίδει το περιοδικό «Αναγέννηση» και συνεργάζεται με σημαντικούς διανοούμενους της εποχής, όπως οι Καζαντζάκης, Βάρναλης, Κορδάτος, Στρ. Σωμερίτης, Ρόζα Ιμβριώτη κ.ά. Από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 έρχεται πιο κοντά στο ΚΚΕ, στο οποίο έχει πλέον επικρατήσει, μετά από σκληρή εσωτερική σύγκρουση, η ομάδα των «κούτβηδων» (Ανδρ. Χαϊτάς, Κ. Ευτυχιάδης, Ν. Ζαχαριάδης κ.ά., προερχόμενοι κυρίως από τους πρόσφυγες της Μικρασιατικής Καταστροφής).

Στις εκλογές του ’36 εκλέγεται βουλευτής με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ και με την κήρυξη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου φυλακίστηκε στην Ακροναυπλία. Κατά την περίοδο της ναζιστικής Κατοχής πρωτοστατεί στην ίδρυση του ΕΑΜ. Συντάσσει το ιδεολογικο-πολιτικό μανιφέστο Τι είναι και τι θέλει το ΕΑΜ, το οποίο αποτελεί ένα συγκερασμό της μαρξιστικής ανάλυσης, της γραμμής της Κομιντέρν για αντιφασιστικά μέτωπα και της εθνικοαπελευθερωτικής ιδεολογίας.[5]

Ταύτιση των θέσεων Λούξεμπουργκ-Γληνού-Σκληρού

Δεν γνωρίζουμε εάν ο Γλήνος ήρθε σε κάποια επαφή με τη Λούξεμπουργκ ή εάν παρακολούθησε κάποια από τα μαθήματά της. Το πιο πιθανόν είναι να μη συνέβη κάτι τέτοιο εφόσον ο Γληνός έζησε εκείνη την περίοδο στην Ιένα και τη Λειψία, ενώ η Λούξεμπουργκ δίδασκε στο Βερολίνο. Είναι όμως πολύ πιθανόν, δεδομένης της μαρξιστικής του τοποθέτησης και του ειδικού ενδιαφέροντος που είχε για το Ζήτημα της Ανατολής, να παρακολούθησε τις συζητήσεις που πραγματοποιούνταν ήδη από την εποχή της Κρητικής Επανάστασης στο χώρο της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας.

Πιθανότατα να διάβασε τις αναλύσεις της Λούξεμπουργκ για την κοινωνική δομή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αναλύσεις που μπορούσε να κατανοήσει απόλυτα και να τις ενστερνιστεί, εφόσον είχε άμεση γνώση της οθωμανικής πραγματικότητας και των υπαρκτών κοινωνικών δυνάμεων που δρούσαν εντός αυτής. Αυτός πρέπει να είναι ο λόγος που μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες ερμηνευτικές συγκλίσεις για το Ζήτημα της Ανατολής και το Νεοτουρκικό Κίνημα παρατηρούνται στα κείμενα της Ρόζας Λούξεμπουργκ, του Δημήτρη Γληνού και του Γεωργίου Σκληρού.
——————–
(*) Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ σύγχρονης Ιστορίας , συγγραφέας. Πηγή του κειμένου το βιβλίο του «Μικρασιατική Καταστροφή. Από τη Λούξεμπουργκ και τον Γληνό στην ήττα και στο τραύμα», εκδ. Historical Quest, Αθήνα, 2019.


[1]

Στα ελληνικά αναδημοσιεύτηκε εδώ:
https://www.marxists.org/ellinika/archive/luxembourg/1904/marxlen.htm
[2]Μαρξ-Ένγκελς, Κριτική των προγραμμάτων Γκότα και Ερφούρτης, μτφρ. Κ. Σκλάβου, εκδ. Κοροντζή, Αθήνα, 1976, σελ. 31.

[3] Δημήτρης Γληνός, «Η τουρκική μεταπολίτευσις και αι συνέπειαι αυτής», Άπαντα, τόμ. Α’ 1898-1910, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, σελ. 171-188.

[4] Βλ.: https://kars1918.wordpress.com/2013/03/01/brzesc-litewski/

[5] Αναλυτικό βιογραφικό του Δημήτρη Γληνού βλ.: https://www.glinos.gr/v1/glhnos/dimitrisglinos (πρόσβ. 25-9-2017).