Αγαπημένη μου κορούλα Καίτη,

Ads

«…Η σεμνότητα του αγωνιστή-η πραγματική και όχι η προσποιητή- είναι πολύ μεγάλη αρετή. Η αρετή αυτή δεν έρχεται καθόλου- μα καθόλου- σε αντίθεση με την αρχή-αρετή του αγωνιστή: Να σκέφτεται θαρραλέα, να εκφράζεται θαρραλέα να ενεργεί θαρραλέα».

‘Αη-Στράτης 18-12-59, Γιώργος Τσαρουχάς (σε προσωπικό γράμμα στην κόρη του).

Πενηνταπέντε χρόνια συμπληρώνονται τον φετινό Μάιο από την άγρια δολοφονία του Γιώργου Τσαρουχά. Ο Τσαρουχάς (για τον οποίον θα πούμε περισσότερα στη συνέχεια) δεν ήταν «τυχαίος», ήταν αγωνιστής από τα νιάτα του, είχε αναδειχθεί ως στέλεχος σε διάφορες θέσεις ευθύνης, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε ανθρώπους όλων των αποχρώσεων λόγω της ανιδιοτελούς και συνεπούς στάσης του, και είχε πληρώσει γι’ αυτήν την στάση του με φυλακές κι εξορίες, από πριν, με αποκορύφωμα τον βαρύτατο τραυματισμό του τη νύχτα της δολοφονίας του Γρ. Λαμπράκη.

Ads

Η Καίτη Τσαρουχά-Κομψοπούλου,  κόρη του δολοφονημένου από τη χούντα ακριβώς 55 χρόνια πριν βουλευτή της ΕΔΑ Γιώργου Τσαρουχά – κομμουνιστή από τα μαθητικά του χρόνια, επικεφαλής του ΠΑΜ στη Θεσσαλονίκη και Γραμματέας της ΚΟΘ στη διάρκεια της δικτατορίας-  είναι μια αγωνίστρια που έχει (παρόλο που θυμώνει όταν της το λες με τη γνωστή σεμνότητά της) δική της λάμψη και αυταξία, κι έτσι δικαιούται να μιλά για τη Μνήμη του πατέρα της ακόμη πιο πολύ.

Με έντονη και ανιδιοτελή δράση και συνεπή στάση, Γεωπόνος, απόφοιτος του ΑΠΘ, παντρεμένη με τον επίσης αγωνιστή Γιώργο Κομψόπουλο, ανέπτυξε πολύμορφη συμμετοχή στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες της εποχής της από τα νεανικά της χρόνια: Στέλεχος της νεολαίας ΕΔΑ (γραμματέας της Σπουδάζουσας Ν.ΕΔΑ Θεσσαλονίκης 1960-1962, και μέλος του ΚΣ της 1962-1964), στη συνέχεια της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη (ΔΝΛ), υπήρξε παρούσα στους αγώνες για την Παιδεία (15% και 114) την άγρια μα ελπιδοφόρα εποχή στην αρχή της «τελευταίας άνοιξης), μέλος του Γραφείου ΚΔ Μακεδονίας της ΔΝΛ και υπεύθυνη του αγροτικού τμήματος και της Επιτροπής Κοριτσιών. Μεταδικτατορικά η Καίτη Τσαρουχά ανέπτυξε δραστηριότητα μέσα από τις γραμμές της Ανανεωτικής Αριστεράς και του Γυναικείου Προοδευτικού Κινήματος ως αντιπρόεδρος στην Κίνησης Δημοκρατικών Γυναικών Θεσσαλονίκης.

Ακόμη και σήμερα ασχολείται ιδιαίτερα με την Διατήρηση της Μνήμης ως χρέος στο χνάρι που ο θεωρητικός αναθεωρητισμός και ο χρόνος «θαμπώνουν», και ακόμη πιο έντονα ασχολείται με τις γυναίκες που σημάδεψαν -και σημαδεύτηκαν από- τον αγώνα. Μία τέτοια γυναίκα είναι άλλωστε και η ίδια η πολύτιμή μας Καίτη.

Με δέχθηκε φιλόξενα για αρκετές ώρες στο σπίτι της στη Θεσσαλονίκη κι εκεί (με μόνο, επίμονο, όρο να μην γράψω «μεγάλα λόγια» γι’ αυτήν) ξεχύθηκε ένας ποταμός από συναισθήματα, ιδέες και μνήμες, που μπορούν να κλειστούν σε δύο λέξεις: Μέτρο και Αξιοπρέπεια.  Φεύγοντας, κι ας τη δυσαρεστήσουν κάποιοι θετικοί χαρακτηρισμοί, (με έχετε, λοιπόν, φακελωμένη κι εσείς; Ρωτά, αστειευόμενη,  όταν ακούει στοιχεία του πλούσιου βιογραφικού της) πήρα την απόφαση να γράψω όχι λόγια μεγάλα, αλλά λόγια αληθινά. Όπως της αξίζουν.

-κ. Τσαρουχά, παρόλο που προφανώς δεν είναι ευχάριστη ανάμνηση, πού και πώς μάθατε τη δολοφονία του πατέρα σας, έστω και την αρχική εκδοχή περί ‘καρδιακής προσβολής’;

Μου τηλεφώνησε η αδερφή μου στο γεωπονικό κατάστημά μου με την φράση «Καίτη σκότωσαν τον μπαμπά». Τον θάνατό του τον ανακοίνωσαν στο 4ο ΑΤ της πόλης στη μητέρα μας λέγοντάς της ότι ο άνδρας σου πέθανε από καρδιακή προσβολή, είναι στο νεκροτομείο κι αν θέλεις πήγαινε να τον πάρεις. Θυμάμαι ούρλιαζα. «Γιατί σκοτώσατε τον Τσαρουχά;!»

-Πολιτικά ήσασταν ήδη ενεργή, αλλά επέδρασε το ίδιο το γεγονός περαιτέρω πολιτικά πάνω σας;

Νομίζω Ναι. Πέρα από τον τεράστιο πόνο που φαντάζομαι ότι νιώθει ένα παιδί όταν χάνει τον γονιό του από φυσιολογικά αίτια, στην περίπτωση μας είχαμε βίαιη, απάνθρωπη, φασιστική  διακοπή της ζωής ενός πενηνταεξάχρονου ανθρώπου, γιατί όρθωσε το ανάστημα του σ’ αυτούς που σφετεριζόμενοι  την εξουσία βιαιοπραγούσαν, τσαλαπατούσαν όσους στέκονταν απέναντί τους. Έβγαινε από μέσα μου αυθόρμητα και ανεξέλεγκτα τις πιο πολλές φορές η αντίδρασή μου και η απόφασή μου να σταθώ απέναντί τους με όποιο κόστος.

-Όταν ο τότε ανακριτής της υπόθεσης το 1975 κ Ηλιάδης βρήκε το ανεμφάνιστο φιλμ με τις φωτογραφίες για τον βασανισμό και τη δολοφονία του σε θυρίδα της σήμανσης ήσασταν η πρώτη που σας τις έδειξε από την άμεση οικογένεια;

Ναι, αφού με αναμφισβήτητη βεβαιότητα αναγνώρισα και στις 18  “στάσεις “τον πατέρα μου ,τον παρακάλεσα να μην καλέσει και τη μητέρα μου για τον ίδιο λόγο. Είχαν περάσει ήδη 7 χρόνια βασανιστικά και δεν ήταν -κατά τη γνώμη μου φυσικά – απαραίτητο να ξαναζήσει τις τόσο τραγικές καταστάσεις  από τις φρικαλεότητες   που ήταν αποτυπωμένες σε αυτές. Αυτές οι φωτογραφίες συνέβαλαν καταλυτικά στην απόφαση του δικαστηρίου για τα αίτια του θανάτου του πατέρα μου, και ανατράπηκαν και η αρχική ανακοίνωση των αρχών Ασφάλειας “ότι απεβίωσε καθ’ οδόν λόγω καρδιακής προσβολής ,αλλά και η γνωμάτευση του ιατροδικαστή Νόνα ότι ο θάνατος επήλθε από την καρδιά του ,αλλά διατυπωμένο   επιστημονικά και αναγκαστικά αναφέρονταν και σε σημάδια επιπόλαιων κακώσεων , χωρίς  συνέπειες στο αποτέλεσμα.

Όμως στα πρακτικά και την απόφαση της συγκλονιστικής  δίκης (από 16 .5 έως8.6  1979 ) 11 ολόκληρα χρόνια μετά περιγράφονται 14 τραύματα και σύνολα τραυμάτων ,με περιγραφές όπως  ”   …υπέστη δαρμόν δια μαστιγίου, πατήματα δια τακουνίων εις το άνω μέρος των άκρων των ποδών ….γραμμοειδείς εκχυμώσεις κατα την προσθίαν και έσω επιφάνεια του δεξιού μηρού…μήκουςς15-20 εκατοστών και πλάτους 10 εκατοστών, κακώσεις κατά το όσχεον και τα πέλματα των ποδών για να καταλήξει …Δεν δυνάμεθα δε να νοήσωμεν ότι θα απέθνησκεν εκείνη την ημέραν και ώραν ο Γ. Τσαρουχάς εάν δεν εκακοποιείτο και ούτω αι αυταί κακώσεις προεκάλεσαν ενεργώς τον θάνατό του ” (αναφέρω μόνο όσα μπορούν …να λεχθούν ).

Νομίζω ότι πρέπει να πω ότι ζητήσαμε από τις πρώτες μέρες αντίγραφο της ιατροδικαστικής έκθεσης και από τον ιατροδικαστή και από τον εισαγγελέα ,αλλά δεν δόθηκε ποτέ ,την είδαμε μετά τη χούντα, στη δικογραφία.

– Όταν μετέφεραν μόνοι τους τη σορό στο νεκροταφείο της Ευαγγελίστριας, πώς καταφέρατε να τον δείτε και τι παρατηρήσατε;

Αρχικά πρέπει να πω ότι τις   ώρες που ήμασταν έξω από το νεκροτομείο-πολλές ώρες –   ξεσπούσαμε φωνάζοντας διάφορα όπως ο Τσαρουχάς ήταν πάντα με τον λαό και πάλευε για τον λαό ,ή τι σας έκανε και τον σκοτώσατε  ή  ήταν κομμουνιστής και αγωνιστής και άλλα παρόμοια ότι μας ερχότανε δηλαδή εκείνη τη στιγμή. Όταν βγήκαν από τη νεκροψία ο καθηγητής Συμεωνίδης και ο εισαγγελέας Τζανακάκης, φωνάξαμε ότι δεν μας δίνουν τον νεκρό, ακούσαμε τα “ησυχάστε-ησυχάστε ” και “ο νεκρός ανήκει στους οικείους του”. Κάποια στιγμή είδαμε ένα αυτοκίνητο “κάραβαν “με ένα φέρετρο να φεύγει  από τον πίσω δρόμο με ταχύτητα προς την κατεύθυνση των νεκροταφείων της Ευαγγελίστριας.

Είναι σε ευθεία γραμμή και μερικές εκατοντάδες μέτρα απόσταση. Τρέξαμε γρήγορα, φτάσαμε στα κοιμητήρια, ζωσμένα από χωροφύλακες και στρατιώτες, δεν θυμάμαι πως, κατευθυνθήκαμε στο ναϊδριο που είναι  στην αυλή, επιχειρήσαμε να μπούμε μέσα δεν μας άφησαν. Μας είπε ένας αξιωματικός να πάμε σπίτια μας γιατί “η κηδεία θα γίνει την επόμενη μέρα” Εμείς αρνηθήκαμε να αποχωρήσουμε. Κάποια στιγμή άλλαξε ένας σκοπός, του ζητήσαμε να μας αφήσει να δούμε τον νεκρό, έκανε μια κίνηση με τα χέρια, σαν να έλεγε “περάστε.” Εισβάλαμε” ,κυριολεκτικά, ανοίξαμε το φέρετρο. Προλάβαμε  να δούμε μόνο τα σημάδια της κακοποίησης στο πρόσωπο – μια μεγάλη χαρακιά που ξεκινούσε από το αριστερό μάτι και έφτανε στο πηγούνι ,αλλοιωμένο μάτι κλπ- ,γιατί μας βγάλανε αμέσως έξω. Το τι έδειξαν οι φωτογραφίες όπως το είπαμε πιο πριν ξεπερνάει κάθε φαντασία.

-Στη φωτογραφία από την κατάθεση των πρώτων -χρονικά – στεφανιών στη φετινή επέτειο της δολοφονίας του πατέρα σας – διαβάζω  την κορδέλα του στεφανιού που γράφει: “Σ’ αυτό το φέρετρο ακουμπάει η Ελλάδα” ευθεία αναφορά στην κηδεία του Παλαμά στα χρόνια της κατοχής. Είδα ότι το καταθέσατε εσείς , όπως το ίδιο κάνατε και φέτος στο μνήμα του. Μπορείτε να μας πείτε πώς και γιατί το επιλέξατε;

Το στεφάνι με τα κόκκινα γαρύφαλλα και την συγκεκριμένη αναφορά ,κατατέθηκε για πρώτη φορά στις 23 Ιουνίου 1968, στο σαρανταήμερο μνημόσυνο του  πατέρα μου, Αντί άλλης περιγραφής προτιμώ να παραθέσω απόσπασμα  από το ημερολόγιο που κρατούσα για λογαριασμό της νεογέννητης κόρης μου, σε ενεστώτα χρόνο, το 1968 στην ” έξαρση ” της δικτατορίας. Το ενημέρωνα γρήγορα-γρήγορα και το έκρυβα επιμελώς. Μην περιμένετε να σας πω που και πως, γιατί ποτέ δεν ξέρεις αν ο φασισμός μπορεί να ξαναχτυπήσει την πόρτα μας, αλλά πάντως όπως αποδείχθηκε …’ασφαλώς’, αφού όταν ήρθαν 8 άνδρες της Ασφάλειας με τον διοικητή του 4ου Αστ. Τμήματος να συλλάβουν τον άντρα μου, 15 ακριβώς μέρες μετά τη δολοφονία του πατέρα μου, και έκαναν το σπίτι φύλλο και φτερό, δεν τον ανακάλυψαν…

΄Έκτοτε και επί 55 χρόνια επαναλαμβάνεται αυτό στις 9 Μαΐου. ΄Ισως είναι ένα ξέσπασμα άσβεστου πόνου και οργής, ίσως και να ενυπάρχει  η πίστη στο ποτέ πιά φασισμός.

Από τα μνημόσυνα στη διάρκεια της χούντας  δεν έχω ξεχάσει και το εξής περιστατικό: Στις 9 -5-69 είχαμε πάρει και την κόρη μου 19,5 μηνών τότε. Άκουγε συχνά στο  σπίτι της μητέρας μου, κυρίως από το μοιρολόι της γιαγιάς μου το “σκότωσαν “και το έλεγε και το παιδί ,τις πιο πολλές φορές καίρια .Εμείς το …ενισχύσαμε και το συμπληρώσαμε, προφανώς βγάζαμε τον πόνο μας. Ρωτούσαμε “τι έκαναν μπέμπα τον παππού”; Απαντούσε “κοτοτι πισιστι ” (στην .δική της μωρουδίστικη  …διάλεκτο,’ σκότωσαν οι Φασίστες’). Συνεχίζαμε: “γιατί μπέμπα τον σκότωσαν οι φασίστες;” απαντούσε  τελείως ,μα τελείως ακαταλαβίστικα αυτό που της είχαμε μάθει και δεν ξέρω πως να το προφέρω , το “Δημοκράτης αγωνιστής”. Σε κείνο λοιπόν το μνημόσυνο ,ανεβαίναμε τα σκαλιά για την αίθουσα του καφέ με παρατεταγμένους ασφαλίτες και από τις δυο πλευρές και η φίλη μου η Παρθένα Κεραμυδά της κάνει την ερώτηση ‘Τι έκαναν μπέμπα τον παππού;’ Απάντησε εκείνο που έμαθε το “κότοτι πισίστι “αλλά μην τυχόν και δεν το κατάλαβαν οι ασφαλίτες , τη …ρώτησε η μάνα της φωναχτά σαν να ήταν αλλού “γιατί μπέμπα τον σκότωσαν οι φασίστες τον παππού “,απάντησε με τον γρίφο της η μπέμπα ,και όλοι αισθανθήκαμε ότι κάναμε …αντίσταση !!!

-Πενηνταπέντε χρόνια μετά η κόρη, τι κρατά από τον πατέρα; Πώς τον θυμάστε σε αυτόν τον ρόλο του; Πώς θυμάστε εσάς ως κόρη;

Ο πατέρας μου ήταν τρυφερός και δίκαιος πατέρας, αγωνιστής με υψηλό ήθος, ανοιχτό μυαλό, ανιδιοτελής, σεμνός, με μεγάλη πίστη και αφοσίωση στα ιδανικά του, και αγάπη για την οικογένειά του. Με σημαντική παρουσία και συμβολή στους εθνικούς, κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες από τα μαθητικά του χρόνια, γεμάτος ανιδιοτέλεια. Θυμάμαι, όταν μετά από μία σύλληψή του μου ζήτησε να του πάω ρούχα, είχε κυριολεκτικά μόνο 2,3 ρούχα.
Πάνω απ’ όλα Άνθρωπος.

Θα ακολουθήσει 2ο μέρος