Σχεδόν τρία χρόνια μετά τον μεγάλο σεισμό, το τσουνάμι και τη σοβαρή πυρηνική καταστροφή που σημειώθηκε στον πυρηνικό σταθμό της Φουκουσίμα της Ιαπωνίας τον Μάρτιο του 2011, οι κάτοικοι βιώνουν ακόμη τις καταστροφικές συνέπειες του ατυχήματος, με τις πόλεις να έχουν ερημώσει και την ανάκαμψη να θεωρείται ιδιαίτερα δύσκολη υπόθεση. Επιμέλεια: Νικολέττα Ρούσσου

Ads

Η Namie, που βρίσκεται 175 μίλια βόρειο-ανατολικά του Τόκιο, είναι μια από τις πόλεις που επλήγησαν ιδιαίτερα από το πυρηνικό ατύχημα. Οι 21.000 κάτοικοι της εξακολουθούν να παραμένουν μακριά από τα σπίτια τους λόγω των υψηλών επιπέδων ραδιενέργειας στην περιοχή.

Εγκαταλελειμμένα σπίτια, καταστήματα και αυτοκίνητα, λίγα χορτάρια που ξεπροβάλουν από τα ραγισμένα πεζοδρόμια και έρημοι δρόμοι συνθέτουν την εικόνα της πόλης, που μοιάζει με χολιγουντιανό σκηνικό ταινίας για την καταστροφή του κόσμου. Η αστυνομία είναι η μόνη που εμφανίζεται κάνοντας περιστασιακούς ελέγχους.

Η Namie δεν είναι πλέον η πόλη κανενός. Κανείς δεν ζει εδώ και κανείς δεν την επισκέπτεται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ακόμη και οι πλιατσικολόγοι έχουν σταματήσει τη δράση τους, ενώ κανείς δεν ξέρει ακριβώς πότε θα επιτραπεί στους κατοίκους να επιστρέψουν μόνιμα -αν επιθυμούν ακόμη να επιστρέψουν.

Ads

Μολονότι η καταστροφή του 2011 δεν βρίσκεται πλέον στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων ούτε στις απογευματινές ειδήσεις, η καταστροφή στις πόλεις της περιοχής δεν έχει σταματήσει.

Οι πρόσφατες διαρροές μολυσμένου ύδατος στη θάλασσα καθώς και μια επιχείρηση αφαίρεσης ραδιενεργών ράβδων από έναν από τους κατεστραμμένους αντιδραστήρες, έχουν αποδείξει το σοβαρό αντίκτυπο της καταστροφής. Η κατάσταση αυτή θα εξακολουθεί να είναι κρίσιμη για τουλάχιστον 40 χρόνια ακόμα.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι η επιστροφή των κατοίκων στη ζώνη που έχει πληγεί περισσότερο από τη ραδιενέργεια δεν θα είναι εφικτή μέχρι το 2017.

Σε άλλες περιοχές, οι οικογένειες και οι επιχειρήσεις βρίσκονται αντιμέτωπες με το δίλλημα αν πρέπει να επιστρέψουν ή όχι. Προς το παρόν, απαγορεύεται ακόμη και η διανυκτέρευση στις περιοχές υψηλού κινδύνου. Ωστόσο, οι κάτοικοι υποστηρίζουν ότι πολλοί νέοι άνθρωποι δεν πρόκειται να γυρίσουν πίσω.

Εμφανής είναι η δυσπιστία του κοινού αναφορικά με τις δηλώσεις της κυβέρνησης, δεδομένης της αποτυχίας της Tepco, της εταιρείας που είχε αναλάβει την διαχείριση του σταθμού πυρηνικής ενέργειας, να λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την αποφυγή αυτής της καταστροφής.

Πολλοί υποπτεύονται πως η κυβέρνηση γνωρίζει ότι μερικές πόλεις δεν πρόκειται να γίνουν ποτέ ξανά ασφαλείς αλλά αρνείται να το παραδεχτεί, προκειμένου να προστατεύσει την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας της Ιαπωνίας. Υπάρχει επίσης η αίσθηση ότι τα θύματα της Φουκουσίμα έχουν ξεχαστεί.

Εντούτοις, η επίπονη εκκαθάριση συνεχίζεται, ενώ έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος στις λιγότερο πληγείσες περιοχές, σύμφωνα με τον Hiroshi Murata, επικεφαλής της πτέρυγα της Odaka της πόλης της, κοντά στη Namie.

Περίπου 18.000 άνθρωποι εκτιμάται ότι έχασαν τη ζωή τους ή αγνοούνται στη Φουκουσίμα μετά το τσουνάμι. Η ραδιενεργή ακτινοβολία προκάλεσε την αναγκαστική εκκένωση σπιτιών με αποτέλεσμα να εγκαταλείψουν τις εστίες τους πάνω από 154.000 ατόμα, σύμφωνα με την Ιαπωνική Υπηρεσία Ανασυγκρότησης.

Στην Odaka, 148 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, ενώ οι θάνατοι ξεπέρασαν στο σύνολο τους 300 στη Minamisoma. Ωστόσο περίπου το 53% των κατοίκων της Odaka έχουν επιστρέψει, δηλαδή οι 6.800, από τους 12.800, που ήταν ο συνολικός πληθυσμός πριν τις καταστροφές, είπε ο Murata.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι κανένας θάνατος δεν έχει προκληθεί ως άμεσο αποτέλεσμα της πυρηνικής καταστροφής, αλλά οι ειδικοί εφιστούν την προσοχή σχετικά με την περίπτωση πρόκλησης καρκίνου του θυρεοειδούς σε παιδιά, όπως έγινε στην περίπτωση του Τσερνομπίλ.

Τα μεγαλύτερα ζητήματα που αντιμετωπίζει η τοπική διοίκηση σήμερα, μετά τη μεταστέγαση των κατοίκων σε προσωρινά καταλύματα, είναι η κατεδάφιση των σπιτιών που θεωρήθηκαν ακατάλληλα για στέγαση, η αντικατάσταση των υποδομών και των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των δρόμων και των σχολικών παιδότοπων, η απολύμανση και η αφαλάτωση των γηπέδων και των κτιρίων.

«Για να απολυμανθεί ένα σπίτι και ένας κήπος χρειάζεται 10 έως 14 ημέρες», δήλωσε ο Murata. «Πρέπει να αφαιρέσουμε την επιφάνεια του εδάφους, να κόψουμε τα δέντρα, να πλύνουμε τις στέγες, και να καθαρίσουμε τις υδρορροές. Οι ιδιοκτήτες των σπιτιών είναι υπεύθυνοι για τον καθαρισμό του εσωτερικού τους. Οι υπεύθυνοι της πόλης και της κυβέρνησης θα αναλάβουν τα υπόλοιπα».

Τουλάχιστον στην Odaka υπάρχει περιθώριο βελτίωσης της κατάστασης. Στην Ukedo, το τμήμα της Namie που βρίσκεται πιο κοντά στην Ειρηνικό Ωκεανό, η καταστροφή είναι ολική. Σχεδόν ούτε ένα σπίτι δεν στέκεται όρθιο μετά τις καταστροφές που προκάλεσε το φονικό τσουνάμι, το ύψος του οποίου έφτασε μέχρι και τα 17 μέτρα.

Κατεστραμμένες βάρκες, τεράστιες σωροί από παλιοσίδερα, σπασμένα αυτοκίνητα, κομμάτια από γέφυρες και ξύλινα κουφώματα σπιτιών είναι η σημερινή εικόνα ενός άλλοτε ακμάζοντος χωριού. Ένα εγκαταλελειμμένο δημοτικό σχολείο, 500 μέτρα από τη θάλασσα, μοιάζει σαν να έχει βομβαρδιστεί.

Αλλά ακόμη και στην Ukedo, πολλοί εθελοντές έρχονται για να βοηθήσουν στην εκκαθάριση της περιοχής από τα συντρίμμια καθώς και στη μετέπειτα ανάπτυξή της.

Ο Tetsurou Eguchi, αναπληρωτής δήμαρχος της πόλης Minamisoma, δήλωσε ότι για την ολοκλήρωση της εκκαθάρισης της πόλης από την ραδιενεργή ακτινοβολία θα χρειαστούν από πέντε έως έξι χρόνια. Το εγχείρημα αυτό θα κοστίσει ακριβά, με το ποσό να ανέρχεται στα  350 δισ. ιαπωνικά γεν , μεγάλο μέρος του οποίου θα προέλθει από την εθνική κυβέρνηση. Η ανοικοδόμηση της πόλης υπολογίζεται ότι θα διαρκέσει έως και 10 χρόνια. Αλλά κάτι άυλο είχε χαθεί οριστικά, είπε. «Είναι δύσκολο να ανακάμψει η οικονομία και να επανέλθει η κοινωνική και ιδιωτική ζωή όπως ήταν».

Σύμφωνα με τον Eguchi, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι η απολύμανση. «Ουσιαστικά το ραδιενεργό νέφος δεν είναι στον αέρα πια, είναι στο έδαφος». «Η οικονομία της περιοχής ήταν βασισμένη στις μικρές επιχειρήσεις, τη γεωργία, την αλιεία και τον τουρισμό. Ιδιαίτερα ξακουστό ήταν το ετήσιο φεστιβάλ σαμουράι Soma Nomaoi. Τώρα όλα είχαν πληγεί σοβαρά», ανέφερε.

«Οι άνθρωποι δεν πιστεύουν ότι είναι ασφαλές να επισκεφθούν την περιοχή. Δεν εμπιστεύονται την ποιότητα των προϊόντων μας. Υπάρχει μια μάστιγα. Αυτό θα χρειαστεί πολύ χρόνο για να αλλάξει», πρόσθεσε ο Eguchi. Σύμφωνα με τον ίδιο, «πολλά έχουν ειπωθεί για τη στήριξη της εθνικής κυβέρνησης προς την Φουκοσίμα,  αλλά η πραγματικότητα είναι διαφορετική».

Τέλος, όπως τονίζει: «Είναι γεγονός ότι έχουμε λάβει πολύ μεγάλη υποστήριξη, αλλά είναι επαρκής; Αυτό είναι δύσκολο, γιατί δεν είναι μόνο το θέμα της ανασυγκρότησης. Αν και οι πολιτικοί στο Τόκιο δηλώνουν ότι αν η Φουκουσίμα δεν ανακάμψει, η Ιαπωνία δεν θα ανακάμψει, εγώ δεν είμαι σίγουρος ότι πραγματικά το εννοούν. Δεν νομίζω ότι η Φουκουσίμα υποστηρίζεται πλήρως από το σύνολο της χώρας. Αυτή είναι και η άποψη των πολιτών εδώ».