Ο Νότης Μαρουδής δεν χρειάζεται πολλές συστάσεις. Γνωστός κλασικός κιθαριστής και δάσκαλος έχει χαράξει σπουδαία πορεία στον χώρο της μουσικής, γράφει τραγούδια εδώ και 50 χρόνια και είναι ο πιο δραστήριος συνθέτης μιας γενιάς μυθικής.

Ads

Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του βιβλίο-cd «Άγρυπνο φεγγάρι», μίλησε στο Tvxs.gr για το νέο του εγχείρημα, την μουσική και την μελοποιημένη ποίηση.

Το νέο βιβλίο-cd σας «Άγρυπνο φεγγάρι», κυκλοφόρησε με μελοποιήσεις σπουδαίων ελληνικών ποιημάτων του 19ου και του 20ού αιώνα. Με αφορμή την παρουσίαση που έγινε στον Ιανό μιλήστε μας για αυτό το εγχείρημα.

ΝΜ: Οφείλω να πω πως δεν είναι το πρώτο εγχείρημα. Έχουν προηγηθεί και άλλα πολλά, τόσο από μένα, όσο και από άλλους συναδέλφους συνθέτες. Το ελληνικό τραγούδι έχει πλούσιο ρεπερτόριο μελοποιημένων ποιητών. Και αυτό ονομάζεται «ευλογία». Εάν ανατρέξει κανείς θα συναντήσει πολλές μελοποιήσεις οι οποίες βεβαίως δεν είναι όλες πετυχημένες. Ωστόσο, η μελοποιημένη Ποίηση έπαιξε ρόλο και ως παιδαγωγικό έργο για τις γενιές του 60, 70, 80, κλπ. Ήταν και οι εποχές μιας εύρωστης δισκογραφίας που βοήθησε ώστε να δημιουργηθεί ένα, τέτοιας ποιότητας, μουσικό κίνημα. Η παρουσίαση στον Ιανό έχει να κάνει με μια δική μας αγωνία να παρουσιάσουμε αυτό το άλμπουμ με ευθύνη και συνέπεια, όχι μόνο ως μουσικό δημιούργημα αλλά ως έργο μουσικοποιητικό.

Ads

Στα 13 τραγούδια του δίσκου ανιχνεύετε μουσικά τον ποιητικό λόγο του Γ. Βιζυηνού, του Γ. Σαραντάρη, της Μ. Πολυδούρη, του Γ. Σεφέρη, του Ν. Λαπαθιώτη, του Κ. Βάρναλη και του Κ. Καρυωτάκη. Τι σας γοήτευσε στην ποίηση τους;

ΝΜ: Αφορμή ήταν κάποιες λεπτομέρειες γλωσσικές. Ένας τονισμός, μια ασυνήθιστη «ξεχασμένη» λέξη, μια λυρική στροφή, ο σκοτεινός λόγος του Βιζυηνού, ο υπαρξιακά αδιέξοδος της Πολυδούρη, ο μαχητικός και πικροσαρκαστικός του Σεφέρη, οι τόσοι συμβολισμοί του Καρυωτάκη, ο φιλοσοφημένος ερωτικός λόγος του Σαραντάρη, η μοναξιά του Λαπαθιώτη, ο σοφός κι αλληλέγγυος λόγος του Βάρναλη… Ένας πλούτος τον οποίο, εμείς οι νεότεροι δεν πρέπει να «επιτρέψουμε» να ξεχαστεί. Εξακολουθεί να είναι πηγάδι για να πίνουμε και σήμερα— σε άνυδρες εποχές— δροσερό νερό! Κι εγώ πίνω απ’ αυτό το πλούσιο σε ουσίες νερό του παρελθόντος χρόνου.

Συνεργαστήκατε με σπουδαίους ερμηνευτές, όπως η Νένα Βενετσάνου, ο Χρήστος Θηβαίος, η Μαρία Θωίδου, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Σωκράτης Μάλαμας, η ΜόρφωΤσαϊρέλη και η χορωδία του Σταύρου Μπερή. Πως καταλήξατε σε αυτές τις επιλογές;

ΝΜ: Με την διαίσθηση και την φαντασία. Όταν μελοποιώ ένα ποίημα – στίχο, έρχεται μαζί και η φωνητική μήτρα η οποία εκφράζει την συγκεκριμένη σύνθεση. Οι προαναφερόμενοι ερμηνευτές δεν μου ήρθαν τυχαία. Τους αναζήτησα επειδή τα ηχοχρώματά τους ενυπήρχαν στο έργο, ταυτόχρονα με τον σχηματισμό της μελωδίας και της αρμονίας. Και είμαι ευτυχής που δέχθηκαν και αγκάλιασαν τα τραγούδια μου. Είναι, μαζί με τον ποιητικό λόγο, το κόσμημα του δίσκου μου.

«Είναι αλήθεια πως επί πολλά χρόνια με απασχολούσε η γλωσσική εξέλιξη και η αισθητική ιδιαιτερότητα των σπουδαίων αυτών ποιητών. […] Με οδηγό την κιθάρα μου, άρχισα από το 2016 να διερευνώ τις συλλαβές και τις λέξεις· πρόσεξα τους τονισμούς, το εννοιολογικό βάθος, τον βαθύτατα ερωτικό λόγο με τις παρακλήσεις, τις επιθυμίες, τον πόνο και τις υπαρξιακές ομολογίες, ανιχνεύοντας ακόμα και την απόκρυφη μουσική και ρυθμολογική αίσθηση που υποφώσκει στον ποιητικό τους λόγο. Ακολούθησα τους δρόμους τους. […]», έχετε γράψει για το «Άγρυπνο Φεγγάρι». Πόσο εύκολο είναι να μελοποιήσει κανείς ποίηση;

ΝΜ: Καθόλου εύκολο. Σε πολλές των περιπτώσεων δυσκολεύτηκα να βρω μελωδικούς δρόμους, αλλά αυτή η δυσκολία με έκανε να ψάξω με περισσότερη επιμονή και πείσμα. Εκείνη τη στιγμή ένιωθα σαν σε διανοητική «συζήτηση» με τον Ποιητή και τα νοήματά του. Επιθυμούσα να συνθέσω, να στηριχτώ πάνω σε έναν λυρισμό που να συνδέει παλαιότερες και νεότερες εποχές. Με βοήθησε και η κιθάρα μου, που ως όργανο λυρισμού με οδηγεί πολλές φορές σε μονοπάτια ποιητικών αισθητικών και αισθήσεων.

Πότε ξεκίνησε η σχέση σας με την μουσική και την κλασική κιθάρα; Υπήρχε κάποιος άνθρωπος που σας παρακίνησε;

ΝΜ: Είμαι γόνος Ποντίων και καμαρώνω γι’ αυτό. Οι γονείς, άνθρωποι βιοπαλαιστές και υπερήφανοι, μαζευόντουσαν συχνά με  τις παρέες τους (γείτονες, συγγενείς και φίλους) για να γλεντήσουν και να ισορροπήσουν τα καθημερινά βάσανα. Εκεί φέρνανε κιθάρες, κεμεντζέδες (ποντιακή λύρα) και στρωνόντουσαν στο τραγούδι. Εγώ πιτσιρίκος, τους άκουγα με πολλή προσοχή. Ζήλευα όποιον έπαιζε ένα όργανο. Κάποια στιγμή, στα 13 χρόνια μου η μάνα με έγραψε στο Ωδείο της γειτονιάς, στην Καλλιθέα, για να μάθω κιθάρα. Άρχισα με την Λίζα Ζώη, η οποία με παρακίνησε να συνεχίσω την κλασική κιθάρα στον Δημήτρη Φάμπα. Έκτοτε, η ζωή μου, από τη νεότητά μου, προσαρμόστηκε γύρω από την κιθάρα και τη Μουσική.

Εδώ και έξι δεκαετίες έχετε διαγράψει μια πολυσχιδή πορεία στη μουσική, ως συνθέτης, ως δεξιοτέχνης της κλασικής κιθάρας και ως δάσκαλος. Φοβηθήκατε ποτέ ή νιώσατε πως θέλετε να τα παρατήσετε;

ΝΜ: Το να τα «παρατούσα» θα ήταν αυτοκτονία. Θα έχανα το κυριότερο ψυχολογικό στήριγμα που με κρατάει πολλά χρόνια τώρα. Η Μουσική, με όλες τις πλευρές της, με έχει κατακτήσει ολοκληρωτικά και μόνιμα. Ακόμα και η σύντροφος της ζωής μου, έχει αποκτήσει μουσική διάσταση, δηλαδή δεν είναι ξένο σώμα των ενδιαφερόντων μου. Μέσα στις ενασχολήσεις μου, εδώ και χρόνια, είναι και η συγγραφή βιβλίων (έχω εκδόσει πέντε (5) βιβλία με περιεχόμενο μουσικό, κοινωνικό, πολιτικό, πολιτιστικό). Όλες αυτές οι ιδιότητες, περιστρέφονται και έλκονται από την Μουσική, η οποία είναι η πρώτη ύλη…

Ο Δημήτρης Φάμπας, ο Δάσκαλος, ένας θρύλος της κιθάρας στην Ελλάδα υπήρξε δάσκαλός σας. Τι δεν θα ξεχάσετε από εκείνον;

ΝΜ: Δεν θα ξεχάσω την επιμονή και το πείσμα του να μεταδώσει την όποια γνώση του στους μαθητές του. Ήταν πολύ φιλόξενος, γενναιόδωρος και προσιτός άνθρωπος και θεωρούσε πως η κιθάρα αξίζει πάσης θυσίας. Τον τιμούμε όλοι οι μαθητές του και είμαστε πεισμένοι πως ο Φάμπας είχε και έχει και μέσω των μαθητών του, δημιουργήσει στην Ελλάδα την πιο άρτια Σχολή κιθάρας.

Ζήσατε για ένα διάστημα στην Ιταλία. Επιστρέψατε στην Ελλάδα το 1975. Η αναχώρησή σας είχε να κάνει με την πολιτική κατάσταση;

ΝΜ:Η ιταλική περίοδός μου ήταν ένα κομμάτι ζωής σημαντικό, ωφέλιμο, χρήσιμο, ουσιαστικό. Έζησα εξήμιση χρόνια. Η μεταπολίτευση του 1974 με αναστάτωσε και μου δημιούργησε την ισχυρή διάθεση της συμμετοχής σε μια πατρίδα, η οποία όφειλε να συσπειρωθεί, να ανασυνταχθεί και να παλέψει για μια δημοκρατία, ατομικά δικαιώματα, κατάργηση της λογοκρισίας, ελευθερίες, Πολιτισμό, Παιδεία, κλπ. Τα μαζέψαμε και επιστρέψαμε πίσω, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε μια τόσο αντιφατική χώρα… Είμαι ευχαριστημένος ωστόσο, γιατί συνέχισα να δισκογραφώ και να απλώνω τις ποικίλες δράσεις μου μέσα στο κοινωνικό σύνολο.

Έχετε κυκλοφορήσει και βιβλίο, ενώ παράλληλα αρθρογραφείτε. Ποια ανάγκη σας καλύπτετε με αυτού του είδους την επικοινωνία;

ΝΜ: Όπως είπα, ό,τι γράφω, ό,τι σκέφτομαι, πηγάζει από τη Μουσική που είναι πανταχού παρούσα εντός και εκτός μου και η οποία με καθόρισε ως άνθρωπο και ως πολίτη. Η βαθύτατη συνείδηση ότι ο πολιτισμός και η γνώση είναι βασικά στοιχεία διαμόρφωσης μιας καλύτερης κοινωνίας και ζωής, με… έσπρωξαν προς την δημόσια κατάθεση γνώμης για όσα συμβαίνουν γύρω μου. Θετικά κι αρνητικά. Εξάλλου μεγάλοι «σύμμαχοι» της μουσικής, του πολιτισμού και της γνώσης είναι ο λυρισμός, οι μεγάλες δόσεις ρομαντισμού, και η ευαισθησία, μαζί με την ενσυναίσθηση των ανθρώπινων προβλημάτων και την αλληλεγγύη προς τα κοινωνικά ζητήματα τού… άλλου. Η ανάγκη ιδεολογικής έκφρασης και παρέμβασης, λοιπόν, στον χώρο του πολιτισμού και της κοινωνίας γενικότερα, με ώθησαν στην γραφή κειμένων με την μορφή χρονογραφήματος, αλλά και με τις απόψεις μου για τον πολιτισμό και την ελληνική μουσική. Αυτό διέπει και την όποια ιδεολογία μου μέσα στο πολιτικό παιχνίδι της κάθε εποχής. Σκέφτομαι περισσότερο πολιτιστικά και συγχρόνως πολιτικά. Όχι πάντως κομματικά…

Έχετε δηλώσει σε προηγούμενη συνέντευξη ότι «η μουσική μόνο ως βάλσαμο ψυχής μπορεί να λειτουργήσει. Δεν θα σου λύσει τα προβλήματα και δεν θα σου προτείνει λύσεις. Είναι άυλη τέχνη και μπορεί να κρατήσει καλή συντροφιά ενεργοποιώντας συναισθήματα και το βαθύτερο ένδον των ανθρώπων» Πως το καταφέρνει αυτό;

ΝΜ: Η Μουσική, εάν δεν έπαιζε τον ρόλο ενός βάλσαμου ψυχής, δεν θα είχε αυτήν την τεράστια επιρροή στον κόσμο από τότε που δημιουργήθηκε ο άνθρωπος! Αυτή η άυλη και μαγική Τέχνη είναι επίσης κομιστής ονείρων, είναι ικανή να φτιάξει την τελειότερη καρτ ποστάλ ως υπαρξιακό στόχο, μπορεί να λειτουργήσει σαν γεννήτορας ιδεών, ονείρων και αυτογνωσίας, να απλώνει τη βεντάλια της στο παρελθόν, το παρόν, το μέλλον, και παράλληλα να «επικοινωνεί» με το συναίσθημα και τον νου τού καθενός· να καταστέλλει τον θυμό, να ανεβάζει τους παλμούς, να παίζει ρόλο στο ξεσήκωμα κοινωνικών ομάδων, να ηρεμεί ένα… έμβρυο! 

Παρακαλώ, προσέξτε. Θεωρώ πως όλα αυτά συνυπάρχουν αρμονικά στο βιβλίο–CD, Άγρυπνο Φεγγάρι. Γιαυτό και ευχαριστώ με κάθε ευκαιρία τους συντελεστές του δίσκου, τον Ιανό με το επιτελείο του, τον Γιάννη Παπαζαχαριάκη ως ενορχηστρωτή, τον Αντώνη Μποσκοϊτη ως συντονιστή του χρήσιμου φακέλου, τον δήμο Χαλανδρίου με τον Σίμο Ρούσσο επικεφαλής που είναι χορηγός, τους ερμηνευτές, και, τέλος, στέλνω νοητούς «συντροφικούς χαιρετισμούς» στους Ποιητές που στάθηκαν αφορμή για να προσθέσω και το δικό μου λιθαράκι ευαισθησίας, μέσα σε μια εποχή που κινδυνεύει από ερήμωση ΚΑΙ εξαιτίας της απόλυτης δισκογραφικής ένδειας. Εύχομαι οι νεότερες γενιές να βρουν μια διαφορετική κατάσταση πραγμάτων που να ευνοεί τη δημιουργία και την παραγωγή.

Μελλοντικά σχέδια;

ΝΜ: Πολλά, ποικίλα και αβέβαια! Είμαι υποχρεωμένος να συνεχίζω, να φαντάζομαι και να προγραμματίζω. Το τι θα γίνει στην πραγματικότητα, δεν το γνωρίζω. Αυτό που γνωρίζω είναι οι προθέσεις μου, αλλά αυτές είναι μακροπρόθεσμες και φοβάμαι μήπως γελάει εις βάρος μου ο «Θεός»…