Για καταπάτηση του δικαιώματος της ελεύθερης έκφρασης κατηγορεί την ισραηλινή κυβέρνηση σε δημοσίευμά της η εφημερίδα New York Times, καθώς ψήφισε νόμο που απαγορεύει σε άτομα και οργανώσεις να καλούν σε μποϊκοτάζ εναντίον του Ισραήλ. Την αντίθεσή τους στο νόμο εξέφρασαν και το Παρατηρητήριο Ανθρώπινων Δικαιωμάτων, αλλά και η εφημερίδα Haaretz.

Ads

Ο νόμος, ο οποίος ψηφίστηκε με 47 ψήφους υπέρ έναντι 38 κατά, ουσιαστικά απαγορεύει οποιαδήποτε δημόσια έκκληση για μποϊκοτάζ -οικονομική, πολιτιστική ή ακαδημαϊκή- εναντίον του Ισραήλ στις περιοχές που είναι κάτω από τον έλεγχό του, ακόμα και στα παλαιστινιακά εδάφη.

Ο νόμος επίσης επιτρέπει στους Ισραηλινούς πολίτες να μηνύουν ανθρώπους και οργανώσεις που υποκινούν μποϊκοτάζ, με κίνδυνο να τους επιβληθούν πρόστιμα ή να χάσουν τις φοροαπαλλαγές τους.

Η New York Times τονίζει στο άρθρο της ότι ένας τέτοιος νόμος δεν αρμόζει σε δημοκρατία και αμαυρώνει την φήμη του Ισραήλ.

Ads

Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η ισραηλινή εφημερίδα Haaretz, η οποία αποκαλεί τον νόμο «μια πολιτικά καιροσκοπική και αντιδημοκρατική πράξη, η τελευταία σε μια σειρά από εξωφρενικές διακρίσεις και αποκλεισμούς που θεσπίστηκαν κατά το παρελθόν».

Παράλληλα, το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ανέφερε για το θέμα πως: «Ό, τι και να πιστεύει κανείς για το μποϊκοτάζ, ένας νόμος που τιμωρεί την ειρηνική έκφραση της αντίθεσης στην πολιτική της κυβέρνησης αποτελεί μια αποτυχημένη προσπάθεια να φιμωθεί η δημόσια συζήτηση».

Και το Παλαιστινιακό Κέντρο για την Ανάπτυξη και την Ελευθερία των Μέσων υποστηρίζει ότι ο νόμος θα οδηγήσει σε «απότομη αύξηση του αριθμού των παραβιάσεων που διαπράχθηκαν εις βάρος δημοσιογράφων (στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη) και περαιτέρω καταστολή της φωνής των Παλαιστίνιων».

Από την άλλη, η Ισραηλινή κυβέρνηση του Μπενιαμίν Νετανιάχου, δήλωσε ότι ήταν ένα απαραίτητο εργαλείο στον αγώνα του Ισραήλ κατά της «παγκόσμιας απονομιμοποίησής» του.