Νέες πολιτικές και νομικές διαστάσεις λαμβάνει η υπόθεση των διαβαθμισμένων κρατικών εγγράφων που κατάσχεσαν οι ομοσπονδιακές αρχές από το θέρετρο του Ντόναλντ Τραμπ στη Φλόριντα, Μαρ-α-Λάγκο, μετά το νέο κατηγορητήριο σε βάρος του πρώην προέδρου των ΗΠΑ.

Ads

Στο νέο, συμπληρωματικό κατηγορητήριο που είδε το φως της δημοσιότητας την Πέμπτη (27/6), οι εισαγγελείς ισχυρίζονται ότι ο Τραμπ ζήτησε από έναν υπάλληλο να διαγράψει το υλικό της κάμερας στο Μαρ-α-Λάγκο, σε μια προσπάθεια να παρεμποδίσει την ομοσπονδιακή έρευνα για την κατοχή απορρήτων εγγράφων.

Το κατηγορητήριο περιλαμβάνει νέες κατηγορίες για παρεμπόδιση και εσκεμμένη παρακράτηση πληροφοριών εθνικής άμυνας. Η σκόπιμη διατήρηση πληροφοριών και η παρεμπόδιση παράδοσής τους στις Αρχές, συνιστά κακούργημα.

Οι εισαγγελείς πρόσθεσαν επίσης έναν τρίτο κατηγορούμενο στην υπόθεση: τον διαχειριστή ακινήτων του Μαρ-α-Λάγκο Κάρλος Ντε Ολιβέιρα, ο οποίος, όπως λένε, συνωμότησε με τον Τραμπ και τον υπάλληλο του εξοχικής κατοικίας του ρεπουμπλικανού μεγιστάνα, Γουόλτ Ναούτα, για να αποκρύψουν το διαβαθμισμένο υλικό από την ομοσπονδιακή έρευνα.

Ads

Το αρχικό κατηγορητήριο που κατατέθηκε τον περασμένο μήνα στη Νότια Περιφέρεια της Φλόριντα κατηγορούσε τον Τραμπ για παραβίαση του νόμου περί κατασκοπείας, καθώς κράτησε παράνομα 31 διαβαθμισμένα έγγραφα που περιείχαν πληροφορίες για την εθνική άμυνα μετά την αποχώρησή του από το αξίωμα. Κατηγορούσε επίσης τον Τραμπ και τον Γουόλτ Ναούτα, έναν από τους προσωπικούς του βοηθούς, για συνωμοσία με σκοπό την παρεμπόδιση των επανειλημμένων προσπαθειών της κυβέρνησης να ανακτήσει το διαβαθμισμένο υλικό.

Στο αναθεωρημένο κατηγορητήριο προστέθηκαν τρεις σοβαρές κατηγορίες κατά του Τραμπ: απόπειρα αλλοίωσης, καταστροφής ή απόκρυψης αποδεικτικών στοιχείων – παρακίνηση κάποιου άλλου να το πράξει- και μια νέα κατηγορία βάσει του νόμου περί κατασκοπείας που σχετίζεται με ένα διαβαθμισμένο έγγραφο εθνικής ασφάλειας το οποίο έδειξε σε επισκέπτες στο γκολφ κλαμπ του στο Μπέντμινστερ.

Ο Τραμπ έχει αρνηθεί κάθε αδίκημα και όπως αναμενόταν, απορρίπτει μέσω των δικηγόρων του και τις νέες κατηγορίες σε βάρος του ως «τίποτα περισσότερο από μια συνεχιζόμενη απελπισμένη και απρόσκοπτη προσπάθεια» της κυβέρνησης Μπάιντεν «να παρενοχλήσει τον πρόεδρο Τραμπ και τους ανθρώπους γύρω του» και να επηρεάσει την προεδρική κούρσα του 2024.

Σε αχαρτογράφητα νερά οι Ρεπουμπλικανοί

Η 13η Ιουνίου «σφράγισε» την αμερικανική Ιστορία ως η ημέρα που για πρώτη φορά στα χρονικά πρώην πρόεδρος προσήχθη ενώπιον της ομοσπονδιακής Δικαιοσύνης για την απαγγελία ενός βαρύτατου κατηγορητηρίου που αφορά στην υπονόμευση της εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ.

Κι ενώ τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης να υπενθυμίζουν ότι ο Ρίτσαρντ Νίξον οδηγήθηκε σε παραίτηση για τις απόπειρες συγκάλυψης του Watergate και όχι για το σκάνδαλο αυτό καθαυτό, το τοπίο στους κόλπους των Ρεπουμπλικανών όλο και θολώνει σε ό,τι αφορά το χρίσμα για τις προεδρικές εκλογές του 2024.

Το λόμπι των Ρεπουμπλικανών, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Politico, κρατά αποστάσεις από την τρίτη -και για την ώρα «φαβορί»- υποψηφιότητα Τραμπ για τον Λευκό Οίκο, καθώς και από κάποια άλλη εναλλακτική.

Κάποιοι λομπίστες φοβούνται ότι κάθε είδους δημόσια αντίθεση στον πρώην Αμερικανό πρόεδρο θα μπορούσε να τους καταστήσει personae non gratae στην Ουάσινγκτον σε περίπτωση που o Ντόναλντ Τραμπ επιστρέψει στον Λευκό Οίκο.

Το δίλημμα που αντιμετωπίζουν οι λομπίστες αντικατοπτρίζει αυτό που αντιμετωπίζουν οι υπόλοιποι Ρεπουμπλικάνοι. Ο Τραμπ είναι μια μοναδικά πολωτική φιγούρα, ο οποίος δεν είχε ποτέ ισχυρούς δεσμούς με το παραδοσιακό κατεστημένο των Ρεπουμπλικανών, γεγονός που ξεκίνησε να ανατρέπεται μετά την επικράτησή τους στις εκλογές του 2016.

Η εμπρηστική ρητορική Τραμπ και οι απειλές για αντίποινα σε όσους αποδειχθούν «εχθροί» του, εγείρει φόβους ότι ο αντίκτυπος θα είναι και επιχειρηματικός σε περίπτωση που κερδίσει το χρίσμα. Ήδη, κατά τη διάρκεια αυτών των προκριματικών εκλογών, η εκστρατεία του έχει απειλήσει να λειτουργήσει εναντίον ρεπουμπλικανικών επιχειρήσεων που χρησιμοποιούν την εικόνα και το ομοίωμά του χωρίς τη συγκατάθεσή του.

Για τους αμερικανούς αναλυτές, η εκστρατεία Τραμπ εξελίσσεται σε κούρσα πολιτικής επιβίωσης του ιδίου ενώ τα ηγετικά στελέχη των Ρεπουμπλικανών καλούνται να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους.

Οι επόμενοι μήνες θα έχουν καθοριστικές συνέπειες για το μέλλον του Ρεπουμπλικανικού κόμματος δεδομένου ότι πέραν της ποινικής δίωξης για τα διαβαθμισμένα έγγραφα στο Μαρ-α-Λάγκο, το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ συνεχίζει τις έρευνες κατά του Ντόναλντ Τραμπ αναφορικά με την ανάμειξή του στην εκλογική αναμέτρηση του 2020 και την υποκίνηση της αιματηρής εισβολής στο Καπιτώλιο την 6η Ιανουαρίου 2021.