Μετά την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος στην Τουρκία τον Ιούλιο του 2016, το καθεστώς του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ξεκίνησε ένα ανελέητο κυνηγητό και ξεκαθάρισμα, όχι μόνον των πραξικοπηματιών και των συνεργατών τους, αλλά και σχεδόν όλων των πολιτικών του αντιπάλων. Εξαπολύθηκε έτσι ένα πραγματικό κυνήγι των μαγισσών απέναντι σε ακαδημαϊκούς, δάσκαλους, δημοσιογράφους, καλλιτέχνες, δικαστές, στρατιωτικούς, δημόσιους υπαλλήλους κλπ. οι πολιτικές απόψεις των οποίων δεν ήταν αρεστές στο εξουσιαστικό σύστημα που επιθυμούσε να εγκαθιδρύσει ο Ερντογάν.

Ads

Διαβάστε επίσης: Επτά οι νεκροί σε ναυάγιο στο Αιγαίο με Τούρκους αντιφρονούντες

Μια, ακόμη και αστήρικτη και αναπόδεικτη κατηγορία ότι κάποιος δήθεν είναι “γκιουλενιστής”, αρκούσε για να τον στείλει επί μήνες στη φυλακή χωρίς δίκη, και όταν μετά αποδεικνυόταν πως αυτός ο άνθρωπος ήταν αθώος έχανε στο μεταξύ τη δουλειά του και η προσωπική του ζωή καταστρεφόταν. Γι’ αυτό και σύσσωμη η αντιπολίτευση στην Τουρκία κατηγόρησε τον Ερντογάν ότι χρησιμοποίησε το αποτυχημένο πραξικόπημα ως δικαιολογία για να εξοντώσει τους επικριτές και να εδραιώσει την εξουσία του δημιουργώντας ένα “σουλτανάτο του φόβου”.

Το ερντογανικό “σουλτανάτο του φόβου”

Όλη αυτή η ανελέητη καταστολή και η καφκική ατμόσφαιρα, που επικράτησε στη γειτονική μας Τουρκία μετά από αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, δεν έβλαψε μόνο σοβαρά τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, αλλά και την εικόνα της διεθνώς, επαναφέροντας στη συλλογική μνήμη ιστορίες “Εξπρές του Μεσονυκτίου”. Σύμφωνα με το Υπουργείο Δικαιοσύνης της Τουρκίας   περίπου 160.000 άτομα κρατήθηκαν από την αστυνομία, ενώ 70.000 οδηγήθηκαν στη φυλακή. Επίσημα 155.000 άτομα έχουν ανακριθεί ή διωχθεί. Ανεπίσημα ο αριθμός είναι πολύ μεγαλύτερος και πιθανόν να ξεπερνάει το μισό εκατομμύριο. Αδιάψευστο στοιχείο αποτελεί το γεγονός πως όλες οι φυλακές της Τουρκίας είναι υπερπλήρεις και κτίζονται διαρκώς καινούργιες.

Ads

Ταυτόχρονα η τουρκική κυβέρνηση έχει μέσα σε δύο χρόνια, με πρόφαση την “κατάσταση έκτακτης ανάγκης” που συνεχίζει να ισχύει ως σήμερα, έχει απολύσει περισσότερους από 170.000 δημόσιους υπαλλήλους, συμπεριλαμβανομένων στρατιωτικών, αστυνομικών, δικαστών, δασκάλων, ιατρών και ακαδημαϊκών με κατηγορίες σχετικά με υποτιθέμενους δεσμούς τους με «τρομοκρατικές» οργανώσεις.

Το καθεστώς Ερντογάν ακύρωσε 250.000 διαβατήρια

Επίσης περίπου 150 δημοσιογράφοι συνελήφθησαν και εκατοντάδες επιχειρήσεις έκλεισαν τα μέσα ενημέρωσης, καθιστώντας την Τουρκία πρώτη παγκοσμίως στην καταστολή της ελευθεροτυπίας και της ελεύθερης έκφρασης των δημοσιογράφων. Έκλεισαν και χιλιάδες ιδιωτικά σχολεία, πανεπιστήμια, ενώσεις, σύλλογοι και ιδρύματα, που ήταν ύποπτα για συμμετοχή τους στο δίκτυο του Φετουλάχ Γκιούλεν. Αλλά κι εκατοντάδες επιχειρήσεις έκλεισαν με απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης. Τέλος, σύμφωνα με το Υπουργείο Εσωτερικών της Τουρκίας, σχεδόν 250.000 διαβατήρια έχουν ακυρωθεί λόγω των συνεχιζόμενων ερευνών και έχει απαγορευτεί η έξοδος από τη χώρα σε εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκους πολίτες.

Όλα αυτά, παρότι επέσυραν τη διεθνή κατακραυγή, δεν ήταν αρκετά για να κάνουν “το αυτί του Σουλτάνου να ιδρώσει”. Αντίθετα ο Ερντογάν, μετά από ένα αμφισβητούμενο δημοψήφισμα τον Απρίλιο του 2017, που διεξήχθη κατά τη διάρκεια της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, άλλαξε το Σύνταγμα, δίνοντας στον υπερξουσίες στον Πρόεδρο της Τουρκίας, δηλαδή τον εαυτό του, χωρίς σχεδόν καθόλου έλεγχο ή ισορροπία. Ο Ερντογάν εκλέχθηκε πρόεδρος για δεύτερη φορά στις 23 Ιουνίου 2018, χάρη και στη συμμαχία του με τα εθνικιστικά κόμματα.
Ωστόσο υπέστη μια σοβαρή ήττα στις δημοτικές εκλογές της 31ης Μαρτίου 2019, χάνοντας σχεδόν όλες τις μεγάλες πόλεις, και ειδικά την Κωνσταντινούπολη και την Άγκυρα, που πέρασαν για πρώτη φορά στα χέρια της ενωμένης αντιπολίτευσης. Το ντιβάνι του Σουλτάνου άρχισε να τρίζει, αλλά παραμένει για την ώρα σταθερό.

Τσουνάμι Τούρκων πολιτικών προσφύγων

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα εκατοντάδες χιλιάδες Τούρκοι, κυρίως μέλη της μεσαίας τάξης και ανώτερης μόρφωσης, επειδή άρχισαν να αισθάνονται απειλή, ανασφάλεια και ασφυξία από αυτή τη νέα “αυτοκρατορία του φόβου” που εγκαθίδρυσε ο Ερντογάν, άρχισαν να εγκαταλείπουν μαζικά την Τουρκία, κυρίως για Δυτικές χώρες. Σύμφωνα με την Στατιστική Υπηρεσία της Τουρκίας, σχεδόν μισό εκατομμύριο Τούρκοι εγκατέλειψαν τη χώρα το 2016 και το 2017, ενώ για το  2018 και το 2019, που δεν δόθηκαν ακόμη στοιχεία, ο αριθμός τους ενδέχεται να σπάσει ρεκόρ.

Αρχικά κατευθύνονταν προς την Ευρώπη και κυρίως προς τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ολλανδία, όπου διαβιούν εδώ και δεκαετίες μεγάλες κοινότητες Τούρκων μεταναστών. Οι πιο φιλόδοξοι, πολύγλωσσοι και μορφωμένοι κατευθύνθηκαν προς την απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, κυρίως στις ΗΠΑ και λιγότερο στον Καναδά.

Γιατί στα Δυτικά Βαλκάνια;

Ωστόσο, ειδικά τον τελευταίο χρόνο, που έκανε την εμφάνισή της και η οικονομική κρίση στην Τουρκία χειροτερεύοντας κι άλλο την καθημερινότητα των πολιτών της, αρκετές χιλιάδες αυτο-εξόριστοι Τούρκοι κατευθύνονται προς τα Βαλκάνια και ειδικά σε χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.

Γιατί όμως επιλέγουν χώρες, όπως η Βοσνία & Ερζεγοβίνη και η Βόρεια Μακεδονία, ενώ αποφεύγουν άλλες, όπως το Κόσοβο και η Μολδαβία; Οι Τούρκοι που φεύγουν από την τυραννία του Ερντογάν, καταφεύγουν σ’ αυτές τις χώρες θεωρώντας τες κοντινές, πολιτισμικά οικείες, ασφαλείς και με φθηνό κόστος ζωής. Κατάλληλες για να συναντηθούν εύκολα με τις οικογένειες τους, που έχουν αφήσει πίσω στην Τουρκία.

Ένας τέτοιος “ιδανικός τόπος” αποτελεί το Σεράγεβο, η πρωτεύουσα της Βοσνίας & Ερζεγοβίνης. Οι Τούρκοι αυτο-εξόριστοι επιλέγουν το Σεράγεβο για την εγγύτητά του, τις χαμηλές τιμές, τη μεγάλη μουσουλμανική κοινότητα και τις γενικότερες ομοιότητες μεταξύ του τουρκικού και του βοσνιακού τρόπου ζωής.

Εδώ καλούν και τα μέλη των οικογενειών τους για να τους συναντήσουν. Τέτοιες οικογενειακές συναντήσεις εξηγούν γιατί ο αριθμός των Τούρκων επισκεπτών στα Βαλκάνια αυξάνεται σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Έτσι ο αριθμός των Τούρκων υπηκόων που επισκέπτονται τη Βοσνία αυξήθηκε μεταξύ 2016 και 2018 σε 85.000 άτομα. Ο αριθμός των Τούρκων επισκεπτών στη Βόρεια Μακεδονία, η οποία φιλοξενεί μια σημαντική εθνική τουρκική κοινότητα, αυξήθηκε επίσης σε 111.000 άτομα.

Και η πανάκριβη βίζα Σένγκεν τους στέλνει στα Βαλκάνια

Οι οικονομικοί λόγοι εξηγούν επίσης γιατί πολλοί αυτο-εξόριστοι Τούρκοι συναντούν τις οικογένειές τους σε χώρες, όπως η Βοσνία. Οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, επειδή δεν είναι ακόμη μέλη της Ε.Ε., δεν ζητούν βίζες από τους Τούρκους πολίτες, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες. Ως γνωστόν η βίζα Σένγκεν είναι πολύ δαπανηρή, ειδικά αφού η Ε.Ε. έχει αυξήσει την τιμή της ως τμήμα των κυρώσεων της κατά της Τουρκίας, αλλά κι εξαιτίας της μεγάλης υποτίμησης της αξίας της τουρκικής λίρας.

Μόνο για τις βίζες Σένγκεν, και άλλα γραφειοκρατικά έξοδα, απαιτούνται περίπου 140 ευρώ ανά άτομο για μια πενταμελή οικογένεια! Με αυτά τα χρήματα, που θα πήγαιναν στις βίζες, μια τουρκική οικογένεια μπορεί να περάσει 10 ή 12 ημέρες σε δυτικοβαλκανική χώρα, όπως η Βοσνία, όπου οι τιμές είναι φθηνές.

Η Βόρεια Μακεδονία είναι “χαλάλ”

Αρκετοί αυτο-εξόριστοι Τούρκοι επιλέγουν και τη Βόρεια Μακεδονία ως τόπο συνάντησής τους με τις οικογένειες τους από Τουρκία. Το παραλίμνιο θέρετρο της Οχρίδας στη Βόρεια Μακεδονία είναι ιδιαίτερα δημοφιλής ανάμεσα στους Τούρκους, για τους ίδιους λόγους. Η Βόρεια Μακεδονία είναι κοντά στην Τουρκία, οι τιμές είναι φθηνές και η ζωή θεωρείται παρόμοια με αυτήν στην Τουρκία. Εκτός από τις φυσικές ομορφιές της η χώρα, επειδή έχει μεγάλο, κυρίως αλβανικό, μουσουλμανικό πληθυσμό, παρέχει και την ευκολία εξεύρεσης και “χαλάλ”, δηλαδή επιτρεπόμενου στους θρησκευόμενους μουσουλμάνους, φαγητού.

Οι Τούρκοι που συναντώνται στα Σκόπια ή στην Οχρίδα, αισθάνονται καλύτερά ξέροντας ότι βρίσκονται σε χώρα με κοινή οθωμανική κληρονομιά και μεταξύ παρόμοιων ανθρώπων, αρκετοί εκ των οποίων μοιράζονται και τις κοινές μουσουλμανικές συνήθειες τους.

Γιατί προτιμούν Βόρεια Μακεδονία και όχι Κόσοβο;

Υπάρχει κι ένας ακόμη πολύ σημαντικός λόγος που οι αυτο-εξόριστοι Τούρκοι “ψηφίζουν’ Βόρεια Μακεδονία και όχι π.χ. το γειτονικό Κόσοβο, που είναι και η πιο μουσουλμανική χώρα των Βαλκανίων. Η Βόρεια Μακεδονία είναι πλέον “Δυτικού προσανατολισμού” και δεν βρίσκεται υπό τον έλεγχο, ούτε της Ρωσίας, ούτε της Τουρκίας. Αυτό τους κάνει να αισθάνονται πολύ πιο ασφαλείς εκεί.

Αν και η κυβέρνηση Ερντογάν πίεσε το 2018 αφόρητα την κυβέρνηση του Ζόραν Ζάεφ να απελάσει από τη χώρα του μια ομάδα Τούρκων “γκιουλενιστών”, που είχαν βρει καταφύγιο στη Βόρεια Μακεδονία, εκείνος αρνήθηκε πεισματικά να υποκύψει και παραλίγο να δημιουργηθεί έτσι διπλωματικό επεισόδιο. Αυτό που έγινε σαφές είναι πως στη Βόρεια Μακεδονία, που βρίσκεται πλέον και υπό ευρωατλαντική ομπρέλα, δεν περνούν πλέον οι εκβιασμοί και οι τσαμπουκάδες του Ερντογάν και αυτό κάνει τους αυτο-εξόριστους Τούρκους να αισθάνονται πιο ασφαλείς εκεί.

Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο στο Κόσοβο ή στη Μολδαβία. Εκεί “το μακρύ χέρι της Τουρκίας” επηρεάζει σημαντικά τις κυβερνήσεις, οι οποίες “κάνουν τα στραβά μάτια” στις μυστικές επιχειρήσεις των Τούρκων πρακτόρων, που απαγάγουν έτσι Τούρκους αντιφρονούντες, τους οποίους και μεταφέρουν στην Τουρκία για να ζήσουν το προσωπικό τους “Εξπρές του Μεσονυκτίου”…