Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) των ΗΠΑ συνέλεξε περισσότερα από 2.000 αρχεία τηλεφωνικών επικοινωνιών πολιτών, τα χρόνια 2002 έως και 2006, με το επιχείρημα ανύπαρκτων τρομοκρατικών απειλών ή απλά πείθοντας τους παρόχους τηλεφωνικών υπηρεσιών να τους παράσχουν τα αρχεία των πελατών τους. Στη συνέχεια, οι αξιωματούχοι της υπηρεσίας εξέδιδαν υπομνήματα που δικαιολογούσαν τις παράτυπες πράξεις των πρακτόρων.

Ads

Στην κατοχή της εφημερίδας The Washington Post περιήλθαν μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιγράφουν αναλυτικά το πώς οι αξιωματικοί της αντιτρομοκρατικής εντός του FBI δεν ακολούθησαν τις προβλεπόμενες διαδικασίες προκειμένου να προστατευθούν τα δικαιώματα των πολιτών. Αυτό τον μήνα πρόκειται να δημοσιευθεί έκθεση ειδικού επιθεωρητή του υπουργείου Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, η οποία θα συμπεραίνει ότι το FBI συχνά παραβίαζε το νόμο με τα επείγοντα αιτήματά του, γράφει σήμερα η εφημερίδα.

Τα αρχεία των επικοινωνιών που είδε η The Washington Post δεν αποκαλύπτουν την ταυτότητα των ατόμων που καταγράφηκαν, αλλά αξιωματούχοι του FBI λένε ότι σχεδόν στο σύνολό τους οι περιπτώσεις αφορούν έρευνες για τρομοκρατία.

Η γενική σύμβουλος του FBI Valerie Caproni δήλωσε σε συνέντευξή της τη Δευτέρα ότι το FBI τεχνικά παραβίασε το Νόμο Ιδιωτικότητας των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, με τους πράκτορές του να επικαλούνται ανύπαρκτες επείγουσες καταστάσεις για να συλλέξουν αρχεία. Η Caproni δήλωσε ότι ο διευθυντής του FBI Robert S. Mueller III δεν γνώριζε για το πρόβλημα μέχρι το τέλος του 2006-αρχές του 2007, οπότε ξεκίνησε ο γενικός επιθεωρητής την έρευνα.

Ads

Σύμφωνα με τα έγγραφα, ανώτεροι αξιωματούχοι του FBI ενέκριναν τις διαδικασίες για επείγοντα αιτήματα τηλεφωνικών αρχείων. Το FBI αναγνώρισε μόλις το 2007 ότι μια μονάδα της υπηρεσίας είχε συλλέξει με ανάρμοστο τρόπο αρχεία και μια ακρόαση από το υπουργείο Δικαιοσύνης την ίδια εποχή ανέφερε 22 περιπτώσεις παράτυπων αιτημάτων προς παρόχους τηλεφωνικών υπηρεσιών καθώς και εκατοντάδες αμφισβητήσιμα αιτήματα. Τα τελευταία στοιχεία όμως δείχνουν ότι τα παράτυπα αιτήματα ήταν πολύ περισσότερα.

Το FBI δήλωσε στην The Washington Post ότι σύμφωνα με την επιθεώρησή του, περίπου τα μισά από τα 4.400 αρχεία κλήσεων που συγκεντρώθηκαν με το επιχείρημα της επείγουσας κατάστασης έγιναν με παραβίαση του νόμου. Οι έρευνες περιλάμβαναν μοναχά αρχεία κλήσεων και όχι το περιεχόμενό τους. Οι αξιωματούχοι της υπηρεσίας δηλώνουν ότι οι πράκτορες έπραξαν με σπουδή και υπό πίεση επιχειρώντας να αποτρέψουν την επόμενη τρομοκρατική ενέργεια και ότι δεν παραβίαζαν το νόμο εσκεμμένα.

Πριν την επίθεση της 11ης Σεπτεμβρίου οι πράκτορες του FBI συνήθως συνέλεγαν αρχεία με τη χρήση δικαστικών κλητεύσεων ή μέσω ενός οργάνου που ήταν γνωστό ως επιστολή εθνική ασφαλείας, που εκδιδόταν για περιπτώσεις τρομοκρατίας και κατασκοπείας. Με τον Πατριωτικό Νόμο των ΗΠΑ (USA Patriot Act), ο οποίος ψηφίστηκε τον Οκτώβριο του 2001, η χρήση των επιστολών αυτών επεκτάθηκε και κατώτεροι αξιωματούχοι απέκτησαν πλέον το δικαίωμα να τις επικυρώνουν.