Στις 10 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος της Βολιβίας Έβο Μοράλες, ανακοίνωσε την παραίτηση του καταγγέλλοντας πραξικόπημα. Ήταν η κορύφωση μιας κατάστασης που φαίνεται να ζυμωνόταν για αρκετό καιρό και ολοκληρώθηκε με την έκθεση του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών που αμφισβήτησε την εγκυρότητα των εκλογών, την ανταρσία της αστυνομίας και την υπόδειξη του στρατού στον πρώτο ιθαγενή πρόεδρο της χώρας ότι πρέπει να φύγει. 

Ads

Η κυβέρνηση ήδη από την Παρασκευή 8 Νοεμβρίου είχε χάσει τον έλεγχο των κρατικών δυνάμεων καταστολής αφού ο στρατός και τα σώματα της αστυνομίας αρνούνταν να ακολουθήσουν διαταγές. Ο Έβο Μοράλες περίμενε μέχρι το τέλος τη στήριξη του Οργανισμού Αμερικανικών Κρατών, η οποία δεν ήρθε και τελικά πρότεινε ο ίδιος επανάληψη των εκλογών για να μην διαταραχθεί η ειρήνη στη χώρα. Όμως η αντιπολίτευση δεν ενδιαφερόταν για κάτι τέτοιο. Έχοντας κινητοποιήσει μεγάλους αριθμούς υποστηρικτών τους στους δρόμους που μεταξύ άλλων προέβησαν σε ακρότητες, ζήτησε την απομάκρυνσή του, που ήρθε μετά την πίεση του στρατού. 

Η αντιπολίτευση ήταν ουσιαστικά ένα διμέτωπο. Ο αρχηγός της δεξιάς και βασικός αντίπαλος του Μοράλες στις εκλογές Κάρλος Μέσα αλλά και ο ακροδεξιός Λουίς Φερνάντο Καμάτσο, είναι κατά τον Μοράλες οι δυο συνωμότες. Ο Καμάτσο είναι πλούσιος επιχειρηματίας, επικεφαλής μιας οργάνωσης της Σάντα Κρους. Ο ρόλος του στα γεγονότα της Βολιβίας είναι ιδιαίτερα κομβικός, αφού η οργάνωσή του αποτέλεσε την αιχμή του δόρατος των επεισοδίων που προηγήθηκαν των εκλογών. Ο ίδιος έχει σχετιστεί με φασιστικές ομάδες κι έχει κατηγορηθεί ότι υπηρετεί τα συμφέροντα της τοπικής ολιγαρχίας. 

Φυγή στο Μεξικό 

Ο Μοράλες αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα. Ζήτησε και έλαβε άσυλο στο Μεξικό, αφού προηγουμένως περιπλανήθηκε στους αιθέρες. Τελικά πέρασε από τον εναέριο χώρο της Βραζιλίας, του Περού και του Εκουαδόρ – με μία στάση και στην Παραγουάη – αφού οι τρεις χώρες άλλαξαν την αρχική αρνητική τους στάση. Αυτό που άφησε όμως πίσω δεν ήταν η ειρήνευση αλλά μια χώρα στα πρόθυρα του Εμφυλίου. Στους δρόμους ξεχύθηκαν αυτή τη φορά εξοργισμένοι πολίτες της χώρας για την απομάκρυνση του προέδρου τους. Εκτεταμένες απεργίες, βίαιες συγκρούσεις μεταξύ των υποστηρικτών του Μοράλες και αυτών της αντιπολίτευσης και ακυβερνησία, συνθέτουν το σκηνικό.

Ads

Θυμίζοντας Βενεζουέλα και Γκουαϊδό, η δεύτερη αντιπρόεδρος της Γερουσίας Ζανίν Ανιές προερχόμενη από το χώρο της δεξιάς, αυτοανακηρύχθηκε μεταβατική πρόεδρος της Δημοκρατίας, παρά την έλλειψη απαρτίας στην εθνοσυνέλευση, επιχειρηματολογώντας ότι είναι ανάγκη «να αποκατασταθεί ένα κλίμα κοινωνικής ειρήνης» ενώ υποστήριξε πως πρόθεσή της είναι να προκηρυχθούν άμεσα εκλογές. Το δε Συνταγματικό Δικαστήριο της χώρας χαρακτήρισε νόμιμη την ανάληψη της προεδρίας, με μεταβατικό ρόλο, παρά το γεγονός ότι δεν επικυρώθηκε από τα δύο σώματα της εθνοσυνέλευσης της χώρας – όπου την πλειοψηφία έχει το κόμμα του Μοράλες. 

«Επιτήδειο πραξικόπημα»

Ο Έβο Μοράλες χαρακτήρισε «πραξικόπημα» την αυτοανακήρυξη της Άνιες σε πρόεδρο. «Έγινε το πιο επιτήδειο και πιο επιζήμιο πραξικόπημα στην ιστορία» της Βολιβίας, τόνισε μέσω twitter. «Μια γερουσιαστής της δεξιάς των πραξικοπηματιών αυτοανακηρύσσεται πρόεδρος της Γερουσίας, κατόπιν μεταβατική πρόεδρος της Βολιβίας, χωρίς να υπάρχει απαρτία στο κοινοβούλιο, πλαισιωμένη από μια ομάδα συνεργών της, με την υποστήριξη του στρατού και της αστυνομίας που καταστέλλουν τον λαό».

Την ώρα που στην Βολιβία συμβαίνουν αυτά, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, χαρακτήρισε την παραίτηση του Μοράλες «σημαντική στιγμή για την δημοκρατία», προσθέτοντας ότι τα γεγονότα τη Βολιβία «στέλνουν ένα ισχυρό μήνυμα στα παράνομα καθεστώτα στη Βενεζουέλα και τη Νικαράγουα». Πρόκειται για τις χώρες που στήριξαν άμεσα τον Μοράλες, μαζί με την Κούβα και την Αργεντινή, όπου ο κεντροαριστερός πρόεδρος της Αργεντινής Αλμπέρτο Φερνάντες που αναλαμβάνει καθήκοντα σε ένα μήνα έκανε λόγο για ξεκάθαρο πραξικόπημα.

Τον Τραμπ και την στάση των ΗΠΑ που εμμέσως πλην σαφώς μέσω αξιωματούχων διεμήνυσαν ότι στις όποιες εκλογές γίνουν ο Μοράλες δεν πρέπει να λάβει μέρος – με αιτιολόγηση τα περί νοθείας στις εκλογές – ακολουθήσαν με πανηγυρισμούς, ο ακροδεξιός πρόεδρος της Βραζιλίας Ζαΐχ Μπολσονάρου αλλά και ο αποτυχημένος πραξικοπηματίας της Βενεζουέλας Χουάν Γουαϊδό, κάνοντας λόγο για έναν «δημοκρατικό τυφώνα» που αρχίζει να γίνεται αισθητός στη Λατινική Αμερική. 

«Για τον ιμπεριαλισμό το εγχείρημα έπρεπε να τελειώσει»

Ο «δημοκρατικός τυφώνας» που επικαλείται ο Γουαϊδό στρέφεται κατ’ εξοχήν και με έξωθεν στήριξη εναντίον των αριστερών κυβερνήσεων της Λατινικής Αμερικής που κατά καιρούς ανατρέπονται είτε με «βελούδινα», είτε με αιματηρά πραξικοπήματα. Ο γνωστός αργεντινός πολιτικός επιστήμονας Ατίλιο Μπορόν σε μια ανάλυσή του, στην Pagina 12, υποστηρίζει ότι στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο ιμπεριαλισμός ποτέ δεν δέχτηκε μια κυβέρνηση που δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντά του. 

Αναφερόμενος στην κυβέρνηση του Μοράλες, κάνει λόγο για μια με παραδειγματικό τρόπο επιτυχημένη οικονομικά κυβέρνηση που εργάστηκε σκληρά για την ανάπτυξη, την ανακατανομή του πλούτου, τη συστηματική ροή των δημόσιων επενδύσεων, την καταπολέμηση της φτώχειας, την εθνικοποίηση του ενεργειακού πλούτου. Αντίστοιχα οι δείκτες σε όλους τους τομείς (παιδεία, υγεία, προστασία των ιθαγενών πληθυσμιακών ομάδων), υπήρξαν ανοδικοί. 

Πράγματι επί Μοράλες το ΑΕΠ εκτοξεύτηκε από 11.452 δολάρια το 2006 στα 40.288 το 2018, ενώ τα ποσοστά φτώχειας έπεσαν σε μεγάλο βαθμό. Το 2006, το 60% ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας. Το 2018 το ποσοστό έπεσε στο 34,6%. Οι εισοδηματικές διαφορές μειώθηκαν από 0,60 σε 0,47.

Αναφορικά με τα τρέχοντα γεγονότα στη Βολιβία ο Ατίλιο Μπορόν, σημειώνει ότι μία από τις πιο φτωχές χώρες του κόσμου βάδιζε σε νέους δρόμους ελευθερίας και αξιοπρέπειας. Για το ιμπέριουμ αυτό ήταν ένα εγχείρημα που έπρεπε να τελειώσει. Η διαδικασία κατά τον ίδιο ξεκίνησε με τη δολοφονία χαρακτήρα του ηγέτη που πρέπει να παρουσιαστεί ως κλέφτης διεφθαρμένος, δικτάτορας ή αμόρφωτος (περίπτωση Έβο Μοράλες, Μαδούρο, Λούλα, Κίρχνερ, Κορέα). Εδώ σημαντικό ρόλο έπαιξαν τα μέσα ενημέρωσης. 

Κατόπιν ήρθε η σειρά της πολιτικής ηγεσίας που ελέγχεται από τις οικονομικές ελίτ και την Ουάσιγκτον, διεκδικώντας «μια αλλαγή» και το τέλος της «δικτατορίας Μοράλες». Στη συνέχεια ο Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών (ΟΑS), αμφισβήτησε το αποτέλεσμα των εκλογών στις οποίες ο Μοράλες κέρδισε με πάνω από 10 μονάδες διαφορά. Τέλος στο προσκήνιο μπήκαν οι δυνάμεις ασφαλείας, που κατά τον Μπορόν, ελέγχονται από οργανισμούς της κυβέρνησης των ΗΠΑ, αφού αυτοί τους εκπαιδεύουν και τους εξασφαλίζουν όπλα τα τελευταία 70 χρόνια. Οι δυνάμεις ασφαλείας αρχικά αποσύρθηκαν από το προσκήνιο, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο δράσης φασιστικών ομάδων για την ανατροπή της κυβέρνησης.

Ο Μπορόν χρεώνει δυο λάθη στον Μοράλες. Το πρώτο: η ασφάλεια και η δημόσια τάξη δεν έπρεπε ποτέ να είχαν ανατεθεί στη Βολιβία σε μηχανισμούς όπως η αστυνομία και ο στρατός, που αποικιοποιήθηκαν, εκπαιδεύτηκαν και χρηματοδοτήθηκαν από τον ιμπεριαλισμό. Το δεύτερο: Όταν ξεκίνησε η επίθεση εναντίον του Μοράλες, η κυβέρνησή του επέλεξε να μην απαντήσει στις προκλήσεις των φασιστών. Αυτό το αξιοποίησε η ξενοκίνητη αντιπολίτευση και ισχυροποίησε τη θεωρία της για «εκλογική απάτη» και το σχέδιό της για νέες εκλογές, αλλά στο τέλος χωρίς Έβο Μοράλες (όπως στη Βραζιλία, χωρίς Λούλα). 

Το αβέβαιο μέλλον της Βολιβίας

Το μέλλον της Βολιβίας από δω και πέρα είναι αβέβαιο. Κάποιοι αναλυτές δεν προεξοφλούν το τέλος του Μοράλες. «Δεν είμαι σίγουρος ότι αυτό είναι πραγματικά το τέλος του Έβο Μοράλες» λέει στη Deutsche Welle ο Γκύντερ Μάιχολντ, εμπειρογνώμονας σε θέματα Λατινικής Αμερικής και αναπληρωτής διευθυντής του Ιδρύματος Επιστήμης και Πολιτικής του Βερολίνου. «Στη Λατινική Αμερική υπάρχει μια τάση οι ηγέτες να ξαναγεννιούνται από τις στάχτες τους και οι παλιές πολώσεις να ξαναζωντανεύουν. Κάτι τέτοιο βιώνουμε σήμερα στη Βραζιλία με τον πρώην Πρόεδρο Λούλα». 

Η Μόιρα Θουάθο, ειδική στα θέματα της Βολιβίας στο Λατινοαμερικάνικο Ινστιτούτο του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου σημειώνει από την πλευρά της, ότι η αντιπολίτευση στη Βολιβία, αν και πανηγυρίζει φαίνεται να έχει χάσει σημαντικό έδαφος. «Οι δυνάμεις που συμμάχησαν για να τον απομακρύνουν μοιάζουν να μην έχουν κανένα θετικό πρόγραμμα», διαπιστώνει και ο Μάιχολντ.