«Τo  Παρελθόν είναι μία ξένη χώρα… Κάνουν διαφορετικά τα πράγματα εκεί». Η αθάνατη πρώτη φράση του βιβλίου the Go-Between του L. P. Hartley συμπυκνώνει με λαχτάρα τα προβλήματα που είναι εγγενή στη μνήμη και την ιστορία. Μακρινές, άυλες, αναξιόπιστες, χαμένες, οι ιστορίες μας, σε επίπεδο προσωπικού και συλλογικού όποιου είδους, στην καλύτερη περίπτωση μισομνημονεύονται και στη χειρότερη παραποιούνται ενεργά, υπηρετώντας την ανάγκη να είτε νομιμοποιήσουν την κυριαρχία και τις αφηγήσεις της που προβάλλονται ως μόνες λογικές ή υπαρκτές, είτε να ωραιοποιήσουν απολίτικα την ετερότητα όταν μιμείται τις πρακτικές της κυριαρχίας. Κι αυτό στην ιστορία έχει συμβεί συχνά.

Ads

Φαινόμενα όμως όπως του σταλινισμού (που αναπαρήγαγε πολλές από τις λειτουργίες αντιδραστικών αστικών πολιτευμάτων και συχνά επί τα χείρω) ή του αντιδραστικού αφροαμερικανισμού (της μεσοαστικής ή αστικής μερίδας των μαύρων που συμπαρατάσσεται με τον Τραμπ αλλάζοντας την πολιτική ατζέντα των εκπαιδευτικών προγραμμάτων της Μαύρης Ιστορίας, ή του θηλυκού φαλλοκρατισμού (γυναικών που σε θέση εξουσίας αναπαράγουν τον ανθρωπολογικό τύπου του ανταγωνιστικού κυρίαρχου που καθιερώθηκε αιώνες ως αντρικό προνόμιο στα πλαίσια του πατριαρχικού καπιταλισμού) ή του έμπρακτου  μισογυνισμού από κοινωνικά αδύναμους όπως και οι γυναίκες προλετάριους ή πρόσφυγες άνδρες σε περιβάλλοντα κοινωνικού αποκλεισμού που –όταν, τόσο συχνά, απουσιάζει η πολιτική ανάλυση και πρόσληψη του κόσμου- αντί να επιτείνουν καταρρακώνουν την αλληλεγγύη, και τόσα άλλα, θυμίζουν πως η κριτική των πραγμάτων πρέπει να παίρνει υπόψη της βιολογικές και περιβαλλοντικές παραμέτρους αλλά πρέπει πρώτα και πάνω από όλα να εδράζεται στην πολιτική.

Η ουσιαστική πολιτική αντίληψη όμως, ακριβώς γι’ αυτό, δεν μπορεί να είναι αποστειρωμένη, ξύλινη, απόμακρη από τα βαθύτερα ερωτήματα των ανθρώπων για την κοινωνία και την φύση τους. Αντίθετα, ανοίγοντας άβολες συζητήσεις, συνδέεται βαθιά με τον υπαρξισμό. Γι’ αυτό και μια από τις πολιτικότερες ταινίες των τελευταίων χρόνων, είναι η ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΗ ταινία TAR του Todd Field.

Ταινία που «τόλμησε» σε εποχή που έχουμε παιδευτεί στις εκρήξεις στα κουνγκ φου και στο γυμνό, να επαναφέρει τον κινηματογράφο των αργών ρυθμών και της κριτικής επεξεργασίας που πάντα εκκινεί από τις ερωτήσεις… Πιστεύω ότι το TAR δημιουργεί ένα είδος υπαρξιακού «τρόμου» ή τουλάχιστον ανησυχίας πέρα από την κοινότητα της κλασικής μουσικής στην οποία, ως «μεταφορά», αναφέρεται… Θυμίζει (αμφισβητώντας τις βολικές δυαδικότητες του καλού και του κακού) την περιβόητη ερώτηση μιας επιζήσασας του Ολοκαυτώματος: «Μας λέτε ότι η εκπαίδευση μας κάνει καλύτερους ανθρώπους. Αλλά στο Auswietz με φυλάκισαν μορφωμένοι φρουροί, με πειράματα έκαναν μορφωμένοι γιατροί, με έστειλαν στο στρατόπεδο μορφωμένοι πολίτες. Τι μπορεί πραγματικά να μας εξανθρωπίσει τότε;»

Ads

Η ταινία υπενθυμίζει πως ούτε μια «υψηλή τέχνη» όπως η «κλασσική μουσική», ούτε η κυριαρχία ανεξάρτητα από το φύλο (η TAR είναι γυναίκα), ούτε η σεξουαλικότητα (η είναι TAR είναι λεσβία),  μπορεί να το κάνει, αφού ως κοινωνικά υποκείμενα δομούμαστε μέσα στον ανταγωνιστικό, εξουσιαστικό ‘οίστρο’ ενός κόσμου καπιταλιστικής οικονομίας, πατριαρχικής νοοτροπίας, και ετεροκαθορισμών των «άλλων» από τους ισχυρούς που όλα συντείνουν, πίσω από την επίφαση της επιφανειακής διαφοράς στην αναπαραγωγή τους.

Είναι ενδιαφέρον που οι συντελεστές όπως η εμβληματική Cate Blanchett, άλλωστε, στην διάρκεια της καμπάνιας έχουν αναφερθεί στον Thomas Mann. Γιατί ήταν ο τελευταίος (με την τραγική προσωπική ιστορία που θυμίζει το αντιφατικό και πολύπλοκο της φύσης μας) που προσπαθώντας να εξηγήσει γιατί παρά την αγάπη των Γερμανών για την υψηλή κουλτούρα, δημιουργήθηκε το είδος του ανθρώπου μπορούσε επί Ναζισμού να κλαίει, όπως ξαναγράψαμε, όταν άκουγε Βάγκνερ και να γελάει όταν δολοφονούσε μωρά, μίλησε για την πλάνη του Γερμανικού αστισμού: Δεν μπορείς να εξανθρωπίσεις τον άνθρωπο εάν αποσυνδέσεις την Παιδεία από την πολιτική σκέψη.

Δεν μπορείς να το αποπειραθείς εάν δεν υπενθυμίζεις το του Λαέρτιου «όποιος ξεχωρίζει τον πολιτισμό από τα πολιτικά πράγματα, την βαρβαρότητα φέρει», που υπενθυμίζει σοφά και ρητά την ευθύνη του και της πολίτη απέναντι στην «Πόλη», από την οποία προέρχεται ετυμολογικά η πολιτική, δηλαδή απέναντι στο συλλογικό και ατομικό «άλλο», και μέσω ατών και στον εαυτό σου.

Μερικές δεκαετίες αργότερα, σε διαφορετική χώρα και πλαίσιο, η Σάρα Κέιν κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα αποκαλύπτοντας τον κρυμμένο τελετουργικό κανιβαλισμό στον πυρήνα του λεγόμενου πολιτισμένου κόσμου, το έκανε ξανά στην Ευρώπη, έχοντας «στο αίμα της» τις τόσες φρικαλεότητες του παρελθόντος της. .

Η ταινία για να κατορθώσει να ανοίξει την άβολη κουβέντα χρησιμοποιεί πολλές ανθρωπολογικές σταθερές, σύμφωνα με τον όρο της κοινωνικής ανθρωπολογίας. Πολλές συμβολικές αναπαραστάσεις. Από το όνομα της πρωταγωνίστριας που επαναφευρίσκει τον εαυτό της ως Λύδια (λίθος της φιλοσοφίας, προερχόμενη ως μύθος από την περιοχή των Ιώνων φιλοσόφων) μέχρι την χρήση της κραυγής από το Blair Witch Project, την ταινία τρόμου που όπως οι σπουδές κινηματογράφου έχουν επισημάνει, εξέφρασε τους κοινωνικοπολιτικούς τρόμους της εποχής μας, (θέτοντας έτσι την ερώτηση εάν η τρομερή μάγισσα είναι η ίδια η εξουσία κι η αναπαραγωγή της) κι από την χρήση του νούμερου «5» που στον μυστικισμό της Καμπάλα (και όχι μόνο) θεωρείται σύμβολο της ισορροπίας μεταξύ υλικού και πνευματικού ως την χρήση της μάσκας, αγαπημένο θέμα του Kubrick, μέντορα του σεναριογράφου σκηνοθέτη της ταινίας Todd Field.

Κι από τον μαύρο σκύλο, σύμβολο της παραβιασμένης φύσης που μπορεί να εγερθεί για να πάρει την εκδίκησή της, ως τα ιδεογράμματα των ιθαγενών στον μετρονόμο που μετά τον χρόνο και τις εκπληκτικά χρησιμοποιημένες έννοιες της Kavanah, δλδ της «πρόθεσης» και της teshuvah, δλδ της «επιστροφής», όχι για ‘χάρη’ αλλά για διόρθωση των ανοσιουργημάτων, έως τους αναγραμματισμούς όπου η λέξη TAR μετατρέπεται σε ART (τέχνη) και RAT (τρωκτικό) η ταινιάρα σχολιογραφεί εμάς και τους πολιτιστικούς, άρα πολιτικούς μας «πολέμους».

Η ταινία όμως βγήκε σε ένα ιστορικο-κοινωνικό πλαίσιο που οι «προοδευτικές» πολιτικές ταυτότητας (εγκολπωμένες στο -και διαχεόμενες από το- ίδιο χειριστικό σύστημα που μας δομεί ως δίχως κρίση καταναλωτές ιδεών και υλικών κι όχι ως πολίτες), αποπειρώνται συχνά, με έναν βαθιά απολίτικο ή πολιτικά συντηρητικό,  τρόπο να δομήσουν την συλλογική ταυτότητα των ‘άλλων’ και την έννοια της αποδοχής ως συγκατάθεση και ως συναίνεση στα πρότυπα της κυριαρχίας, επιτρέποντας στους μεγάλους και μικρούς εκπροσώπους της να δράσουν πατερναλιστικά, συχνά με το αζημίωτο, κι όχι να ενδυναμώσουν την προσπάθεια των «άλλων» για απελευθέρωση.

Η πρόταση να αντικατασταθούν οι λέξεις «μητέρα» και «πατέρας» με το «γονιός 1» και «γονιός 2», όπως και η πρόταση να λεγόμαστε «όλα» αντί «όλες» και «όλοι», (κι ενώ επί τόσες δεκαετίες το πολιτικό κίνημα απελευθέρωσης των ομοφυλόφιλων υπενθύμιζε την ανάγκη να αυτονομηθεί  η ταυτότητα φύλου από την επιλογή στο κρεβάτι, παλεύοντας για την αποδοχή του αυτονόητου πως ένας ομοφυλόφιλος είναι εξίσου άνδρας με έναν ετερόφυλο και μία λεσβία εξίσου γυναίκα με μια ετερόφυλη) μιλά από μόνη της για την αποσάθρωση επιλογής και δόμησης της ταυτότητας που μας μετατρέπει σε πολιτικά όντα. H Tar βέβαια αυτοπροσδιορίζεται ως «πατέρας της  Petra»,  της μικρής πρόσφυγα που έχει υιοθετήσει, πυκνό σχόλιο από μόνο του.

Σχετική με αυτό είναι μια ιστορία που συνέβη στην Αγγλία λίγα χρόνια πριν. Πατερναλίζοντας υστερικά για να καρπωθούν ένα κοινό ευαίσθητων ενταγμένων  κάποιοι πολιτευτές επέβαλλαν πρόστιμο σε μία οικογένεια που είχε στην αυλή της (και) πορσελάνινα γουρουνάκια επειδή σε ένα διπλανό σπίτι ζούσε μια Μουσουλμανική οικογένεια. Οι ίδιοι οι Μουσουλμάνοι έστειλαν επιστολή τονίζοντας τον παραλογισμό αφού ήταν σε θέση να ξεχωρίσουν το πορσελάνινο στολίδι από το αληθινό γουρουνάκι.

Το ίδιο συμβαίνει και με τα αιτήματα να αλλάξει η γενοκτονία σε συνωστισμό, να λογοκριθούν τα έργα του Σαίξπηρ, ή η να αντικατασταθεί η γλώσσα του Bond,δημιουργώντας ένα περιβάλλον μη κριτικής πρόσληψης κι άρα πολιτικής αντιμετώπισης των αιτιών που οδηγούν στον μιλιταρισμό, στον εθνικισμό, στον σεξισμό, στον αντισημιτισμό κλπ, αλλά  σε ένα χαρούμενο ιστορικό λούνα παρκ, αποκαθαρμένο από το «αίμα», όπου η αποδοχή δεν θα συνδέεται με την ανατροπή, όπως το ίδιο το κυνήγι της κοινωνιολογίας, μα και η δική μας καλλιτεχνική (κι όχι μόνο) επικαιρότητα, δείχνει.

* Α Μέρος